ΣΜΥΡΝΑ
Αρωματική κομμεορρητίνη. (Ασμ 1:13· 4:6, 14· 5:1, 13) Η ακριβής προέλευσή της στην αρχαιότητα είναι αβέβαιη. Αλλά, γενικά, σμύρνα είναι η ρητίνη που λαμβάνεται από διάφορους αγκαθωτούς θάμνους ή μικρά δέντρα του γένους Κομμιφόρος (Commiphora), όπως η κομμιφόρος η μύρρα (Commiphora myrrha) ή η κομμιφόρος η αβησσυνιακή (Commiphora abyssinica). Αυτοί οι θάμνοι ευδοκιμούν σε βραχώδεις περιοχές, κυρίως δε σε ασβεστολιθικούς λόφους. Το ξύλο και ο φλοιός τους έχουν έντονη οσμή. Μολονότι η ρητίνη εκκρίνεται μόνη της από το στέλεχος και από τα παχιά και άκαμπτα κλαδιά της μιας ή της άλλης ποικιλίας, η ροή μπορεί να αυξηθεί με εντομές. Αρχικά, η ρητίνη είναι μαλακή και κολλώδης, αλλά όταν πέφτει στο έδαφος σκληραίνει.
Η σμύρνα ήταν ένα από τα συστατικά που χρησιμοποιήθηκαν για το λάδι του αγίου χρίσματος. (Εξ 30:23-25) Επειδή θεωρούσαν εξαιρετικό το άρωμά της, αρωμάτιζαν με αυτήν ενδύματα, κρεβάτια και άλλα αντικείμενα. (Παράβαλε Ψλ 45:8· Παρ 7:17· Ασμ 3:6, 7.) Η Σουλαμίτισσα κόρη του Άσματος Ασμάτων φαίνεται ότι έβαζε υγρή σμύρνα στο σώμα της προτού ξαπλώσει τη νύχτα. (Ασμ 5:2, 5) Οι μαλάξεις με λάδι σμύρνας αποτέλεσαν μέρος της ειδικής περιποίησης ομορφιάς που έλαβε η Εσθήρ. (Εσθ 2:12) Η σμύρνα ήταν επίσης μια από τις ουσίες που χρησιμοποιούνταν στην προετοιμασία των σωμάτων για την ταφή. (Ιωα 19:39, 40) Προφανώς θεωρούνταν αρκετά πολύτιμη ώστε να προσφερθεί ως δώρο σε κάποιον που γεννήθηκε βασιλιάς των Ιουδαίων.—Ματ 2:1, 2, 11.