ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ
Η τέχνη ή επιστήμη της οικοδόμησης. Η Αγία Γραφή παρουσιάζει ποικιλία κατοικιών και συνηθειών διαβίωσης από την αρχή της ανθρώπινης ιστορίας, στη διάρκεια των 1.656 ετών πριν από τον Κατακλυσμό των ημερών του Νώε. Για τον Κάιν αναφέρεται ότι μετά το φόνο του Άβελ «κατοίκησε» σε κάποια περιοχή, και εκεί «ασχολήθηκε με το χτίσιμο μιας πόλης». (Γε 4:16, 17) Ωστόσο, κάποιος από τους απογόνους του, ο Ιαβάλ, υπήρξε «ο πρώτος από εκείνους που κατοικούν σε σκηνές και έχουν ζωντανά». Κάποιος άλλος έγινε “σφυρηλάτης κάθε είδους χάλκινου και σιδερένιου εργαλείου”. (Γε 4:20, 22) Οι απόγονοι του Κάιν αφανίστηκαν το αργότερο κατά τον Κατακλυσμό. Εντούτοις, οι οικοδομικές ικανότητες και η χρήση εργαλείων δεν χάθηκαν μαζί τους.
Το εξοχότερο κατασκευαστικό έργο της προκατακλυσμιαίας περιόδου έγινε από απογόνους του Σηθ: ήταν η κιβωτός που φτιάχτηκε από τον Νώε και τους γιους του. Μολονότι ο Θεός ήταν εκείνος που προμήθευσε τα βασικά σχέδια και τις διαστάσεις της, ο Νώε θα πρέπει αναμφίβολα να διέθετε και αυτός κάποιες αρχιτεκτονικές ικανότητες, δεδομένου ότι ήταν ο άνθρωπος που προΐστατο του έργου. Το μήκος της κιβωτού ήταν 300 πήχεις, το πλάτος της 50 πήχεις και το ύψος της 30 πήχεις (133,5 μ. × 22,3 μ. × 13,4 μ.). Η συνολική επιφάνεια των ορόφων θα μπορούσε να είναι περίπου 9 στρ. Για να στηριχτεί το βάρος των τριών ορόφων συν της οροφής μεγάλου ανοίγματος, καθώς και για να δοθεί η απαραίτητη σταθερότητα στη δομή του έργου, ίσως απαιτήθηκε η χρήση ξύλινων στύλων και δοκών, εκτός από την ύπαρξη διαχωριστικών τοίχων στα «διαμερίσματα». Μολονότι η κιβωτός καλαφατίστηκε με πίσσα, η τοποθέτηση της ξυλείας θα έπρεπε επίσης να γίνει προσεκτικά, ώστε να εξασφαλιστεί σε λογικό βαθμό η στεγανότητα της κατασκευής.—Γε 6:13-16· βλέπε ΚΙΒΩΤΟΣ Αρ. 1.
Η Οικοδόμηση στις Αρχές της Μετακατακλυσμιαίας Περιόδου. Κατά τη μετακατακλυσμιαία περίοδο, ο Νεβρώδ περιγράφεται ως εξέχων κατασκευαστής αρκετών πόλεων. (Γε 10:8-12) Ένα ακόμη μεγάλο οικοδομικό έργο προγραμματίστηκε τώρα, ο Πύργος της Βαβέλ, που αποδοκιμάστηκε από τον Θεό. Σε αυτή την περίπτωση αναφέρονται νέα υλικά, συγκεκριμένα οι οπτόπλινθοι (πλίθοι ψημένοι σε καμίνι) και η άσφαλτος που χρησίμευσε ως κονίαμα. Πρόθεση των κατασκευαστών ήταν να γίνει αυτός ο πύργος το υψηλότερο οικοδόμημα που είχε ανεγερθεί μέχρι τότε.—Γε 11:3, 4.
Ο Αβραάμ, ο προπάτορας των Ισραηλιτών, υπήρξε αναμφίβολα μάρτυρας αρκετά προηγμένων αρχιτεκτονικών ρυθμών στην Ουρ των Χαλδαίων. (Γε 11:31) Οι ανασκαφές εκεί αποκαλύπτουν ότι η πόλη είχε δρόμους, διώροφα σπίτια με πλίθινες σκάλες και συγκροτήματα ναών και ανακτόρων, τα οποία θεωρείται ότι χρονολογούνται από την τρίτη χιλιετία Π.Κ.Χ. Εδώ βρέθηκαν και κάποια από τα αρχαιότερα στοιχεία χρήσης του θόλου ή του τόξου δι’ εκφοράς (που σχηματίζεται χτίζοντας τις δύο πλευρές του τοίχου όλο και πιο κοντά τη μία προς την άλλη ωσότου μπορέσει να γεφυρωθεί το ενδιάμεσο κενό με μια σειρά λίθων ή πλίθων), καθώς και του «αληθινού» ημικυκλικού τόξου με λίθο «κλείδα» στην κορυφή.
Μεταγενέστερα, κατά την παραμονή του στην Αίγυπτο (Γε 12:10), ο Αβραάμ ίσως είδε με τα μάτια του κάποια από τα μεγαλειώδη αρχιτεκτονήματα εκείνης της χώρας. Η Κλιμακωτή Πυραμίδα του Βασιλιά Ζοζέρ στη Σακκάρα θεωρείται ότι χρονολογείται από την τρίτη χιλιετία Π.Κ.Χ. και είναι από τα αρχαιότερα εναπομείναντα δείγματα μεγάλων οικοδομημάτων στα οποία χρησιμοποιήθηκαν ημιλάξευτοι λίθοι. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 530) Η Μεγάλη Πυραμίδα του Χέοπα (Χουφού), που χτίστηκε κάπως αργότερα στην Γκίζα, έχει μια τεράστια βάση με επιφάνεια 53 στρ. και φτιάχτηκε από περίπου 2.300.000 ογκόλιθους από ασβεστόλιθο, μέσου βάρους 2,3 τόνων ο καθένας. Το αρχικό της ύψος ήταν 147 μ. Όχι μόνο το μέγεθος αυτού του έργου, αλλά και η ακρίβεια που επιτεύχθηκε, το καθιστούν αξιοθαύμαστο και για τους σύγχρονους μηχανικούς. Ύστερα από αρκετούς αιώνες, στο Καρνάκ, ακόμη ψηλότερα στον Νείλο, οι Αιγύπτιοι κατασκεύασαν το μεγαλύτερο ανθρωποποίητο ναό που γνωρίζουμε. Η οροφή της μεγάλης αίθουσάς του στηριζόταν σε 134 πελώριους κίονες, ο καθένας από τους οποίους είχε διάμετρο περίπου 3 μ. και ήταν διακοσμημένος με ζωηρόχρωμα ανάγλυφα.
Η Αρχιτεκτονική των Ισραηλιτών. Κατά τη διάρκεια της καταδυνάστευσής τους στην Αίγυπτο, οι Ισραηλίτες επιτέλεσαν πολλή οικοδομική εργασία ως δούλοι υπό τους Αιγύπτιους επιστάτες. (Εξ 1:11-14) Μεταγενέστερα, στην έρημο, ο Ιεχωβά τούς έδωσε ακριβείς οδηγίες για την κατασκευή της σκηνής της μαρτυρίας, η οποία αποτελούνταν από πλαίσια, πέλματα υποδοχής, ράβδους και στύλους, πράγμα που επίσης απαιτούσε από μέρους τους σημαντικές αρχιτεκτονικές ικανότητες. (Εξ 25:9, 40· 26:15-37· Εβρ 8:5) Ενώ οι περισσότεροι από όσους έκαναν τέτοια εργασία (και είχαν κάνει οικοδομικές εργασίες στην Αίγυπτο) αναμφίβολα πέθαναν πριν από την άφιξη στην Υποσχεμένη Γη, η γνώση για τις μεθόδους οικοδόμησης και για τη χρήση εργαλείων ασφαλώς μεταβιβάστηκε στους μεταγενέστερους. (Παράβαλε Δευ 27:5.) Ο Μωσαϊκός Νόμος έθετε τουλάχιστον έναν όρο για την οικοδόμηση. (Δευ 22:8) Φυσικά, οι Ισραηλίτες, κατακτώντας τη χώρα, κατέλαβαν ολόκληρες πόλεις και χωριά με αποπερατωμένα οικοδομήματα, αλλά έκαναν και οι ίδιοι οικοδομικές εργασίες. (Αρ 32:16· Δευ 6:10, 11· 8:12) Όταν εισήλθαν στη Χαναάν (1473 Π.Κ.Χ.), αυτή η χώρα είχε πολλές περιτειχισμένες πόλεις και ισχυρά οχυρώματα.—Αρ 13:28.
Ενώ είναι αλήθεια ότι δεν διατηρούνται εντυπωσιακά οικοδομήματα που να υποδηλώνουν πρωτοτυπία ή επινοητικότητα από μέρους των Ισραηλιτών όσον αφορά την αρχιτεκτονική, αυτό δεν συνεπάγεται και ότι υστερούσαν σε τέτοιου είδους ικανότητες. Ανόμοια με τα ειδωλολατρικά έθνη, οι Ισραηλίτες δεν ανήγειραν πελώρια μνημεία προς τιμήν πολιτικών ηγετών ή στρατιωτικών ηρώων. Ο μόνος ναός που οικοδόμησαν ήταν ο ναός της Ιερουσαλήμ, μολονότι με την αποστασία δημιουργήθηκαν και άλλοι θρησκευτικοί χώροι. Τίποτα δεν απομένει από αυτόν τον αρχικό ναό ούτε από εκείνον που χτίστηκε στη θέση του. Από τα πλέον εντυπωσιακά ερείπια που ανακαλύφτηκαν είναι εκείνα των πανομοιότυπων πυλών της αρχαίας Μεγιδδώ, της Ασώρ και της Γεζέρ, που θεωρείται ότι χτίστηκαν επί Σολομώντα. (1Βα 9:15) Σε κάθε περίπτωση, οι εξωτερικοί τοίχοι μήκους 20 μ. φτιάχτηκαν από επιμελώς λαξευμένους λίθους. Στο εσωτερικό της διόδου της πύλης, υπήρχαν τρία διαδοχικά ζεύγη από παραστάδες ή από προεξέχοντες στύλους, οι οποίοι δημιουργούσαν έξι θαλάμους στις εσοχές αριστερά και δεξιά από τη δίοδο, όπου μπορούσαν να λαβαίνουν χώρα επιχειρηματικές δραστηριότητες ή από όπου οι στρατιώτες μπορούσαν να χτυπούν όποια στρατεύματα επιχειρούσαν να εισβάλουν διαμέσου των πυλών. (Βλέπε ΠΥΛΗ.) Στη Μεγιδδώ και στη Σαμάρεια έχουν βρεθεί δείγματα δεξιοτεχνικών λιθόκτιστων κατασκευών, στις οποίες επιμελώς πελεκημένες πέτρες έχουν τοποθετηθεί και συναρμοστεί με τέτοια ακρίβεια ώστε σε ορισμένες περιπτώσεις δεν μπορεί να εισχωρήσει στους αρμούς τους ούτε η λεπτή λεπίδα ενός μαχαιριού. Αναμφίβολα, η εργασία που έγινε στο ναό του Σολομώντα ήταν εξίσου υψηλής ποιότητας.—1Βα 5:17· 6:7.
Από τις αρχαιολογικές έρευνες φαίνεται ότι η κατασκευή των σπιτιών των Ισραηλιτών ήταν γενικά απέριττη, μάλιστα κάποιοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι ήταν εντελώς χονδροειδής. Ωστόσο, τα στοιχεία στα οποία βασίζονται τέτοιες απόψεις είναι πολύ πενιχρά. Όπως σχολιάζει το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή ([The Interpreter’s Dictionary of the Bible] Τόμ. 1, σ. 209): «Η σύγχρονη γνώση του θέματος περιορίζεται τόσο από την έλλειψη ενδιαφέροντος από μέρους των αρχαίων συγγραφέων για τα αρχιτεκτονικά ζητήματα όσο και από το ότι διασώζονται ελάχιστα στοιχεία από τα ίδια τα κτίρια, καθώς ο χρόνος και οι διαδοχικές γενιές οικοδόμων έχουν καταστρέψει ολοκληρωτικά τα περισσότερα από αυτά». (Επιμέλεια Τζ. Ά. Μπάτρικ, 1962) Ως εκ τούτου, σπάνια βρίσκονται περισσότερες από μία ή δύο στρώσεις λιθοδομής πάνω από το θεμέλιο οποιουδήποτε ερειπωμένου κτιρίου στην Παλαιστίνη. Επίσης, είναι λογικό ότι τα σπίτια που θα υφίσταντο τις μεγαλύτερες ζημιές από τους καταστροφείς και, κατόπιν, από όσους αναζητούσαν οικοδομικά υλικά θα ήταν τα καλύτερα.
Αρχαία Υλικά και Μέθοδοι Οικοδόμησης. Τα πέτρινα θεμέλια ήταν κοινά από αρχαιοτάτων χρόνων. Μολονότι μπορεί να χρησιμοποιούνταν ανεπεξέργαστες πέτρες, αυτές ευθυγραμμίζονταν και συνδέονταν σταθερά με τις ακρογωνιαίες πέτρες, οι οποίες λειαίνονταν και συναρμολογούνταν με επιμέλεια. (Παράβαλε Ψλ 118:22· Ησ 28:16.) Στα εδάφια Λευιτικό 14:40-48 γίνεται λόγος για κονίαμα ή σοβά από πηλό στο εσωτερικό των πέτρινων σπιτιών των Ισραηλιτών. Σε περίπτωση που το σπίτι δεν χτιζόταν εξ ολοκλήρου από πέτρες, συχνά, πάνω από το θεμέλιο χρησιμοποιούνταν ωμόπλινθοι ή οπτόπλινθοι. (Παράβαλε Ησ 9:10.) Κάποιες φορές τοποθετούσαν διάσπαρτα ξυλεία ανάμεσα στους πλίθους. Ο τύπος των υλικών που χρησιμοποιούνταν εξαρτόταν κυρίως από το τι υπήρχε τοπικά. Η έλλειψη ξύλου και πέτρας στη νότια Μεσοποταμία είχε ως αποτέλεσμα να γίνονται τα περισσότερα οικοδομήματα από πλίθους, ενώ αντιθέτως στην Παλαιστίνη αφθονούσε γενικά ο ασβεστόλιθος ή άλλοι λίθοι. Μια πρώιμη, οικονομική μέθοδος τοιχοποιίας ήταν η επιχρισμένη καλαμωτή. Έμπηγαν στο έδαφος πασσάλους και έπλεκαν οριζόντια ανάμεσά τους καλάμια ή εύκαμπτα κλαδιά ώστε να σχηματίσουν έναν δικτυωτό σκελετό ο οποίος θα μπορούσε να επαλειφτεί με πηλό. Όταν ο πηλός ξεραινόταν τελείως και σκλήραινε από τον ήλιο, οι τοίχοι σοβατίζονταν περιοδικά ώστε να προστατεύονται από τα στοιχεία της φύσης.—Βλέπε ΤΟΙΧΟΙ, ΤΕΙΧΗ.
Η οροφή του κτιρίου διαμορφωνόταν γενικά με την τοποθέτηση λίθων μεγάλου μήκους ή ανάλογων ξύλινων δοκαριών εγκάρσια στους φέροντες τοίχους. Ορθοστάτες ή στύλοι μπορεί να τοποθετούνταν για να αυξήσουν το άνοιγμα της οροφής, χρησιμοποιούνταν δηλαδή η κοινή μέθοδος της “δοκού επί στύλου”. Εφόσον ο θόλος δι’ εκφοράς και το ημικυκλικό τόξο ήταν μέθοδοι γνωστές από την αρχαιότητα, πιθανόν να χρησιμοποιούνταν αυτές σε μεγάλα κτίρια για τη στήριξη τέτοιων επίπεδων οροφών καθώς είχαν την ικανότητα να υποβαστάζουν σημαντικό φορτίο. Σε αυτά τα μεγαλύτερα κτίρια, χρησιμοποιούνταν συχνά μία ή δύο σειρές στύλων. Οι ξύλινοι ή οι πέτρινοι στύλοι τοποθετούνταν σε πλινθίο, δηλαδή σε μια βάση, και μερικοί υποστηρίζουν ότι οι στύλοι στον οίκο του Δαγών, στον οποίο έφεραν οι Φιλισταίοι τον τυφλό Σαμψών, ήταν αυτού του είδους. Εκτός από όσους είχαν συγκεντρωθεί μέσα στο κτίριο, περίπου 3.000 θεατές βρίσκονταν στην ταράτσα τη στιγμή που ο Σαμψών απέσπασε από τη θέση τους τούς δύο κύριους στύλους, προκαλώντας την κατάρρευση του οίκου.—Κρ 16:25-30.
Για τις οροφές μικρότερων κτιρίων και κατοικιών χρησιμοποιούσαν συχνά κλαδιά ή καλάμια τα οποία έδεναν μεταξύ τους και τα τοποθετούσαν πάνω στα δοκάρια, ενώ τα κενά τα γέμιζαν και τα κάλυπταν με λάσπη ή πηλό, η εξομάλυνση των οποίων γινόταν στη συνέχεια με κύλινδρο. Η ελαφριά κλίση που έδιναν στην οροφή επέτρεπε να αποστραγγίζονται τα νερά της βροχής. Οροφές αυτού του είδους υπάρχουν και σήμερα σε κατοικίες στην Κοιλάδα του Ιορδάνη.
Ο βασικός τύπος κτιρίου στην Παλαιστίνη ήταν ορθογωνικής μορφής. Σε περίπτωση κατοικίας, υπήρχε συνήθως στο εσωτερικό μια κάπως ασύνδετη διάταξη μικρών ορθογώνιων δωματίων. Ο περιορισμένος χώρος που ήταν διαθέσιμος μέσα στις συχνά πυκνοκατοικημένες πόλεις καθόριζε το μέγεθος και το σχήμα των κτιρίων. Αν υπήρχε χώρος, τα κτίρια μπορεί να είχαν μια εσωτερική αυλή, με την οποία επικοινωνούσαν όλα τα δωμάτια, και μόνο μία είσοδο από το δρόμο. Η ίδια βασική ορθογωνική μορφή χρησιμοποιούνταν, όχι μόνο για τα σπίτια, αλλά και για τις βασιλικές κατοικίες (ανάκτορα), τις αποθήκες, τους οίκους των συνάξεων (συναγωγές), τον οίκο του Θεού (ναό) και τις κατοικίες των νεκρών (μνήματα).
Έργα των Βασιλιάδων του Ιούδα και του Ισραήλ. Το μόνο συγκεκριμένο οικοδόμημα που μνημονεύεται ότι έγινε κατά τη βασιλεία του Δαβίδ φαίνεται ότι ήταν η “κέδρινη κατοικία”, η οποία χτίστηκε από υλικά και εργάτες που προμήθευσε ο Φοίνικας βασιλιάς της Τύρου Χιράμ (1Χρ 14:1· 17:1), μολονότι αναφέρεται ότι ο Δαβίδ συνέχισε να χτίζει και άλλα οικήματα στην Ιερουσαλήμ. (1Χρ 15:1) Ο Δαβίδ έκανε επίσης πολλές προετοιμασίες για την οικοδόμηση του ναού στην οποία θα προχωρούσε ο γιος του ο Σολομών, όπως το ότι διέταξε να πελεκήσουν τετραγωνισμένες πέτρες, να φτιάξουν σιδερένια καρφιά και να ετοιμάσουν χαλκό και ξύλα κέδρου «σε μεγάλη ποσότητα», καθώς επίσης το ότι δημιούργησε αποθέματα χρυσού, ασημιού, πολύτιμων λίθων και ψηφίδων μωσαϊκού. (1Χρ 22:1-4· 29:1-5) Ο Δαβίδ χρησιμοποιήθηκε επίσης για να προμηθεύσει το θεόπνευστο «αρχιτεκτονικό σχέδιο» για όλη τη διαρρύθμιση του ναού και του εξοπλισμού του. (1Χρ 28:11, 19) Η εβραϊκή λέξη που αποδίδεται «αρχιτεκτονικό σχέδιο» (ταβνίθ) προέρχεται από τη ρίζα μπανάχ («χτίζω»· 1Χρ 22:11) και αλλού αποδίδεται «υπόδειγμα» και «παράσταση».—Εξ 25:9· 1Χρ 28:18.
Υπό τον Σολομώντα, η αρχιτεκτονική των Ισραηλιτών έφτασε στο απόγειό της. (2Χρ 1:15· Εκ 2:4-6) Μολονότι οι Φοίνικες εργάτες του Βασιλιά Χιράμ απασχολήθηκαν στην κοπή ξυλείας στον Λίβανο η οποία θα χρησιμοποιούνταν στην οικοδόμηση του ναού, η αφήγηση δεν υποστηρίζει την άποψη που προβάλλεται συχνά, σύμφωνα με την οποία ο ναός στην Ιερουσαλήμ ήταν πρωταρχικά και ουσιαστικά έργο των Φοινίκων. Αναφέρεται ότι κάποιος ονόματι Χιράμ, κατά το ήμισυ Ισραηλίτης και κατά το ήμισυ Φοίνικας, συνέβαλε σε αυτή καθαυτή την οικοδόμηση, αλλά το αντικείμενό του ήταν κυρίως διακοσμητικές εργασίες και μεταλλουργικές κατασκευές, οι οποίες έγιναν μετά την ανέγερση του κτιρίου και σύμφωνα με τα σχέδια που είχε προμηθεύσει ο Βασιλιάς Δαβίδ. (1Χρ 28:19) Ο Βασιλιάς Χιράμ της Τύρου αναγνώρισε ότι και ανάμεσα στους Ισραηλίτες υπήρχαν «δεξιοτέχνες». (1Βα 7:13-40· 2Χρ 2:3, 8-16· παράβαλε 1Χρ 28:20, 21.) Ο ίδιος ο Σολομών διηύθυνε την κατασκευή του οικοδομήματος του ναού. (1Βα 6:1-38· 2Χρ 3:1–4:22) Επιπρόσθετα, διαμόρφωσε την αυλή του ναού και έχτισε το Οίκημα του Δάσους του Λιβάνου—περίφημο για τους 45 στύλους του από ξύλο κέδρου και τα εξαιρετικά χαρακτηριστικά του φωτισμού—τα Προπύλαια των Στύλων, τα Προπύλαια του Θρόνου, καθώς επίσης τη δική του κατοικία και την κατοικία της κόρης του Φαραώ—κτίσματα που κατασκευάστηκαν όλα από ακριβές πελεκητές πέτρες «δεδομένων διαστάσεων».—1Βα 7:1-12.
Άλλοι βασιλιάδες που διακρίθηκαν για τα οικοδομικά τους έργα ήταν ο Ασά (1Βα 15:23), ο Βαασά (1Βα 15:17), ο Αμρί (1Βα 16:23, 24), ο Αχαάβ (1Βα 22:39), ο Ιωσαφάτ (2Χρ 17:12), ο Οζίας (2Χρ 26:6-10, 15), ο Ιωθάμ (2Χρ 27:3, 4) και ο Εζεκίας (2Βα 20:20). Η σήραγγα του Σιλωάμ (μήκους 533 μ.), η οποία αποδίδεται στον Εζεκία, και οι σήραγγες που βρέθηκαν στη Λαχείς, στη Γαβαών, στη Γεζέρ και στη Μεγιδδώ ήταν αξιοθαύμαστα επιτεύγματα μηχανικής.
Η Οικοδόμηση στην Παλαιστίνη Κατά τη Μεταιχμαλωσιακή Περίοδο. Κατά τη μεταιχμαλωσιακή περίοδο φαίνεται ότι οι Ιουδαίοι έχτισαν μόνο απέριττα οικοδομήματα. Εντούτοις, ο Ηρώδης ο Μέγας (πρώτος αιώνας Π.Κ.Χ.) και οι διάδοχοί του ασχολήθηκαν με μεγάλα αρχιτεκτονικά προγράμματα, όπως η ανοικοδόμηση του ναού στην Ιερουσαλήμ (Μαρ 13:1, 2· Λου 21:5), το λιμάνι της Καισάρειας, η μεγάλη οδογέφυρα που διέτρεχε το κεντρικό τμήμα της Ιερουσαλήμ, καθώς επίσης διάφορα δημόσια κτίρια, θέατρα, ιππόδρομοι και λουτρά. Ένα άκρως αξιοθαύμαστο επίτευγμα του Ηρώδη ήταν η κατασκευαστική ανάπτυξη του φρουρίου στο λόφο της Μασάδας, 400 και πλέον μέτρα πάνω από τη Νεκρά Θάλασσα. Εκτός από τα οχυρώματα, ο Ηρώδης έχτισε ένα κομψό, κρεμαστό ανάκτορο σε τρία επίπεδα με ταράτσα και πισίνες, καθώς και ένα ακόμη ανάκτορο με ρωμαϊκό λουτρό, που διέθετε θερμαινόμενους σωλήνες στους τοίχους και καθιστή τουαλέτα με σύστημα καθαρισμού με νερό. Εξόπλισε το τεράστιο πέτρινο φρούριο με δώδεκα μεγάλες δεξαμενές, ολικής χωρητικότητας σχεδόν 40.000 kl νερού.—ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 751.
Ασσυριακή, Βαβυλωνιακή και Περσική Αρχιτεκτονική. Η πτώση του βόρειου βασιλείου του Ισραήλ (740 Π.Κ.Χ.) και η ανατροπή του νότιου βασιλείου του Ιούδα (607 Π.Κ.Χ.) έφεραν τον Ιουδαϊκό λαό σε επαφή με τα μεγαλειώδη αρχιτεκτονήματα της Ασσυριακής, της Βαβυλωνιακής και της Περσικής Αυτοκρατορίας. Το ανάκτορο του Σαργών Β΄ στη Χορσαμπάντ ήταν φημισμένο για την «καθαρότητα» και τη συμμετρία της διάταξής του, καθώς και για τα έξοχα ανάγλυφα, τα σμαλτωμένα τούβλα και τις ζωγραφικές του αναπαραστάσεις με εφυαλωμένα πλακίδια. Το ανάκτορο του Σενναχειρείμ στη Νινευή ήταν ένα πελώριο οικοδόμημα περίπου 70 δωματίων, με ανάγλυφες πλάκες που διακοσμούσαν τους τοίχους σε μήκος μεγαλύτερο των 3.000 μ. (2Βα 19:36· παράβαλε Ιων 3:2, 3.) Ο Σενναχειρείμ θεωρείται ότι έχτισε και το υδραγωγείο μήκους 48 χλμ. που μετέφερε νερό από τον ποταμό Γκομέλ στους κήπους της Νινευή. Στη Μάρι, κοντά στον Ευφράτη, στην ανατολική Συρία, ένα τεράστιο ανακτορικό συγκρότημα 300 δωματίων κάλυπτε έκταση 60 στρ. Παρόμοια, τα ερείπια της αρχαίας Βαβυλώνας μαρτυρούν το περασμένο μεγαλείο της πόλης, με τα φοβερά τείχη, τις περίφημες οδούς και τα πολυάριθμα ανάκτορα και ναούς.
Υπό την κυριαρχία των Περσών, οι Ιουδαίοι στα Σούσα ίσως είδαν τη μεγαλοπρέπεια του ανακτόρου του Δαρείου Α΄, οι εσωτερικοί χώροι του οποίου ήταν διακοσμημένοι με έξοχα χρωματισμένα σμαλτωμένα τούβλα. (ΕΙΚΟΝΕΣ, Τόμ. 2, σ. 330) Στην Περσέπολη, τα μεγαλειώδη οικοδομήματα πιθανόν να ήταν ακόμη πιο εντυπωσιακά (ΕΙΚΟΝΕΣ, Τόμ. 2, σ. 329), από την Πύλη του Ξέρξη, με τους κολοσσιαίους ταύρους, ως το ανάκτορο και τις τεράστιες αίθουσες ακροάσεων του Δαρείου και του Ξέρξη, μεταξύ των οποίων και η αίθουσα με τους 100 κίονες. Οι περσικοί κίονες ήταν πιο ανάλαφροι και ραδινοί από τους φημισμένους ιωνικούς κίονες των Ελλήνων. Η αναλογία του ύψους προς τη διάμετρο των κιόνων στην Αίθουσα του Ξέρξη ήταν 12 προς 1, σε σύγκριση με τους κορινθιακούς κίονες, των οποίων η αναλογία ήταν το πολύ 10 προς 1, και τους αιγυπτιακούς, των οποίων η αναλογία ήταν μόνο 6 προς 1. Παρόμοια, το επιτυγχανόμενο άνοιγμα μεταξύ των κιόνων στα περσικά κτίρια έφτανε ως και το διπλάσιο από ό,τι στα ελληνικά κτίρια, δημιουργώντας έτσι μεγαλύτερη αίσθηση ευρυχωρίας σε σύγκριση με παρεμφερή αρχαία οικοδομήματα.
Ρυθμοί και Μέθοδοι της Αρχιτεκτονικής των Ελλήνων και των Ρωμαίων. Η «χρυσή περίοδος» της ελληνικής αρχιτεκτονικής διήρκεσε από τον έβδομο ως τον τέταρτο αιώνα Π.Κ.Χ. Στην Αθήνα ανεγέρθηκαν μεγαλειώδεις ναοί και κτίρια για τους θεούς και τις θεές των Ελλήνων. Στα κτίρια αυτά περιλαμβάνεται ο Παρθενώνας, ο Ναός της Απτέρου Νίκης και το Ερέχθειο. Στην Κόρινθο, εξαίρετα αρχιτεκτονήματα ήταν ο Ναός του Απόλλωνα και η απέραντη αγορά. Ο αρχιτεκτονικός ρυθμός των κτιρίων καθορίζεται γενικότερα από τα τρία κύρια είδη των ωραίων ελληνικών κιόνων: το δωρικό, τον ιωνικό και τον κορινθιακό ρυθμό.
Οι Ρωμαίοι οφείλουν πολλά στους Έλληνες όσον αφορά τον αρχιτεκτονικό ρυθμό. Η ρωμαϊκή αρχιτεκτονική, αν και δεν είχε την εκλεπτυσμένη ομορφιά της ελληνικής, ήταν γενικά πιο λειτουργική. Οι Ρωμαίοι δανείστηκαν στοιχεία και από τους Ετρούσκους, που διακρίθηκαν για το «αληθινό» ημικυκλικό τους τόξο, το οποίο διαμόρφωναν με σφηνοειδείς πέτρες (θολίτες). Τον έκτο αιώνα Π.Κ.Χ., τέτοια «αληθινά» ημικυκλικά τόξα χρησιμοποιήθηκαν με τον πλέον εντυπωσιακό τρόπο στην κατασκευή των μεγάλων υπονόμων της Ρώμης. Στους Ρωμαίους αρχιτέκτονες πρέπει να αποδοθεί και η ανάπτυξη του σταυροειδούς τόξου και του τρούλου, τα οποία χρησιμοποίησαν για να δημιουργήσουν τεράστιες ροτόντες χωρίς στύλους, καθώς και ευρύχωρες αίθουσες. Οι Έλληνες τεχνίτες είχαν κατασκευάσει μεγαλειώδη οικοδομήματα χωρίς κονίαμα ή τσιμέντο χάρη στην άφταστη επιδεξιότητα και ακρίβεια με την οποία εφάρμοζαν και συνέδεαν τους μαρμάρινους δομικούς λίθους που είχαν στη διάθεσή τους. Οι Ρωμαίοι τεχνίτες χρησιμοποιούσαν ένα είδος θηραϊκής γης ανακατεμένο με ασβέστη, τη λεγόμενη πουζολάνη, ένα τσιμέντο υψηλής συνεκτικής ισχύος με υδραυλικές ιδιότητες. Μεταχειριζόμενοι την πουζολάνη ως κονίαμα, οι Ρωμαίοι μπόρεσαν να εκτείνουν το άνοιγμα των τόξων (αψίδων) τους, καθώς και να χτίσουν πολυώροφα οικοδομήματα, όπως το υπερμέγεθες τετραώροφο Κολοσσαίο, κτίσμα του πρώτου αιώνα Κ.Χ., χωρητικότητας, σύμφωνα με διάφορους υπολογισμούς, 40.000 ως 87.000 θέσεων. Από τις πλέον χρήσιμες ρωμαϊκές κατασκευές ήταν οι μεγάλοι στρατιωτικοί δρόμοι και τα έξοχα υδραγωγεία που χτίστηκαν κυρίως από τον τρίτο αιώνα Π.Κ.Χ. και έπειτα. Ο απόστολος Παύλος χρησιμοποίησε πολύ αυτούς τους μεγάλους ρωμαϊκούς δρόμους και αναμφίβολα είδε το υδραγωγείο του Αυτοκράτορα Κλαύδιου κατά μήκος της Αππίας Οδού ενώ ταξίδευε προς τη Ρώμη.
Χριστιανικά Οικοδομήματα. Ακριβώς όπως το έθνος του Ισραήλ δεν φημιζόταν για τη μεγαλοπρεπή ή πομπώδη αρχιτεκτονική του, έτσι και οι πρώτοι Χριστιανοί του πνευματικού Ισραήλ έχτιζαν απέριττα οικοδομήματα. Το Βιβλικό Λεξικό του Άνγκερ ([Unger’s Bible Dictionary] 1965, σ. 84, 85) σχολιάζει: «Από τον 3ο κιόλας αιώνα υπήρχαν κτίρια που ανήγειραν αυτοί, αλλά δεν ήταν ούτε σημαντικά ούτε πολυδάπανα». Κατά την εποχή του Αυτοκράτορα Κωνσταντίνου—οπότε δόθηκαν τα κίνητρα για την ανάπτυξη σχέσεων με το πολιτικό κράτος σε όσους είχαν την ανάλογη διάθεση—άρχισαν οι κατ’ όνομα Χριστιανοί να δημιουργούν κάποιον ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό ρυθμό, καταλήγοντας να κατασκευάσουν μερικά από τα πλέον καταστόλιστα και πομπώδη γνωστά οικοδομήματα.
Η Αρχιτεκτονική στις Προφητείες και στους Συμβολισμούς. Αρχιτεκτονικοί όροι εμφανίζονται πολλές φορές στις προφητείες και στους συμβολισμούς της Αγίας Γραφής. Οι προφητείες περί αποκατάστασης πραγματεύονται σε μεγάλο βαθμό την αποκατάσταση του λαού του Θεού και την οικοδόμηση (ή ανοικοδόμηση) των πόλεών του. (Ησ 58:12· 60:10· 61:4· Ιεζ 28:26· 36:36) Για τη Σιών προλέγεται ότι θα χτιστεί πάνω σε πέτρες τοποθετημένες με σκληρό κονίαμα, με θεμέλια από ζαφείρια, με επάλξεις από ρουμπίνια και με πύλες από πυρόχρωμες πέτρες. (Ησ 54:11, 12) Η σοφία περιγράφεται να χτίζει το σπίτι της (Παρ 9:1) και, μαζί με τη διάκριση και τη γνώση, να αποτελεί το μέσο για την οικοδόμηση του σπιτικού. (Παρ 14:1· 24:3, 4) Ο Ιωακείμ καταδικάζεται επειδή έχτισε το ανάκτορό του με αδικία, μη πληρώνοντας τους εργάτες, οι δε Χαλδαίοι καταδικάζονται επειδή έχτισαν πόλη με το αίμα και το μόχθο των κατακτημένων λαών. (Ιερ 22:13-15· Αββ 2:12, 13) Η ψευδαίσθηση ειρήνης με τον Θεό παραβάλλεται με την οικοδόμηση ενός ασπρισμένου διαχωριστικού τοίχου, πάνω στον οποίο προσκρούει η ανεμοθύελλα και το χαλάζι της οργής του Ιεχωβά, κατεδαφίζοντάς τον και ξεσκεπάζοντας τα θεμέλιά του. (Ιεζ 13:10-16) Ο ψαλμωδός διαβεβαιώνει ότι, αν ο Ιεχωβά δεν οικοδομήσει το σπίτι, οι οικοδόμοι ματαιοπονούν. (Ψλ 127:1) Πριν από τη «μεγάλη ημέρα του Ιεχωβά», εκείνοι που αψηφούν τον Θεό θα χτίσουν, αλλά δεν θα καταφέρουν να κατοικήσουν στα κτίριά τους. (Σοφ 1:12-14· παράβαλε Αμ 5:11.) Αντίθετα, οι υπηρέτες του Θεού «θα χτίσουν σπίτια και θα κατοικήσουν» και “θα χρησιμοποιούν στο πλήρες” το έργο των χεριών τους.—Ησ 65:17-23· παράβαλε Εκ 3:3.
Στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, ο Ιησούς ανέφερε πόσο σημαντικό είναι να γίνεται αποτίμηση της δαπάνης πριν από την έναρξη της οικοδόμησης, όταν παρότρυνε τους ακροατές του να εκτιμήσουν επακριβώς τι περιλαμβάνεται στο να γίνουν ακόλουθοί του. (Λου 14:28-30) Η αναγκαιότητα του στερεού θεμελίου χρησιμοποιείται σε αρκετές παραβολές και μεταφορές. (Ματ 7:24-27· Λου 6:48, 49· 1Τι 6:17-19· 2Τι 2:19· Εβρ 11:10) Ο Χριστός Ιησούς μιλάει για τη θεμελίωση της εκκλησίας του πάνω σε βράχο (Ματ 16:18 [πέτρα, Κείμενο]), και ο ίδιος ο Ιησούς καταδεικνύεται ότι είναι το μόνο θεμέλιο, πέραν του οποίου «κανείς δεν μπορεί να θέσει άλλο». Μολαταύτα, αυτός είναι «η πέτρα την οποία απέρριψαν οι οικοδόμοι». (1Κο 3:11· Ματ 21:42· Πρ 4:11· Ψλ 118:22) Εφόσον ο Ιησούς είναι η θεμέλια ακρογωνιαία πέτρα, όλες οι άλλες «ζωντανές πέτρες» αυτού του ναού θεμελιώνονται πάνω σε αυτόν και ευθυγραμμίζονται με αυτόν, με την κρίση ως «μετρικό σχοινί» και τη δικαιοσύνη ως «αλφάδι». (Εφ 2:20, 21· 1Πε 2:4-8· Ησ 28:16, 17) Ο Ιησούς είπε ότι ο ναός του σώματός του θα ανεγειρόταν «σε τρεις ημέρες», μολονότι η οικοδόμηση του κατά γράμμα ναού και των πέριξ κτιρίων στην Ιερουσαλήμ των ημερών του είχε διαρκέσει 46 χρόνια και οι εργασίες δεν είχαν ολοκληρωθεί ακόμη. (Ιωα 2:18-22) Ο Παύλος, «ως σοφός προϊστάμενος ενός έργου», συνέστησε να χρησιμοποιούνται υψηλής ποιότητας, πυρίμαχα υλικά κατά την οικοδόμηση πάνω στον Χριστό ως το θεμέλιο. (1Κο 3:10-17) Η αγάπη περιγράφεται ως κύριο στοιχείο οικοδόμησης. (1Κο 8:1· παράβαλε Ψλ 89:2.) Στο όραμα του Ιωάννη για τη Νέα Ιερουσαλήμ, αυτή εμφανίζεται ως ακτινοβόλα πόλη φτιαγμένη από πολύτιμες πέτρες, της οποίας τα τείχη εδράζονται σε θεμέλιες πέτρες όπου ήταν χαραγμένα τα ονόματα «των δώδεκα αποστόλων του Αρνιού». (Απ 21:9-27) Ο ίδιος ο Θεός χαρακτηρίζεται ως ο Μέγας Κατασκευαστής των πάντων, ο οποίος, ως εκ τούτου, δεν διαμένει σε ανθρωποποίητα οικοδομήματα.—Εβρ 3:4· Πρ 7:48-50· 17:24, 25· Ησ 66:1.