ΠΑΘΡΟΥΣΙΜ
(Παθρουσίμ) [Της (Από την) Παθρώς].
Ο πέμπτος από τους απογόνους του Μισραΐμ, γιου του Χαμ, στη σειρά με την οποία κατονομάζονται. (Γε 10:6, 13, 14· 1Χρ 1:11, 12) Πρόκειται προφανώς για τον πληθυντικό αριθμό της λέξης Παθρώς. (Ιεζ 29:14) Αυτό υποδηλώνει ότι η φυλή Παθρουσίμ εγκαταστάθηκε ή κυριάρχησε στην Άνω Αίγυπτο.