Η Εκζήτησις της Αληθείας Ανταμείβεται
Στην Ιρλανδία μερικοί άνθρωποι ζητούσαν τους Μάρτυρες του Ιεχωβά για να τους ερωτήσουν σχετικά με την αλήθεια της Αγίας Γραφής. Παραδείγματος χάριν, σε μια περίπτωσι, ένας Μάρτυς έδωσε ένα βιβλιάριο σε μια γυναίκα η οποία το διάβασε και το έδωσε στον σύζυγό της. Δύο εβδομάδες περίπου αργότερα, αυτός ο άνδρας ήλθε στο σπίτι του Μάρτυρος και είπε στη σύζυγό του: «Ο σύζυγός σας έδωσε στη σύζυγό μου ένα βιβλιάριο. Το διάβασα και κατάλαβα ότι είναι η αλήθεια. Θα ήθελα να συζητήσω με τον σύζυγό σας. Τον ζητώ εδώ και δύο εβδομάδες.»
Ο άνδρας εξήγησε ότι ενδιεφέρετο πάρα πολύ για την Αγία Γραφή. Στην πραγματικότητα, επειδή είχε διαβάσει μια Καθολική Βίβλο, είπε ότι εγνώριζε ότι ερχόταν η βασιλεία του Θεού. «Αυτό που θα ήθελα να ξέρω, είναι αυτό,» είπε αυτός ο άνδρας, «υπάρχει ένα μέρος για μένα σ’ αυτή τη βασιλεία;»
Έγιναν διευθετήσεις για να επισκεφθή το ζεύγος των Μαρτύρων αυτόν τον εκζητητή και τη σύζυγό του. Στη διάρκεια της επισκέψεως, έλαβε χώρα μια μακρά Βιβλική συζήτησις. Την επόμενη Κυριακή, το ζεύγος των ενδιαφερομένων και η οικογένειά τους παρακολούθησε μια δημόσια ομιλία στην Αίθουσα Βασιλείας και αυτό ωδήγησε σε μια οικιακή τακτική Γραφική μελέτη. Μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα, η οικογένεια αυτή που έψαχνε την αλήθεια απεμάκρυνε αντικείμενα ψευδούς θρησκευτικής αφοσιώσεως από το σπίτι της και έκανε θαυμάσια πνευματική πρόοδο.