Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Αν ένας σύζυγος επιδοκιμάζη τη στείρωσι (είτε για τον εαυτό του είτε για τη σύζυγό του), τον καθιστά αυτό ακατάλληλο για θέσεις ευθύνης μέσα στην εκκλησία;
Η Αγία Γραφή δείχνει καθαρά τον μεγάλο σεβασμό που ο Θεός δείχνει για τις αναπαραγωγικές δυνάμεις που έδωσε στους ανθρώπους. (Γεν. 1:28· 9:1) Ο «καρπός της κοιλίας» εθεωρείτο ως ανταμοιβή και ως «κληρονομιά παρά του Ιεχωβά.» (Ψαλμ. 127:3) Ένας άνδρας του οποίου τα γεννητικά όργανα είχαν υποστή σοβαρή βλάβη, εκρίνετο ακατάλληλος από τον Μωσαϊκό Νόμο να ‘εισέλθη στη συναγωγή του Ιεχωβά.’ Το γεγονός ότι τα συμφραζόμενα αυτού του εδαφίου εκθέτουν απαγορεύσεις για όσους ‘ήρχοντο στη συναγωγή του Ιεχωβά’ από διάφορες φυλές, φαίνεται να δείχνη ότι αυτή η απαγόρευσις αφωρούσε τους ξένους που ήσαν ελαττωματικοί. (Δευτ. 23:1-8) Δεν διευκρινίζεται αν επρόκειτο για σκόπιμη ή ακουσία βλάβη των γεννητικών οργάνων. Μια επιπρόσθετη απόδειξις του μεγάλου σεβασμού τον οποίον ο Θεός δείχνει για τις δυνάμεις αναπαραγωγής, ήταν η διάταξις του Νόμου, που διέταζε ν’ αποκόπτεται το χέρι της γυναίκας που θα προσπαθούσε να βοηθήση τον σύζυγό της που εμάχετο, πιάνοντας τον αντίπαλό του από τα γεννητικά του όργανα. (Δευτ. 25:11, 12) Φυσικά, οι Χριστιανοί δεν δεσμεύονται από τη διαθήκη του Νόμου. Εν τούτοις, ενδιαφέρονται για τις αρχές που περιλαμβάνονται σ’ αυτήν.
Απ’ αυτό θα μπορούσαμε να συμπεράνωμε ότι η μόνη πορεία που είναι σε αρμονία με τον σκοπό του Θεού θα ήταν να νυμφεύωνται οι άνθρωποι και ν’ αποκτούν όσα το δυνατόν περισσότερα τέκνα. Εν τούτοις, η Αγία Γραφή αφήνει περιθώρια για προσωπικές αποφάσεις σε ζητήματα που σχετίζονται με τις δυνάμεις αναπαραγωγής. Αν δεν συνέβαινε αυτό, τότε κάθε Χριστιανός που θα παρέμενε άγαμος και δεν αποκτούσε τέκνα, θα φαινόταν σαν να περιφρονή αυτό το δώρο των δυνάμεων αναπαραγωγής. Αλλ’ ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος παρέμεινε άγαμος, είπε: «Διότι είναι ευνούχοι, οίτινες εκ κοιλίας μητρός εγεννήθησαν ούτω, και είναι ευνούχοι, οίτινες ευνουχίσθησαν υπό των ανθρώπων, και είναι ευνούχοι, οίτινες ευνούχισαν εαυτούς δια την βασιλείαν των ουρανών. Όστις δύναται να δεχθή τούτο, ας δεχθή.» Αυτοί που είχαν ‘ευνουχίσει εαυτούς δια την βασιλείαν των ουρανών’ το έκαμαν αυτό με το να παραμείνουν άγαμοι. (Ματθ. 19:10-12) Μ’ αυτή τη στάσι δεν έδειχναν περιφρόνησι για τη Θεία προμήθεια των δυνάμεων αναπαραγωγής. Ο απόστολος Παύλος επίσης έδειξε, όπως κι ο Ιησούς, ότι η αγαμία μπορεί να έχη πλεονεκτήματα.—1 Κορ. 7:25-38.
Παράλληλα, όμως, ούτε ο Ιησούς ούτε οι απόστολοί του παρώτρυναν τους εγγάμους Χριστιανούς να μη αποκτούν τέκνα. Οι λόγοι του Ιησού, που αναγράφονται στον Ματθαίο 22:19, ήσαν μόνον μια προφητική δήλωσις που δεν είχε σκοπό να συστήση στους Χριστιανούς του πρώτου αιώνος να μη αποκτούν τέκνα, αλλά να τους προειδοποιήση ότι έπρεπε ν’ απομακρυνθούν γρήγορα από την καταδικασμένη πόλι μόλις διέκριναν το σημείον της καταστροφής της. Ακόμη κι όταν η καταστροφή ήταν πολύ πλησίον, ο απόστολος Παύλος ενεθάρρυνε τις χήρες, που δεν μπορούσαν να εγκρατευθούν, ‘να υπανδρεύωνται, να τεκνοποιώσι.’—1 Τιμ. 5:11-14.
Αν ληφθούν υπ’ όψιν τ’ ανωτέρω, γίνεται φανερό ότι η απόκτησις τέκνων επιδοκιμάζεται από τον Θεό. Γι’ αυτό τον λόγο, θα ήταν σφάλμα να υποβληθή ένας σε στείρωσι ή να επιδοκιμάση τη στείρωσι της συζύγου του απλώς επειδή δεν εκτιμά το Θείο δώρο των δυνάμεων αναπαραγωγής. Εν τούτοις, τι μπορεί να λεχθή για την περίπτωσι που η σύζυγος ενός ανδρός έχει γεννήσει παιδιά, αλλά χρειάσθηκε να γίνουν χειρουργικές επεμβάσεις, όπως είναι η καισαρική τομή; Μπορεί να έχη υποστή τρεις τέτοιες επεμβάσεις, και ο γιατρός της να την έχη προειδοποιήσει ότι με μια ακόμη εγκυμοσύνη θα διέτρεχε τον σοβαρό κίνδυνο να υποστή ρήξι της μήτρας που είναι, γενικώς μοιραία τόσο για τη μητέρα όσο και για το έμβρυο. Μια στείρωσις σ’ αυτή την περίπτωσι θα έδειχνε κατ’ ανάγκην περιφρόνησι για το θείο δώρο των δυνάμεων αναπαραγωγής;
Σ’ αυτή την περίπτωσι είναι φανερό ότι το ζεύγος δεν έχει δείξει μια ελαφρά στάσι στις αναπαραγωγικές των δυνάμεις, εφ’ όσον έχουν ήδη αποκτήσει τέκνα. Μπορεί να βλέπουν τη στείρωσι σαν μια ενέργεια που είναι αναγκαία για να προστατευθή η ζωή της μητέρας και του βρέφους που αναπτύσσεται κατά την εγκυμοσύνη. Μπορεί να την βλέπουν σαν τη ‘μόνη διέξοδο.’ Έτσι, όταν το ζεύγος σκέπτεται τι ν’ αποφασίση, πρέπει να λάβη υπ’ όψιν ότι αυτό το ζήτημα απαιτεί έναν ισορροπημένο σεβασμό για τη Θεία προμήθεια των δυνάμεων αναπαραγωγής και για το δώρο της ίδιας της ζωής, που σ’ αυτή την περίπτωσι είναι η ζωή της μητέρας που κινδυνεύει. Γι’ αυτόν και για άλλους λόγους, φαίνεται ότι αυτή η απόφασις επαφίεται στην κρίσι της συνειδήσεως των ατόμων που περιλαμβάνονται στο ζήτημα.
Μπορεί, εν τούτοις, ν’ αντιταχθή η άποψις ότι ακόμη και κάτω απ’ αυτές τις περιστάσεις, η συγκατάθεσις για στείρωσι θα παρουσίαζε έλλειψι πίστεως από μέρους των. Η προειδοποίησις ενός γιατρού δεν είναι κατ’ ανάγκην βέβαιο ότι θ’ αποδειχθή αληθινή. Έτσι, γιατί να μην περιμένουν για να δουν τι θα συμβή; Το ίδιο επιχείρημα θα μπορούσε επίσης να χρησιμοποιηθή σχετικά με τις γυναίκες που υποβάλλονται σε υστερεκτομή με την οποία, επειδή αφαιρείται η μήτρα, καταστρέφονται οι δυνάμεις της αναπαραγωγής. Συνήθως οι επεμβάσεις υστερεκτομής δεν γίνονται όταν η γυναίκα πλησιάζη να πεθάνη. Εκτός από τις πρώτες εκδηλώσεις του καρκίνου, μπορεί να υπάρχουν μεγάλοι ινώδεις όγκοι (ινομυώματα) που προξενούν μεγάλο πόνο ή πολλή αιμορραγία. Οι καλοήθεις όγκοι ίσως μετατραπούν σε κακοήθεις. Εφ’ όσον η απειλή της μοιραίας ασθενείας που παρουσιάζουν αυτά τα πράγματα είναι μόνον πιθανή, είναι υποχρεωμένη η γυναίκα—από σεβασμό για τις δυνάμεις αναπαραγωγής—να περιμένη μέχρις ότου αρχίση η ακατάσχετη αιμορραγία για να υποβληθή σε υστερεκτομή που θα επιφέρη ταυτόχρονα και την απώλεια των δυνάμεων αναπαραγωγής; Είναι αλήθεια ότι η γυναίκα που έχει αποκτήσει αρκετά παιδιά με καισαρική τομή μπορεί να μην έχη ούτε μεγάλα ινομυώματα ούτε κακοήθεις όγκους, αλλά δύσκολα μπορεί να λεχθή ότι η μήτρα της είναι «υγιής», εφ’ όσον έχει υποστή εγχείρησι αρκετές φορές. Μια Χριστιανή της οποίας η συνείδησις της επιτρέπει να κάμη στείρωσι, μπορεί να πιστεύη ότι η κατάστασις της μήτρας της είναι απειλητική, ίσως τόσο επικίνδυνη όσο η κατάστασις που αναφέρθηκε προηγουμένως.
Μερικοί μπορεί να πιστεύουν ότι η στείρωσις είναι ένας εσκεμμένος «ακρωτηριασμός» του σώματος. Εν τούτοις, κάθε σοβαρή εγχείρησις είναι «ακρωτηριασμός» μέχρις ενός βαθμού. Και η καισαρική τομή και η υστερεκτομή είναι ακρωτηριασμός. Εν τούτοις, αν εγείρεται θέμα διατηρήσεως της υγείας και της ζωής, η συνείδησις μιας Χριστιανής μπορεί να της επιτρέπη να υποβληθή σε μια σοβαρή εγχείρησι. Ομοίως και η περίπτωσις της στειρώσεως είναι θέμα σταθμίσεως των παραγόντων, δίνοντας από τη μια πλευρά την κατάλληλη βαρύτητα στον σεβασμό για το σώμα και τις θεόδοτες αναπαραγωγικές δυνάμεις, που έχουν εμφυτευθή σ’ αυτό, και, ταυτοχρόνως, δίνοντας ίση βαρύτητα στην υγεία και στη διατήρησι της ζωής. Αυτό εξηγεί καλύτερα γιατί η απόφασις σχετικά με τη στείρωσι κάτω από τέτοιες περιστάσεις πρέπει να επαφίεται στην κρίσι της συνειδήσεως των ατόμων που περιλαμβάνονται στο ζήτημα.
Είναι γενικά παραδεκτό ότι μόνον η ολοκληρωτική αποχή από τις σεξουαλικές σχέσεις αποτελεί ασφαλή εγγύησι για την αποφυγή μιας εγκυμοσύνης. Αλλ’ η ολοκληρωτική αποχή δεν είναι σε αρμονία με την αποστολική συμβουλή που βρίσκεται στην 1 Κορινθίους 7:3-5 και, αν πραγματοποιηθή, μπορεί ν’ αυξήση τους πειρασμούς για το ένα ή το άλλο μέλος και να τους παρασύρη σε μοιχεία. Οι Χριστιανοί, που η συνείδησίς των δεν τους επιτρέπει να κάμουν στείρωσι, μπορεί να προτιμήσουν να εμπιστευθούν στην εγκράτεια και σε αντισυλληπτικές μεθόδους για ν’ αποφύγουν μια πιθανώς μοιραία εγκυμοσύνη, από την οποία θα διέτρεχαν τον κίνδυνο που συνεπάγεται. Εν τούτοις, είναι ορθό αυτά τα άτομα να κατακρίνουν εκείνους που η συνείδησίς των τους επιτρέπει να κάμουν στείρωσι σαν ένα προστατευτικό μέσον για μια ζωή που κινδυνεύει; Και στις δύο περιπτώσεις τα άτομα επιδιώκουν να επιτύχουν τον ίδιο σκοπό: να εξουδετερώσουν ή να παρεμποδίσουν το αποτέλεσμα των αναπαραγωγικών τους δυνάμεων, στη μια περίπτωσι με μηχανικά ή χημικά αντισυλληπτικά μέσα και στην άλλη περίπτωσι μέσω χειρουργικής επεμβάσεως.
Τι μπορεί να λεχθή για έναν άνδρα που δέχεται να υποστή στείρωσι χάριν της συζύγου του που κινδυνεύει; Η εξασθενημένη μήτρα δεν βρίσκεται στο δικό του σώμα. Εν τούτοις, αν η συνείδησίς του τού επιτρέπη να κάμη στείρωσι μπορεί να προτιμήση να υποστή εκείνος μάλλον την επέμβασι, παρά ν’ αφήση τη σύζυγό του να υποστή κι άλλη εγχείρησι. Η συνείδησίς του μπορεί να του επιτρέψη ή να μην του επιτρέψη να ενεργήση μ’ αυτόν τον τρόπο.
Αυτά που λέγονται εδώ δεν πρέπει να θεωρηθούν σαν μια άποψις που ενθαρρύνει τη στείρωσι, όπως δεν ενθαρρύνομε και τη χρήσι αντισυλληπτικών μεθόδων για τα ζεύγη που δεν επιθυμούν ν’ αποκτήσουν τέκνα. Η ευθύνη για οποιεσδήποτε συνέπειες ή αντίθετα αποτελέσματα που μπορούν να συμβούν, είτε τώρα είτε μελλοντικώς, πρέπει να βαρύνη εκείνους που παίρνουν τις αποφάσεις. Η στείρωσις, όπως και η υστερεκτομή, είναι ένα σοβαρό βήμα, διότι η ανθρώπινη ικανότης ν’ ανατρέψη τις συνέπειές της είναι πράγματι πολύ ασθενική.
Ώστε η καταλληλότης για εκκλησιαστικές ευθύνες ενός ανδρός που επιδοκιμάζει μια στείρωσι λόγω του κινδύνου που διατρέχει η ζωή της συζύγου είναι ζήτημα που πρέπει να ζυγισθή στο φως των Βιβλικών αρχών από το σώμα των πρεσβυτέρων. Δείχνει η ζωή του σαν σύνολο ότι έχει ένα βαθύ σεβασμό για τον Λόγο του Θεού ή μήπως παίρνει στα ελαφρά τις συμβουλές που αναγράφονται σ’ αυτόν; Είναι ευσυνείδητος και σοβαρός στις αποφάσεις του; Αν τα κίνητρα που τον ωδήγησαν να επιδοκιμάση τη στείρωσι ωφείλοντο σε έλλειψι σεβασμού για τις αρχές του Θεού, αυτή η ασεβής στάσις θα γίνεται φανερή και σε άλλους τομείς. Από την άλλη πλευρά, αν ανταποκρίνεται στις Γραφικές απαιτήσεις για κείνους που έχουν ευθύνες μέσα στην εκκλησία όπως αυτές εκτίθενται στην 1 Τιμ. 3, στο Τίτον 1 και σε άλλα εδάφια, τότε το γεγονός ότι η συνείδησίς του τού επιτρέπει τη στείρωσι σαν ένα προστατευτικό μέσον για διατήρησι της ζωής, αυτό δεν τον κάνει κατ’ ανάγκην ακατάλληλο. Φυσικά, πρέπει να ληφθή ύπ’ όψιν η στάσις της εκκλησίας. Αν το ζήτημα έχη πάρει τέτοιες διαστάσεις ώστε έχουν σκανδαλισθή αρκετοί, τότε αυτό θα περιώριζε σοβαρά την ικανότητά του να υπηρετή με αποτελεσματικότητα. Σ’ αυτή την περίπτωσι, πρέπει οι πρεσβύτεροι ν’ αποφασίσουν.