ΓΑΜΨΟΣ ΚΟΠΤΗΡΑΣ
Αυτός ο όρος αποτελεί μετάφραση της εβραϊκής λέξης μα‛ατσάδ, η οποία υποδηλώνει ένα εργαλείο που χρησιμοποιούνταν στη διαμόρφωση του ξύλου ή ακόμη και του σίδερου. (Ιερ 10:3· Ησ 44:12) Η ρίζα από την οποία πιστεύεται ότι παράγεται αυτή η εβραϊκή λέξη έχει συσχετιστεί με λέξεις συγγενικών γλωσσών που σημαίνουν «θερίζω», «κόβω». Ως εκ τούτου, οι Κέλερ και Μπαουμγκάρτνερ ορίζουν τη λέξη μα‛ατσάδ ως «γαμψός κοπτήρας» (Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης [Lexicon in Veteris Testamenti Libros], Λέιντεν, 1958, σ. 550), δηλαδή ένα εργαλείο που αποτελείται από στειλεό και λεπίδα με αγκιστροειδές άκρο. Ωστόσο, άλλοι θεωρούν ότι η λέξη μα‛ατσάδ υποδηλώνει κάποιου είδους τσεκούρι, επειδή μεταγενέστερα προσέλαβε αυτή την έννοια στην εβραϊκή, και πιθανολογούν ότι μπορεί να αναφέρεται στο σκεπάρνι.