ΘΟΓΑΡΜΑ
(Θογαρμά).
1. Γιος του Γόμερ, γιου του Ιάφεθ, και επομένως δισέγγονος του Νώε.—Γε 10:1-3· 1Χρ 1:4-6.
2. Οι απόγονοι του Θογαρμά, γιου του Γόμερ, καθώς και η περιοχή όπου κατοικούσαν. Στη θρηνωδία του Ιεζεκιήλ για την Τύρο, αναφέρεται σχετικά με τον Θογαρμά ότι προμήθευε «άλογα και άτια και μουλάρια» στην Τύρο, με αντάλλαγμα κάποια προϊόντα. (Ιεζ 27:2, 14) Ο ίδιος προφήτης αναφέρει τον Θογαρμά ανάμεσα στους συμμάχους του Γωγ του Μαγώγ και εντοπίζει την περιοχή του μεταξύ των λαών που βρίσκονταν στα «πιο απομακρυσμένα μέρη του βορρά».—Ιεζ 38:6.
Πολλοί σχολιαστές συνδέουν τον Θογαρμά με τους Αρμένιους. Οι ίδιοι οι Αρμένιοι κατά παράδοση ισχυρίζονται ότι κατάγονται από τον «Χαΐκ, το γιο του Θοργόμ». Αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς αναφέρουν ότι οι Αρμένιοι ήταν ξακουστοί για τα άλογά τους και τα μουλάρια τους.