ΑΝΑΪΑΣ
(Αναΐας) [Ο Γιαχ Έχει Απαντήσει].
1. Ένας από τους άντρες που στέκονταν στα δεξιά του Έσδρα όταν εκείνος διάβασε το Νόμο στο λαό, την πρώτη ημέρα του έβδομου μήνα. Πιθανώς ιερέας ή άρχοντας.—Νε 8:2, 4.
2. Ένας από τους επικεφαλής του λαού, του οποίου κάποιος απόγονος, αν όχι ο ίδιος, επικύρωσε το σύμφωνο ομολογίας που συνέταξε ο Νεεμίας.—Νε 10:1, 22.