ΛΑΟΣ ΤΟΥ ΤΟΠΟΥ
Αυτή η έκφραση (εβρ., ‛αμ χα’άρετς, με τους πληθυντικούς τύπους της) εμφανίζεται 75 φορές στο εβραϊκό κείμενο. Σε κάποιες περιπτώσεις αποδίδεται επίσης «άνθρωποι της γης». Στις ημέρες του Ιησού χρησιμοποιούνταν από τους θρησκευτικούς ηγέτες ως περιφρονητικός όρος, αλλά τα πράγματα δεν ήταν εξαρχής έτσι.
Το λεξικό της εβραϊκής και της αραμαϊκής των Κέλερ και Μπαουμγκάρτνερ εξηγεί ότι αυτή η εβραϊκή έκφραση αναφερόταν στους «πολίτες που κατείχαν πλήρη δικαιώματα». (Λεξικό των Βιβλίων της Παλαιάς Διαθήκης [Lexicon in Veteris Testamenti Libros], Λέιντεν, 1958, σ. 711) Το Βιβλικό Λεξικό του Ερμηνευτή (The Interpreter’s Dictionary of the Bible) λέει ότι ο όρος «περιλαμβάνει με την αυστηρή έννοια μόνο τους υπεύθυνους άρρενες πολίτες, τους έγγαμους άντρες οι οποίοι ζουν στη δική τους γη και έχουν πλήρη δικαιώματα και καθήκοντα, όπως το καθήκον της στρατιωτικής υπηρεσίας και της συμμετοχής σε δικαστικές διαδικασίες και . . . γιορτές». (Επιμέλεια Τζ. Ά. Μπάτρικ, 1962, Τόμ. 1, σ. 106) (Παράβαλε Λευ 20:2-5· 2Βα 15:5· 16:15· Ιεζ 45:16, 22· 46:3, 9.) Αρχικά, λοιπόν, επρόκειτο για έκφραση σεβασμού. Δεν εφαρμοζόταν μόνο σε μια κατώτερη τάξη ή στα φτωχότερα στρώματα.
Διαπραγματευόμενος τα δικαιώματα ιδιοκτησίας για τη σπηλιά Μαχπελάχ, ο Αβραάμ είχε δοσοληψίες με Χετταίους, το «λαό του τόπου». (Γε 23:7, 13, RS, ΒΑΜ) Σε αυτά τα εδάφια τόσο η Αμερικανική Μετάφραση όσο και η Μετάφραση Νέου Κόσμου αποδίδουν την εβραϊκή έκφραση ‛αμ χα’άρετς ως «αυτόχθονες». Ο Φαραώ, μιλώντας στον Μωυσή και στον Ααρών, αναφέρθηκε στους Ισραηλίτες που κατοικούσαν στη Γεσέν ως “το λαό του τόπου”. (Εξ 5:5) Η έκφραση αυτή χρησιμοποιήθηκε στον ενικό για να συμπεριλάβει όλους τους Χαναναίους (Αρ 14:9), αλλά και με τον πληθυντικό της λέξης ‛αμ (‛αμμαί, «λαοί») για να τους προσδιορίσει ως ξεχωριστές φυλές ή λαούς μέσα στη γη Χαναάν. (Νε 9:24, 30) Χρησιμοποιείται με παρόμοιο τρόπο για να δηλώσει τους υποτελείς λαούς μέσα στην επικράτεια της Περσικής Αυτοκρατορίας τον καιρό της Βασίλισσας Εσθήρ. (Εσθ 8:17) Ο Σενναχειρείμ χρησιμοποίησε τον πλήρη πληθυντικό τύπο (‛αμμαί χα’αρατσώθ, «λαοί των τόπων») αναφερόμενος στην πληθώρα λαών ή εθνών που είχαν κατακτήσει οι ασσυριακές δυνάμεις.—2Χρ 32:13.
Μέσα στο έθνος του Ισραήλ, η έκφραση ‛αμ χα’άρετς ξεχώριζε συνήθως τους πολίτες εν γένει από τους κυβερνητικούς ή τους ιερατικούς αξιωματούχους. (2Βα 11:14, 18-20· Ιερ 1:18· 34:19· 37:2· 44:21· Ιεζ 7:27· Δα 9:6· Ζαχ 7:5) Ωστόσο, είναι προφανές ότι η έκφραση αυτή δεν περιλάμβανε μόνο τη φτωχή εργατική τάξη αλλά και εύπορους ανθρώπους, δεδομένου ότι ο Ιεζεκιήλ, αφού στηλιτεύει τις αδικίες που διέπρατταν οι άπληστοι προφήτες, ιερείς και άρχοντες, καταφέρεται εναντίον “του λαού του τόπου” ο οποίος έχει «εκτελέσει ένα σχέδιο απάτης και έχει αποσπάσει πράγματα με ληστεία, και έχει κακομεταχειριστεί τον ταλαιπωρημένο και τον φτωχό, και σε βάρος του πάροικου έχει διαπράξει απάτη χωρίς δικαιοσύνη». (Ιεζ 22:25-29) Ο Βασιλιάς Ιωακείμ, προκειμένου να πληρώσει τους βαρείς δασμούς που του επέβαλε ο Φαραώ Νεχαώ, «απαίτησε το ασήμι και το χρυσάφι από το λαό του τόπου» μέσω φορολογίας. Οι δε ‛αμ χα’άρετς που πάταξαν όσους είχαν συνωμοτήσει εναντίον του Βασιλιά Αμών και έκαναν βασιλιά τον Ιωσία ή εκείνοι που έκαναν αργότερα βασιλιά τον Ιωάχαζ δεν ήταν άτομα χαμηλής υποστάθμης. (2Βα 23:30, 35· 21:24) Όταν ο Ναβουχοδονόσορ κατέκτησε τον Ιούδα, 60 άντρες από «το λαό του τόπου» οδηγήθηκαν μαζί με τους ανώτερους αυλικούς στη Ριβλά και εκτελέστηκαν, πράγμα που σημαίνει ότι αυτοί οι 60 ανήκαν αναμφίβολα στους πιο εξέχοντες ή κορυφαίους πολίτες. (2Βα 25:19-21) Φυσικά, η έκφραση ‛αμ χα’άρετς περιλάμβανε επίσης τους φτωχούς και ταπεινούς πολίτες, ο δε βασιλιάς της Βαβυλώνας όρισε να παραμείνουν μερικοί από αυτούς στον Ιούδα, όπως είχε κάνει νωρίτερα στην Ιερουσαλήμ.—2Βα 24:14· 25:12· Ιερ 40:7· 52:15, 16.
Στη μεταιχμαλωσιακή περίοδο, ο Έσδρας και ο Νεεμίας καταδίκασαν τον εσφαλμένο τρόπο ενέργειας των επαναπατρισμένων εξορίστων οι οποίοι αναμειγνύονταν με «τους λαούς του τόπου (ή των τόπων)» νυμφευόμενοι τις γυναίκες τους, επιτρέποντάς τους να συνεχίζουν το εμπόριο μέσα στην πόλη το Σάββατο και μαθαίνοντας τις απεχθείς τους συνήθειες. (Εσδ 9:11· 10:2, 11· Νε 10:28, 31) Εδώ η έκφραση αναφέρεται στους γύρω μη ισραηλιτικούς λαούς που κατονομάζονται στα εδάφια Έσδρας 9:1, 2, από τους οποίους έπρεπε να είναι αποχωρισμένοι, όχι επειδή ήταν χαμηλής κοινωνικής ή οικονομικής θέσης, αλλά επειδή ο νόμος του Θεού απαιτούσε αγνότητα λατρείας.—Νε 10:28-30.
Ως Περιφρονητικός Όρος. Με την πάροδο του χρόνου, όμως, οι θρησκευτικοί ηγέτες του Ιούδα άρχισαν να χρησιμοποιούν αυτόν τον όρο για να δηλώσουν όσους—Ιουδαίους και μη—δεν ήταν γνώστες του Νόμου και, πιο συγκεκριμένα, όσους δεν γνώριζαν ή δεν τηρούσαν λεπτομερώς τις πάμπολλες ραβινικές παραδόσεις που είχαν πλέον αναπτυχθεί. (Ματ 15:1, 2) Ο όρος αυτός αποτελούσε την επιτομή της περιφρόνησης την οποία εκφράζει χαρακτηριστικά η δήλωση των Φαρισαίων στο εδάφιο Ιωάννης 7:49: “Αυτό το πλήθος που δεν γνωρίζει το Νόμο είναι καταραμένοι άνθρωποι”. Ο ραβίνος Γιοσούα είπε ότι ‛αμ χα’άρετς είναι: «Όποιος δεν φοράει τεφιλίν [φυλακτήρια]». Άλλες ραβινικές δηλώσεις σχετικά με εκείνους που δεν τηρούσαν τις Ιουδαϊκές παραδόσεις ήταν: «Ακόμη και αν κάποιος έχει μάθει τη Γραφή και το Μισνά, αν δεν έχει διακονήσει τους μαθητές των σοφών, είναι ‛αμ χα-άρεζ». (Βαβυλωνιακό Ταλμούδ, Μπεραχότ 47β, μετάφραση [στην αγγλική] Μ. Σάιμον) «Ούτε ο αδαής [‛αμ χα’άρετς] είναι ευλαβής». (Βαβυλωνιακό Ταλμούδ, Αβότ 2:5, μετάφραση [στην αγγλική] Τζ. Ίζραελσταμ) «Οι αμόρφωτοι δεν θα αναστηθούν». (Βαβυλωνιακό Ταλμούδ, Κετουμπότ 111β, μετάφραση [στην αγγλική] Ί. Σλότκι) (Παράβαλε Ματ 9:11· Λου 15:2· 18:11.) Ο Ιησούς, όμως, είπε ότι “ήρθε να καλέσει αμαρτωλούς” και εκδήλωσε στοργή στους ανθρώπους που ήταν «παραπεταμένοι σαν πρόβατα χωρίς ποιμένα».—Ματ 9:13, 36.
Επομένως, η έκφραση ‛αμ χα’άρετς άλλαξε έννοια και αντί να εκφράζει εν γένει σεβασμό εξέφραζε πλέον θρησκευτικό όνειδος, όπως περίπου συνέβη με τη λατινική λέξη paganus, από την οποία προέρχεται ο ελληνικός όρος «παγανιστής», δηλαδή «ειδωλολάτρης». Αρχικά, η λέξη paganus σήμαινε απλώς τον κάτοικο αγροτικής κοινότητας, αλλά επειδή εκείνοι οι χωρικοί ήταν συνήθως οι τελευταίοι που μεταστρέφονταν, τη λέξη αυτή την εφάρμοσαν τελικά οι κάτοικοι των πόλεων σε όλους όσους δεν είχαν υιοθετήσει τις καθ’ ομολογία Χριστιανικές δοξασίες τους.