ΚΑΡΥΔΙΕΣ
[εβρ., ’εγώζ].
Στο Άσμα Ασμάτων (6:11) η Σουλαμίτισσα κόρη λέει ότι είχε κατεβεί «στον κήπο με τις καρυδιές». Τα δέντρα που αναφέρονται εδώ μπορεί κάλλιστα να ήταν οι γνωστές καρυδιές (καρύα η βασιλική [Juglans regia]). Αυτή η καρυδιά φύεται στη νοτιοανατολική Ευρώπη και στη δυτική Ασία, ενώ σήμερα καλλιεργείται στη Γαλιλαία καθώς και στις πλαγιές του Λιβάνου και του Όρους Αερμών. Ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος λέει ότι τον πρώτο αιώνα Κ.Χ. αυτά τα δέντρα αφθονούσαν στην περιοχή της Θάλασσας της Γαλιλαίας. (Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Γ΄, 516, 517 [x, 8]) Η καρυδιά είναι ωραίο δέντρο, συχνά φτάνει σε ύψος τα 9 μ. και έχει αρωματικά φύλλα που προσφέρουν εξαιρετικό ίσκιο. Το ξύλο της έχει πυκνά νερά και είναι περιζήτητο από τους επιπλοποιούς για την ομορφιά του. Ο καρπός του δέντρου βρίσκεται μέσα σε κέλυφος το οποίο περιέχει τανίνη και, αν βράσει, παράγει βαφή έντονου καφέ χρώματος. Η καρυδόψιχα εκτιμάται πολύ για την πλούσια γεύση της, ενώ από την έκθλιψή της παράγεται έλαιο σχεδόν εφάμιλλο με το ελαιόλαδο.