ΦΗΛΙΞ
(Φήλιξ) [από το λατ. Felix, Ευτυχισμένος].
Ο αυτοκρατορικός επίτροπος της ρωμαϊκής επαρχίας της Ιουδαίας ο οποίος κρατούσε δέσμιο τον Παύλο επί δύο χρόνια, έπειτα από την τελευταία επίσκεψη του Παύλου στην Ιερουσαλήμ το 56 Κ.Χ. περίπου. Ο Τάκιτος αναφέρει ότι ο Φήλιξ κατείχε από κοινού με τον Κουμάνο την επιτροπεία επί μερικά χρόνια και κατόπιν διατέλεσε μόνος του αυτοκρατορικός επίτροπος της Ιουδαίας. (Χρονικά [Annales], XII, LIV) Ο Ιώσηπος δεν αναφέρει ότι η θητεία του Φήλικα συνέπεσε με αυτήν του Κουμάνου, γι’ αυτό και οι περισσότεροι μελετητές λένε ότι ο Φήλιξ ανέλαβε το αξίωμα του αυτοκρατορικού επιτρόπου το 52 Κ.Χ. (Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Κ΄, 137 [vii, 1]· Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Β΄, 247, 248 [xii, 8]) Παρ’ όλα αυτά, με βάση την πολυετή θητεία του Φήλικα, ο Παύλος μπορούσε να του πει: «Αυτό το έθνος σε έχει κριτή πολλά χρόνια».—Πρ 24:10.
Οι ιστορικοί λένε ότι ο Φήλιξ ήταν κάποτε δούλος, ότι το όνομα που του είχε δοθεί αρχικά ήταν Αντώνιος, ότι ο Αυτοκράτορας Κλαύδιος χάρισε σε αυτόν και στον αδελφό του τον Πάλλαντα την ελευθερία τους και ότι ήταν σκληρός και ανήθικος αξιωματούχος. Ο Τάκιτος τον περιέγραψε ως άτομο το οποίο «εκδήλωνε κάθε είδους σκληρότητα και σαρκικό πόθο, ασκώντας την εξουσία του βασιλιά με όλα τα ένστικτα του δούλου». (Ιστορίες [Historiae], V, IX) Αναφέρεται ότι μηχανεύτηκε το φόνο του Αρχιερέα Ιωνάθαν. Ο Σουητώνιος λέει ότι ο Φήλιξ παντρεύτηκε τρεις βασίλισσες. (Οι Βίοι των Καισάρων, Κλαύδιος, XXVIII) Μια τέτοια περιγραφή συμφωνεί με τα όσα μαθαίνουμε για τον Φήλικα από την Αγία Γραφή.
Μετά τη σύλληψη του Παύλου, ο Κλαύδιος Λυσίας, ο Ρωμαίος στρατιωτικός διοικητής, φοβούμενος ότι ο κρατούμενός του δεν θα ήταν ασφαλής αν παρέμενε στην Ιερουσαλήμ, έσπευσε να στείλει τον απόστολο στην Καισάρεια με ισχυρή φρουρά, “διατάζοντας τους κατηγόρους να μιλήσουν εναντίον του” ενώπιον του Φήλικα. (Πρ 23:23-30) Έπειτα από πέντε ημέρες, ο Αρχιερέας Ανανίας, κάποιος Τέρτυλλος και μερικοί άλλοι κατέβηκαν από την Ιερουσαλήμ εκτοξεύοντας εξωφρενικές κατηγορίες εναντίον του Παύλου. Ο Φήλιξ προήδρευσε στη δίκη και ανέβαλε την απόφαση. Πρόσταξε να μείνει δέσμιος ο Παύλος αλλά να έχει κάποια άνεση στην κράτηση και να μην απαγορεύουν σε κανέναν από τους δικούς του να τον εξυπηρετεί.—Πρ 24:1-23.
Ο Φήλιξ αργότερα «έστειλε να καλέσει τον Παύλο και τον άκουσε όσον αφορά την πίστη στον Χριστό Ιησού». Αυτή ήταν η περίσταση στην οποία, πιθανώς παρούσας και της συζύγου του Φήλικα της Δρουσίλλας, ο Παύλος “μίλησε για δικαιοσύνη και για εγκράτεια και για την ερχόμενη κρίση”. Ακούγοντας αυτά τα λόγια, «ο Φήλιξ φοβήθηκε» και είπε στον απόστολο: «Πήγαινε προς το παρόν, και όταν βρω ευκαιρία θα σε ξανακαλέσω». Επί δύο χρόνια, ο Φήλιξ έστελνε και καλούσε συχνά τον Παύλο και συνομιλούσε μαζί του, ελπίζοντας μάταια ότι ο απόστολος θα του έδινε χρήματα ως δωροδοκία για να τον ελευθερώσει.—Πρ 24:24-27.
Η διοίκηση του Φήλικα προκάλεσε μεγάλη δυσφορία στους Ιουδαίους. Ενδεχομένως το 58 Κ.Χ. «τον Φήλικα τον διαδέχθηκε ο Πόρκιος Φήστος· και επειδή ο Φήλιξ ήθελε να κερδίσει την εύνοια των Ιουδαίων, άφησε τον Παύλο δέσμιο». (Πρ 24:27) Ωστόσο, αυτή η χειρονομία του Φήλικα δεν καταπράυνε τις πληγές που είχε προξενήσει στους Ιουδαίους ούτε τους εμπόδισε να στείλουν αντιπροσωπεία στη Ρώμη για να προωθήσουν την αντιδικία που είχαν εναντίον του. Το ότι διέφυγε την τιμωρία μετά την ανάκλησή του στη Ρώμη οφείλεται μόνο και μόνο στο γεγονός ότι ο αδελφός του ο Πάλλας κατείχε θέση εύνοιας και ασκούσε επιρροή στον Νέρωνα.