Ελεύθερη Ηθική Ενέργεια και ο Λόγος
1. Πώς ο Θεός μάς άφησε να ενεργήσουμε ως ελεύθεροι ηθικοί παράγοντες σχετικά με τον λόγον του, και επομένως σε ποιον πρέπει ν’ αποδίδωμε τις ευλογίες και σε ποιον τις θλίψεις μας;
Ο ΘΕΟΣ μάς αναγνωρίζει ως ελευθέρους ηθικούς παράγοντας και μας αφήνει να εκλέξωμε αν θα λάβωμε τον λόγον του ή θα τον αφήσωμε. Αν κρατήσωμε τον λόγον του και συναντήσωμε μεγάλες ευλογίες γι’ αυτό, τότε μπορούμε ν’ αποδώσωμε αυτές τις ευλογίες στον Θεό. «Πάσα δόσις αγαθή, και παν δώρημα τέλειον, είναι άνωθεν, καταβαίνον από του Πατρός των φώτων, εις τον οποίον δεν υπάρχει αλλοίωσις ή σκιά μεταβολής.» (Ιάκωβος 1:17) Αλλ’ αν δεν δίνωμε προσοχή στον λόγον του και ακολουθούμε την ιδιοτελή μας επιθυμία ή τον λόγον κάποιου πλάσματος διότι αυτός συμφωνεί με την ιδιοτελή μας επιθυμία και έπειτα μπαίνωμε σε θλίψι, δυνατόν να τείνωμε να πούμε, «Ο Διάβολος το έκαμε αυτό!» Ναι, ο Διάβολος το έκαμε, αλλά θυμηθήτε ότι το έκαμε μέσω υμών, με το ότι υποχωρήσατε σ’ αυτόν. Επαίζατε μέσα στα χέρια του. Καμμιά ανάγκη δεν υπήρχε να γίνη έτσι.
2. Από ποια χαρακτηριστικά του λόγου του Θεού προκύπτει συχνά η δυσκολία μας να δώσωμε λύσι στο πρόβλημά μας; Τι αυτό μας αφήνει ν’ αποδείξωμε;
2 Η δυσκολία μας στο να διαπιστώσωμε το θέλημα του Θεού στις προσωπικές μας υποθέσεις προκύπτει συχνά από το ότι ο λόγος του δεν εγράφη για τον καθένα μας ατομικώς, αλλά εγράφη για την οργάνωσι του λαού του. Για τούτο, η συμβουλή και οι οδηγίες που περιέχονται στο λόγο του, εφαρμόζονται σε όλα τα άτομα που βρίσκονται στην οργάνωσί του ή είναι συνδεδεμένα μαζί της. Ο λόγος του δεν λέγει ένα πράγμα για ένα πρόσωπο και ένα άλλο πράγμα για ένα άλλο πρόσωπο, έτσι ώστε να αρέση στον καθένα σύμφωνα με τις ατομικές του προτιμήσεις. Ο Θεός δεν λυγίζει ούτε αλλοιώνει τον νόμον του για να ταιριάζη απλώς στις ιδιοτελείς επιθυμίες ή τάσεις κάποιου ατόμου. Ο νόμος του είναι θεοκρατικός και σύμφωνος με το θέλημά του και τον κανόνα της ενεργείας του. Δεν καθορίζεται από το ιδιοτελές θέλημα οποιουδήποτε πλάσματος ατομικώς. Η συμβουλή, επομένως, και οι οδηγίες που δίδονται είναι συχνά γενικές και θέτουν την αρχή που πρέπει ν’ ακολουθηθή, αφήνουν όμως κάθε άτομο να εκλέξη, ως ελεύθερος ηθικός παράγων, το αν θ’ ακολουθήση την πιστή αρχή που εκτίθεται ή θ’ ακολουθήση την ιδιοτελή του επιθυμία. Με τον τρόπον αυτόν ο Θεός παρέχει σε κάθε άτομο την ευκαιρία ν’ αποδείξη πόση αγάπη και εμπιστοσύνη έχει προς τον Θεόν, τον Δοτήρα του λόγου, και πόσο πρόθυμο είναι να πράξη το θείο θέλημα. Ο Θεός δεν επιβάλλει το θέλημά του σε οποιοδήποτε πλάσμα. Ζητεί στοργική υπακοή.
3. Τι λέγει ο απόστολος Παύλος σχετικά με τον γάμο, και ποιο ερώτημα αφήνεται ανοικτό για κάθε Χριστιανόν ατομικώς;
3 Παραδείγματος χάριν, η Αγία Γραφή δίνει άφθονη νουθεσία σχετικά με το γάμο και τη σχέσι μεταξύ των φύλων. Ο απόστολος Παύλος νουθετεί ότι όταν κυριαρχή η ανηθικότης και ένας Χριστιανός είναι ευαίσθητος σεξουαλικώς και έχει τάσιν να πυρούται με πάθος, θα κάμη καλά να νυμφευθή και να έχη τη νόμιμο σύζυγό του. Λέγει επίσης: «Είσαι λελυμένος από γυναικός; Μη ζήτει γυναίκα. Πλην και αν νυμφευθής, δεν ημάρτησας· και εάν η παρθένος νυμφευθή, δεν ημάρτησεν· αλλ’ οι τοιούτοι θέλουσιν έχει θλίψιν εν τη σαρκί.» Εκτός της θλίψεως, η ελευθερία εκλογής και κινήσεως θα είναι περιωρισμένη γι’ αυτούς. Ο σύζυγος θα προσπαθή ν’ αρέση στη σύζυγο, και αντιστρόφως. Επομένως, και οι δύο θα μεριμνούν κάπως για τα πράματα του κόσμου τούτου, για να κερδίσουν ο ένας την επιδοκιμασία του άλλου. Αλλά «η άγαμος μεριμνά τα του Κυρίου, δια να ήναι αγία [τελείως αποχωρισμένη] και το σώμα και το πνεύμα». Δεν αμαρτάνει κανείς όταν νυμφεύεται νομίμως. Κάθε Χριστιανός είναι ελεύθερος να νυμφευθή, αλλά «μόνον εν Κυρίω», δηλαδή, μόνον αν ο σύντροφος είναι ενωμένος με τον Κύριο. Το ερώτημα, λοιπόν, αφορά την κατάστασι που είναι προτιμότερη—αγαμία ή γάμος; Ο Παύλος απαντά στην ερώτησι ως άνθρωπος που έχει το πνεύμα του Θεού: «Ώστε και όστις υπανδρεύει, πράττει καλώς· αλλ’ ο μη υπανδρεύων πράττει καλήτερα.»—1 Κορινθίους, κεφάλαιον 7.
4. Αν ένας Χριστιανός προσεύχεται σχετικά με το γάμο ή συμβουλεύεται έναν αδελφό, τι μπορεί να περιμένη ή να μην περιμένη;
4 Ο γάμος μερικές φορές θα καταστήση ένα άτομο ακατάλληλο για μια ειδική θέσι υπηρεσίας μέσα στην ορατή οργάνωσι του Θεού, διότι εκεί χρειάζεται ένας άγαμος. Παρά τούτο, ένας άγαμος αισθάνεται συμπάθεια για ένα κορίτσι και γεννάται μέσα του η επιθυμία να το νυμφευθή. Πρέπει να ικανοποιήση αυτή την επιθυμία ή όχι; Διερωτάται, Ποιο είναι το θέλημα του Θεού; Έπειτα λέγει, Θα προσευχηθώ στον Θεό να μου δείξη το θέλημά του. Αλλά ο Θεός δεν του δίδει άμεση προσωπική απάντησι για την ιδιαίτερη περίπτωσί του. Το άτομο αυτό συμβουλεύεται ένα Χριστιανόν αδελφό. Αλλά ο Θεός δεν εμπνέει τον αδελφόν αυτόν ώστε να είναι προφήτης και δεν του δίνει ένα ειδικό άγγελμα για να πη σ’ αυτόν που ερωτά ότι πρέπει ή δεν πρέπει να νυμφευθή. Η μόνη νουθεσία που μπορεί να του δώση ο αδελφός είναι να συμβουλευθή τον γραπτόν λόγον του Θεού, ή μπορεί να αναφέρη στον αδελφό που βρίσκεται σε αμηχανία τι λέγει ο γραπτός λόγος του Θεού. Ο αδελφός απογοητεύεται και απομακρύνεται δυσαρεστημένος και με πληγωμένη καρδιά. Αλλά δεν θα αισθανόταν έτσι, αν δεν άφηνε την ιδιοτελή του επιθυμία να κυριαρχήση επάνω του.
5. Συμβουλεύει ο Θεός οποιονδήποτε Χριστιανό να νυμφευθή, και ποια είναι η σκέψις μερικών που ζητούν συμβουλή από άλλους να νυμφευθούν;
5 Ο Θεός δεν πρόκειται να πη σε οποιονδήποτε Χριστιανό ατομικώς είτε να νυμφευθή είτε όχι. Αφήνει τον καθένα να λάβη την απόφασί του και να αποκομίση τις συνέπειες. Αλλά η σκέψις κάποιου ατόμου που θέλει να νυμφευθή είναι η εξής: Λόγω της ατυχούς εκβάσεως που έχουν πολλοί γάμοι στις ημέρες αυτές, θέλει το άτομο αυτό να το βεβαιώση κάποιος άλλος ότι όλα θα είναι εν τάξει και θα έχουν πολλή καλή έκβασι αν νυμφευθή, και έτσι ν’ αναλάβη αυτός ο άλλος την ευθύνη για τη συμβουλή που του έδωκε να νυμφευθή. Αν ο γάμος δεν εξελιχθή καλά, τότε δεν θα έχη να μεμφθή τον εαυτό του επειδή ενυμφεύθηκε· δεν έπραττε το δικό του θέλημα κάνοντας αυτό το βήμα, ω όχι! αλλ’ ακολουθούσε τη συμβουλή του άλλου ατόμου και αυτό είναι άξιο μομφής.
6. Ήταν θέλημα του Θεού να νυμφευθή ο Ισαάκ; Πώς απέκτησε τη γυναίκα του;
6 Ο Θεός δεν θα λάβη την ευθύνη να μας νουθετήση αμέσως να νυμφευθούμε και έτσι να μπορή να κατηγορηθή για τις συνέπειες. Πρέπει να έχωμε υπ’ όψιν ότι δεν είμεθα Ισαάκ και Ρεβέκκες. Ο Ισαάκ δεν ήταν εκείνος που αποφάσισε για το γάμο του. Ο Αβραάμ ο πατέρας του το έκαμε αυτό και έστειλε έναν αντιπρόσωπο ή μεσίτη για να προμηθεύση γυναίκα στον Ισαάκ από τη συγγενική οικογένεια του αδελφού του. Ήταν άραγε θέλημα του Θεού να νυμφευθή ο Ισαάκ; Μάλιστα· διότι το σπέρμα ή ο γόνος του Αβραάμ επρόκειτο να κληθή στη γραμμή του Ισαάκ και επομένως ο Ισαάκ έπρεπε να εγείρη τέκνον ή τέκνα και να έχη μια νόμιμη σύζυγο γι’ αυτό. Αλλά αυτή έπρεπε να είναι μια γυναίκα από τους δικούς του Σημίτες συγγενείς. Ο Ισαάκ δεν εξέλεξε τη νύμφη του. Δεν την είχε ιδεί ποτέ προτού την παρουσιάση τελικά σ’ αυτόν ο μεσίτης. Για να λάβη απόφασι για την άγνωστη κόρη, ο μεσίτης όταν ήταν στο φρέαρ όπου την συνήντησε, εζήτησε ένα σημείο από τον Θεό. Δίνοντας το ο Θεός, έδειξε ποια ήταν η κόρη που έπρεπε να εκλεγή. Η κόρη αποδείχθηκε ότι ήταν μια δεύτερη εξαδέλφη του Ισαάκ.
7. Ποιος Βιβλικός τρόπος ενεργείας ανοίγεται για ένα Χριστιανό που δεν θέλει ν’ αποφασίση ο ίδιος για το γάμο; Τι εξεικόνιζε η εκλογή της Ρεβέκκας;
7 Σήμερα, όμως, δεν υποκείμεθα σε κάποιες τέτοιες διατάξεις γάμου στις Δυτικές δημοκρατικές χώρες. Δεν είμεθα Ισαάκ υποχρεωμένοι να νυμφευθούμε και ν’ αναθρέψωμε τέκνα για να κρατήσωμε τη γραμμή των απογόνων αδιάρρηκτη ώσπου να έλθη ο Χριστός το Υποσχεμένο Σπέρμα του Αβραάμ. Ο γάμος είναι ένα προσωπικό ζήτημα, για το οποίο κάθε Χριστιανός πρέπει ν’ αποφασίση για τον εαυτό του. Δεν υπάρχει θεία υποχρέωσις γι’ αυτόν να νυμφευθή. Αν αυτός δεν θέλη ν’ αναλάβη την ευθύνη ν’ αποφασίση ο ίδιος αν θα νυμφευθή, τότε ας κάμη όπως έκαναν στους Βιβλικούς χρόνους και ας αφήση τους γονείς του ή τους κηδεμόνας του ν’ αποφασίσουν γι’ αυτόν. Αν αυτοί αποφασίσουν ότι πρέπει να νυμφευθή, τότε ας διαλέξουν την κόρη γι’ αυτόν, ακόμη και αν δεν την έχει ιδεί ποτέ προηγουμένους, και ας καταρτίσουν το συμβόλαιο που συνδέει την κόρη μαζί του. Ω, αλλά αυτό θα περιέκοπτε την ελευθερία του να διαλέξη την ίδια του γυναίκα! Δεν του αρέσει αυτό! Τότε ας επωμισθή την ευθύνη του και ας αποφασίση αν θα νυμφευθή και ας αποφασίση για τη γυναίκα που θέλει. Η καθοδηγία του Θεού στην προμήθεια συζύγου για τον Ισαάκ δεν ήταν μια εξεικόνισις του πώς ο Θεός εκλέγει μια νύμφη για κάθε Χριστιανό ατομικώς που θέλει να νυμφευθή. Είναι μια εξεικόνισις του πώς ο Θεός εκλέγει μια νύμφη για τον μεγάλο Νυμφίο, τον Υιό του Ιησού Χριστό, και πώς αποστέλλει τον άγγελό του και εκλέγει εκείνους που πρόκειται να γίνουν μέλη της τάξεως της νύμφης.—Γένεσις 24:1-67.
8. Ποια εκφραστική πληροφορία δίδει ο Θεός σχετικά με την αγαμία και το γάμο, και ποιο είναι το θέλημα του Θεού για κείνους που νυμφεύονται;
8 Επομένως, εκτός από το ότι ένας Χριστιανός πρέπει να νυμφεύεται «εν Κυρίω, ο Θεός δεν εξασκεί θέλησι ν’ αποφασίση, αλλά αφήνει κάθε Χριστιανό να έχη πλήρη ελευθερία βουλήσεως σ’ αυτό το ζήτημα. Ο Θεός τον διαβεβαιώνει ότι δεν αμαρτάνει αν νυμφευθή «εν Κυρίω», αλλά του λέγει ποια θα είναι η μερίδα του αν μείνη άγαμος και ποια αν νυμφευθή. Είναι ελεύθερος να μείνη άγαμος και ν’ απολαύση την ευρύτερη σφαίρα υπηρεσίας και τα ειδικά προνόμια για τα οποία τον καθιστά κατάλληλον η άγαμη κατάστασίς του. Είναι ελεύθερος να νυμφευθή, χωρίς έτσι ν’ αμαρτάνη, για ν’ απολαύση τις τέρψεις, ευλογίες και προνόμια του γάμου. Αλλά πρέπει για τούτο να παραιτηθή από κάποιον έλεγχο πάνω στο ίδιο του σώμα και πρέπει να περιμένη «θλίψιν εις την σάρκα». Δεν είναι αμαρτία η εξάσκησις της επιθυμίας του σ’ αυτή την περίπτωσι. Τι επιθυμεί; Το θέλημα του Θεού μόνο είναι ότι, αν νυμφευθή, πρέπει ν’ αγαπά τη σύζυγό του, να κρατή την κοίτη του γάμου αμόλυντη, μη διαπράττοντας μοιχεία, ν’ ανατρέφη τα τέκνα του ‘εν παιδεία και νουθεσία του Ιεχωβά’ και ν’ αποδείξη την ακεραιότητά του προς τον Θεό με απόδοσι των ευχών του σ’ αυτόν.—Εφεσίους 5:22-33· Εβραίους 13:4· Εφεσίους 6:4.