ΟΡΓΙΑ
(Οργιά).
Μονάδα για τη μέτρηση του βάθους του νερού. Η οργιά ορίζεται γενικά στους τέσσερις πήχεις (περ. 1,8 μ.) και αντιστοιχεί κατά προσέγγιση με την απόσταση ανάμεσα στις άκρες των δαχτύλων των δύο χεριών ενός ανθρώπου που έχει τους βραχίονές του σε έκταση. Εύλογα, η λέξη ὀργυιά του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου προέρχεται από μια ρίζα που σημαίνει «εκτείνω· απλώνω».—Πρ 27:28, υποσ.