ΒΑΙΘ-ΟΡΩΝ
(Βαιθ-ορών).
Δύο κωμοπόλεις, η Άνω και η Κάτω Βαιθ-ορών, κατείχαν στρατηγική θέση επί της αρχαίας οδού που οδηγούσε από την Ιόππη και την παράκτια πεδιάδα, διαμέσου της Κοιλάδας της Αιαλών, ψηλά στη Βαιθήλ ή στη Γαβαών και στην Ιερουσαλήμ. Σήμερα υπάρχουν εκεί δύο σύγχρονα χωριά: το πάνω είναι το Μπέιτ Ουρ ελ Φάουκα (Μπετ Χορόν Ελιόν) και το κάτω είναι το Μπέιτ Ουρ ετ Τάχτα (Μπετ Χορόν Ταχτόν). Επομένως, η Άνω Βαιθ-ορών βρίσκεται περίπου 16 χλμ. ΒΔ της Ιερουσαλήμ και η Κάτω Βαιθ-ορών 2,5 χλμ. ΔΒΔ της Άνω Βαιθ-ορών. Και οι δύο αυτές τοποθεσίες βρίσκονται σε κορυφές λόφων.
Το χτίσιμο (ή η ίδρυση) των κωμοπόλεων αποδίδεται αρχικά στη Σεερά, κόρη ή εγγονή του Εφραΐμ. (1Χρ 7:22-24) Οι κωμοπόλεις αυτές αποτελούσαν τμήμα του νότιου ορίου της φυλής του Εφραΐμ (Ιη 16:3, 5) ενώ το σύνορο της φυλής του Βενιαμίν λέγεται ότι έφτανε στο «βουνό που βρίσκεται νότια της Κάτω Βαιθ-ορών». (Ιη 18:13, 14) Αυτό το σχόλιο φαίνεται να τοποθετεί σωστά και τις δύο κωμοπόλεις μέσα στην κληρονομιά του Εφραΐμ. Η Βαιθ-ορών, πιθανώς μία μόνο από αυτές τις κωμοπόλεις, παραχωρήθηκε στη συνέχεια στους Λευίτες των γιων του Καάθ.—Ιη 21:20, 22· 1Χρ 6:68.
Λόγω της θέσης τους σε μια κύρια οδό που οδηγούσε από την παράκτια πεδιάδα ψηλά στη λοφώδη περιοχή, αυτές οι κωμοπόλεις παρίσταντο συχνά μάρτυρες της διέλευσης πολεμικών δυνάμεων. Όταν οι Ισραηλίτες κατέκτησαν την περιοχή, ο Ιησούς του Ναυή νίκησε πέντε Αμορραίους βασιλιάδες οι οποίοι είχαν ενώσει τις δυνάμεις τους για να πολεμήσουν εναντίον της Γαβαών, “και τους καταδίωξε από το δρόμο του ανήφορου της Βαιθ-ορών”. Εκεί ο Ιεχωβά έριξε μεγάλους χαλαζόλιθους, οι οποίοι πάταξαν πολλούς από τους Αμορραίους καθώς αυτοί έφευγαν από τον «κατήφορο της Βαιθ-ορών». (Ιη 10:6-12) Μερικοί θεωρούν ότι “ο κατήφορος της Βαιθ-ορών” αναφέρεται στον κατήφορο από την Άνω Βαιθ-ορών στην Κάτω Βαιθ-ορών, δεδομένου ότι υπάρχει μια διαφορά ύψους 240 μ. ανάμεσα σε αυτές τις δύο τοποθεσίες.
Αργότερα, κατά τη βασιλεία του Σαούλ, “ο δρόμος της Βαιθ-ορών” ήταν ένας από τους τρεις δρόμους που χρησιμοποιούσαν οι ομάδες λεηλασίας των Φιλισταίων οι οποίες έκαναν επιδρομές από τη Μιχμάς. (1Σα 13:16-18) Ο Βασιλιάς Σολομών έχτισε ή οχύρωσε και τις δύο κωμοπόλεις ενισχύοντάς τες με τείχη, πόρτες και αμπάρες, θεωρώντας αναμφίβολα ότι λειτουργούσαν ως αναχαιτιστικός παράγοντας απέναντι σε δυνάμεις εισβολής από την Αίγυπτο ή τη Φιλιστία. (2Χρ 8:5) Ο Σισάκ της Αιγύπτου, ο οποίος εισέβαλε στον Ιούδα κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ροβοάμ, ανέφερε τη «Βαιθ-ορών» μεταξύ άλλων πόλεων που ισχυριζόταν ότι είχε κατακτήσει ή ότι βρίσκονταν υπό την κυριαρχία του. (1Βα 14:25· 2Χρ 12:2-9) Όταν ο Βασιλιάς Αμαζίας του Ιούδα έστειλε πίσω τα εφραϊμιτικά μισθοφορικά στρατεύματα προτού εμπλακεί σε μάχη με τους Εδωμίτες, οι στρατιώτες αυτοί από το βόρειο βασίλειο, πρωτεύουσα του οποίου ήταν η Σαμάρεια, εκδήλωσαν την έξαψη του θυμού τους για την αποπομπή τους κάνοντας επιδρομές σε πόλεις του Ιούδα μέχρι τη Βαιθ-ορών.—2Χρ 25:5-13.