ΡΑΒΒΙ
Ο προσδιορισμός «Ραββί» χρησιμοποιούνταν με την ουσιαστική του έννοια, δηλαδή “δάσκαλος”. (Ιωα 1:38) Αλλά οι Ιουδαίοι, λίγο καιρό προτού γεννηθεί ο Ιησούς, άρχισαν να τον χρησιμοποιούν επίσης ως προσφώνηση και ως τίτλο σεβασμού και τιμής που σήμαινε «τρανέ μου· εξοχότατέ μου». Μερικοί από τους μορφωμένους ανθρώπους—γραμματείς, δάσκαλοι του Νόμου—απαιτούσαν να τους προσαγορεύουν έτσι. Τους άρεσε να τους αποκαλούν «Ραββί», ως τιμητικό τίτλο. Ο Ιησούς Χριστός καταδίκασε αυτή τη μανία για τίτλους και απαγόρευσε στους ακολούθους του να αποκαλούνται «Ραββί», εφόσον δάσκαλός τους ήταν εκείνος.—Ματ 23:6-8.
Στη Γραφή η λέξη «Ραββί» εμφανίζεται μόνο στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές. Χρησιμοποιείται 12 φορές σε σχέση με τον Ιησού, με την ουσιαστική της έννοια «Δάσκαλος»: δύο φορές από τον Πέτρο (Μαρ 9:5· 11:21), μία φορά από δύο μαθητές του Ιωάννη (Ιωα 1:38), μία φορά από τον Ναθαναήλ (Ιωα 1:49), μία φορά από τον Νικόδημο (Ιωα 3:2), τρεις φορές από μαθητές του Ιησού που δεν κατονομάζονται (Ιωα 4:31· 9:2· 11:8), μία φορά από τα πλήθη (Ιωα 6:25) και δύο φορές από τον Ιούδα (η μία περίπτωση αναφέρεται δύο φορές) (Ματ 26:25, 49· Μαρ 14:45). Ο Ιησούς προσφωνήθηκε «Ραββουνί» (Δάσκαλέ Μου) από τη Μαρία τη Μαγδαληνή και από έναν τυφλό τον οποίο γιάτρεψε. Το κτητικό εγκλιτικό «μου» αποτελεί σε αυτή τη λέξη επίθημα, αλλά με τη χρήση φαίνεται ότι είχε χάσει την έννοιά του, όπως συνέβη με τη γαλλική λέξη Monsieur, που αρχικά σήμαινε «κύριέ μου». (Ιωα 20:16· Μαρ 10:51) Ο Ιωάννης ο Βαφτιστής προσφωνήθηκε μία φορά Ραββί.—Ιωα 3:26.