ΙΣΑΑΡ
(Ισαάρ).
Πρόκειται για δύο ονόματα τα οποία έχουν παραπλήσια γραφή στην εβραϊκή αλλά αποδίδονται με τον ίδιο τρόπο στην ελληνική.
1. Ο δεύτερος από τους τέσσερις γιους του Καάθ στη σειρά με την οποία κατονομάζονται, και επομένως εγγονός του Λευί. (Εξ 6:16, 18· Αρ 3:17, 19· 1Χρ 6:2, 18) Ένας από τους τρεις γιους του Ισαάρ, ο Κορέ, εκτελέστηκε στην έρημο για στασιασμό.—Εξ 6:21· Αρ 16:1, 32.
Ο Ισαάρ ίδρυσε τη Λευιτική οικογένεια των Ισααριτών. (Αρ 3:27) Υπό τον Βασιλιά Δαβίδ, ορισμένοι Ισααρίτες, επικεφαλής των οποίων ήταν ο Σελομίθ, διορίστηκαν να είναι υμνωδοί, επόπτες και κριτές, ενώ άλλοι εκτελούσαν τα κανονικά Λευιτικά καθήκοντα.—1Χρ 6:31-38· 23:12, 18· 24:20-22· 26:23, 29· βλέπε ΑΜΜΙΝΑΔΑΒ Αρ. 2.
2. Απόγονος του Ιούδα, γιος του Ασχούρ και της Χελά. (1Χρ 4:1, 5, 7) Στην περιθωριακή σημείωση του Μασοριτικού κειμένου το όνομα αποδίδεται Ζωάρ.