ΙΕΣΠΑ (Ιεσπά) [προέρχεται από μια ρίζα που σημαίνει «σαρώνω τελείως»]. Κεφαλή μεταξύ των Βενιαμιτών που ζούσαν στην Ιερουσαλήμ, γιος ή απόγονος του Βεριά.—1Χρ 8:1, 16, 28.