ΣΩΠΑΤΡΟΣ
(Σώπατρος) [πιθανότατα, Ο Σώζων τον Πατέρα].
Κάποιος Χριστιανός από τη Βέροια, σύντροφος του Παύλου στην Ελλάδα κατά το τρίτο ιεραποστολικό ταξίδι του Παύλου. Ο Σώπατρος ήταν γιος του Πύρρου και ίσως είναι το ίδιο πρόσωπο με τον Σωσίπατρο, του οποίου τους χαιρετισμούς έστειλε ο Παύλος στη Ρώμη.—Πρ 20:2-6· Ρω 16:21.