Σας Κάνουν οι Άλλοι να Προσκόψετε;
ΥΠΗΡΧΕ ένας άνθρωπος Ευρωπαϊκής καταγωγής—προφανώς έντιμος, ταπεινός και που είχε αγάπη για την αλήθεια. Όταν οι Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά τον επεσκέφθηκαν στο σπίτι του στη Νέα Υόρκη βρήκαν ευήκοα ώτα και σ’ αυτόν και στη σύζυγό του. Σε λίγο απελάμβαναν μια τακτική εβδομαδιαία Γραφική μελέτη στο σπίτι τους.
Αλλά τότε κάτι συνέβη. Ένας που εθεωρείτο ως Μάρτυς, και που αυτό το νεοενδιαφερόμενο άτομο εκτιμούσε πολύ, διέπραξε ένα σοβαρό αμάρτημα για το οποίο αποβλήθηκε από τη Χριστιανική εκκλησία. Η διαγωγή του παραβάτου απογοήτευσε τόσο το άτομο αυτό ώστε σκανδαλίσθηκε και έπεσε και διέκοψε τη μελέτη της Γραφής με τους Μάρτυρας. Αλλά δεν συνέβη το ίδιο με τη σύζυγό του. Αυτή συνέχισε τις μελέτες της, βαπτίσθηκε, και ανέθρεψε δύο γυιους, οι οποίοι και οι δύο σήμερα, πολλά χρόνια βέβαια από τότε, είναι ολοχρόνιοι κήρυκες των αγαθών νέων της βασιλείας του Θεού. Συχνά αυτή συνεργάζεται μαζί τους για ένα ολόκληρο μήνα κάποια φορά σ’ αυτό το χαρωπό και πολύ αποδοτικό κήρυγμα και στη διδασκαλία της Αγίας Γραφής. Όσο για τον σύζυγο, αυτός ακόμη είναι μετέωρος, ευχαριστημένος να συναντάται με τους Μάρτυρας και κατά καιρούς να παρακολουθή συναθροίσεις, αλλά ακόμη πειραγμένος και σκανδαλισμένος.
Αυτή η αληθινή ιστορία από τη ζωή υπογραμμίζει την τραγωδία του να επιτρέπωμε σε άλλους να μας κάνουν να προσκόπτωμε. Σκεφθήτε το αυτό. Αναλογισθήτε. Εξετάστε. Επειδή απλώς κάποιος κάνει ένα λάθος, είτε μεγάλο είτε μικρό, δεν υπάρχει λόγος να λάβετε μια άσοφη πορεία, δεν είν’ έτσι; Γιατί να κάμετε κακό στον εαυτό σας επειδή απλώς κάποιος άλλος έκαμε κάτι που σας πείραξε ή σας πλήγωσε;
Ο Ιησούς Χριστός, ο Υιός του Θεού, μας άφησε υπόδειγμα σ’ αυτό, όπως ακριβώς έκαμε και για πολλές άλλες απόψεις. (1 Πέτρ. 2:21) Μήπως πειράχθηκε ή προσέκοψε επειδή ένας από τους ίδιους τους αποστόλους του, ο Ιούδας, έγινε προδότης, επειδή ένας άλλος, ο Πέτρος, τρεις φορές αρνήθηκε ότι τον γνωρίζει, ή επειδή όλοι τους τον εγκατέλειψαν σε καιρό κινδύνου; Μήπως αυτά τον σκανδάλισαν; Πόσο άσοφο θα ήταν αυτό! Όχι μόνο θα έβλαπτε τον εαυτό του πάρα πολύ, αλλά θα έβλαπτε επίσης την υπόθεσι του ουρανίου Πατρός του και όλου του ανθρωπίνου γένους!
Πιο σοβαρό από τη βλάβη που προξενούμε στον εαυτό μας και στους άλλους όταν επιτρέπωμε στους ανθρώπους να μας κάνουν να προσκόψωμε είναι η αποτυχία μας να κάμωμε εκείνο που είναι ορθό από την άποψι του Θεού. «Αυτός σοι έδειξεν, άνθρωπε, τι το καλόν· και τι ζητεί ο Ιεχωβά παρά σού, ειμή να πράττης το δίκαιον και να αγαπάς έλεος και να περιπατής ταπεινώς μετά του Θεού σου;» Δεν έχει σημασία τι μπορεί να κάνη ή να μην κάνη οποιοδήποτε άλλο άτομο, αυτό δεν αποτελεί δικαιολογία για να μην αποδίδωμε στον Θεό ό,τι ζητεί από μάς.—Μιχ. 6:8, ΜΝΚ.
Παραδείγματος χάριν: Οι κάτοικοι μιας χώρας έχουν την υποχρέωσι να υπακούουν στους νόμους της, περιλαμβανομένης και της πληρωμής φόρων και της τηρήσεως των κανονισμών της κυκλοφορίας. Ας υποθέσωμε ότι έναν πολίτη τον έχουν εξαπατήσει οι συμπατριώτες του, τον έχουν κλέψει ή με κάποιον άλλον τρόπο τον έχουν αδικήσει. Θα μπορούσε να το χρησιμοποιήση αυτό ως δικαιολογία να παραβαίνη οποιουσδήποτε νόμους της χώρας προτιμά να παραβή, να αρνήται να πληρώνη φόρους και ν’ αγνοή τους κανονισμούς της κυκλοφορίας; Ενώ μερικοί σήμερα μπορεί να διακρατούν αυτή την άποψι, αν το έκαναν αυτό όλοι θ’ αποτελούσε αναρχία. Τα δυο αυτά πράγματα είναι τελείως άσχετα και δεν επηρεάζουν το ένα το άλλο όσον αφορά τις υποχρεώσεις.
Όλο εκείνο που μπορεί να κάμη ένας πολίτης είναι να ζητήση επανόρθωσι της αδικίας στο δικαστήριο και ν’ αφήση την κυβέρνησι να τιμωρήση τους κακοποιούς ενώ ο ίδιος υπακούει στους νόμους της χώρας. Το ίδιο πρέπει να γίνεται και στη σχέσι μας με τον Θεό, τον Δημιουργό μας. Είμαστε κάτω από υποχρέωσι να υπακούωμε στις εντολές του και ν’ αφήνωμε την τακτοποίησι των λογαριασμών σ’ αυτόν, όπως συμβούλευσε ο απόστολος Παύλος: «Μη εκδικήτε εαυτούς, αγαπητοί, αλλά δότε τόπον τη οργή· διότι είναι γεγραμμένον· Εις εμέ ανήκει η εκδίκησις, εγώ θέλω κάμει ανταπόδοσιν, λέγει ο Ιεχωβά.» Ο Ιησούς Χριστός ομοίως μας βεβαιώνει ότι, στον ωρισμένο καιρό του Θεού, Αυτός θα επανορθώση όλα τα κακά, λέγοντας: «Ουαί εις τον άνθρωπον εκείνον, δια του οποίου το σκάνδαλον έρχεται.»—Ρωμ. 12:19, ΜΝΚ· Ματθ. 18:7.
Ένα άλλο σημείο: Είναι άστοργο να επιτρέπωμε σε άλλους να μας κάνουν να προσκόψωμε. Δείχνει έλλειψι αγάπης για τον Θεό και για ό,τι έχει κάμει για μας. Πόσο πρέπει να εκτιμούμε όλα όσα έχει κάμει για μάς με το να μας δώση ζωή και να προμηθεύη όλα τ’ αναγκαία για τη διατήρησι της ζωής! Και σκεφθήτε ότι έδωσε τον μονογενή του Υιό, μέσω του οποίου ελπίζομε ν’ αποκτήσωμε αιώνια ζωή! (Ιωάν. 3:16) Ασφαλώς θα πρέπει να κάνωμε κάθε τι το δυνατόν για να δείξωμε την εκτίμησί μας για όλη την αγαθότητα του Θεού προς εμάς!
Επί πλέον, αν πραγματικά έχωμε αγάπη για τον νόμο του, τότε τίποτε δεν θα μας κάμη να προσκόψωμε. Η Αγία Γραφή λέγει: «Ειρήνην πολλήν έχουσιν οι αγαπώντες τον νόμον σου· και εις αυτούς δεν υπάρχει πρόσκομμα.»—Ψαλμ. 119:165.
Συχνά, τα λόγια ή οι πράξεις που μπορεί να σκανδαλίσουν ένα άτομο δεν είναι τέτοιας φύσεως ώστε να υπάρχη κάποια σκέψις ν’ απομακρυνθή ο απερίσκεπτος από την εκκλησία. Εξάλλου «ουδείς άνθρωπος είναι αναμάρτητος,» όπως είπε ο Βασιλεύς Σολομών στην προσευχή του κατά την αφιέρωσι του ναού. Άν ο Θεός ελάμβανε υπ’ όψιν του όλες τις ατέλειες και τα λάθη μας, πού θα βρισκόταν ο καθένας από μας; Ναι, «εάν, Γιαχ, Ιεχωβά, παρατηρήσης ανομίας, τις θέλει δυνηθή να σταθή;»—1 Βασ. 8:46· Ψαλμ. 130:3, ΜΝΚ.
Οφείλομε να φερώμεθα στους άλλους όπως επιθυμούμε να φέρεται ο Θεός σ’ εμάς. Αν μας κάνουν οι άλλοι να προσκόπτωμε, τότε δεν είμεθα συγχωρητικοί, και αν δεν συγχωρούμε στους άλλους τα αμαρτήματά τους, δεν πρέπει κι εμείς να περιμένωμε να συγχωρήση ο ουράνιος Πατέρας τα δικά μας. (Ματθ. 5:7· 6:14, 15· 18:21-35) Εξ άλλου, αν αγαπούμε τα μέλη των οικογενειών μας και τους ομοίους μ’ εμάς λάτρεις, δεν θα βλέπωμε τις ατέλειές τους αλλά θα έχωμε «ένθερμον την εις αλλήλους αγάπην, διότι η αγάπη θέλει καλύψει πλήθος αμαρτιών.»—1 Πέτρ. 4:8.
Ιδιαίτερα εκείνοι που ομολογούν ότι αληθινά είναι μαθηταί του Χριστού δεν μπορούν να χρησιμοποιούν εκείνο που κάνουν οι άλλοι ως δικαιολογία για να σταματήσουν τη μελέτη του Λόγου του Θεού, να σταματήσουν να συναναστρέφωνται με ομοίους τους Χριστιανούς, να σταματήσουν να συμμετέχουν στο να κάνουν γνωστά τα αγαθά νέα της βασιλείας. Αν, πραγματικά, αφήνουν εκείνο που κάνουν οι άλλοι να τους εμποδίζη από το να εκπληρώνουν αυτές τις Χριστιανικές απαιτήσεις, κάνουν αμφίβολη τη γνησιότητα της ομολογίας των ότι αληθινά είναι μαθηταί του Χριστού. Το να προσκόψουν θα τους έκανε ύποπτους ότι ψάχνουν να βρουν δικαιολογία ενσυνειδήτως ή ασυνειδήτως, ώστε να μην υπηρετούν πια τον Θεό.
Όχι μόνον δεν θέλομε ν’ αφήσωμε άλλους να μας κάνουν να προσκόψωμε, αλλά στοργικά και σοφά θέλομε να προσέχωμε να μην κάνωμε άλλους να προσκόψουν. Η δικαιοσύνη απαιτεί να κάνωμε στους άλλους ό,τι θα θέλαμε να μας κάνουν οι άλλοι. (Λουκ. 6:31) Δεν θα θέλαμε κάποιος άλλος να είναι απρόσεκτος ή απερίσκεπτος στο να μας κάμη να προσκόψωμε, δεν είν’ έτσι; Πρέπει, λοιπόν, να προσέχωμε να μην κάνωμε άλλους να προσκόψουν. Παραδείγματος χάριν, προσφάτως η Εταιρία Σκοπιά έλαβε ένα γράμμα στο οποίο εγίνοντο παράπονα ότι μερικά ανώριμα άτομα σκανδαλίσθηκαν επειδή άλλοι στους οποίους απέβλεπαν ως παραδείγματα έδειχναν αγάπη για τα οινοπνευματώδη ποτά. Όταν επιδιώκωμε μια τέτοια πορεία στη χρήσι οινοπνευματωδών ποτών δεν ακολουθούμε τη συμβουλή του αποστόλου Παύλου: «Κάμετε εις τους πόδας σας ευθείας οδούς, δια να μη εκτραπή το χωλόν, αλλά μάλλον να θεραπευθή.» Επί πλέον, ο Ιησούς προειδοποίησε: «Όστις όμως σκανδαλίση ένα των μικρών τούτων των πιστευόντων εις εμέ, συμφέρει εις αυτόν να κρεμασθή μύλου πέτρα επί τον τράχηλον αυτού και να καταποντισθή εις το πέλαγος της θαλάσσης.» Ασφαλώς κανένας μας δεν θα ήθελε να μας συμβή αυτό, έτσι δεν είναι;—Εβρ. 12:13· Ματθ. 18:6.
Όλοι, λοιπόν, ας φροντίζομε να κάνωμε ό,τι είναι συνετό, στοργικό και ορθό κι’ έτσι να φυλαγώμεθα από το να μας κάνουν άλλοι να προσκόψωμε καθώς και από το να κάνωμε άλλους να προσκόψουν.