Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Συγχώρησε ο Θεός τον Λωτ που μέθυσε και απέκτησε γυιους με τις θυγατέρες του;—Η.Π.Α.
Η απάντησις σ’ αυτήν την ερώτησι πρέπει να καθορισθή υπό το φως του ιστορικού φόντου αυτού του επεισοδίου και σε συσχετισμό με άλλα εδάφια.
Ο Λωτ και οι δύο θυγατέρες του ήσαν τα μόνα άτομα τα οποία είχαν επιζήσει από την καταστροφή των Σοδόμων και των Γομόρρων. Ύστερ’ απ’ αυτήν την καταστροφή άρχισαν να κατοικούν στην πόλι Σηγώρ. Εν τούτοις, για κάποιο λόγο ο Λωτ φοβόταν να συνεχίση να μένη εκεί και μαζί με τις θυγατέρες του έμενε σ’ ένα σπήλαιο. (Γέν. 19:30) Τότε η μεγαλύτερη είπε στη μικρότερη αδελφή της: «Ο πατήρ ημών είναι γέρων, και άνθρωπος δεν είναι επί της γης για να εισέλθη προς ημάς κατά την συνήθειαν πάσης της γης. Ελθέ, ας ποτίσωμεν τον πατέρα ημών οίνον, και ας κοιμηθώμεν μετ’ αυτού, και ας αναστήσωμεν σπέρμα εκ του πατρός ημών.»—Γέν. 19:31, 32.
Το γεγονός ότι σκέφθηκαν να μεθύσουν τον πατέρα τους υπονοεί ότι εγνώριζαν ότι δεν θα συγκατατίθετο ποτέ να έχη σεξουαλικές σχέσεις μαζί τους σε νηφάλια κατάστασι. Αλλά κάτω από τις περιστάσεις εκείνες, σκέφθηκαν ότι αυτός ήταν ο μόνο τρόπος να προλάβουν την εξαφάνισι της οικογενείας του Λωτ. Ήσαν ξένες στη χώρα εκείνη και δεν υπήρχε κανένας συγγενής με τον οποίον να νυμφευθούν και έτσι να διαφυλάξουν την οικογενειακή γραμμή. Πρέπει επίσης να έχωμε υπ’ όψιν ότι οι θυγατέρες του Λωτ κατοικούσαν ανάμεσα στους κατοίκους των Σοδόμων που είχαν χαμηλό ηθικό. Εξαιτίας αυτών των παραγόντων δεν θα ήταν δύσκολο να δικαιολογήσουν την πορεία ενεργείας των στη διάνοιά των. Γιατί, λοιπόν, η αφήγησις αυτή υπάρχει στις Γραφές;
Η αφήγησις δεν ανεγράφη στη γραφή για να διεγείρη ερωτικές σκέψεις. Υπάρχει εκεί για ένα σκοπό, που αποκαλύπτει τη σχέσι των Μωαβιτών και των Αμμωνιτών με τους απογόνους του Αβραάμ οι οποίοι έγιναν γνωστοί ως Ισραηλίται. Εφόσον ο Λωτ ήταν ανεψιός του Αβραάμ, οι Ισραηλίται σχετίζονταν με τους Μωαβίτας και Αμμωνίτας, οι οποίοι κατήγοντο από τους δύο γυιους που απέκτησε ο Λωτ με τις θυγατέρες του. (Γέν. 11:27) Αργότερα αυτή η σαρκική σχέσις έφθασε να κυβερνά τις πράξεις του Ισραήλ στις σχέσεις με τους Μωαβίτας και τους Αμμωνίτας. Παραδείγματος χάριν, όταν κατέλαβαν τη γη ανατολικώς του Ποταμού Ιορδάνου, οι Ισραηλίται, κάτω από θεία εντολή, ήσαν προσεκτικοί να μη καταπατήσουν τη γη που κατείχαν οι Αμμωνίται και οι Μωαβίται.—Δευτ. 2:9, 18, 19, 37.
Μήπως οποιοσδήποτε ειλικρινής αναγνώστης της Γραφής έχει αμφιβολία για το συμπέρασμα που μπορεί ν’ αντλήση κανείς απ’ αυτή την αφήγησι σχετικά με τον Λωτ και τις θυγατέρες του; Μήπως αισθάνεται ότι αυτή η διαγωγή ίσως επιδοκιμάσθηκε από τον Θεό;
Είναι αλήθεια ότι στο κεφάλαιο 19 της Γενέσεως τα ιστορικά γεγονότα αναγράφονται χωρίς σχόλια σχετικά με την επιδοκιμασία ή την αποδοκιμασία του Θεού για τον Λωτ που είχε διαπράξει δυο φορές αιμομιξία σε κατάστασι μέθης. Αλλά σε μεταγενέστερα τμήματα της αφηγήσεως της Γραφής, αναγράφεται επανειλημμένως σαφώς η καταδίκη της μέθης από τον Θεό. (Παροιμ. 20:1· 23:20, 21, 29-35· 1 Κορ. 6:9, 10) Ομοίως στον νόμο του προς τον Ισραήλ ο Θεός αργότερα κατέστησε σαφή την απαγόρευσι της αιμομιξίας, λέγοντας: «Ουδείς άνθρωπος θέλει πλησιάσει εις ουδένα συγγενή αυτού κατά σάρκα, διάνα αποκαλύψη την ασχημοσύνην αυτού. . . . Ασχημοσύνην πατρός σου, ή ασχημοσύνη μητρός σου, δεν θέλεις αποκαλύψει.» (Λευιτ. 18:6, 7) Η ποινή για την παραβίασι του νόμου περί αιμομιξίας ήταν θάνατος. (Λευιτ. 18:29) Μολονότι ο Λωτ και οι θυγατέρες του δεν ήσαν κάτω από το νόμο, ωστόσο εγνώριζαν ότι ήταν ακατάλληλο το να έχουν σχέσεις με τον πατέρα τους, όπως αποδεικνύεται από το γεγονός ότι προηγουμένως τον εμέθυσαν.
Γιατί, λοιπόν, ο Λωτ ονομάζεται ‘δίκαιος’ στο εδάφιο 2 Πέτρου 2:8; Όχι διότι ο Θεός επεδοκίμασε το ότι μέθυσε, ούτε διότι ο Θεός επεδοκίμασε την αιμομιξία. Ο Θεός δεν επεδοκίμασε μια τέτοια διαγωγή. Αλλά πρέπει να σημειωθή ότι δεν υπάρχει τίποτε στο υπόμνημα που να δείχνη ότι ο Λωτ ήταν ένας από συνήθεια μέθυσος, ούτε συνήθιζε να αναμιγνύεται σε πράξεις αιμομιξίας. Η φήμη που απελάμβανε φήμη «δικαίου,» και αυτή τη φήμη είχε ενώπιον του Θεού ο οποίος εξετάζει την καρδιά. Ο Λωτ εθλίβετο για τα άνομα έργα του λαού των Σοδόμων. Και, προφανώς, για να τον δη Εκείνος που εξετάζει τις καρδιές ως δίκαιον, ο Λωτ πρέπει επίσης να λυπήθηκε για την εσφαλμένη διαγωγή στην οποία είχε αναμιχθή.
Η αναγραφή στο Γραφικό υπόμνημα της πληροφορίας σχετικά με τον Λωτ και τις θυγατέρες του πρέπει πραγματικά να μας βοηθήση να εκτιμήσωμε ότι η Γραφή είναι ένα βιβλίο αληθείας. Ακόμη και όταν άτομα τα οποία ήσαν γνωστά ως δούλοι του Θεού ανεμίχθησαν σε ακατάλληλες πράξεις, η Γραφή δεν το αποκρύπτει αυτό. Εν τούτοις, πάντοτε αυτά τα πράγματα αναγράφονται, όχι για να διασκεδάσουν ή να διεγείρουν την επιθυμία ανθρώπων να επιδοθούν σε ανήθικη διαγωγή, αλλά για να δώση ένα ιστορικό φόντο για την κατανόησι άλλων γεγονότων.