Νορβηγία
ΤΟ ΠΛΟΙΟ θα έφτανε όπου να ’ναι στη Νορβηγία. Στο κατάστρωμα ένας νεαρός, ο Κνουντ Πέτερσον Χάμα, κοιτούσε ανυπόμονα προς την ακτή. Ο Κνουντ ήταν παλιότερα ιερέας σε μια εκκλησία Βαπτιστών στη Βόρεια Ντακότα των ΗΠΑ. Εδώ και έναν χρόνο, όμως, είχε συνταυτιστεί με τους Σπουδαστές της Γραφής (όπως είναι σήμερα γνωστοί οι Μάρτυρες του Ιεχωβά). Τώρα, εν έτει 1892, επέστρεφε στην πατρίδα του για να κηρύξει σε συγγενείς και φίλους.
Η Νορβηγία είχε τότε δύο εκατομμύρια κατοίκους και οι περισσότεροι από αυτούς ανήκαν στη Λουθηρανική Εκκλησία, την επίσημη θρησκεία του κράτους. Ο Κνουντ λαχταρούσε να βοηθήσει τα ειλικρινή άτομα να γνωρίσουν τον αληθινό Θεό, τον Ιεχωβά, και να καταλάβουν ότι αυτός ο στοργικός Θεός δεν βασανίζει τους αμαρτωλούς στην κόλαση. Ήθελε επίσης να τους μιλήσει για την επικείμενη Χιλιετή Βασιλεία του Χριστού, κατά την οποία η γη θα γίνει παράδεισος.
Καθώς το πλοίο έφτανε στο λιμάνι, ο Κνουντ είχε στραμμένο το βλέμμα στις κορυφογραμμές αυτού του πανέμορφου τόπου—μιας μακρόστενης χώρας με ψηλά, χιονοσκέπαστα βουνά, εντυπωσιακά φιόρδ και απέραντα δάση. Σκεφτόταν ότι θα ήταν δύσκολο να φτάσει στις αραιοκατοικημένες περιοχές που είχαν λιγοστούς δρόμους και γέφυρες. Παρότι όλο και περισσότεροι Νορβηγοί μετακόμιζαν στις πόλεις, πολλοί ζούσαν σε αγροτικές περιοχές, σε ψαροχώρια ή στα εκατοντάδες νησιά που στολίζουν την ακτογραμμή της χώρας. Η αφήγηση για το πώς εξελίχθηκαν οι προσπάθειες του Κνουντ και το πώς εδραιώθηκε η αληθινή λατρεία στη Νορβηγία παρά τις δυσκολίες ενισχύει την πίστη της παγκόσμιας αδελφότητας και την υποκινεί σε παρόμοια δράση.
Ο ΣΠΟΡΟΣ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΚΑΡΠΟΦΟΡΕΙ
Στο Σκίεν, τη γενέτειρα του Κνουντ, υπήρξαν άτομα που έδειξαν ενδιαφέρον για το άγγελμα. Ωστόσο, ο Κνουντ δεν μπόρεσε να μείνει πολύ καιρό εκεί επειδή έπρεπε να επιστρέψει στην οικογένειά του στις Ηνωμένες Πολιτείες. Το 1899, όμως, ξαναπήγε στη Νορβηγία, αυτή τη φορά κατόπιν υπόδειξης του Κάρολου Τ. Ρώσσελ, ο οποίος είχε την επίβλεψη του έργου των Σπουδαστών της Γραφής εκείνη την εποχή. Σκοπός του αδελφού Ρώσσελ ήταν να ιδρύσει ο Κνουντ μια εκκλησία στη Νορβηγία. Εκείνος πήρε μαζί του μερικά αντίτυπα των πρώτων δύο τόμων της σειράς Χαραυγή της Χιλιετηρίδος (αργότερα ονομάστηκε Γραφικαί Μελέται), η οποία είχε μεταφραστεί στη δανονορβηγική. (Η γραπτή νορβηγική ήταν τότε παρόμοια με τη δανική και μπορούσαν να την καταλάβουν και οι Δανοί και οι Νορβηγοί.) Ο Κνουντ κήρυξε σε πολλά άτομα και έδωσε μερικά βιβλία, αλλά έπειτα από λίγο χρειάστηκε και πάλι να επιστρέψει στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Την επόμενη χρονιά, ο Ίνεμπρετ Άντερσεν, ο οποίος έμενε λίγο έξω από το Σκίεν, πήρε το βιβλίο Το Σχέδιον των Αιώνων, προφανώς ένα από εκείνα που είχε φέρει ο Κνουντ. Επειδή χρόνια τον απασχολούσε το θέμα της «δεύτερης έλευσης» του Χριστού, το διάβασε με μεγάλο ενδιαφέρον. Το ίδιο έκανε και η γυναίκα του η Μπάρτα. Σύντομα, ο Ίνεμπρετ άρχισε να δίνει μαρτυρία. Πήγαινε μάλιστα και σε θρησκευτικές συγκεντρώσεις προκειμένου να μιλήσει για τη Χιλιετή Βασιλεία του Χριστού. Μετά, επισκεπτόταν όσους έδειχναν ενδιαφέρον. Πριν περάσει καιρός, υπήρχε στο Σκίεν μια δραστήρια εκκλησία με τουλάχιστον δέκα Σπουδαστές της Γραφής.
Όταν ο Κνουντ άκουσε από έναν συγγενή του ότι υπήρχε μια μικρή εκκλησία στο Σκίεν, επέστρεψε στη Νορβηγία το 1904 για να βρει τον Ίνεμπρετ. Πηγαίνοντας να τον αναζητήσει, ρώτησε έναν κύριο στο δρόμο: «Μήπως ξέρετε κάποιον Ίνεμπρετ Άντερσεν εδώ κοντά;» «Ναι», απάντησε εκείνος, «εγώ είμαι». Ο Κνουντ χάρηκε τόσο πολύ, που άνοιξε τη βαλίτσα του στη μέση του δρόμου για να του δείξει τα βιβλία που είχε φέρει! Όσο για τον Ίνεμπρετ, πέταξε από τη χαρά του που γνώρισε τον Κνουντ και είδε τόσα έντυπα!
Ο Κνουντ περιέγραψε με ζήλο στους Νορβηγούς ομοπίστους του την οργάνωση και το έργο κηρύγματος. Μέχρι να επιστρέψει στην οικογένειά του, η οποία τώρα έμενε στον Καναδά, η εκκλησία στο Σκίεν είχε πάρει αρκετή δύναμη ώστε να συνεχίσει να προοδεύει.
Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΜΕΤΑΔΙΔΕΤΑΙ ΚΑΙ ΣΕ ΑΛΛΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ
Το 1903, δόθηκε νέα ώθηση στο έργο κηρύγματος στη Νορβηγία όταν έφτασαν εκεί τρεις ζηλωτές βιβλιοπώλες (ολοχρόνιοι κήρυκες)—ο Φρίτγιοφ Λίντκβιστ, ο Βίκτορ Φελτ και ο Ε. Ρ. Γκούντερσεν. Ο Φρίτγιοφ εγκαταστάθηκε στην πρωτεύουσα, τη Χριστιανία (το σημερινό Όσλο), και το 1904 το σπίτι του έγινε το γραφείο της Εταιρίας Σκοπιά, όπου διεκπεραιώνονταν οι συνδρομές στη Σκοπιά της Σιών και οι παραγγελίες εντύπων.
Στα τέλη του 1903, καθώς ο αδελφός Γκούντερσεν κήρυττε στο Τρόνχεϊμ στην κεντρική Νορβηγία, έδωσε μαρτυρία στη Λότε Χολμ, η οποία πήρε μερικά έντυπα. Αργότερα, εκείνη γύρισε στην περιοχή του Νάρβικ, πάνω από τον Αρκτικό Κύκλο, και έγινε η πρώτη ευαγγελιζόμενη στη βόρεια Νορβηγία. Έπειτα, πήγε στο Νάρβικ ο Βίκτορ Φελτ και βοήθησε δύο αντρόγυνα να γίνουν Σπουδαστές της Γραφής. Εκείνοι ήρθαν σε επαφή με τη Λότε και σύντομα ο μικρός αυτός όμιλος άρχισε να συναθροίζεται τακτικά για να μελετάει τη Γραφή. Την αλήθεια γνώρισε επίσης και η αδελφή της Λότε, η Χάλγκαρντ, και αργότερα υπηρέτησαν και οι δυο τους με ζήλο ως σκαπάνισσες σε διάφορα μέρη της χώρας.
Ο αδελφός Φελτ και ο αδελφός Γκούντερσεν είχαν εξαιρετική ανταπόκριση στο έργο που έκαναν στο Μπέργκεν το 1904 και το 1905. Η Σκοπιά της Σιών, στο τεύχος 1 Μαρτίου 1905 (στην αγγλική), ανέφερε: «Ένας επιφανής κήρυκας στην Εκκλησία της Ελεύθερης Ιεραποστολής [στο Μπέργκεν] έχει μείνει έκθαμβος από το λαμπρό φως, και τώρα μεταδίδει ατόφια την αλήθεια του Ευαγγελίου στους πολλούς ακροατές του που τον ακούν πάντα με αμέριστη προσοχή».
Ο κήρυκας αυτός ήταν ο Τέοντορ Σίμονσεν, ο οποίος αποβλήθηκε αργότερα από την Εκκλησία της Ελεύθερης Ιεραποστολής επειδή δίδασκε τις υπέροχες καινούριες αλήθειες που είχε μάθει από τα έντυπά μας. Αυτό ήταν απώλεια για εκείνη την εκκλησία αλλά κέρδος για τους Σπουδαστές της Γραφής, οι οποίοι τον εκτίμησαν ως αδελφό καθώς και ως ομιλητή. Αργότερα, ο Τέοντορ εγκαταστάθηκε στη Χριστιανία όπου υπήρχε μια εκκλησία των Σπουδαστών της Γραφής που ολοένα και μεγάλωνε.
ΜΕΡΙΚΟΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΡΩΤΟΥΣ ΣΚΑΠΑΝΕΙΣ
Το 1905 υπήρχαν εκκλησίες των Σπουδαστών της Γραφής σε τέσσερις πόλεις: το Σκίεν, τη Χριστιανία, το Μπέργκεν και το Νάρβικ. Σύντομα ξεκίνησαν το σκαπανικό μερικοί ζηλωτές ευαγγελιζόμενοι, οι οποίοι διέδωσαν τα καλά νέα σε πολλά μέρη της χώρας. Το παρελθόν τους είναι αρκετά ενδιαφέρον.
Η πρώτη σκαπάνισσα στη Νορβηγία ήταν η Χέλγκα Ες. Η Χέλγκα ήταν ορφανή και ζούσε στο Μπέργκεν. Στα 17 της έγινε δασκάλα στο κατηχητικό. Όταν άκουσε τον Τέοντορ Σίμονσεν να λέει στην Εκκλησία της Ελεύθερης Ιεραποστολής τι είχε μάθει από ένα βιβλίο των Σπουδαστών της Γραφής, της κινήθηκε το ενδιαφέρον και άρχισε να το διαβάζει και εκείνη. Σταμάτησε να διδάσκει στο κατηχητικό, και το 1905, σε ηλικία 19 χρονών, πήγε να κηρύξει τα καλά νέα στο Χάμαρ και στο Γιέβικ.
Ο Αντρέιας Έισετ ήταν λίγο πάνω από τα 20 όταν τον επισκέφτηκε το 1908 ένας σκαπανέας την ώρα που έκοβε ξύλα στο οικογενειακό αγρόκτημα κοντά στο Κόνγκσβινγκερ. Πήρε το βιβλίο Το Θείον Σχέδιον των Αιώνων, το οποίο του άρεσε πολύ και παρήγγειλε και άλλα έντυπα. Ύστερα από μερικούς μήνες άφησε το αγρόκτημα σε ένα από τα μικρότερα αδέλφια του και άρχισε το σκαπανικό. Τα επόμενα οχτώ χρόνια, κήρυξε σε ολόκληρη σχεδόν τη Νορβηγία. Πρώτα πήγε βόρεια στην ενδοχώρα ταξιδεύοντας με ποδήλατο το καλοκαίρι και με έλκηθρο το χειμώνα. Όταν έφτασε στο Τρόμσε, πήρε το δρόμο προς τα νότια καλύπτοντας αυτή τη φορά όλα τα παράλια μέχρι τη Χριστιανία.
Η Άννα Άντερσεν από το Ρίγκε, κοντά στο Μος, ήταν και αυτή από τα πρώτα άτομα που έκαναν σκαπανικό. Στο παρελθόν, ήταν για αρκετά χρόνια αξιωματικός του Στρατού της Σωτηρίας βοηθώντας από καρδιάς όσους είχαν ανάγκη. Γύρω στο 1907, όμως, διάβασε μερικά έντυπά μας και κατάλαβε ότι βρήκε την αλήθεια. Στο Κρίστιανσουντ γνώρισε μια συνάδελφό της, τη Χούλντα Άντερσεν (αργότερα Έισετ), η οποία επίσης έδειξε ενδιαφέρον για τη Γραφή. Σε λίγο, ξεκίνησαν οι δυο τους ένα μεγάλο ταξίδι προς τα βόρεια περιπλέοντας την ακτογραμμή με ατμόπλοιο. Έφτασαν μέχρι το Κίρκενες, κοντά στα ρωσικά σύνορα, κατεβαίνοντας σε κάθε λιμάνι και δίνοντας έντυπα. Περίπου το 1912, η Άννα άρχισε το σκαπανικό. Επί δεκαετίες, ταξίδευε σε ολόκληρη τη χώρα με πλοίο ή με ποδήλατο. Χάρη στις προσπάθειές της, τα έντυπα έφτασαν σχεδόν σε κάθε πόλη. Στο Κρίστιανσαντ, στα νότια της χώρας, έμεινε αρκετό καιρό προσφέροντας πολύτιμη βοήθεια στην εκκλησία που μεγάλωνε συνεχώς.
Ο Καρλ Γκούνμπερ, προτού γίνει Σπουδαστής της Γραφής, ήταν αξιωματικός του ναυτικού. Άρχισε το σκαπανικό περίπου το 1911 όταν ήταν γύρω στα 35 και, για να συντηρείται, παρέδιδε μαθήματα πλοήγησης. Παρότι η όψη του ήταν κάπως βλοσυρή, είχε ευχάριστη προσωπικότητα και αρκετό χιούμορ. Κήρυττε σε όλη τη Νορβηγία μέχρι τα γεράματα, ενώ η εμπειρία που είχε στο ναυτικό και οι γνώσεις πλοήγησης χρησίμευσαν πάρα πολύ στην εξάπλωση των καλών νέων, όπως θα δούμε αργότερα.
ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΩΝ ΑΔΕΛΦΩΝ
Τον Οκτώβριο του 1905, έγινε στη Χριστιανία η πρώτη συνέλευση. Ο ενθουσιασμός των αδελφών ήταν διάχυτος. Την παρακολούθησαν γύρω στα 15 άτομα και βαφτίστηκαν 3. Το 1906 έγινε συνέλευση στο Μπέργκεν, ενώ από το 1909 άρχισαν να διοργανώνονται ετήσιες συνελεύσεις με ομιλητές από τη Δανία, τη Φινλανδία και τη Σουηδία. Μερικοί από αυτούς τους αδελφούς επισκέπτονταν επίσης τις εκκλησίες ως πίλγκριμ—κάτι αντίστοιχο με τους σημερινούς περιοδεύοντες επισκόπους.
Οι επισκέψεις του αδελφού Ρώσσελ εκείνα τα χρόνια έμειναν αξέχαστες. Το 1909 επισκέφτηκε το Μπέργκεν και τη Χριστιανία. Πόσο χάρηκαν οι αδελφοί που είχαν την ευκαιρία να τον γνωρίσουν από κοντά και να ακούσουν τις ομιλίες του! Στη δεύτερη επίσκεψή του, που έγινε το 1911, δόθηκε μεγάλη δημοσιότητα, και οι 61 αδελφοί ενθουσιάστηκαν με τον αριθμό των παρόντων στη δημόσια ομιλία που έφτασε τους 1.200!
Τρία χρόνια αργότερα, ο αδελφός Ρώσσελ διόρισε τον πρώτο Νορβηγό περιοδεύοντα επίσκοπο. Ήταν ο Χένρι Μπιέρνστα, ο οποίος θα επισκεπτόταν τους αδελφούς στη Νορβηγία και στη Σουηδία σε τακτική βάση.
ΤΟ ΕΡΓΟ ΕΠΙΤΑΧΥΝΕΤΑΙ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΟ 1914
Το 1910 έφτασε στα χέρια των αδελφών ένα χρήσιμο εργαλείο για το κήρυγμα. Ήταν η σειρά φυλλαδίων Άμβωνας των Λαών, η οποία βοήθησε περισσότερους Σπουδαστές της Γραφής να συμμετέχουν δραστήρια στο έργο. Αδημονώντας να ξεσκεπάσουν τη θρησκευτική πλάνη και να εξηγήσουν τις Βιβλικές αλήθειες, οι αδελφοί μοίρασαν δωρεάν χιλιάδες φυλλάδια, πολλά από τα οποία κυκλοφόρησαν ως ένθετα εφημερίδων.
Οι Σπουδαστές της Γραφής ανυπομονούσαν να δουν τι θα γινόταν το 1914. Το βιβλίο Ο Καιρός Εστίν Εγγύς (ο δεύτερος τόμος της σειράς Χαραυγή της Χιλιετηρίδος) εξηγούσε ότι οι καιροί των εθνών θα έληγαν το 1914 σε μια περίοδο ταραχών και αναρχίας και στη συνέχεια θα αναλάμβανε την εξουσία η Βασιλεία του Θεού. Οι Σπουδαστές της Γραφής ανέμεναν επίσης ότι οι συγκληρονόμοι του Χριστού θα λάβαιναν τότε την ουράνια ανταμοιβή τους.
Εκείνον τον καιρό γίνονταν συχνά συζητήσεις για αυτό το θέμα. Για παράδειγμα, ένα βράδυ τον Ιούλιο του 1914 στο Σκίεν, ο Καρλ Κρίστιανσεν έπαιζε στην ορχήστρα της πόλης και στο διάλειμμα είπε σε κάποιους γύρω του: «Σε μερικές εβδομάδες θα δούμε μεγάλα γεγονότα. Πρώτα θα γίνει πόλεμος, μετά επανάσταση, μετά αναρχία και μετά θα έρθει η Βασιλεία του Θεού». Λίγο καιρό αργότερα, όταν ξέσπασε ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος, πολλοί ρωτούσαν τον Καρλ για να μάθουν περισσότερα.
Λίγο νοτιότερα, στο παραθαλάσσιο Άρενταλ, υπήρχε μόνο μία Σπουδάστρια της Γραφής το 1914. Κάποια μέρα, αυτή η αδελφή συνάντησε στο δρόμο τη Μία Άπεσλαν και της είπε ότι, σύμφωνα με τη Γραφή, το φθινόπωρο του 1914 θα γινόταν πόλεμος. «Αν όντως γίνει», απάντησε εκείνη, «θα σας ακολουθήσω». Τα λόγια της αδελφής επαληθεύτηκαν πριν περάσει καιρός, και η Μία τήρησε την υπόσχεσή της ακολουθώντας την αληθινή πίστη. Μαζί με την αδελφή που της μίλησε και μερικά άλλα άτομα αποτέλεσαν τον πυρήνα της Εκκλησίας Άρενταλ.
Η ΠΡΟΟΔΟΣ ΣΥΝΟΔΕΥΤΗΚΕ ΑΠΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ
Τελικά, δεν εκπληρώθηκαν όλες οι προσδοκίες των Σπουδαστών της Γραφής για το 1914. Εκείνοι όμως συνέχισαν με ζήλο το έργο τους. Από το Δεκέμβριο του 1914 μέχρι και τα μέσα του 1915, προβλήθηκε σε μεγάλα ακροατήρια το εντυπωσιακό έργο «Φωτόδραμα της Δημιουργίας» που συνδύαζε διαφάνειες και ταινία. Με αυτόν τον τρόπο, δόθηκε εξαιρετική μαρτυρία στη Χριστιανία, στο Μπέργκεν, στο Τρόνχεϊμ, στο Σκίεν, στο Άρενταλ και στο Κρίστιανσαντ.
Λίγο αργότερα, ωστόσο, ανέκυψαν προβλήματα. Ο Φρίτγιοφ Λίντκβιστ, που επέβλεπε το έργο στη Νορβηγία επί σχεδόν δέκα χρόνια, άρχισε να ακολουθεί δική του πορεία και το 1916 εγκατέλειψε την αλήθεια. Ως αποτέλεσμα, την οργάνωση του έργου ανέλαβαν για μερικά χρόνια αδελφοί από τη Σουηδία και τη Δανία. Το 1921 διορίστηκε να επιβλέπει το έργο ο αδελφός Ένοκ Εμάν, ο οποίος παρέμεινε σε αυτόν το διορισμό μέχρι το 1945.
Επίσης, το 1916 δημιουργήθηκε κάποια αναστάτωση όταν πέθανε ο Κ. Τ. Ρώσσελ και τον διαδέχθηκε ο Ι. Φ. Ρόδερφορντ ως υπεύθυνος του έργου των Σπουδαστών της Γραφής. Εξαιτίας ανεκπλήρωτων προσδοκιών σε σχέση με το 1914 και κάποιων οργανωτικών αλλαγών, πολλοί εγκατέλειψαν την οργάνωση. Οι συνέπειες ήταν ιδιαίτερα σοβαρές στο Μπέργκεν, όπου το 1918 είχε απομείνει στην εκκλησία μόνο ένας αδελφός και εφτά αδελφές. Στο Τρόνχεϊμ, επίσης, μειώθηκε αισθητά ο αριθμός των αδελφών της εκκλησίας, ενώ στη Χριστιανία διαλύθηκε ένας ολόκληρος όμιλος. Εκείνοι, όμως, που παρέμειναν όσιοι στην οργάνωση γεύτηκαν σύντομα τις πλούσιες ευλογίες του Ιεχωβά.
ΝΕΑ ΩΘΗΣΗ ΣΤΟ ΕΡΓΟ
Το 1918, ο αδελφός Ρόδερφορντ παρουσίασε τη συναρπαστική ομιλία «Εκατομμύρια που Ζουν Τώρα Δεν θα Πεθάνουν Ποτέ». Από το 1920 ως το 1925, η ομιλία αυτή εκφωνήθηκε σε όλο τον κόσμο βάζοντας τους ακροατές σε βαθιές σκέψεις. Ο αδελφός Α. Χ. Μακμίλαν ήρθε από τα παγκόσμια κεντρικά γραφεία της Νέας Υόρκης για να την εκφωνήσει σε διάφορες πόλεις της Νορβηγίας. Στη Χριστιανία, η ομιλία θα γινόταν στο αμφιθέατρο ενός πανεπιστημίου. Πολλοί που είχαν πάει να την παρακολουθήσουν άρχισαν να φεύγουν επειδή δεν έβρισκαν θέση. Ωστόσο, ο αδελφός Εμάν ανέβηκε σε ένα κιβώτιο που βρισκόταν στην είσοδο και φώναξε: «Αν ξανάρθετε σε μιάμιση ώρα, ο Μακμίλαν θα ξανακάνει την ομιλία!» Έτσι και έγινε. Η αίθουσα γέμισε και δεύτερη φορά από τον κόσμο που ήθελε να ακούσει την ομιλία. Σε διάστημα μερικών ετών, ντόπιοι αδελφοί εκφώνησαν την ίδια ομιλία στην υπόλοιπη χώρα. Χιλιάδες άτομα άκουγαν με ζωηρό ενδιαφέρον τις Γραφικές αποδείξεις που πιστοποιούν ότι πολλοί θα σωθούν από τον Αρμαγεδδώνα και θα ζήσουν για πάντα σε μια παραδεισένια γη. Πολλοί επίσης πήραν το ίδιο άγγελμα μέσω του βιβλιαρίου Εκατομμύρια Ζώντων Ήδη Ουδέποτε θα Αποθάνωσιν!
Από το 1922 ως το 1928, οι Σπουδαστές της Γραφής διένειμαν εκατοντάδες χιλιάδες φυλλάδια με αποφάσεις που είχαν υιοθετηθεί σε συνελεύσεις. Μερικά από αυτά είχαν τους εξής τίτλους: Μία Πρόκλησις προς τους Ηγέτας του Κόσμου, Μία Προειδοποίησις προς Όλους τους Χριστιανούς και Εκκλησιαστικοί Καταγγελλόμενοι. Πολλοί Σπουδαστές της Γραφής βγήκαν για πρώτη φορά στο έργο κηρύγματος δίνοντας αυτά τα φυλλάδια.
Εντούτοις, η αύξηση ήταν κάπως αργή. Παρότι οι σκαπανείς και οι ζηλωτές ευαγγελιζόμενοι κήρυτταν με ενθουσιασμό, κάποιοι άλλοι χρειάζονταν βοήθεια για να ασχοληθούν περισσότερο με το έργο. Επιπλέον, τα έντυπα κυκλοφορούσαν κυρίως στη δανική, στη δανονορβηγική και στη σουηδική, αλλά όχι στη νορβηγική. Τι μπορούσε να γίνει για να δοθεί περαιτέρω ώθηση στο έργο;
Το Δελτίο του Απριλίου 1925 (τώρα Η Διακονία Μας της Βασιλείας), στη νορβηγική, έκανε την εξής συναρπαστική ανακοίνωση: «Διά του παρόντος, σας στέλνουμε το πρώτο τεύχος του περιοδικού Ο Χρυσούς Αιών στη νορβηγική. Από τώρα και στο εξής μπορείτε να κάνετε συνδρομές». Επρόκειτο για το τεύχος του Μαρτίου 1925 του Χρυσού Αιώνος (τώρα γνωστό ως Ξύπνα!). Πριν περάσει πολύς καιρός, η νορβηγική έκδοση απέκτησε ευρεία κυκλοφορία, όχι μόνο στη Νορβηγία, αλλά και στη Δανία. Το 1936, το όνομα του περιοδικού στη νορβηγική έγινε Νου Βέρντεν (Νέος Κόσμος), και οι Νορβηγοί συνδρομητές έφτασαν τους 6.190.
ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΝΕΕΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ
Το Μάιο του 1925, 500 και πλέον Σπουδαστές της Γραφής από τη Σκανδιναβία συγκεντρώθηκαν για μια συνέλευση στο Έρεμπρο της Σουηδίας. Εκεί ο αδελφός Ρόδερφορντ ανακοίνωσε ότι θα ιδρυόταν ένα Γραφείο Βόρειας Ευρώπης στην Κοπεγχάγη, στη Δανία. Ο Γουίλιαμ Ντέι θα ερχόταν από το Λονδίνο για να αναλάβει την επίβλεψη του έργου του λαού του Θεού στη Δανία, στη Νορβηγία, στη Σουηδία, στη Φινλανδία και στις βαλτικές χώρες. Όλες αυτές οι χώρες θα συνέχιζαν να έχουν και κάποιον τοπικό επίσκοπο. Στη Νορβηγία, επίσκοπος θα παρέμενε ο Ένοκ Εμάν.
Ο Γουίλιαμ Ντέι, Σκωτσέζος στην καταγωγή, ήταν ένας δραστήριος αδελφός που συνέβαλε πολύ στην επιτάχυνση του έργου. Εκτός του ότι ήταν ικανός οργανωτής, ενθάρρυνε τους αδελφούς με την ευχάριστη διάθεσή του και το καλό του παράδειγμα στη διακονία. Το Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο του 1925, ταξίδεψε σε όλη τη Νορβηγία για να οργανώσει τις εκκλησιαστικές δραστηριότητες με βάση τις οδηγίες που είχαν δοθεί από τα κεντρικά γραφεία. Επειδή μιλούσε αγγλικά, χρησιμοποιούσε διερμηνέα. Υπηρέτησε ως επίσκοπος του Γραφείου Βόρειας Ευρώπης μέχρι το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Επί αρκετό διάστημα, οι αδελφοί αναζητούσαν έναν πιο κατάλληλο χώρο για το γραφείο της Νορβηγίας. Το 1925 κάποιος αδελφός που κληρονόμησε ένα χρηματικό ποσό αγόρασε ένα τριώροφο κτίριο στο Όσλο και το πούλησε στην οργάνωση στη μισή τιμή. Η προσφορά αυτή ήταν ό,τι έπρεπε! Το κτίριο εξυπηρέτησε μια χαρά τις ανάγκες μας μέχρι το 1983.
ΜΙΑ ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΕΝΕΡΓΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ
Το έτος 1931 αποτέλεσε σημαντικό ορόσημο στην ιστορία των υπηρετών του Θεού σε όλο τον κόσμο. Εκείνη τη χρονιά υιοθέτησαν το νέο όνομα—Μάρτυρες του Ιεχωβά. «Την ώρα που πήραμε το νέο μας όνομα», έγραψε ο αδελφός Εμάν, «σηκωθήκαμε όρθιοι και φωνάξαμε με όλη μας τη δύναμη “Για” [Ναι]!» Οι αδελφοί κατενθουσιάστηκαν που είχαν πλέον Γραφικό όνομα και ήταν αποφασισμένοι να αποδειχτούν αντάξιοί του.
Ο Ιεχωβά ευλογούσε το εντατικό κήρυγμα στη Νορβηγία και αυτό ήταν ολοφάνερο. Ο μέσος όρος ευαγγελιζομένων αυξήθηκε από 15 το 1918 σε 328 το 1938. Ο λαός του Ιεχωβά δεν ήταν απλώς Σπουδαστές της Γραφής—ήταν ενεργοί μάρτυρες.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν ο Έβεν Γκούνταρσρουντ, ο οποίος βαφτίστηκε το 1917 και συνταυτίστηκε με την Εκκλησία Σκίεν. Στην αρχή η γυναίκα του, για να τον εμποδίσει να παρακολουθεί τις συναθροίσεις, του έκρυβε τα παπούτσια. Αλλά αυτό δεν τον σταμάτησε—πήγαινε στις συναθροίσεις ξυπόλητος! Κάποια φορά τον κλείδωσε στην κρεβατοκάμαρα, αλλά εκείνος πήδηξε από το παράθυρο. Τίποτα από όσα έκανε η γυναίκα του δεν τον κράτησε μακριά από τις συναθροίσεις. Στο μεταξύ, ο Έβεν συνέχιζε να της δείχνει καλοσύνη. Εκείνη άρχισε να ντρέπεται που ο άντρας της κυκλοφορούσε ξυπόλητος στην πόλη. Θέλοντας να μάθει γιατί ο Έβεν θεωρούσε τόσο σημαντικές τις συναθροίσεις, άρχισε να πηγαίνει και εκείνη μαζί του. Τελικά, έγινε και η ίδια Μάρτυρας του Ιεχωβά.
Ο ενθουσιασμός της Εκκλησίας Σκίεν ήταν ενδεικτικό παράδειγμα του πνεύματος που επικρατούσε τότε στις εκκλησίες. Οι αδελφοί εκεί έκαναν πολύ έργο σε κοντινές πόλεις και αγροτικές περιοχές. Συχνά, τα σαββατοκύριακα χρησιμοποιούσαν ανοιχτά φορτηγά ή πλοιάρια για να κηρύξουν σε αυτά τα μέρη και διεξήγαν επίσης δημόσιες συναθροίσεις. Σε λίγο καιρό είχαν δημιουργηθεί νέοι όμιλοι και εκκλησίες. Τέτοιου είδους θεοκρατική δράση ανέπτυσσαν και άλλες εκκλησίες—έμοιαζαν με πολύβουες κυψέλες.
ΘΑΥΜΑΣΙΑ ΠΡΟΟΔΟΣ ΣΤΟ ΜΠΕΡΓΚΕΝ
Ένας δραστήριος ευαγγελιζόμενος στην περιοχή του Μπέργκεν ήταν ο Τόρκελ Ρίνγκαραϊντ που ήρθε σε επαφή με την αλήθεια το 1918, όταν έπεσε στα χέρια του ένα βιβλιάριο των Σπουδαστών της Γραφής. Ο Τόρκελ έψαξε να βρει τον αδελφό Νταλ, ο οποίος τότε ήταν ο μόνος αδελφός στην Εκκλησία Μπέργκεν. Ο αδελφός Νταλ έκανε συναθροίσεις στο σπίτι του και τις παρακολουθούσαν εφτά αδελφές—τα υπόλοιπα μέλη της εκκλησίας. Ανάμεσά τους ήταν και η Χέλγκα Ες, η οποία στο μεταξύ είχε επιστρέψει στο Μπέργκεν. Ο Τόρκελ συνταυτίστηκε με τη μικρή αυτή εκκλησία και το 1919 παντρεύτηκε τη Χέλγκα.
Ο Τόρκελ ήταν ένας θαρραλέος άντρας με στεντόρεια φωνή. Επί χρόνια ήταν ο μόνος δημόσιος ομιλητής σε εκείνη την εκκλησία. Κάθε Κυριακή, ξεσκέπαζε άφοβα με τις ομιλίες του την υποκρισία και τις ψεύτικες διδασκαλίες του κλήρου. Πολλές φορές οι ομιλίες του ανακοινώνονταν από τις εφημερίδες, και ο αριθμός των ενδιαφερομένων που τις παρακολουθούσαν ξεπερνούσε κατά πολύ τον αριθμό των Σπουδαστών της Γραφής στην περιοχή.
Ο Τόρκελ πρότρεπε τους ακροατές του να μεταδίδουν την αλήθεια. Το 1932, μεταξύ των ακροατών του ήταν και ο Νιλς Ρόου, ο οποίος είχε γνωρίσει την αλήθεια τον προηγούμενο χρόνο, αλλά δίσταζε να αρχίσει το έργο κηρύγματος. Η εκκλησία είχε προγραμματίσει τότε μια μεγάλη εκστρατεία με το βιβλιάριο Η Βασιλεία, η Ελπίς του Κόσμου, και ο Τόρκελ έκανε μια ομιλία σχετικά με το πόσο απαραίτητο είναι να συμμετέχει κανείς στη διακονία. «Εκείνη η ομιλία ήταν το κάτι άλλο! Κατενθουσιάστηκα», ανέφερε ο Νιλς. Στον επίλογο, ο Τόρκελ παρέθεσε τα λόγια του Ιεχωβά από το εδάφιο Ησαΐας 6:8: «Ποιον θα στείλω, και ποιος θα πάει για εμάς;» Ύστερα είπε: «Είθε όλοι να απαντήσουμε όπως ο Ησαΐας: “Ορίστε εγώ! Στείλε εμένα”!» Αυτό ήταν ό,τι χρειαζόταν ο Νιλς και η γυναίκα του. Τίποτα δεν τους εμπόδιζε πια να ξεκινήσουν το έργο.
Το σπίτι του Τόρκελ και της Χέλγκα ήταν στέκι για τους αδελφούς. Οι συζητήσεις περιστρέφονταν πάντα γύρω από την αλήθεια, κάτι πολύ ενθαρρυντικό για τους καινούριους ευαγγελιζομένους αλλά και για τους νεαρούς. Πολλές φορές, η εκκλησία έκανε εκστρατείες για έργο σε κοντινά μέρη με πλοιάριο ή φορτηγό. Μετά, οι αδελφοί μαζεύονταν για να πουν τις εμπειρίες τους και να κάνουν παρέα.
ΖΗΛΩΤΕΣ ΚΗΡΥΚΕΣ ΣΤΟ ΟΣΛΟ
Τις δεκαετίες του 1920 και του 1930, υπήρχε επίσης αυξημένη δράση στην περιοχή του Όσλο. Ένας από τους ευαγγελιζομένους σε αυτή την πόλη ήταν ο Όλαφ Σκάου, ο οποίος βαφτίστηκε το 1923. Το 1927 διορίστηκε διευθυντής υπηρεσίας στην εκκλησία και υπηρέτησε εκεί επί δεκαετίες. Ήταν ένας στοργικός επίσκοπος με επινοητικό μυαλό. Οργάνωσε το έργο στο Όσλο και διευθετούσε να γίνονται εξορμήσεις τα σαββατοκύριακα στα περίχωρα με πούλμαν ή φορτηγό. Καθόταν ως αργά τη νύχτα για να σχεδιάζει χάρτες και να διοργανώνει εκστρατείες.
Οι ευαγγελιζόμενοι του Όσλο κήρυτταν σε πόλεις και αγροτικές περιοχές από το Χάλντεν και το Φρέντκρισταντ στα νότια της πόλης ως το Χάμαρ στα βόρεια, και από το Κόνγκσβινγκερ στα ανατολικά ως το Ντράμεν και το Χένεφος στα δυτικά. Έφταναν στον τομέα γύρω στις 9:00 π.μ. και κήρυτταν από σπίτι σε σπίτι όλη τη μέρα. Πολλές φορές έκαναν και δημόσιες συναθροίσεις. Αυτή η δράση έβαλε τα πρώτα λιθαράκια για να σχηματιστούν καινούριοι όμιλοι και εκκλησίες. Οι λιγοστοί αδελφοί που ζούσαν εκεί ήταν πολύ ευγνώμονες για αυτές τις επισκέψεις. Σε μια εκστρατεία εννιά ημερών το 1935, οι 76 ευαγγελιζόμενοι του Όσλο έδωσαν 13.313 βιβλιάρια—κατά μέσο όρο 175 και πλέον ο καθένας!
Η γυναίκα του Όλαφ, η Έστερ, έπασχε από αρθρίτιδα και ήταν καθηλωμένη σε αναπηρικό καροτσάκι. Παρ’ όλα αυτά, το σπίτι τους ήταν αγαπημένο μέρος συνάντησης για τους αδελφούς. Ο Όλαφ, ο οποίος αναλάμβανε συνήθως το μαγείρεμα, τους έφτιαχνε συχνά την πεντανόστιμη σπεσιαλιτέ του—φτερούγες κοτόπουλου. Αλλά αυτό που θυμούνται περισσότερο από εκείνες τις παρέες αρκετοί ηλικιωμένοι αδελφοί είναι η πνευματική ενίσχυση, οι συναρπαστικές συζητήσεις για την αλήθεια και τα Γραφικά παιχνίδια. «Κάθε φορά που πηγαίναμε στο σπίτι τους, γυρίζαμε αναζωογονημένοι», αναπολεί η Ράνχιλ Σίμονσεν.
«ΕΙΧΑΝ ΤΗ ΣΩΣΤΗ ΔΙΑΘΕΣΗ ΓΙΑ ΑΙΩΝΙΑ ΖΩΗ»
Τα παλιότερα χρόνια οι άνθρωποι ενδιαφέρονταν πιο πολύ για τη θρησκεία και ήξεραν περισσότερα για τη Γραφή από ό,τι σήμερα. Σε πολλούς άρεσαν οι Γραφικές συζητήσεις και, όπως συνέβαινε και τον πρώτο αιώνα, “όσοι είχαν τη σωστή διάθεση για αιώνια ζωή γίνονταν πιστοί”.—Πράξ. 13:48.
Ένα τέτοιο άτομο ήταν η Ντούρντι Χάμρε. Το 1924 πήρε ένα βιβλιάριο, το οποίο κάθησε και διάβασε το ίδιο εκείνο βράδυ μέχρι τα χαράματα. «Πήγα για ύπνο Πεντηκοστιανή και ξύπνησα Μάρτυρας του Ιεχωβά», είπε μετέπειτα η ίδια.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1920, ένας από τους οχτώ γιους της οικογένειας Φιέλτφαϊτ παρακολούθησε μια δημόσια ομιλία σχετικά με την κόλαση και πήρε ένα βιβλιάριο που εξέταζε αυτό το θέμα. Τα όσα διάβασε τον έπεισαν ότι η διδασκαλία της κόλασης είναι ένα ψέμα. Λίγο αργότερα, καθώς όλη η οικογένεια ήταν μαζεμένη στο αγρόκτημά τους, είπε με μεγάλο ενθουσιασμό αυτά που έμαθε στους εφτά αδελφούς και στις τρεις αδελφές του. Η συζήτησή τους για το βιβλιάριο κράτησε ως αργά τη νύχτα. Προτού περάσει καιρός, όλα τα αδέλφια και οι περισσότεροι από τους γαμήλιους συντρόφους τους έγιναν Σπουδαστές της Γραφής. Αργότερα, αρκετά παιδιά και εγγόνια τους έγιναν και αυτά ζηλωτές ευαγγελιζόμενοι, μερικά μάλιστα διέδωσαν την αλήθεια και σε άλλα μέρη.
Το ενδιαφέρον των ανθρώπων για τα πνευματικά πράγματα φάνηκε επίσης σε συνελεύσεις που έγιναν στο Μπέργκεν και στο Όσλο το 1936. Ομιλητής από τα παγκόσμια κεντρικά γραφεία της Νέας Υόρκης ήταν ο Μ. Α. Χάουλετ. Στο Μπέργκεν, παρακολούθησαν τη δημόσια ομιλία 810 άτομα, μεταξύ των οποίων κάποιοι ιερείς και ένας επίσκοπος. Από όλους αυτούς μόνο οι 125 ήταν Μάρτυρες. Στο Όσλο, όπου συγκεντρώθηκαν 140 αδελφοί, το σύνολο των παρόντων στην ίδια ομιλία ήταν 1.014!
«ΑΡΧΙΣΑΝ ΝΑ ΕΡΧΟΝΤΑΙ!»
Το 1935, όταν διευκρινίστηκε η ταυτότητα του “μεγάλου πλήθους” των εδαφίων Αποκάλυψη 7:9-17, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά κατενθουσιάστηκαν. Χάρηκαν που έμαθαν ότι οι αληθινοί λάτρεις που ελπίζουν να ζήσουν σε μια παραδεισένια γη μπορούσαν να ενωθούν με το χρισμένο υπόλοιπο ως αφιερωμένοι υπηρέτες του Ιεχωβά. Από εκείνη τη χρονιά, το έργο κηρύγματος εστιάστηκε στη σύναξη του μεγάλου πλήθους που θα επιζήσει από «τη μεγάλη θλίψη». Πρόκειται για τη μεγαλύτερη σύναξη αληθινών λάτρεων στην ανθρώπινη ιστορία.
Το 1935 κάποιοι σκαπανείς που είχαν ουράνια ελπίδα κήρυτταν σε μια αγροτική περιοχή κοντά στο Λιλεχάμερ. Καθώς εξηγούσαν στην οικογένεια Γιόχανσεν ότι ο Θεός σκοπεύει να κάνει τη γη παράδεισο, ο δεκάχρονος τότε Γιον κρεμόταν από τα χείλη τους. Στα 13 του, ήθελε τόσο πολύ να μεταδώσει αυτή τη γλυκιά ελπίδα και σε άλλους που πήρε την τσάντα του πατέρα του και πήγε να κηρύξει στη γειτονιά μόνος του! Σήμερα, 70 και πλέον χρόνια μετά, ο Γιον συνεχίζει να κηρύττει δραστήρια με τη γυναίκα του, την Έιντιτ. Είναι πολύ χαρούμενος που συμμετείχε και αυτός με κάποιον τρόπο στην αθρόα εισροή καινούριων ατόμων στο διάβα των ετών.
Μια μέρα το 1937, ο Όλαφ Ροντ συζητούσε στο σπίτι του με κάποιον άλλον αδελφό για το μεγάλο πλήθος. Ήταν οι μόνοι Μάρτυρες στο Χάουγκεσουντ και αναρωτιούνταν πώς θα συγκεντρώνονταν τόσοι άνθρωποι. Ξαφνικά κάποιος χτύπησε την πόρτα. Ήταν ο Άλφρεντ Τρένγκαραϊντ, ο οποίος είχε διαβάσει μια Σκοπιά και του άρεσε πολύ. Επειδή ήξερε ότι ο Όλαφ ήταν Μάρτυρας, μπήκε αμέσως στη βάρκα του και πήγε κωπηλατώντας στο Χάουγκεσουντ για να του ζητήσει έντυπα. Ο Όλαφ έμεινε με το στόμα ανοιχτό. “Κοίτα να δεις! Άρχισαν να έρχονται!” είπε μέσα του. Και όντως ήρθαν—όχι βέβαια όλοι με τον ίδιο τρόπο ούτε ταυτόχρονα. Ο Άλφρεντ έγινε αδελφός, όπως και πολλοί άλλοι σε αυτή την περιοχή οι οποίοι ανταποκρίθηκαν στα καλά νέα της Βασιλείας.
ΠΛΩΤΑ ΜΕΣΑ ΣΥΜΒΑΛΛΟΥΝ ΣΤΗ ΣΥΝΑΞΗ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΠΛΗΘΟΥΣ
Όταν πρωτοξεκίνησε το έργο στη Νορβηγία, φάνηκε αμέσως ότι θα ήταν δύσκολο να φτάσουν τα καλά νέα στους απομονωμένους κατοίκους των αναρίθμητων νησιών και των μακρινών ακτών. Γι’ αυτό και το γραφείο τμήματος αγόρασε το 1928 μια μηχανοκίνητη βάρκα που μπορούσε να φιλοξενήσει δύο με τρεις σκαπανείς, ένα γερό σκαρί κατάλληλο για τις βραχώδεις ακτές της Νορβηγίας. Ποιος θα έπαιρνε το τιμόνι; Αυτό προσφέρθηκε να το κάνει ένας πεπειραμένος σκαπανέας, ο Καρλ Γκούνμπερ, ο οποίος ως πρώην ναυτικός και δάσκαλος πλοήγησης διέθετε τις ανάλογες γνώσεις. Η πρώτη εκείνη βάρκα, που την ονόμασαν Ελιού, ξεκινούσε από το Όσλο με κατεύθυνση προς τα νότια και σταματούσε στα διάφορα λιμάνια. Μια χειμωνιάτικη νύχτα όμως το 1929, βούλιαξε στη μανιασμένη θάλασσα κοντά στο Στάβανγκερ. Ευτυχώς, οι αδελφοί βγήκαν στην ακτή σώοι και αβλαβείς.
Το 1931 οι αδελφοί αγόρασαν ένα άλλο πλοιάριο, που το ονόμασαν Έστερ. Ο Καρλ ξεκίνησε και πάλι τα ταξίδια, με δύο ακόμη αδελφούς. Τα επόμενα εφτά χρόνια, το πλοιάριο αυτό κάλυψε τομείς στη δυτική και στη βόρεια Νορβηγία. Το 1932, ο Καρλ ένιωσε ότι “παραήταν μεγάλος για καινούριες περιπέτειες”. Άφησε λοιπόν τη θάλασσα και συνέχισε το σκαπανικό στην ανατολική Νορβηγία, παραδίδοντας το Έστερ στον Γιοχάνες Κόρστα. Το 1938, αυτό το πλοιάριο αντικαταστάθηκε από ένα άλλο, που ονομάστηκε Ρουθ, και το οποίο χρησιμοποιήθηκε μέχρι το 1940, όταν ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος έβαλε τέλος σε αυτή τη μορφή μαρτυρίας. Μέχρι τότε, εκείνοι οι σκαπανείς είχαν καλύψει διά θαλάσσης τεράστιες περιοχές και είχαν δώσει πολλά έντυπα. Παραδείγματος χάρη, το 1939, οι δύο αδελφοί που κήρυτταν με το Ρουθ, ο Αντρέιας Χόουπε και ο Μάγκνους Ράνταλ, ανέφεραν ότι σε έναν μόνο χρόνο είχαν δώσει πάνω από 16.000 βιβλία, βιβλιάρια και περιοδικά, και είχαν παίξει ομιλίες στο φωνογράφο 1.072 φορές, τις οποίες άκουσαν 2.531 άτομα.
Εκτός από τις πολλές ωραίες εμπειρίες στο έργο, οι αδελφοί που κήρυτταν με τα πλοιάρια απολάμβαναν και τις καταπληκτικές ομορφιές της φύσης. «Κάθε μέρα πηγαίναμε όλο και πιο βόρεια», έγραψε ο Αντρέιας Χόουπε, «μπαινοβγαίνοντας στα φιόρδ και περιπλέοντας εντυπωσιακά ακρωτήρια. Το τοπίο ήταν σαγηνευτικό, επιβλητικό και άγριο». Το χειμώνα, βόρεια του Αρκτικού Κύκλου, «το πολικό σέλας με τα φαντασμαγορικά του χρώματα» τους έκοβε την ανάσα. Το δε καλοκαίρι, έμεναν άφωνοι «από τις μαγευτικές εικόνες που ζωγράφιζε ο ήλιος του μεσονυκτίου».
ΜΙΑ ΖΗΛΩΤΡΙΑ ΣΚΑΠΑΝΙΣΣΑ
Τη δεκαετία του 1930, ο αριθμός των σκαπανέων αυξήθηκε ραγδαία. Παρότι είχαν λίγα από υλική άποψη, κάλυψαν τεράστιες περιοχές, κηρύττοντας τα καλά νέα και προσφέροντας έντυπα. Ο άσβεστος ζήλος τους είχε πολύτιμη συμβολή στη μελλοντική αύξηση.
Πάρτε για παράδειγμα τη Σούλβαϊ Λέβος (αργότερα Στουρμίρ) από το Όσλο. Αναζητώντας τη Γραφική αλήθεια, είχε παρακολουθήσει συγκεντρώσεις διαφόρων θρησκειών. Μια μέρα που παρευρέθηκε σε κάποια συνάθροιση των Μαρτύρων του Ιεχωβά, αντιλήφθηκε ότι επιτέλους είχε βρει αυτό που έψαχνε. Βαφτίστηκε το 1933 και δύο χρόνια μετά πήγε στη βόρεια Νορβηγία για να κάνει σκαπανικό. Αν και κούτσαινε λιγάκι επειδή είχε περάσει πολιομυελίτιδα, μέσα σε έξι χρόνια κήρυξε από το Μπόντε μέχρι το Κίρκενες—σε όλες σχεδόν τις πόλεις, τα ψαροχώρια και τους οικισμούς. Έδωσε έντυπα σε χιλιάδες άτομα. Σε έναν μόνο χρόνο, η Σούλβαϊ έκανε 1.100 και πλέον συνδρομές στα περιοδικά μας!
Ο ξυλουργός Νταγκ Γιένσεν, από το χωριό Χένες στα νησιά Βέστερολεν, έδειξε μεγάλο ενδιαφέρον για όσα κήρυττε η Σούλβαϊ. Εκείνος έπαιρνε αρκετά χρόνια τα έντυπά μας από άλλους ενδιαφερομένους. Όταν τον βρήκε η Σούλβαϊ, τον έκανε συνδρομητή και έπειτα συνέχισε το έργο της σε άλλη περιοχή. Ο Νταγκ άρχισε από μόνος του να δίνει μαρτυρία, δανείζοντας τα λίγα έντυπα που είχε σε όσους ενδιαφέρονταν.
Στο νησί Άντεγια, η Σούλβαϊ βρήκε κάποιους γεροδεμένους ψαράδες στην καλύβα τους. Τους μίλησε θαρραλέα για την αλήθεια, έβαλε ομιλίες στο φωνογράφο και πρόσφερε συνδρομές. Ένας νεαρός ψαράς, ο Φριτς Μάνσεν, έδειξε ενδιαφέρον και έγινε συνδρομητής. Όταν η Σούλβαϊ κάλυψε εκείνη την περιοχή, συνέχισε το ταξίδι της. Συνήθως έτσι κάλυπταν οι σκαπανείς τον τομέα—κήρυτταν, έδιναν έντυπα στους ενδιαφερομένους, έκαναν συνδρομές, και μετά πήγαιναν αλλού. Πώς θα μπορούσε να καλλιεργηθεί όλο εκείνο το ενδιαφέρον;
ΦΡΟΝΤΙΔΑ ΤΟΥ ΠΟΙΜΝΙΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
Τον Ιανουάριο του 1939 ξεκίνησε μια νέα διευθέτηση για τους περιοδεύοντες επισκόπους. Η Νορβηγία χωρίστηκε σε τέσσερις ζώνες, δηλαδή περιοχές. Οι επίσκοποι περιοχής (τότε λέγονταν υπηρέτες ζώνης) θα έμεναν σε κάθε μέρος περισσότερο από ό,τι προηγουμένως. Η έμφαση δόθηκε στην ενίσχυση των αδελφών, στην οργάνωση νέων εκκλησιών και στην υποβοήθηση των ενδιαφερομένων ατόμων να ξεκινήσουν το έργο κηρύγματος. Ο Αντρέιας Κβίνε διορίστηκε επίσκοπος της τέταρτης περιοχής, η οποία ξεκινούσε από το Φλόρε και έφτανε μέχρι το Κίρκενες, 2.600 χιλιόμετρα μακριά. Σε εκείνη την αχανή έκταση, υπήρχαν μόνο τρεις εκκλησίες—στο Τρόνχεϊμ, στο Νάμσος και στο Νάρβικ. Έπρεπε επίσης να επισκέπτεται απομονωμένους ευαγγελιζομένους και ομίλους, καθώς και αρκετούς συνδρομητές.
Ο Αντρέιας ταξίδεψε προς τα βόρεια με τη γυναίκα του τη Σίγκρι, χρησιμοποιώντας κυρίως ποδήλατο. Σκοπός του ήταν να βοηθήσει τους ευαγγελιζομένους και τα ενδιαφερόμενα άτομα να προοδεύσουν στην αλήθεια. Οι σκαπανείς τού έδωσαν επιπρόσθετες πληροφορίες για ενδιαφερομένους που χρειάζονταν πνευματική ενίσχυση. Λόγου χάρη, η Σούλβαϊ Λέβος τού μίλησε για τον Νταγκ Γιένσεν στο Χένες και τον Φριτς Μάνσεν στο νησί Άντεγια.
Ο Αντρέιας συνάντησε τον Νταγκ για πρώτη φορά το 1940. Ο ίδιος θυμάται: «Ο Νταγκ εκείνη τη στιγμή ξυριζόταν και το πρόσωπό του ήταν γεμάτο σαπουνάδα. Ακόμη θυμάμαι το ακτινοβόλο του βλέμμα μέσα από τους αφρούς. Από τη χαρά του, άφησε το ξύρισμα στη μέση». Ο Αντρέιας βοήθησε τον Νταγκ να κάνει πνευματική πρόοδο. Ο Νταγκ ανταποκρίθηκε με ενθουσιασμό, και μέσα σε λίγο καιρό βοήθησε τη γυναίκα του, την Άννα, και πολλούς φίλους και συγγενείς να γνωρίσουν την αλήθεια.
Στο χωριό Μπλάικ στο Άντεγια, ο Αντρέιας έψαξε να βρει τον Φριτς Μάνσεν και βοήθησε εκείνον το νεαρό ψαρά και τη γυναίκα του να προοδεύσουν στην αλήθεια. Έτσι τέθηκε η βάση για την εκκλησία που σχηματίστηκε αργότερα εκεί. Επίσης, πήγε με τη σύζυγό του και σε πολλά άλλα μέρη για να επισκεφτεί όσους είχε βρει η Σούλβαϊ και άλλοι φιλόπονοι σκαπανείς. Ο Αντρέιας και οι υπόλοιποι επίσκοποι περιοχής διευθετούσαν να γίνονται συναθροίσεις και ίδρυαν εκκλησίες. Όπως στη Χριστιανική εκκλησία του πρώτου αιώνα, έτσι και στη Νορβηγία άλλοι φύτευαν και άλλοι πότιζαν—αλλά «ο Θεός το έκανε να αυξάνει» με κραταιό τρόπο.—1 Κορ. 3:6.
Ο Β΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ ΣΥΓΚΛΟΝΙΖΕΙ ΤΗ ΧΩΡΑ
Τον Απρίλιο του 1940, με την εισβολή γερμανικών στρατευμάτων στο έδαφός της, η Νορβηγία μπήκε στη δίνη του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου. Μετά από μάχες που κράτησαν μόλις 62 μέρες, ολόκληρη η χώρα βρέθηκε υπό τον έλεγχο της ναζιστικής Γερμανίας. Στο διάστημα αυτό αρκετές πόλεις βομβαρδίστηκαν ανηλεώς. Λίγες μέρες μετά την εισβολή, η Γκεστάπο συνέλαβε τον επίσκοπο τμήματος, τον Ένοκ Εμάν. Έπειτα από μια εβδομάδα στο κρατητήριο, ο αδελφός πέρασε από σύντομη ανάκριση και αφέθηκε ελεύθερος αλλά, μερικές εβδομάδες αργότερα, συνελήφθη για να ανακριθεί και πάλι.
Οι αδελφοί φοβήθηκαν ότι οι Ναζί θα τους έστελναν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπως έκαναν στη Γερμανία. Ωστόσο, τίποτα τέτοιο δεν συνέβη, και εκείνοι συνέχισαν το κήρυγμα με αποφασιστικότητα και ζήλο. Μάλιστα, λόγω του πολέμου, η ανταπόκριση των ανθρώπων ήταν καλύτερη, και ξεκίνησαν πολλές Γραφικές μελέτες (τότε λέγονταν πρότυπες μελέτες). Οι αδελφοί δεν έπαψαν να λαβαίνουν από τη Δανία τη Σκοπιά στη δανική γλώσσα, ενώ το περιοδικό Νου Βέρντεν (πρόδρομος του Ξύπνα!) εξακολούθησε να εκδίδεται στη νορβηγική. Συνέχισαν να γίνονται συναθροίσεις και συνελεύσεις—το εκπληκτικό μάλιστα ήταν ότι ο αριθμός των ευαγγελιζομένων αυξήθηκε.
ΚΑΤΑΣΧΕΣΕΙΣ, ΣΥΛΛΗΨΕΙΣ ΚΑΙ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ
Παρά τη σχετική ηρεμία, όμως, τα σύννεφα είχαν αρχίσει να μαζεύονται στον ορίζοντα. Η γερμανική αστυνομία ξαναπήγε στο γραφείο τμήματος, ζήτησε έντυπά μας και ανέκρινε τον αδελφό Εμάν. Στα τέλη του 1940, κατασχέθηκε το βιβλίο Εχθροί επειδή μιλούσε για το φασισμό και το ναζισμό. Στις αρχές του 1941, η αστυνομία συνέλαβε και ανέκρινε αρκετούς σκαπανείς. Μερικές φορές, Γερμανοί και Νορβηγοί Ναζί παρακολουθούσαν συναθροίσεις για να κατασκοπεύσουν τις εκκλησίες. Κάποια μέρα, οι ναζιστικές αρχές πήγαν στο γραφείο τμήματος και κατέσχεσαν τα αποθέματα των βιβλιαρίων Φασισμός ή Ελευθερία και Εξουσία και Ειρήνη.
Ξαφνικά, τον Ιούλιο του 1941, η Γκεστάπο ξεκίνησε μια οργανωμένη προσπάθεια για να σταματήσει το έργο σε όλη τη χώρα. Πέντε Γερμανοί αξιωματικοί της αστυνομίας πήγαν στο Μπέθελ, κατέσχεσαν όσα έντυπα είχαν απομείνει και πήραν την οικογένεια Μπέθελ στο αρχηγείο της αστυνομίας για ανάκριση. Επέβαλαν στον αδελφό Εμάν να εμφανίζεται στο αστυνομικό τμήμα κάθε μέρα επί 12 εβδομάδες.
Σε μια συντονισμένη επιχείρηση, η Γκεστάπο εισέβαλε στα σπίτια των υπεύθυνων αδελφών και κατέσχεσε όλα τα έντυπα της Εταιρίας Σκοπιά. Είπαν στους αδελφούς ότι, αν δεν σταματούσαν να κηρύττουν, θα τους έστελναν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Μάλιστα, συνέλαβαν αρκετούς αδελφούς και αδελφές και τους έθεσαν υπό κράτηση μερικές μέρες.
Στο Μος, η αστυνομία πήγε στο σπίτι του Σίγκαρντ Ρους, κατέσχεσε τα έντυπά του και συνέλαβε τον ίδιο, τη γυναίκα του και έναν ακόμη αδελφό. Διέταξε επίσης τους αδελφούς να πάψουν να κηρύττουν και να μην ξαναχρησιμοποιήσουν το όνομα Ιεχωβά. Εκείνοι είπαν ότι δεν θα σταματούσαν ποτέ να κηρύττουν για τον Ιεχωβά και τη Βασιλεία του. Τελικά, οι αστυνομικοί παραδέχτηκαν: «Δεν μπορούμε να σας ξεριζώσουμε την πίστη από την καρδιά». Λίγες ώρες αργότερα, άφησαν ελεύθερους εκείνους τους ανυποχώρητους αδελφούς.
Οι Ναζί πήγαν επίσης στο σπίτι του Όλαφ Σκάου, στο Όσλο. Το έκαναν φύλλο και φτερό και κατέσχεσαν Γραφές, έντυπα και φωνογράφους. Σφράγισαν επίσης τη βιβλιοθήκη του. Ωστόσο, δεν βρήκαν τα αρχεία των ευαγγελιζομένων, τα οποία ο αδελφός είχε κρύψει στο φούρνο. Αργότερα επέστρεψαν με ένα φορτηγό για να πάρουν τα βιβλία. Αρχηγός τους ήταν ο ανθυπολοχαγός Κλάους Γκρόσμαν, ένας ναζιστής που προκαλούσε τρόμο. Όταν ο Όλαφ τον ρώτησε τι θα έκαναν τα έντυπα, εκείνος είπε ότι θα τα πολτοποιούσαν.
«Μα δεν φοβάστε καθόλου τον Ιεχωβά;» είπε ο αδελφός Σκάου.
«Ο Ιεχωβά να μας φοβάται!» απάντησε εκείνος με αλαζονεία. Τέσσερα χρόνια αργότερα, όταν οι Ναζί παραδόθηκαν, ο Γκρόσμαν αυτοκτόνησε.
Τον Ιούλιο του 1941, η Γκεστάπο συνέλαβε στο Μπόντε τον Αντρέιας Κβίνε με σκοπό να πάρει πληροφορίες για τους Μάρτυρες της βόρειας Νορβηγίας. Όταν τον ρώτησαν πού ήταν οι αδελφοί, εκείνος είπε με κάθε ειλικρίνεια: «Δεν ξέρω πού είναι σήμερα». Φανταστείτε πώς ένιωσε όταν, την ώρα της ανάκρισης, οι αξιωματικοί άδειασαν στο πάτωμα την τσάντα του, η οποία ήταν γεμάτη αρχεία με τα ονόματα και τις διευθύνσεις των εκκλησιών, των υπηρετών εκκλησίας και ενδιαφερομένων ατόμων. Μόνο όταν είδε ότι κανένας δεν μπήκε στον κόπο να ψάξει εκείνα τα χαρτιά κατάφερε να πάρει ανάσα. Αυτό που απασχολούσε περισσότερο την Γκεστάπο ήταν να τον κάνει να υπογράψει μια δήλωση με την οποία αναγνώριζε ότι ήταν απαγορευμένο να συμμετέχει σε οποιαδήποτε δραστηριότητα των Μαρτύρων του Ιεχωβά.
«Ξέρουμε ότι το έργο μας είναι απαγορευμένο», είπε ο Αντρέιας. «Δεν έχω κανένα πρόβλημα να υπογράψω ότι το γνωρίζω αυτό. Αλλά, παρότι είναι απαγορευμένο να συναθροιζόμαστε και να δίνουμε περιοδικά και βιβλία, εμείς θα συνεχίσουμε να χρησιμοποιούμε τη Γραφή και να μιλάμε στους ανθρώπους για τη Βασιλεία του Θεού». Όταν η Γκεστάπο κατάλαβε ότι ο Αντρέιας δεν θα συμβιβαζόταν, τον άφησε ελεύθερο.
Τελικά, οι ναζιστικές αρχές δήμευσαν το σπίτι που χρησιμοποιούσαν οι αδελφοί ως γραφείο τμήματος. Αν και επέτρεψαν στο ζεύγος Εμάν να συνεχίσει να μένει εκεί, διέταξαν τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας Μπέθελ να φύγουν.
ΟΙ ΣΥΝΑΘΡΟΙΣΕΙΣ ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΤΗΣ ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗΣ
Όταν οι Ναζί προσπάθησαν να εξαφανίσουν τους Μάρτυρες του Ιεχωβά, εκείνοι απλώς συνέχισαν τη θεοκρατική τους δράση υπό την επιφάνεια. Μερικοί αδελφοί έκαναν κάποιες περιοδείες για να ενισχύσουν τους ομοπίστους τους. Ο Σέρεν Λάουριτσεν, που είχε υπηρετήσει παλιότερα στο Μπέθελ, πήγαινε στη νότια Νορβηγία. Στη βόρεια πλευρά της χώρας, ο Αντρέιας Κβίνε συνέχισε να επισκέπτεται τους Μάρτυρες που ανήκαν στην περιοχή του. Πολλές φορές μάλιστα έπιανε προσωρινά κάπου δουλειά για να μην κινεί υποψίες. Το 1943, ο Μάγκνους Ράνταλ, ο οποίος είχε κάνει σκαπανικό με το πλοιάριο Ρουθ, πήρε διευθύνσεις από τον αδελφό Εμάν και ξεκίνησε με το ποδήλατο για το Μπόντε (1.200 χιλιόμετρα μακριά), προκειμένου να ενθαρρύνει τους αδελφούς.
Αν και οι αρχές απαγόρευαν τις συναθροίσεις, οι αδελφοί συνέχισαν να συγκεντρώνονται για να ενθαρρύνουν ο ένας τον άλλον. Συνήθως, μαζεύονταν λίγοι λίγοι σε σπίτια, αλλά μερικές φορές συγκεντρώνονταν στα κρυφά και περισσότεροι. To 1942, η Ανάμνηση διεξάχθηκε στο Όσλο σε δύο τοποθεσίες. Την παρακολούθησαν 280 άτομα και 90 πήραν από τα εμβλήματα. Φανταστείτε πόσο χάρηκαν οι αδελφοί βλέποντας τόσους παρόντες!
Οι Μάρτυρες κατάφεραν μάλιστα να διοργανώσουν και συνελεύσεις σε απομονωμένες φάρμες ή στα δάση. Η μεγαλύτερη από αυτές έγινε το 1943 σε ένα δάσος έξω από το χωριό Σι, και την παρακολούθησαν 180 αδελφοί από το Όσλοφιορντ. Σε κάποιο διάλειμμα, την ώρα του φαγητού, εμφανίστηκαν ξαφνικά τρεις έφιπποι Γερμανοί στρατιώτες. Τι θα έκαναν οι αδελφοί;
Κάποιος που ήξερε γερμανικά τούς πλησίασε και τους μίλησε. Του είπαν ότι ήθελαν να πάνε στη θάλασσα για μπάνιο αλλά είχαν χαθεί. Φυσικά, οι αδελφοί προθυμοποιήθηκαν αμέσως να τους δείξουν το δρόμο!
«Τι κάνουν όλοι αυτοί εδώ;» ρώτησε ο ένας στρατιώτης τους άλλους δύο καθώς έφευγαν.
«Ποιος ξέρει; Καμιά χορωδία θα ’ναι», απάντησε ο ένας. Αυτή η λάθος εντύπωση, βέβαια, δεν ενόχλησε καθόλου τους αδελφούς, και όταν τους είδαν να απομακρύνονται μέσα στο δάσος, η καρδιά τους πήγε επιτέλους στη θέση της!
ΔΡΑΣΗ ΥΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ
Πολλοί ευαγγελιζόμενοι είχαν καταχωνιάσει έντυπα σε πρωτότυπες κρυψώνες. Η φράση «υπό την επιφάνεια» απέκτησε και κυριολεκτική σημασία όταν οι αδελφοί άρχισαν να θάβουν έντυπα στο έδαφος και να τα ξεθάβουν όποτε τα χρειάζονταν. Ο αδελφός Σκάου, που ήταν ηλεκτρολόγος, έκρυψε μια κούτα με βιβλία πίσω από έναν μετασχηματιστή στο χώρο της δουλειάς του. Ο αδελφός Έισετ έκρυβε έντυπα σε μια κυψέλη και ο αδελφός Κβίνε σε ένα ντουλάπι όπου έβαζε πατάτες.
Μια μέρα, η Λότε Χολμ πήρε από μια αποθήκη στο Χάρσταντ όσες κούτες με έντυπα ήταν κρυμμένες εκεί επειδή φοβήθηκε ότι θα τις έβρισκαν οι Γερμανοί. Ανέβηκε στο καράβι, τις στοίβαξε προσεκτικά στο κατάστρωμα και κάθησε πάνω τους. Όταν όμως το καράβι ξεκίνησε, η Λότε είδε ότι γύρω της βρίσκονταν ένα σωρό Γερμανοί στρατιώτες. Την έλουσε κρύος ιδρώτας! Πώς θα κατέβαζε τις κούτες χωρίς να την ανακαλύψουν; Τελικά φάνηκε ότι άδικα ανησυχούσε. Όταν έφτασαν στο λιμάνι, οι στρατιώτες τη λυπήθηκαν που ήταν ηλικιωμένη και είχε να κουβαλήσει τόσο βαριά πράγματα. Τη βοήθησαν, λοιπόν, να τα κατεβάσει—μάλιστα της τα πήγαν και στο σπίτι! Πού να ήξεραν εκείνοι οι ευγενικοί στρατιώτες πόσο βοήθησαν τότε τους Μάρτυρες!
Παρά την απαγόρευση, οι αδελφοί συνέχισαν να φέρνουν κρυφά από τη Σουηδία και τη Δανία τα τρέχοντα τεύχη της Σκοπιάς. Μετέφραζαν τα άρθρα μελέτης στη νορβηγική και έστελναν δακτυλογραφημένα αντίτυπα σε όλη τη χώρα μέσω ενός οργανωμένου δικτύου συνδέσμων οι οποίοι ταξίδευαν με τρένο, ποδήλατο ή πλοίο. Με αυτόν τον τρόπο, όλοι οι αδελφοί της χώρας λάβαιναν την επίκαιρη πνευματική τροφή.
ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
Στη διάρκεια του πολέμου, προέκυψε μια κατάσταση που θα αποτελούσε δοκιμασία για τους αδελφούς στη Νορβηγία. Όταν απαγορεύτηκε το έργο τον Ιούλιο του 1941, τους δόθηκε η οδηγία να είναι προσεκτικοί ώστε να μην προκαλούν τις ναζιστικές αρχές. Έτσι λοιπόν, πολλοί κήρυτταν ανεπίσημα σε φίλους και συγγενείς ή επισκέπτονταν άτομα στα οποία είχαν μιλήσει στο παρελθόν. Μερικοί αδελφοί, ωστόσο, θεώρησαν ότι αυτή η οδηγία τούς έδενε τα χέρια και ότι δεν είχαν τίποτα να χάσουν αν κήρυτταν από σπίτι σε σπίτι μόνο με τη Γραφή. Παρότι υπήρχε κάποια διαφωνία για το πώς έπρεπε να γίνεται το έργο, και οι μεν και οι δε επιθυμούσαν ολόκαρδα να υπηρετούν πιστά τον Ιεχωβά παρά την εναντίωση.
Πώς θα χειρίζονταν το ζήτημα οι αδελφοί; Λόγω του πολέμου, ήταν αδύνατον να επικοινωνήσουν με τα κεντρικά γραφεία στη Νέα Υόρκη, και έτσι οι προοπτικές για άμεση λύση του προβλήματος ήταν ελάχιστες. Θα επέτρεπαν οι αδελφοί στη διάσταση απόψεων να αποδυναμώσει την πίστη τους ή θα συνέχιζαν να κηρύττουν όσο καλύτερα μπορούσαν περιμένοντας να τακτοποιήσει το ζήτημα ο Ιεχωβά και η οργάνωσή του;
Προφανώς ο Ιεχωβά ευλογούσε την πιστή τους υπηρεσία, διότι στη διάρκεια του πολέμου η αύξηση παρέμεινε αμείωτη σε σύγκριση με την τελευταία πενταετία πριν από τον πόλεμο. Παρά τον πόλεμο, την απαγόρευση και τους διαφορετικούς τρόπους κηρύγματος, ο ανώτατος αριθμός των ευαγγελιζομένων αυξήθηκε—προς μεγάλη χαρά των αδελφών—από 462 το 1940 σε 689 το 1945!
ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ
Τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 1945, όταν είχε πλέον τελειώσει ο πόλεμος, ο Γουίλιαμ Ντέι επισκέφτηκε τη Νορβηγία για να βοηθήσει τους αδελφούς να αναδιοργανώσουν το έργο κηρύγματος. Σε συναντήσεις που έγιναν στο Όσλο, στο Σκίεν και στο Μπέργκεν, έκανε έκκληση σε όλους τους αδελφούς να ενώσουν τις ειλικρινείς τους προσπάθειες στο έργο. Τους είπε ότι είχαν γευτεί την ευλογία του Ιεχωβά, είχαν δει αυξήσεις και επομένως μπορούσαν να προχωρήσουν εμπιστευόμενοι στην κατεύθυνσή του.
Το Σεπτέμβριο του 1945, ο Νάθαν Ο. Νορ από τα παγκόσμια κεντρικά γραφεία επικοινώνησε με τον Μάρβιν Φ. Άντερσεν, έναν 28χρονο Αμερικανό αδελφό που καταγόταν από τη Δανία. Αυτός είχε υπηρετήσει στο Μπέθελ της Νέας Υόρκης και ήταν τώρα επίσκοπος περιοχής στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο αδελφός Νορ τον ρώτησε αν θα μπορούσε να πάει στη Νορβηγία για να τακτοποιήσει κάποια ζητήματα και να μείνει εκεί «κάμποσα χρόνια». Εκείνος δέχτηκε, και πήγε τελικά έπειτα από μερικούς μήνες.
Εν τω μεταξύ, ο αδελφός Νορ και ο αδελφός Χένσελ επισκέφτηκαν τη Νορβηγία το Δεκέμβριο του 1945. Η στοργική τους καθοδηγία βοήθησε τους αδελφούς να σφυρηλατήσουν έναν ισχυρό δεσμό αγάπης και ενότητας. Σε εκείνη την επίσκεψη, ο αδελφός Νορ ανακοίνωσε ότι ο Γουίλιαμ Ντέι θα αντικαθιστούσε τον Ένοκ Εμάν ως επίσκοπος τμήματος. Τον επόμενο μήνα, έφτασε στη Νορβηγία ο αδελφός Άντερσεν, και το Φεβρουάριο διορίστηκε εκείνος επίσκοπος τμήματος. Τώρα που ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος αποτελούσε παρελθόν, οι υπηρέτες του Ιεχωβά σε όλη τη χώρα ξεκινούσαν τη διακονία τους με ανανεωμένο ζήλο, βέβαιοι για την ευλογία του Ιεχωβά.
Η ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ ΠΡΟΟΔΕΥΕΙ
Όταν έφτασε στη Νορβηγία ο Μάρβιν Άντερσεν, το γραφείο τμήματος έσφυζε από δραστηριότητα. Το Σεπτέμβριο του 1945, οι ευαγγελιζόμενοι έλαβαν ένα βιβλιάριο στη νορβηγική και τέσσερα στη σουηδική. Τον επόμενο μήνα, εκδόθηκε στη νορβηγική το τεύχος της Σκοπιάς 1 Οκτωβρίου 1945, και αργότερα και άλλα έντυπα.
Μια αστεία κατάσταση που αντιμετώπιζαν οι αδελφοί δείχνει πόσο απαραίτητο ήταν να μεταφράζονται τα έντυπα στη νορβηγική. Ένα από τα σουηδικά βιβλιάρια είχε τον τίτλο Χοπ, που στη σουηδική γλώσσα σημαίνει «ελπίδα». Στη νορβηγική, όμως, «χοπ» σημαίνει «χοροπηδώ». Οι αδελφοί, λοιπόν, έπρεπε να εξηγούν ότι το άγγελμα ελπίδας που μετέδιδαν δεν απαιτούσε από τους αναγνώστες να χοροπηδούν!
Το 1946, ο χώρος στο Μπέθελ ήταν πολύ περιορισμένος. Γι’ αυτό, ο αδελφός Άντερσεν, που είχε γίνει τότε επίσκοπος τμήματος, έμενε στο ίδιο δωμάτιο με άλλους πέντε. Προκειμένου να χωρέσει η οικογένεια Μπέθελ που συνεχώς μεγάλωνε, οι ένοικοι του κτιρίου που δεν ήταν Μάρτυρες, και οι οποίοι έμεναν εκεί από τη ναζιστική περίοδο, χρειάστηκε να μετακομίσουν.
Ο αδελφός Άντερσεν ξεκίνησε το νέο του διορισμό με μεγάλο ζήλο. Το γραφείο τμήματος ανακαινίστηκε και αγοράστηκε καινούριος εξοπλισμός, περιλαμβανομένου ενός ποδοκίνητου τυπογραφικού πιεστηρίου. Το 1946, εγκαινιάστηκε στις εκκλησίες μια συναρπαστική καινούρια σχολή—η Σχολή Θεοκρατικής Διακονίας. Τώρα πια περισσότεροι αδελφοί μπορούσαν να εκπαιδευτούν για να ετοιμάζουν και να εκφωνούν ομιλίες, και σύντομα πολλοί απέκτησαν τα προσόντα να γίνουν δημόσιοι ομιλητές.
Οι πρώτες συνελεύσεις μετά τον πόλεμο διεξάχθηκαν το Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο του 1946 στο Όσλο, στο Μπέργκεν και στο Τρόνχεϊμ. Τη δημόσια ομιλία που είχε τίτλο «Ο Άρχων της Ειρήνης» παρακολούθησαν συνολικά 3.011 άτομα, ενώ βαφτίστηκαν 52—εντυπωσιακοί αριθμοί αν σκεφτεί κανείς ότι στη Νορβηγία υπήρχαν τότε μόνο 766 ευαγγελιζόμενοι.
Το Δεκέμβριο του 1946, το έργο περιοχής άρχισε και πάλι, έπειτα από διακοπή πέντε και πλέον ετών. Αρκετοί νεαροί αδελφοί, μερικοί από τους οποίους είχαν υπηρετήσει στο Μπέθελ, διορίστηκαν επίσκοποι περιοχής (τότε λέγονταν υπηρέτες των αδελφών). Ένας από τους κύριους στόχους τους ήταν να εκπαιδεύσουν τους ευαγγελιζομένους στη διακονία από σπίτι σε σπίτι, ενώ προσπαθούσαν επίσης να συνεργάζονται με όσο το δυνατόν περισσότερα άτομα σε κάθε εκκλησία. Ο Γκούναρ Μάρκεσεν, ένας από εκείνους τους νεαρούς επισκόπους περιοχής, θυμάται ότι σε μερικές εκκλησίες συνεργάστηκε με 50 έως 70 ευαγγελιζομένους την εβδομάδα της επίσκεψής του. Σιγά σιγά, οι αδελφοί παρουσίαζαν με περισσότερη επιδεξιότητα το άγγελμα της Βασιλείας και έπαψαν να χρησιμοποιούν κάρτες μαρτυρίας και φωνογράφους, με τα οποία κήρυτταν από τη δεκαετία του 1930. Δόθηκε επίσης περισσότερη έμφαση στις επανεπισκέψεις και στις Γραφικές μελέτες.
ΠΡΟΩΘΕΙΤΑΙ Η ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΣΚΑΠΑΝΕΑ
Μετά τον πόλεμο, δόθηκε στους αδελφούς η παρότρυνση να αρχίσουν το σκαπανικό προκειμένου να βοηθήσουν τους ολοένα και περισσότερους ανθρώπους που έδειχναν ενδιαφέρον για το άγγελμα της Βασιλείας. Έτσι λοιπόν, αρκετοί ευαγγελιζόμενοι, που είχαν σταματήσει το σκαπανικό λόγω της απαγόρευσης το 1941, το ξεκίνησαν και πάλι. Μέχρι το τέλος του 1946, παρότι οι οικονομικές συνθήκες ήταν δύσκολες, 47 αδελφοί και αδελφές είχαν αναλάβει αυτή την υπηρεσία.
Μεταξύ εκείνων των σκαπανέων ήταν και η Σβάνχιλ Νέρολ, η οποία το 1946 ταξίδεψε βόρεια στην κομητεία Φίνμαρκ. Το 1941, είχε κάνει σκαπανικό εκεί με τη Σούλβαϊ Λέβος και είχε ζήσει τους βομβαρδισμούς στο Κίρκενες και στο Βάρντε. Η Σβάνχιλ δεν ξέχασε τα ενδιαφερόμενα άτομα που είχε συναντήσει με τη Σούλβαϊ, γι’ αυτό και επέστρεψε στο Κίρκενες, το οποίο τώρα πια ήταν κατεστραμμένο από τον πόλεμο. Μαθαίνοντας οι γείτονές της ότι θα πήγαινε σε μια περιοχή όπου δεν είχε καν μέρος να μείνει, νόμιζαν ότι είχε χάσει τα λογικά της.
Εντούτοις, η Σβάνχιλ εμπιστευόταν στον Ιεχωβά. Τον πρώτο χειμώνα, κοιμόταν στο πάτωμα της κουζίνας ενός μικρού σπιτιού όπου έμεναν άλλα πέντε άτομα. Οι μεταπολεμικές συνθήκες ήταν εξαιρετικά αντίξοες, και η Σβάνχιλ αντιμετώπισε αρκετές δυσκολίες. Συχνά περίμενε μέσα στο χιόνι και στην παγοθύελλα πλοία που δεν έφταναν στην ώρα τους, και μερικές φορές δεν έρχονταν καθόλου.
Η Σβάνχιλ είχε πολλές ενδιαφέρουσες εμπειρίες από το έργο που έκανε στους Σάμι. Όταν δεν μπορούσε να πάει στις απομονωμένες περιοχές τους με λεωφορείο, πήγαινε με ποταμόπλοιο ή με ποδήλατο. Αρκετές φορές οι φιλόξενοι αυτοί άνθρωποι την καλούσαν στις σκηνές τους, που ήταν φτιαγμένες από δέρματα ταράνδων, και την άκουγαν προσεκτικά καθώς τους έδινε μαρτυρία μέσω διερμηνέα. Αν τύχαινε να τους επισκεφτεί την ώρα του φαγητού, που συνήθως ήταν κρέας τάρανδου, της έλεγαν να καθήσει μαζί τους. Κάποια άτομα που άκουσαν τα καλά νέα από τη Σβάνχιλ δέχτηκαν αργότερα την αλήθεια.
Ο Τσελ Χούσμπι, που υπηρετούσε τότε στο Μπέθελ, είπε ότι το γραφείο τμήματος γνώριζε πάντα πού βρισκόταν η Σβάνχιλ από τις διευθύνσεις των συνδρομών που τους ταχυδρομούσε. Τα τρία χρόνια που ήταν στο Φίνμαρκ, έκανε 2.000 συνδρομές στη Σκοπιά και έδωσε 2.500 βιβλία!
«ΨΑΡΑΔΕΣ ΑΝΘΡΩΠΩΝ»
Μετά τον πόλεμο, και οι ευαγγελιζόμενοι επίσης συμμετείχαν δραστήρια στο έργο κηρύγματος με θαυμάσια αποτελέσματα. Στη διάρκεια του πολέμου, ο Νταγκ Γιένσεν, για τον οποίο μιλήσαμε νωρίτερα, είχε δώσει μαρτυρία σε φίλους και συγγενείς στο Χένες, ένα χωριουδάκι στο Βέστερολεν. Πολλοί έδειξαν ενδιαφέρον και μελέτησαν τη Γραφή με τη βοήθεια των εντύπων μας. Ο Νταγκ βαφτίστηκε όταν τελείωσε ο πόλεμος, το 1945. Τον επόμενο χρόνο, ιδρύθηκε εκκλησία στο Χένες και βαφτίστηκαν στο σπίτι του 16 άτομα. Πέντε χρόνια αργότερα, η εκκλησία είχε περίπου 50 ευαγγελιζομένους και, το 1971, ο Νταγκ ανέφερε ότι πάνω από 20 άτομα είχαν αρχίσει το σκαπανικό.
Η αγάπη του Νταγκ για τον Ιεχωβά και ο ζήλος του για τη διακονία μεταδίδονταν και σε άλλους. «Όταν έμπαινε σε ένα σπίτι», θυμάται η Όσιλ Ρένιν, η οποία μεγάλωσε σε εκείνη την εκκλησία, «η χαρά και ο ενθουσιασμός του δεν περνούσαν απαρατήρητα. Ήταν σαν να έμπαινε στο σπίτι ο ήλιος». Ο Νταγκ πάντα ενθάρρυνε τα παιδιά, όπως λόγου χάρη, όταν είχαν ομιλία στη Σχολή Θεοκρατικής Διακονίας. «Μας έκανε να νιώθουμε πως είχαμε καταφέρει κάτι σημαντικό», λέει η Όσιλ. Έχοντας λάβει τέτοια στοργική ενθάρρυνση, η αδελφή αυτή άρχισε το σκαπανικό το 1962 και μεταδίδει με χαρά «τα ένδοξα καλά νέα του ευτυχισμένου Θεού», του Ιεχωβά, σε άλλους.—1 Τιμ. 1:11.
Γιατί έγιναν τόσο πολλά άτομα ζηλωτές Μάρτυρες σε εκείνο το χωριουδάκι; Αν και οι περισσότεροι κάτοικοι δεν εκκλησιάζονταν τακτικά, πίστευαν στον Θεό και στη Γραφή. Επιπλέον, πολλοί Μάρτυρες ήταν γνωστοί ως καλοί οικογενειάρχες οι οποίοι είχαν αφοσιωμένες συζύγους που τους στήριζαν. Ένας από αυτούς ήταν ο Άρνουλφ Γιένσεν, ανιψιός του Νταγκ, ο οποίος βαφτίστηκε το 1947. Στη διάρκεια της εβδομάδας, έβγαζε τα προς το ζην ψαρεύοντας μέρες ολόκληρες με το καΐκι του. Αλλά κάθε Παρασκευή απόγευμα γύριζε στο σπίτι, ακόμη και αν το ψάρεμα πήγαινε πολύ καλά και οι άλλοι ψαράδες έμεναν στα ανοιχτά για να βγάλουν περισσότερα χρήματα. Ο Άρνουλφ φρόντιζε να είναι πάντα στο σπίτι τα σαββατοκύριακα για να παρακολουθεί τις συναθροίσεις και να βγαίνει στο έργο με τη γυναίκα του και τα οχτώ τους παιδιά—τα οποία ακολούθησαν όλα την αλήθεια. Τα σαββατοκύριακα, οι αδελφοί γίνονταν «ψαράδες ανθρώπων», πηγαίνοντας συχνά με το καΐκι του Άρνουλφ για πνευματικό ψάρεμα σε απομακρυσμένους οικισμούς.—Μάρκ. 1:16-18.
«ΕΠΙΤΕΛΟΥΜΕ ΕΝΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΕΡΓΟ»
Η ιεραποστολική εκπαίδευση που προσφέρει η Βιβλική Σχολή Γαλαάδ της Σκοπιάς στη Νέα Υόρκη έχει ωφελήσει πολύ τους αδελφούς στη Νορβηγία. Ο Χανς Πέτερ Χέμσταντ και ο Γκούναρ Μάρκεσεν, που αποφοίτησαν από τη Γαλαάδ το 1948, ήταν οι πρώτοι Νορβηγοί σπουδαστές. Διορίστηκαν στη χώρα τους και υπηρέτησαν στο έργο περιοδεύοντα επισκόπου καθώς και στο Μπέθελ, στην αρχή ως άγαμοι και έπειτα με τις συζύγους τους. Από το 1948 έως το 2010, αποφοίτησαν από τη Σχολή Γαλαάδ 40 και πλέον άτομα από τη Νορβηγία. Πάνω από τους μισούς διορίστηκαν στη Νορβηγία και έχουν υπηρετήσει ως ολοχρόνιοι κήρυκες, ως περιοδεύοντες επίσκοποι ή ως μέλη της οικογένειας Μπέθελ.
Δύο από τους πρώτους ιεραποστόλους της Γαλαάδ που πήγαν στη Νορβηγία ήταν και ο Αντρέιας Χάνσεν από τη Δανία με τον Κάλεβι Κόρτιλα από τη Φινλανδία. Το 1951 διορίστηκαν στο ανατολικό Φίνμαρκ, όπου κάλυπταν μεγάλες αποστάσεις του τομέα με πλοίο, ποδήλατο και σκι. Συνήθως, έχτιζαν πάνω στο πνευματικό θεμέλιο που είχε θέσει μερικά χρόνια νωρίτερα η Σβάνχιλ Νέρολ. Ως αποτέλεσμα, σε έναν μόλις χρόνο οι ευαγγελιζόμενοι εκεί αυξήθηκαν από 3 σε 15!
Ο Τσελ Μάρτινσεν, από το Χένες του Βέστερολεν, αποφοίτησε από τη Γαλαάδ το 1953 και διορίστηκε στη Νορβηγία. Σε ηλικία 22 ετών, του ζητήθηκε να υπηρετήσει ως περιοδεύων επίσκοπος στο Βέστφολντ και στο Τέλεμαρκ. Παρότι τον φόβιζε αυτό το έργο λόγω της νεαρής του ηλικίας, έχει πολλές ευχάριστες αναμνήσεις από τη θερμή υποδοχή των πιο έμπειρων αδελφών και από την όσια συνεργασία τους. Ο Τσελ υπηρέτησε ως περιοδεύων επίσκοπος μέχρι το 2001. Έπειτα εγκαταστάθηκε με τη σύζυγό του, τη Γιούρεν, στο Σφόλβερ στα νησιά Λόφοτεν, για να υπηρετήσει ως σκαπανέας.
Η Κάρεν Κρίστενσεν ήρθε το 1950 από τη Δανία για να κάνει σκαπανικό στο Έγκερσουντ και στο Κόνγκσβινγκερ, όπου δεν υπήρχε ούτε μία εκκλησία. Κάλυψε όλο τον τομέα με το ποδήλατό της. Μετά την αποφοίτησή της από τη Γαλαάδ, το 1954, διορίστηκε στο Κόνγκσμπερ. Το 1956 παντρεύτηκε τον Μάρβιν Άντερσεν και από τότε υπηρετεί στο Μπέθελ. Η Κάρεν έχει αφιερώσει μέχρι σήμερα πάνω από 60 χρόνια στην ολοχρόνια διακονία. «Δεν είμαστε σημαντικοί άνθρωποι», αναγνωρίζει η ίδια, «αλλά επιτελούμε ένα σημαντικό έργο».
ΝΟΜΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΑΠΟΤΕΛΕΣΑΝ ΟΡΟΣΗΜΟ
Από το 1948 έως το 1951, η αύξηση ήταν εξαιρετική. Για παράδειγμα, το 1951, ο μέσος όρος των ευαγγελιζομένων αυξήθηκε κατά 29 τοις εκατό με νέο ανώτατο αριθμό τους 2.066. Την ίδια εποχή, όμως, οι υπηρέτες του Ιεχωβά στη Νορβηγία αντιμετώπισαν ορισμένες νομικές δυσκολίες.
Η υπόθεση που προκάλεσε το περισσότερο ενδιαφέρον αφορούσε το έργο δρόμου με το περιοδικό Η Σκοπιά. Το Νοέμβριο του 1949, κάποιοι ευαγγελιζόμενοι οδηγήθηκαν στο αστυνομικό τμήμα και αφέθηκαν ελεύθεροι έπειτα από μερικές ώρες. Το επόμενο σαββατοκύριακο, οι Μάρτυρες έκαναν απτόητοι το ίδιο έργο. Κατόπιν, στις 6 Δεκεμβρίου 1949, συνελήφθησαν όλοι οι αδελφοί που ήταν στο έργο δρόμου στο Όσλο. Οι αστυνομικοί τούς είπαν ότι δεν επιτρεπόταν να δίνουν περιοδικά στο δρόμο χωρίς την άδεια της αστυνομίας. Ισχυρίστηκαν ότι το έργο αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει συνωστισμό, προβλήματα στην κυκλοφορία και να διαταράξει την τάξη. Εφτά αδελφοί ανακρίθηκαν και οδηγήθηκαν στο δικαστήριο, όπου τους επιβλήθηκε είτε ένα μικρό πρόστιμο είτε ποινή φυλάκισης τριών ημερών.
Το ζήτημα, όμως, δεν ήταν απλώς το αν χρειαζόταν έγκριση από την αστυνομία. Περιλάμβανε το δικαίωμα της ελεύθερης άσκησης των θρησκευτικών πεποιθήσεων, γι’ αυτό και οι αδελφοί προσέφυγαν στο Ανώτατο Δικαστήριο της Νορβηγίας. Στην εφημερίδα Νταγκμπλαντέτ (Dagbladet), ο εκπρόσωπος ειδήσεων των Μαρτύρων του Ιεχωβά, ο Γιαν Ρόους, δήλωσε ότι η μαρτυρία που δίνουμε στο δρόμο δεν προκάλεσε ποτέ καμία διατάραξη. Ο αδελφός παρουσίασε τον εξής συλλογισμό: «Αν κάποιος κηρύττει στο δρόμο χωρίς να διαταράσσεται η τάξη, χωρίς να παρεμποδίζεται η κυκλοφορία και χωρίς να προκαλείται συνωστισμός, είναι απαραίτητο να έχει πάρει την άδεια της αστυνομίας; Δεν παρέχει η ελευθερία θρησκείας σε κάθε πολίτη το δικαίωμα να κηρύττει με αυτόν τον τρόπο;» Μέχρι να βγει η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου, οι Μάρτυρες συνέχισαν να κάνουν έργο δρόμου παρά τις συνεχιζόμενες συλλήψεις και τα αυξανόμενα πρόστιμα. Μερικοί ευαγγελιζόμενοι συνελήφθησαν μέχρι και δέκα φορές.
Στις 17 Ιουνίου 1950, το Ανώτατο Δικαστήριο ανέτρεψε την απόφαση του προηγούμενου δικαστηρίου, και οι αδελφοί αθωώθηκαν! Αυτή καθώς και άλλες ευνοϊκές αποφάσεις επιβεβαίωσαν ότι οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στη Νορβηγία έχουν το νομικό δικαίωμα να δίνουν Γραφικά έντυπα, τόσο στο δρόμο όσο και από σπίτι σε σπίτι, χωρίς να χρειάζονται άδεια από την αστυνομία.
ΣΥΝΕΛΕΥΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΜΕΙΝΑΝ ΑΞΕΧΑΣΤΕΣ
Τις δεκαετίες του 1950 και του 1960, έγιναν πολλές συνελεύσεις που έμειναν αξέχαστες. Αυτές ενίσχυσαν τόσο τους δεσμούς των αδελφών όσο και την ίδια την οργάνωση. Στην πανεθνική συνέλευση που διεξάχθηκε στο Λιλεχάμερ το 1951, δύο από τους ομιλητές ήταν ο Νάθαν Ο. Νορ και ο Μίλτον Τζ. Χένσελ, από τα παγκόσμια κεντρικά γραφεία. Παρευρέθηκαν εκπρόσωποι από όλη τη χώρα, οι οποίοι κατενθουσιάστηκαν βλέποντας 89 άτομα να βαφτίζονται και 2.391 να παρακολουθούν τη δημόσια ομιλία! Τις επόμενες χρονιές, εκπρόσωποι από τη Νορβηγία είχαν τη μεγάλη χαρά να παρακολουθήσουν διεθνείς συνελεύσεις στο Λονδίνο και στη Νέα Υόρκη. Έπειτα, το 1955, περίπου 2.000 Νορβηγοί Μάρτυρες παρακολούθησαν μια διεθνή συνέλευση στη Στοκχόλμη της Σουηδίας.
Ένα αξιοσημείωτο γεγονός που έλαβε χώρα το 1965 στο στάδιο Ούλεβολ του Όσλο ήταν η διεθνής συνέλευση «Ο Λόγος της Αληθείας». Υπήρξε, ωστόσο, μια δυσκολία. Το προηγούμενο βράδυ έπαιζε στο ίδιο στάδιο η εθνική ομάδα ποδοσφαίρου της Νορβηγίας. Μια ολόκληρη στρατιά Μαρτύρων περίμενε έξω από τις θύρες του γηπέδου μέχρι να φύγουν οι φίλαθλοι, και ύστερα ξεχύθηκε στο στάδιο αρχίζοντας τις προετοιμασίες για τη συνέλευση. Οι αδελφοί δούλεψαν σκληρά όλη τη νύχτα—καθάρισαν, πέταξαν σκουπίδια και ετοίμασαν χώρους για το σερβίρισμα του φαγητού. Επιπλέον έστησαν εξέδρες, έναν ειδικό χώρο για την ορχήστρα και, για διακόσμηση, τρία ξύλινα σπιτάκια και μια αποθήκη—όλα αυτά είχαν σκεπές καλυμμένες με έτοιμο γκαζόν. «Θαύμα μέσα στη νύχτα!» έγραψε η εφημερίδα Νταγκμπλαντέτ. «Το στάδιο Ούλεβολ μεταμορφώθηκε σε ειδυλλιακή εξοχή . . . Η προσπάθεια των Μαρτύρων του Ιεχωβά ήταν απίστευτη».
Οι φιλόξενοι Νορβηγοί αδελφοί φρόντισαν για τις ανάγκες 7.000 και πλέον ξένων εκπροσώπων, οι περισσότεροι από τους οποίους ήρθαν από τη Δανία. Έστησαν έναν ολόκληρο καταυλισμό με σκηνές στις παρυφές της πόλης. Όσο ο καιρός ήταν καλός, τα πάντα λειτουργούσαν υπέροχα. Ωστόσο, οι 6.000 αδελφοί που έμειναν εκεί ποτέ δεν θα ξεχάσουν τη βροχή που μετέτρεψε το έδαφος σε βάλτο τις πρώτες μέρες της συνέλευσης. Ευτυχώς, τις δύο τελευταίες μέρες, ο καιρός έφτιαξε. Παρά τη δυσάρεστη αυτή κατάσταση, τόσο οι ντόπιοι όσο και οι επισκέπτες εκπρόσωποι απόλαυσαν τη θερμή Χριστιανική συναναστροφή και αναζωογονήθηκαν από την επίκαιρη πνευματική τροφή. Σε εκείνη τη συνέλευση, βαφτίστηκαν 199 άτομα, ενώ οι παρόντες στη δημόσια ομιλία του αδελφού Νορ ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο φτάνοντας τους 12.332. Η χαρά των αδελφών ήταν απερίγραπτη!
«ΤΟ ΚΗΡΥΓΜΑ ΕΙΝΑΙ Η ΖΩΗ ΜΑΣ»
Εκτός από το έργο από σπίτι σε σπίτι και στο δρόμο, πολλοί αδελφοί είχαν καλά αποτελέσματα και στην ανεπίσημη μαρτυρία. Το 1936, ο Κόνραντ Φλάτεϊ, που εργαζόταν ως θερμαστής σε πλοίο, πρόσφερε ένα βιβλιάριο στον υποπλοίαρχο, τον Πολ Μπρουν, ο οποίος το δέχτηκε και το διάβασε το ίδιο κιόλας βράδυ.
«Κατάλαβα αμέσως ότι αυτή ήταν η αλήθεια», είπε ο Πολ, «και διέκρινα πόσο διαφέρει η αληθινή θρησκεία από την ψεύτικη». Όταν έμαθε περισσότερα, άρχισε να κηρύττει σε άλλους. Μάλιστα, κατά τη διάρκεια του πολέμου, έκανε Γραφική μελέτη με έναν ναύτη που έδειξε ενδιαφέρον. Καθώς αυτός αποκτούσε περισσότερη γνώση από τη Γραφή, δεν ήθελε πια να χειρίζεται τα πολυβόλα που είχαν τοποθετηθεί στο πλοίο. Μόλις οι ανώτεροί του αντιλήφθηκαν τη στάση του, διέταξαν τον Πολ να σταματήσει τη Γραφική μελέτη μαζί του. Επειδή εκείνος αρνήθηκε, τους κατέβασαν και τους δύο από το πλοίο όταν έφτασαν στο Λονδίνο. Έναν μήνα αργότερα, το πλοίο χτυπήθηκε από τορπίλη και βυθίστηκε. Με τον καιρό, ο ναύτης προόδευσε και βαφτίστηκε, ενώ ο Πολ προσκλήθηκε στην ιεραποστολική Σχολή Γαλαάδ. Μετά την αποφοίτησή του το 1954, διορίστηκε ιεραπόστολος στις Φιλιππίνες. Αργότερα, επέστρεψε στη Νορβηγία και υπηρέτησε ως επίσκοπος περιοχής μαζί με τη σύζυγό του, την Γκρέιτα.
Το 1948, ο Χόλγκαρ Αμπράχαμσεν δούλευε ως οδηγός μεταφέροντας εργάτες σε μια πλατφόρμα υποβρύχιων εκσκαφών στο λιμάνι του Νάρβικ. Συνήθιζε να λέει: «Το κήρυγμα είναι η ζωή μας—χωρίς αυτό είμαστε νεκροί». Έτσι λοιπόν, δεν έχανε ούτε μία ευκαιρία να δώσει μαρτυρία σε όσους μετέφερε. Ένας από αυτούς ήταν ο Όλβαρ Γιούπβικ, ο οποίος έδειξε ενδιαφέρον και μίλησε στην αρραβωνιαστικιά του, την Άννα Λίζα, για την ελπίδα του παραδείσου. Βαφτίστηκαν και οι δύο, και αργότερα ενστάλαξαν στους τέσσερις γιους τους την επιθυμία να υπηρετήσουν τον Ιεχωβά. Ένας από αυτούς, ο Χέρμαν, υπηρέτησε ως ιεραπόστολος στη Βολιβία με τη γυναίκα του, τη Λάιλα. Έπειτα γύρισαν στη Νορβηγία, και τώρα υπηρετούν στο έργο περιοδεύοντα επισκόπου.
ΦΡΟΝΤΙΔΑ ΓΙΑ ΤΑ ΠΡΟΒΑΤΑ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ
Τις δεκαετίες του 1960 και του 1970, έγιναν σημαντικές οργανωτικές προσαρμογές στο γραφείο τμήματος και στις εκκλησίες. Μετά τον Μάρβιν Άντερσεν, επίσκοπος τμήματος διορίστηκε ο Ρορ Χάγκαν και το 1969 ανέλαβε αυτή την υπηρεσία ο Θορ Σάμιουελσεν. Το 1976, η επίβλεψη ανατέθηκε σε μια Επιτροπή Τμήματος, τα πρώτα μέλη της οποίας ήταν ο Θορ Σάμιουελσεν, ο Κόρε Φιέλτβεϊτ και ο Νιλς Πίτερσεν.
Τον Οκτώβριο του 1972, η ευθύνη για την πνευματική ποίμανση των εκκλησιών ανατέθηκε σε πρεσβυτέρια. Ώριμοι άντρες βοηθήθηκαν να αποκτήσουν τα προσόντα ώστε να ποιμαίνουν τα πολλά καινούρια άτομα που δέχονταν την αλήθεια. Έκτοτε, ο Ιεχωβά έχει ευλογήσει πλούσια το λαό του καθώς τον υπηρετεί όσια υπό τη στοργική του επίβλεψη.
ΟΙ ΣΑΜΙ ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΝΟΝΤΑΙ ΣΤΑ ΚΑΛΑ ΝΕΑ
Εδώ και δεκαετίες, πολλοί σκαπανείς καθώς και άλλοι έχουν κηρύξει τα καλά νέα στους Σάμι, ακόμη και στους εκτροφείς ταράνδων που ζουν στα απομακρυσμένα υψίπεδα του Φίνμαρκσβιντα. Αν και οι περισσότεροι Σάμι μιλούν νορβηγικά, οι αδελφοί έπρεπε μερικές φορές να δίνουν μαρτυρία μέσω διερμηνέα. Ένας από τους πρώτους Μάρτυρες που έκανε πολύ έργο στους Σάμι μιλώντας τη γλώσσα τους ήταν ο Άξελ Φαλσνές, ο οποίος καταγόταν εν μέρει από αυτόν το λαό και μιλούσε σάμι, νορβηγικά και φινλανδικά. Είχε έρθει σε επαφή με την αλήθεια μέσω κάποιων εντύπων που του έστειλε η αδελφή του, η οποία ζούσε στα νότια της χώρας και είχε γίνει ήδη Μάρτυρας του Ιεχωβά. Ο Άξελ τα διάβασε με μεγάλο ενδιαφέρον, αλλά στην περιοχή του Τρομς όπου έμενε δεν υπήρχαν Μάρτυρες. Ωστόσο, το 1968, τον επισκέφτηκαν μερικοί σκαπανείς και ένας επίσκοπος περιοχής, και τον βοήθησαν να προοδεύσει πνευματικά.
Ο Άξελ αποδείχτηκε ζηλωτής κήρυκας. Πολλές φορές έβαζε νωρίς το πρωί το ποδήλατο στη βάρκα του, κωπηλατούσε ως την απέναντι πλευρά του φιόρδ και έπειτα πήγαινε με το ποδήλατο από τον έναν οικισμό στον άλλον. Επειδή μιλούσε τη γλώσσα σάμι, μπόρεσε να δώσει καλή μαρτυρία σε αυτόν το λαό που ζει στα απομακρυσμένα μέρη του Φίνμαρκ.
Ο Άξελ ήταν σκληραγωγημένος άνθρωπος. Συχνά κάλυπτε μεγάλες αποστάσεις με σκι προκειμένου να φτάσει σε απομονωμένα σπίτια. Για παράδειγμα, μια φορά στην καρδιά του χειμώνα, πήγε με σκι από το Κάρασγιοκ στο Κάουτοκεϊνο διασχίζοντας ένα οροπέδιο, και έπειτα συνέχισε για την Άλτα. Το μόνο που μπορούσε να πάρει μαζί του ήταν ένα σακίδιο με λίγα προσωπικά αντικείμενα και μερικά έντυπα. Λίγες εβδομάδες αργότερα, έφτασε στο σπίτι κάποιων αδελφών στην Άλτα, έχοντας καλύψει απόσταση 400 χιλιομέτρων με σκι!
Στις αρχές της δεκαετίας του 1970, μερικοί Σάμι γνώρισαν την αλήθεια. Στο Χάμερφεστ, μια γυναίκα και ο σύζυγός της άρχισαν να μελετούν με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Σύντομα, έδειξαν ενδιαφέρον κάποιοι συγγενείς της που έμεναν στην Άλτα. Ο Άρνα και η Μαρί Αν Μίλντα, ειδικοί σκαπανείς σε εκείνη την πόλη, ξεκίνησαν Γραφική μελέτη με αυτά τα ειλικρινή άτομα. Τη μελέτη παρακολουθούσαν συχνά 10 έως 12 άτομα, και τελικά οι μισοί περίπου έγιναν Μάρτυρες.
«Το κήρυγμα στους Σάμι αποτελεί πρόκληση», λέει ο Χάρτβικ Μιένα, ένας σκαπανέας από αυτόν το λαό που υπηρετεί στην Άλτα και επισκέπτεται τις απομονωμένες περιοχές με σκούτερ χιονιού. «Οι αποστάσεις είναι μεγάλες και πολλοί άνθρωποι είναι δέσμιοι των παραδόσεών τους. Είναι όμως φιλόξενοι, και έχουμε αρχίσει αρκετές Γραφικές μελέτες».
ΚΑΙΡΟΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΡΟΣΜΟΝΗΣ
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1960 έως τα μέσα της δεκαετίας του 1970, ο αριθμός των ευαγγελιζομένων αυξανόταν σταθερά. Αλλά οι προσδοκίες σχετικά με το έτος 1975 αποδείχτηκαν πραγματική δοκιμασία για την πίστη ορισμένων αδελφών. Επειδή η μεγάλη θλίψη δεν ήρθε εκείνο το έτος, μερικοί εγκατέλειψαν την οργάνωση. Από το 1976 μέχρι το 1980, υπήρξε μια μικρή μείωση στους ευαγγελιζομένους. Κάποιοι άλλοι που απογοητεύτηκαν επιβράδυναν για κάποιο διάστημα τη Χριστιανική τους δράση. Ποια στάση τήρησαν, όμως, οι περισσότεροι αδελφοί όσον αφορά την υπηρεσία τους προς τον Ιεχωβά;
«Βέβαια υπήρχαν προσδοκίες και κάποιος ενθουσιασμός για το 1975», ομολογεί ο Χανς Γιάκοπ Λίλετβεντ, «αλλά η πίστη μου δεν βασιζόταν σε χρονολογίες».
«Δεν αφιερωθήκαμε στον Ιεχωβά έχοντας υπόψη μια συγκεκριμένη ημερομηνία. Συνεχίσαμε λοιπόν την πορεία μας χωρίς την παραμικρή παρέκκλιση», είπε ο Γιον και η Έιντιτ Γιόχανσεν, δύο πιστοί, παλαίμαχοι Μάρτυρες.
Η Λία Σόρανσεν το έθεσε ως εξής: «Σκοπεύω να υπηρετώ τον Ιεχωβά για πάντα. To αν έρθει το τέλος το 1975 ή αργότερα δεν έχει καμία σημασία».
ΝΕΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΜΗΜΑΤΟΣ
Στα τέλη της δεκαετίας του 1970, καθώς ο φόρτος εργασίας στο γραφείο τμήματος μεγάλωνε, χρειάστηκε να αυξηθεί το προσωπικό αλλά και οι χώροι διαμονής και εργασίας. Έτσι λοιπόν, το 1979 το Κυβερνών Σώμα ενέκρινε τα σχέδια για την οικοδόμηση ενός νέου γραφείου τμήματος έξω από το Όσλο. Προς τα τέλη του 1980, οι αδελφοί βρήκαν μια κατάλληλη τοποθεσία στο Ιτρέ Ενεμπάκ, περίπου 30 χιλιόμετρα από το κέντρο της πόλης.
Για να είναι το κόστος ανέγερσης όσο το δυνατόν μικρότερο, προσκλήθηκαν για την οικοδόμηση εθελοντές. Η εύρεση του απαραίτητου τεχνικού εξοπλισμού, η παροχή τροφής και καταλύματος σε 100 περίπου άτομα και ο συντονισμός του όλου έργου δεν ήταν εύκολη υπόθεση.
Συνολικά, πάνω από 2.000 ντόπιοι και ξένοι αδελφοί και αδελφές “πρόσφεραν πρόθυμα τον εαυτό τους”. (Ψαλμ. 110:3) Πολλοί βοηθούσαν προσφέροντας πατάτες, λαχανικά, φρούτα, ψωμί, αβγά, ψάρια, ρούχα και εξοπλισμό. Μερικοί έκοβαν δέντρα από το δάσος, ενώ άλλοι μετέτρεπαν τους κορμούς σε σανίδες στο μικρό πριονιστήριο που υπήρχε στο εργοτάξιο. Αμέτρητοι άλλοι δάνεισαν χρήματα ή έκαναν χρηματικές συνεισφορές.
Κάποιοι έμπειροι εργάτες μπορούσαν να βοηθήσουν μόνο για λίγο διάστημα και μεγάλο μέρος της δουλειάς έπρεπε να γίνει από ανειδίκευτους εθελοντές. Ο Γιον Γιόνσεν, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για τις ηλεκτρικές εγκαταστάσεις, αναφέρει ότι τόσο ο ίδιος όσο και άλλοι υπεύθυνοι της οικοδόμησης ένιωθαν ότι αυτό το έργο ήταν πέρα από τις δυνάμεις τους. Ωστόσο, όπως λέει, «οι εθελοντές έμαθαν τη δουλειά και μάλιστα την έκαναν πολύ καλά». Και προσθέτει: «Ήταν εκπληκτικό το πώς ξεπερνιούνταν τα προβλήματα και πώς εξελισσόταν το έργο. Δεν υπήρχε καμία αμφιβολία ότι το κατηύθυνε ο Ιεχωβά Θεός».
Χάρη στην επιμέλεια των εθελοντών, στη γενναιοδωρία των αδελφών και στην ευλογία του Ιεχωβά, το έργο προχώρησε θαυμάσια. Η ανέγερση του νέου γραφείου τμήματος ξεκίνησε στις αρχές του 1981, και στις 19 Μαΐου 1984 κατά την επίσκεψη του Μίλτον Χένσελ, μέλους του Κυβερνώντος Σώματος, έγινε η αφιέρωση. Το έργο της οικοδόμησης έδωσε μεγάλη χαρά στους Νορβηγούς αδελφούς και τους ένωσε ακόμη περισσότερο. Τα μετέπειτα χρόνια, πολλοί από τους εθελοντές ξεκίνησαν το βοηθητικό ή το τακτικό σκαπανικό.
ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ ΑΙΘΟΥΣΩΝ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΜΕ ΤΑΧΥΤΕΡΟ ΡΥΘΜΟ
Το 1928 τέσσερις γιοι της οικογένειας Φιέλτφαϊτ έχτισαν σε ένα προάστιο του Μπέργκεν την πρώτη αίθουσα για τους λάτρεις του Ιεχωβά. Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1980, διάφορες εκκλησίες είχαν χτίσει ή αγοράσει δική τους Αίθουσα Βασιλείας. Πολλές, όμως, έκαναν ακόμη συναθροίσεις σε νοικιασμένους χώρους που δεν ήταν τόσο κατάλληλοι. Όταν χτιζόταν το γραφείο τμήματος, μερικοί αδελφοί συζήτησαν πώς θα μπορούσε να επιταχυνθεί η οικοδόμηση των Αιθουσών Βασιλείας. Γνώριζαν ότι στις Ηνωμένες Πολιτείες και στον Καναδά ομάδες αδελφών οικοδομούσαν αίθουσες με τη μέθοδο ταχείας ανέγερσης. Σκέφτηκαν λοιπόν: “Αν εκεί τα καταφέρνουν με τη βοήθεια του Ιεχωβά, γιατί να μην τα καταφέρουμε και εμείς;”
Κάποιοι αδελφοί ετοίμασαν ορισμένα σχέδια μελετώντας την κάθε λεπτομέρεια και, το 1983, προχώρησαν σε ένα δοκιμαστικό έργο οικοδόμησης στο Άσκιμ. Τον επόμενο χρόνο, έχτισαν τρεις Αίθουσες Βασιλείας ταχείας ανέγερσης—στο Ρέρβικ, στο Στέινκαρ και στην Άλτα. Πώς τα κατάφεραν; Βασικά, φρόντιζαν να έχουν ρίξει εκ των προτέρων τα θεμέλια και έπειτα συντόνιζαν με ακρίβεια τη δουλειά των εθελοντών—ειδικευμένων και ανειδίκευτων—ώστε τα διάφορα στάδια της οικοδόμησης να ολοκληρώνονται μέσα σε λίγες μέρες.
Τα επόμενα δέκα χρόνια, χτίστηκαν στη χώρα περίπου 80 Αίθουσες Βασιλείας ταχείας ανέγερσης. Αργότερα, Νορβηγοί αδελφοί πήγαν στην Ισλανδία για να βοηθήσουν στην οικοδόμηση τριών αιθουσών. Παρότι, όμως, οι περισσότερες εκκλησίες στη Νορβηγία έχουν σήμερα δική τους Αίθουσα Βασιλείας, υπάρχουν πολλά να γίνουν ακόμη. Παλιές αίθουσες χρειάζονται ανακαίνιση, σε ορισμένες πρέπει να γίνει επέκταση ενώ πρέπει να χτιστούν και άλλες καινούριες.
«Η ΑΔΕΛΦΟΤΗΤΑ ΕΝΙΣΧΥΘΗΚΕ»
Χάρη στο πρόγραμμα οικοδόμησης Αιθουσών Βασιλείας, έχουμε τώρα λειτουργικούς και ελκυστικούς χώρους λατρείας, ενώ έχει δοθεί και καλή μαρτυρία στις τοπικές κοινωνίες. Για παράδειγμα, το 1987 τρεις αδελφοί είχαν μια συνάντηση με εκπροσώπους των δημοτικών αρχών στο Φρέντκρισταντ σχετικά με την ανέγερση μιας Αίθουσας Βασιλείας. Όταν οι αδελφοί τούς είπαν ότι θα έχτιζαν την αίθουσα μέσα σε τρεις μέρες, εκείνοι έβαλαν τα γέλια. Ωστόσο, την πρώτη κιόλας μέρα, την Παρασκευή, αντιλήφθηκαν ότι το έργο θα τελείωνε όντως στην ώρα του. Το Σάββατο, ένας από αυτούς, μετανιωμένος για τη δυσπιστία του, έφερε μια ορχήστρα πνευστών στο χώρο του εργοταξίου για να παίξουν μουσική για τους εθελοντές. «Είναι απίστευτο το πόσο γρήγορα μπορείτε να χτίσετε εσείς οι Μάρτυρες», είπε μια κυρία που παρακολουθούσε την οικοδόμηση της Αίθουσας Βασιλείας στο Άρενταλ, το 1990, «αλλά είναι ακόμη πιο εκπληκτικό να βλέπεις τόσα χαμογελαστά και χαρούμενα πρόσωπα».
Σήμερα υπάρχουν δύο Περιφερειακές Επιτροπές Οικοδόμησης που επιβλέπουν την ανέγερση Αιθουσών Βασιλείας σε όλη τη χώρα. Πρόθυμοι αδελφοί και αδελφές έχουν διαθέσει επίσης τον εαυτό τους για μεγαλύτερα και πιο απαιτητικά οικοδομικά προγράμματα. Λόγου χάρη, το 1991 και το 1992, χρειάστηκε να γίνουν εργασίες επέκτασης στο γραφείο τμήματος. Το 1994, χτίστηκε μια όμορφη Αίθουσα Συνελεύσεων στο Όσλο. Και το 2003, μια ομάδα οικοδόμησης έχτισε στο Μπέργκεν μια μεγάλη Αίθουσα Βασιλείας, η οποία χρησιμοποιείται για συναθροίσεις και συνελεύσεις.
Το πνεύμα συνεργασίας και ομοψυχίας που προάγουν αυτά τα προγράμματα ασκεί επίσης καλή επίδραση στους υπηρέτες του Ιεχωβά. «Έχει βοηθήσει τις εκκλησίες να είναι ακόμη πιο δεμένες», λέει ένας αδελφός που συμμετέχει στην οικοδόμηση Αιθουσών Βασιλείας από το 1983. «Η αδελφότητα ενισχύθηκε—έχουν δημιουργηθεί ισχυρές φιλίες και μπορούμε να συνεργαζόμαστε πιο αποδοτικά».
ΑΥΞΗΜΕΝΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΣΤΟ ΜΠΕΘΕΛ
Μετά την ολοκλήρωση του νέου γραφείου τμήματος, υπήρχε η δυνατότητα να αυξηθεί ο αριθμός των Μπεθελιτών και να γίνουν περισσότερα προς όφελος του έργου κηρύγματος στη Νορβηγία. Λόγου χάρη, μεταφράστηκαν περισσότερα έντυπα στη νορβηγική. Αξιοσημείωτο γεγονός αποτέλεσε η έκδοση ολόκληρης της Αγίας Γραφής—Μετάφραση Νέου Κόσμου σε αυτή τη γλώσσα το 1996. (Οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές—Μετάφραση Νέου Κόσμου είχαν ήδη εκδοθεί το 1991.) Τώρα, σχεδόν όλα τα έντυπα των Μαρτύρων του Ιεχωβά είναι διαθέσιμα στη νορβηγική, περιλαμβανομένης της εγκυκλοπαίδειας Ενόραση στις Γραφές.
Οι νέες εγκαταστάσεις του γραφείου τμήματος διαθέτουν επίσης ένα στούντιο ηχογραφήσεων το οποίο ήταν άκρως απαραίτητο. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1960, τα δράματα των συνελεύσεων ηχογραφούνταν σε Αίθουσες Βασιλείας, καθώς και στη σοφίτα ή στο υπόγειο του προηγούμενου γραφείου τμήματος. Οι συνθήκες δεν ήταν ιδανικές, και πολλές φορές η ηχογράφηση έπρεπε να διακόπτεται εξαιτίας του θορύβου των αυτοκινήτων στο δρόμο. Το καινούριο στούντιο, όμως, έχει επιταχύνει πολύ την παραγωγή δραμάτων, βιντεοταινιών και φωνητικών εκτελέσεων των ύμνων της Βασιλείας. Εκεί ηχογραφείται επίσης Η Σκοπιά και το Ξύπνα! στη νορβηγική. Ολόκληρη η Αγία Γραφή και διάφορα άλλα βιβλία έχουν γίνει διαθέσιμα σε CD καθώς και στον ιστότοπο www.jw.org.
ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΚΕΙ ΟΠΟΥ Η ΑΝΑΓΚΗ ΕΙΝΑΙ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ
Εκτός από το έργο που γίνεται στους τομείς των εκκλησιών, πολλοί ευαγγελιζόμενοι και σκαπανείς έχουν καλύψει μη ανατεθειμένους τομείς ακόμη και στο μακρινό βορρά, φτάνοντας μέχρι τη Λόνγκιερμπεν στο αρχιπέλαγος Σβάλμπαρντ. Μερικοί αδελφοί έχουν μετακομίσει σε απομακρυσμένα μέρη για να κηρύξουν τα καλά νέα και, όπου είναι δυνατόν, να βοηθήσουν στην ίδρυση εκκλησιών.
Ο Φιν και η Τορντίς Γιένσεν, που παντρεύτηκαν το 1950, ήξεραν ότι στο Χάμερφεστ, μια από τις βορειότερες πόλεις του κόσμου, υπήρχε ανάγκη για κήρυκες. Δεν είχαν πολλά χρήματα—ήταν όμως δυνατοί, αποφασισμένοι και είχαν ποδήλατα. Ξεκίνησαν, λοιπόν, με τα ποδήλατά τους από το Μπόντε για το Χάμερφεστ, που βρίσκεται σχεδόν 900 χιλιόμετρα μακριά. Όταν έφτασαν στα μισά περίπου της διαδρομής, κάποιοι φίλοι τούς έδωσαν χρήματα για να συνεχίσουν με το πλοίο. Στο Χάμερφεστ, ο Φιν και η Τορντίς άρχισαν με ζήλο το έργο και προσκαλούσαν τους ανθρώπους στις δημόσιες ομιλίες που έκανε ο Φιν κάθε σαββατοκύριακο. Ο Ιεχωβά ευλόγησε τις ακούραστες προσπάθειές τους, και σύντομα ιδρύθηκε εκεί μια μικρή εκκλησία.
Το 1957, σε μια συνέλευση περιφερείας στο Τρόνχεϊμ, ένας ομιλητής παρότρυνε τους αδελφούς να σκεφτούν αν θα μπορούσαν να μετακομίσουν εκεί όπου υπήρχε ανάγκη για κήρυκες. Ο Βίγκο και η Κάρεν Μάρκουσεν, που ζούσαν στο Στάβανγκερ, άκουγαν με πολλή προσοχή, και ο Βίγκο σκούντησε την Κάρεν με τον αγκώνα του. Εκείνη κατάλαβε αμέσως τι εννοούσε ο άντρας της. “Δεν βλέπω να μένουμε για πολύ ακόμη στο Στάβανγκερ”, σκέφτηκε. Τι θα έλεγαν, όμως, για τη μετακόμιση οι τρεις κόρες τους, ηλικίας 11 έως 14 ετών, που ήταν και αυτές ευαγγελιζόμενες;
Μετά τη συνέλευση, η οικογένεια συζήτησε τα όσα ακούστηκαν στην ομιλία, και όλοι συμφώνησαν ότι ήθελαν να υπηρετήσουν εκεί όπου υπήρχε μεγαλύτερη ανάγκη. Έγραψαν στο γραφείο τμήματος, και οι αδελφοί τούς ζήτησαν να μετακομίσουν στο Μπρούμουνταλ, όπου δεν υπήρχε εκκλησία. Έτσι λοιπόν, το 1958, ο Βίγκο και η Κάρεν πούλησαν το άνετο σπίτι τους και το κατάστημα επίπλων που είχαν, και μετακόμισαν σε ένα απλό ξύλινο σπίτι, κοντά στο Μπρούμουνταλ. Ο Ιεχωβά ευλόγησε το αυτοθυσιαστικό τους πνεύμα και, τα επόμενα χρόνια, πολλά άτομα με τα οποία έκαναν μελέτη γνώρισαν την αλήθεια. Με τον καιρό, τα κορίτσια μεγάλωσαν και έφυγαν από το σπίτι, ενώ ο Βίγκο με την Κάρεν διορίστηκαν στο έργο περιοχής. Μέχρι τότε, όμως, υπήρχε ήδη στο Μπρούμουνταλ μια δραστήρια μικρή εκκλησία 40 ευαγγελιζομένων.
Άγαμοι νεαροί αδελφοί έχουν επίσης προωθήσει τα συμφέροντα της Βασιλείας μετακομίζοντας σε περιοχές όπου δεν υπήρχαν εκκλησίες. Αυτό έκανε το 1992 μια ομάδα σκαπανέων, οι περισσότεροι από τους οποίους ήταν περίπου 19 χρονών. Πήγαν στο Μόλεϊ, στην περιοχή του Νόρφγιορ, για να καλλιεργήσουν το ενδιαφέρον που είχε εκδηλωθεί. Άρχισαν αμέσως να κηρύττουν με ζήλο και να διεξάγουν συναθροίσεις στο μικρό σπίτι που νοίκιαζαν. Μια ενδιαφερόμενη με την οποία μελετούσαν ήταν πολύ φιλόξενη και οι αδελφοί την είχαν σαν μητέρα τους. Αργότερα, μετακόμισε στο Μόλεϊ ένας πρεσβύτερος με τη γυναίκα του, και έτσι ιδρύθηκε μια εκκλησία. Οι νεαροί αδελφοί απολάμβαναν με το παραπάνω την υπηρεσία τους—διεξήγαν αρκετές Γραφικές μελέτες, έφερναν σε πέρας τους πολλούς διορισμούς τους και ενίσχυαν τη δραστήρια καινούρια εκκλησία. «Αυτή η εμπειρία ήταν ένα συναρπαστικό ταξίδι από πνευματική άποψη αλλά και μια μοναδική ευκαιρία να αναπτυχθούμε πνευματικά», είπε ένας από αυτούς. Χάρη στο σκληρό έργο εκείνων καθώς και άλλων αδελφών, η Εκκλησία Νόρφγιορ έχει σήμερα 30 ευαγγελιζομένους οι οποίοι διεξάγουν 50 με 60 Γραφικές μελέτες.
ΜΑΡΤΥΡΙΑ ΣΕ ΑΛΛΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ
Τα τελευταία 20 και πλέον χρόνια, ο αριθμός των μεταναστών στη Νορβηγία αυξάνεται σταθερά. Έτσι λοιπόν, οι εκκλησίες έχουν καταβάλει συντονισμένες προσπάθειες για να δοθεί σε αυτά τα άτομα μαρτυρία στη γλώσσα τους ή σε μια γλώσσα την οποία καταλαβαίνουν. Η πρώτη ξενόγλωσση εκκλησία στη Νορβηγία ιδρύθηκε το 1986 και αποτελούνταν από ισπανόφωνους και πορτογαλόφωνους που προέρχονταν κυρίως από τη Λατινική Αμερική. Εκείνον περίπου τον καιρό, μερικοί ευαγγελιζόμενοι άρχισαν να κηρύττουν με οργανωμένο τρόπο σε αγγλόφωνα άτομα στην περιοχή του Όσλο. Ως αποτέλεσμα, βρήκαν πολλούς που έδειξαν ενδιαφέρον, ιδιαίτερα από την Αφρική και την Ασία. Μερικούς τους συνάντησαν στο έργο δρόμου ενώ άλλους σε κέντρα υποδοχής προσφύγων. Επίσης, έψαξαν στους τηλεφωνικούς καταλόγους για να βρουν άτομα με ξένα ονόματα που πιθανόν να μιλούσαν αγγλικά. Ξεκίνησαν αρκετές Γραφικές μελέτες, και το 1990 σχηματίστηκε η Αγγλική Εκκλησία του Όσλο.
Έκτοτε, πολλοί Νορβηγοί αδελφοί έχουν μάθει κάποια ξένη γλώσσα. Μαζί με ευαγγελιζομένους που κατάγονταν από άλλες χώρες, συνέβαλαν στην ίδρυση ομίλων και εκκλησιών για άτομα που μιλούν την αγγλική, την αραβική, την ισπανική, την κινεζική, την παντζάμπι, την περσική, την πολωνική, τη ρωσική, τη σερβοκροατική, την ταγκαλόγκ, την τάμιλ και την τιγκρίνια.
Θαυμάσια αύξηση έχει γνωρίσει επίσης ο αγρός της νοηματικής γλώσσας. Η νορβηγική νοηματική χρησιμοποιείται από μερικές χιλιάδες άτομα, και η οργάνωση κάνει το καλύτερο που μπορεί για να τα βοηθήσει. Οι αδελφοί άρχισαν να διερμηνεύουν κάποιες συναθροίσεις και συνελεύσεις στη νοηματική τη δεκαετία του 1970, και από τότε αρκετοί ευαγγελιζόμενοι έχουν μάθει αυτή τη γλώσσα. Σε ορισμένες εκκλησίες έχουν σχηματιστεί όμιλοι νοηματικής γλώσσας, ενώ η πρώτη εκκλησία ιδρύθηκε το 2008 στο Όσλο. Στη χώρα, υπάρχουν περίπου 25 κωφοί ευαγγελιζόμενοι οι οποίοι χρησιμοποιούν αποτελεσματικά τις εκδόσεις που έχουν μεταφραστεί στη νορβηγική νοηματική γλώσσα και είναι διαθέσιμες σε DVD.
ΕΠΙΤΡΟΠΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗΣ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΩΝ
Επειδή οι Μάρτυρες του Ιεχωβά δεν δέχονται μεταγγίσεις αίματος, μερικές φορές είναι δύσκολο να λάβουν την ιατρική θεραπεία που χρειάζονται και την οποία είναι πρόθυμοι να δεχτούν. Η οργάνωση, για να βοηθήσει τους αδελφούς και για να παρέχει πληροφορίες όσον αφορά εναλλακτικές θεραπείες, συγκρότησε το 1990 στη Νορβηγία Επιτροπές Προσέγγισης Νοσοκομείων. Από το 1990 έως το 2010, οι αδελφοί της επιτροπής του Όσλο πραγματοποίησαν 70 περίπου συναντήσεις με μέλη του ιατρικού προσωπικού σε νοσοκομεία της περιοχής τους και πρόσφεραν βοήθεια σε 500 και πλέον περιστατικά. Κάνοντας επισταμένες προσπάθειες, έχουν έρθει σε επαφή με πολλούς συνεργατικούς γιατρούς. Μάλιστα, οι ιατρικές πληροφορίες που έχουν προμηθεύσει αυτές οι επιτροπές έχουν υποκινήσει περισσότερους γιατρούς να χρησιμοποιούν εναλλακτικές μεθόδους αντί της μετάγγισης. Η δε έμπρακτη βοήθεια που προσφέρουν οι Ομάδες Επισκέψεων σε Ασθενείς εκτιμάται πολύ, τόσο από τους ίδιους τους ασθενείς όσο και από τις οικογένειές τους.
Το πόσο σπουδαίο ρόλο παίζουν οι Επιτροπές Προσέγγισης Νοσοκομείων φαίνεται από την εμπειρία της Έλεν, μιας νεαρής σκαπάνισσας. Το 2007 αρρώστησε βαριά και πήγε σε ένα τοπικό νοσοκομείο. Ο αιματοκρίτης της έπεφτε πολύ γρήγορα, και το ιατρικό προσωπικό την πίεζε να κάνει μετάγγιση, λέγοντας ότι μόνο έτσι θα μπορούσε να σωθεί. Με τη βοήθεια ενός μέλους της επιτροπής, η Έλεν μεταφέρθηκε σε κάποιο μεγαλύτερο και καλύτερα εξοπλισμένο νοσοκομείο. Εκεί, περίμενε την Έλεν και τη μητέρα της ένας αδελφός από την επιτροπή, ο οποίος τις καθησύχασε και φρόντισε για ό,τι χρειάζονταν. Το νοσοκομείο δέχτηκε να χορηγήσει μια θεραπεία που διεγείρει την παραγωγή ερυθρών αιμοσφαιρίων. Μέσα σε λίγες μέρες, ο αιματοκρίτης της Έλεν ανέβηκε και εκείνη διέφυγε τον κίνδυνο. Τώρα, είναι και πάλι καλά στην υγεία της και εκφράζει την εκτίμησή της για το γεγονός ότι το νοσοκομείο σεβάστηκε τις ακλόνητες πεποιθήσεις της. Τόσο η ίδια όσο και η μητέρα της λένε: «Θα είμαστε πάντοτε ευγνώμονες για τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η οργάνωση, καθώς και για τη στήριξη και τις προσευχές των αδελφών μας. Αυτό που νιώσαμε δεν θα το ξεχάσουμε ποτέ».
ΚΑΚΟΒΟΥΛΕΣ ΕΠΙΘΕΣΕΙΣ ΑΠΟ ΤΑ ΜΕΣΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ
Ιδιαίτερα από το 1989 μέχρι το 1992, οι Μάρτυρες του Ιεχωβά στη Νορβηγία γίνονταν συχνά στόχος λασπολογίας και δυσφήμησης από εφημερίδες, περιοδικά, καθώς και ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές. Ένας από τους κύριους λόγους ήταν η προσκόλλησή μας στην οδηγία της Γραφής για το πώς να φερόμαστε στους αποκομμένους. (1 Κορ. 5:9-13· 2 Ιωάν. 10) Εξαιτίας της δυσφήμησης, οι Μάρτυρες αντιμετώπιζαν αντιδράσεις στη διακονία, στο χώρο της εργασίας και του σχολείου, καθώς και από συγγενείς. Παρότι οι ακόλουθοι του Ιησού δεν εκπλήσσονται όταν οι άλλοι τους ονειδίζουν, η κατάσταση δεν ήταν εύκολη για τους αδελφούς.—Ματθ. 5:11, 12.
«Εκείνη η περίοδος ήταν δύσκολη», εξηγεί ένας αδελφός, «αλλά συνάμα και ωφέλιμη. Με υποκίνησε να ανασκοπήσω τη Γραφική βάση των πεποιθήσεών μου. Η πίστη μου ενισχύθηκε από τους στοχασμούς που έκανα γύρω από την εξαιρετική πνευματική τροφή που παρέχει ο πιστός και φρόνιμος δούλος. Τελικά, νομίζω ότι όλα αυτά μας έκαναν πιο δυνατούς απέναντι σε δοκιμές της πίστης».
«Πόσο ωραίο ήταν να βλέπει κανείς το θάρρος που έδειχναν οι αδελφοί!» θυμάται ένας επίσκοπος περιοχής. «Καταλαβαίναμε ότι η καλύτερη αντίδραση ήταν το να ασχοληθούμε ακόμη περισσότερο με τη διακονία αγρού χωρίς να εξαιρούμε το έργο δρόμου. Προς μεγάλη μας χαρά, πολλοί Μάρτυρες αντέδρασαν θετικά».
Σε αντίθεση με τον αντιγραφικό τρόπο σκέψης που προωθούσαν τα μέσα ενημέρωσης, προσέξτε πώς ένιωσε ένας πρώην αποκομμένος για τη Γραφική οδηγία περί αποκοπής. «Όταν αποκόπηκα σε ηλικία 20 ετών», λέει ο Φρεντ, «άρχισα να σκέφτομαι τη ζωή μου πιο σοβαρά. Η κατάσταση δεν ήταν ευχάριστη, αλλά η αποκοπή μού έκανε καλό. Ήταν σαν να μου έλεγε ο Ιεχωβά: “Τώρα, παιδί μου, πρέπει να συνέλθεις! Αν δεν διορθωθείς, θα έχεις κακή κατάληξη”. Αυτό ήταν ένα καλό μάθημα που με έκανε να εγκαταλείψω την αμαρτωλή μου πορεία. Αντί να κυνηγάω τις συγκινήσεις και τη διασκέδαση, πήρα την αλήθεια στα σοβαρά. Η αποκοπή μου βοήθησε επίσης τους φίλους μου να αρχίσουν να συμπεριφέρονται πιο ώριμα από πνευματική άποψη». Το ευχάριστο είναι ότι ο Φρεντ μετανόησε, άλλαξε τη ζωή του και επανεντάχθηκε. Τώρα υπηρετεί ως πρεσβύτερος.
«ΕΤΟΙΜΟΣ ΝΑ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΩ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ»
Παρά το διάχυτο πνεύμα υλισμού και την αυξανόμενη αδιαφορία που δείχνουν οι άνθρωποι στον τομέα, οι υπηρέτες του Ιεχωβά συνεχίζουν να βάζουν στην πρώτη θέση πνευματικές δραστηριότητες που ενισχύουν την πίστη, όπως είναι η καθημερινή ανάγνωση της Γραφής και η παρακολούθηση των συναθροίσεων. Όλο και περισσότεροι ευαγγελιζόμενοι αυξάνουν τη συμμετοχή τους στη διακονία αρχίζοντας το τακτικό σκαπανικό. Εκφράζοντας τα αισθήματα πολλών, ένας αδελφός είπε: «Αν δεν είμαι έτοιμος να αντιμετωπίσω την ημέρα του Ιεχωβά αύριο, δεν θα είμαι έτοιμος ούτε και όταν έρθει. Πρέπει να προχωρούμε συνεχώς μπροστά. Αυτή η ημέρα θα έρθει οπωσδήποτε». Ασφαλώς, τέτοιου είδους στάση έχει συμβάλει στη σταθερή αύξηση που σημειώνεται από το 2001.
Μια πνευματική προμήθεια που έχει δώσει ώθηση στις εκκλησίες και έχει προσφέρει σε πολλούς αδελφούς θαυμάσια θεοκρατική κατάρτιση είναι η Σχολή Διακονικής Εκπαίδευσης (που τώρα λέγεται Βιβλική Σχολή για Άγαμους Αδελφούς). «Η επισταμένη μελέτη της Γραφής επί οχτώ εβδομάδες», θυμάται ένας αδελφός, «με βοήθησε να δω την αλήθεια όπως δεν την είχα δει ποτέ προηγουμένως. Το καθετί στη Γραφή έγινε πολύ πιο ζωντανό και πραγματικό για εμένα!» Τις περασμένες δύο δεκαετίες στη Νορβηγία, πάνω από 60 απόφοιτοι της σχολής έχουν ενισχύσει τις εκκλησίες και έχουν υποκινήσει τους αδελφούς σε αυξημένη δράση.
ΑΝΑΤΡΑΦΗΚΑΝ ΩΣ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ
Στο διάβα των ετών, πολλοί που βαφτίστηκαν ως Μάρτυρες του Ιεχωβά είχαν μάθει τις Γραφικές αλήθειες από τους γονείς τους. Κάποιοι Νορβηγοί αδελφοί είναι εγγόνια, δισέγγονα ή τρισέγγονα παλιότερων Μαρτύρων. «Πολλές φορές αναλογίζομαι πόσο ευνοημένος είμαι που γεννήθηκα σε μια οικογένεια η οποία έδινε προτεραιότητα στην υπηρεσία του Ιεχωβά», λέει ο Ίβαν Γκόσοντεν, δισέγγονος του Ίνεμπρετ Άντερσεν, του πρώτου Σπουδαστή της Γραφής στο Σκίεν. «Η προσωπική μελέτη, η τακτική ανάγνωση της Γραφής και οι καλοί φίλοι με τους οποίους είχα κοινούς στόχους με βοήθησαν να κάνω την αλήθεια κτήμα μου». Αλλά και οι γιοι του Ίβαν, ο Αντρέ και ο Ρίτσαρντ, θεωρούν την πνευματική τους κληρονομιά ένα από τα πολυτιμότερα αποκτήματά τους.
«Είμαι πολύ ευγνώμων για την ανατροφή που έλαβα από μικρή», λέει μια σκαπάνισσα, η Μπέντε Μπόου, εγγονή του Μάγκνους Ράνταλ, ο οποίος έκανε σκαπανικό με το πλοιάριο Ρουθ. «Με γλίτωσε από πολλά προβλήματα. Θέλω και εγώ να διαθέσω τη ζωή μου βοηθώντας άλλους».
Μερικοί, οι οποίοι σε νεαρή ηλικία ήταν πνευματικά αδύναμοι, έγιναν αργότερα πιστοί Μάρτυρες του Ιεχωβά. Για παράδειγμα, ο Τόμας και η Σερίνα Φοΐσκανερ από το Μπέργκεν ανατράφηκαν από Χριστιανούς γονείς, αλλά η πνευματική τους πρόοδος ήταν αργή. Τι τους βοήθησε να αλλάξουν την άποψή τους για τη λατρεία του Ιεχωβά;
«Το 2002 ήρθε στην εκκλησία μας ένας νεαρός αδελφός που είχε τελειώσει τη Σχολή Διακονικής Εκπαίδευσης», θυμάται ο Τόμας. «Αυτός με βοήθησε να ασχοληθώ περισσότερο με το έργο και να επιδιώξω πνευματικούς στόχους».
Σε ηλικία 25 χρονών, ο Τόμας παντρεύτηκε τη Σερίνα, και το 2007 μετακόμισαν στο Μπότσφιορντ, στο Φίνμαρκ, με σκοπό να βοηθήσουν ένα ζευγάρι σκαπανέων να καλλιεργήσει το ενδιαφέρον που είχε βρει στον αγρό. Σε λίγο καιρό, ο Τόμας και η Σερίνα είχαν γίνει και εκείνοι σκαπανείς. Το 2009 κήρυξαν τρεις μήνες σε ένα ψαροχώρι, το Κγιέλεφιορντ, που ήταν μη ανατεθειμένος τομέας. Μαζί με άλλους αδελφούς, άρχισαν εκεί πάνω από 30 Γραφικές μελέτες. Θέλοντας να καλλιεργήσουν το ενδιαφέρον, μετακόμισαν πιο κοντά στο Κγιέλεφιορντ, και τώρα επισκέπτονται τακτικά ενδιαφερομένους κάνοντας μια διαδρομή σχεδόν τρεισήμισι ωρών με το αυτοκίνητο. Το πρόγραμμά τους είναι πολύ γεμάτο, αλλά η Σερίνα λέει: «Τώρα η ζωή μου είναι απλή και ευτυχισμένη. Έχουμε λίγα πράγματα αλλά και λίγα προβλήματα».
ΑΠΟΒΛΕΠΟΥΜΕ ΣΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΜΕ ΠΙΣΤΗ ΣΤΟΝ ΙΕΧΩΒΑ
Η ζωή έχει αλλάξει αισθητά από την εποχή που ο Κνουντ Π. Χάμα και άλλοι άρχισαν να κηρύττουν στη Νορβηγία. Στην αρχή, οι υπηρέτες του Ιεχωβά ξεχώριζαν επειδή μετέδιδαν τη Γραφική αλήθεια σε μια θρησκευόμενη κοινωνία στην οποία δέσποζαν εκκλησίες που ασκούσαν μεγάλη επιρροή και δίδασκαν ψεύτικες δοξασίες. Στις δεκαετίες που πέρασαν, αναρίθμητα ειλικρινή άτομα έμαθαν με χαρά όσα λέει η Γραφή και τάχθηκαν πρόθυμα υπέρ της αληθινής λατρείας.
Σήμερα το θρησκευτικό κλίμα στη Νορβηγία έχει αλλάξει. Λιγότεροι άνθρωποι πιστεύουν στον Θεό, και θεωρείται αλαζονικό να ισχυρίζεται κανείς ότι υπάρχει μόνο μία αληθινή θρησκεία. Απαιτείται χρόνος και προσπάθεια για να αποκτήσουν τα ενδιαφερόμενα άτομα Γραφική γνώση και να οικοδομήσουν πίστη στον Θεό και στην Αγία Γραφή. Πολλές φορές, απαιτείται ακόμη περισσότερος χρόνος για να μάθουν να ζουν σύμφωνα με τους Γραφικούς κανόνες. Παρ’ όλα αυτά, ο Ιεχωβά εξακολουθεί να ελκύει τους ειλικρινείς ανθρώπους, είτε αυτοί ζουν σε απομονωμένα ψαροχώρια είτε σε σύγχρονες πολυκατοικίες πυκνοκατοικημένων πόλεων.—Ιωάν. 6:44.
Όπως συμβαίνει σε όλο τον κόσμο, έτσι και στη Νορβηγία οι Μάρτυρες του Ιεχωβά θεωρούν πολύτιμο “το προνόμιο να αποδίδουν άφοβα ιερή υπηρεσία” στον Υπέρτατο Κύριο, τον Ιεχωβά. (Λουκ. 1:74) Καθώς οργώνουν αυτόν τον απέραντο τομέα για να βρουν τα άτομα που έχουν δίκαιη διάθεση, παίρνουν μια γεύση από την επιβλητική, παραδεισιακή ομορφιά και γαλήνη με τα οποία ο Δημιουργός σκοπεύει να ντύσει ολόκληρη τη γη. Μαζί με τους όσιους αδελφούς τους σε όλο τον κόσμο, οι λάτρεις του Ιεχωβά στη Νορβηγία προσδοκούν με λαχτάρα την ημέρα που η Βασιλεία του θα εκπληρώσει το θεϊκό θέλημα σε κάθε γωνιά του θαυμαστού πλανήτη μας.—Δαν. 2:44· Ματθ. 6:10.
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 106]
Αυτό δεν τον σταμάτησε—πήγαινε στις συναθροίσεις ξυπόλητος!
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 111]
«Πήγα για ύπνο Πεντηκοστιανή και ξύπνησα Μάρτυρας του Ιεχωβά»
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 122]
«Δεν μπορούμε να σας ξεριζώσουμε την πίστη από την καρδιά»
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 157]
“Τώρα, παιδί μου, πρέπει να συνέλθεις! Αν δεν διορθωθείς, θα έχεις κακή κατάληξη”
[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 90]
Γενική Εικόνα της Νορβηγίας
Χώρα
Η Νορβηγία φημίζεται για τα υπέροχα φιόρδ, τα πανέμορφα βουνά και τα χιλιάδες νησιά της. Σε έκταση είναι λίγο μεγαλύτερη από την Ιταλία, χωρίς να υπολογίσουμε το αρχιπέλαγος Σβάλμπαρντ, το οποίο βρίσκεται ανάμεσα στην ηπειρωτική χώρα και στο Βόρειο Πόλο. Το κρύο είναι μερικές φορές δριμύ—ιδιαίτερα στον αρκτικό βορρά. Ωστόσο, χάρη στα θερμά ρεύματα του Ατλαντικού και στα συστήματα των ανέμων, η Νορβηγία γενικά έχει πιο ήπιο κλίμα από άλλες χώρες που βρίσκονται στο ίδιο γεωγραφικό πλάτος.
Κάτοικοι
Οι περισσότεροι από τους πέντε εκατομμύρια κατοίκους είναι Νορβηγοί και περίπου το 10 τοις εκατό είναι μετανάστες. Πολλοί από τους Σάμι (παλιότερα ονομάζονταν Λάπωνες) εξακολουθούν να ζουν από το ψάρεμα, το κυνήγι, το στήσιμο παγίδων και την εκτροφή ταράνδων.
Γλώσσα
Η επίσημη γλώσσα, η νορβηγική, έχει δύο γραπτές μορφές—τη νινόρσκ (νεονορβηγική) και την μπόουκμολ (γλώσσα των βιβλίων), η οποία χρησιμοποιείται από τους περισσότερους κατοίκους και μοιάζει πολύ με τη δανική.
Πόροι διαβίωσης
Οι κυριότερες πηγές του εθνικού εισοδήματος είναι η παραγωγή πετρελαίου και φυσικού αερίου καθώς και η βιομηχανία. Ένα ακόμη βασικό εξαγώγιμο προϊόν είναι τα ψάρια. Μόνο το 3 τοις εκατό της νορβηγικής γης χρησιμοποιείται για καλλιέργειες.
Διατροφή
Σημαντική θέση στο διαιτολόγιο των Νορβηγών κατέχουν τα ψάρια, το κρέας, οι πατάτες, το ψωμί και τα γαλακτοκομικά προϊόντα. Ένα πολύ γνωστό παραδοσιακό πιάτο είναι το φορικόλ (αρνάκι με λάχανο). Τα πρόσφατα χρόνια, όμως, λόγω των πολλών μεταναστών, η νορβηγική κουζίνα προσέλαβε πιο διεθνή χαρακτήρα.
[Πλαίσιο/Εικόνες στις σελίδες 95, 96]
Υπηρέτησε τον Ιεχωβά Ολόκαρδα
ΤΕΟΝΤΟΡ ΣΙΜΟΝΣΕΝ
ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ 1864
ΣΠΟΥΔΑΣΤΗΣ ΤΗΣ ΓΡΑΦΗΣ ΑΠΟ ΤΟ 1905
ΙΣΤΟΡΙΚΟ Πρώην κήρυκας στην Εκκλησία της Ελεύθερης Ιεραποστολής, ο οποίος έγινε περιοδεύων επίσκοπος.
◼ ΟΤΑΝ ο Τέοντορ έμαθε από τα έντυπά μας ότι το δόγμα της κόλασης είναι αντιγραφικό, άρχισε να το αντικρούει στα κηρύγματα που έκανε στην Εκκλησία της Ελεύθερης Ιεραποστολής. Αυτά που έλεγε άρεσαν σε πολλούς από τους ακροατές του. Μια μέρα όμως, αφού τελείωσε το κήρυγμά του, έλαβε ένα σημείωμα που έλεγε: «Αυτή ήταν η τελευταία ομιλία που μας έκανες!»
Ο Τέοντορ εκφώνησε αυτή την ομιλία το 1905, και την ίδια εκείνη χρονιά έγινε Σπουδαστής της Γραφής. Από τότε και έπειτα, έκανε αμέτρητες ομιλίες σε εκατοντάδες Σπουδαστές της Γραφής οι οποίοι τον άκουγαν με εκτίμηση. Για να συντηρεί την οικογένειά του, εργαζόταν ως ελαιοχρωματιστής, και αφιέρωνε τα σαββατοκύριακα στο κήρυγμα και στη διδασκαλία. Είχε εξαιρετική γνώση της Γραφής, ήρεμο τόνο φωνής και χρησιμοποιούσε λογικά επιχειρήματα. Όλα αυτά τον έκαναν πολύ μεταδοτικό δάσκαλο. Είχε επίσης πολύ ωραία φωνή στην υμνολογία, και συνήθως έψαλλε έναν ύμνο παίζοντας τσίτερ (έγχορδο όργανο) πριν και μετά από κάθε ομιλία του.
Το 1919, η οικογενειακή του κατάσταση του επέτρεψε να κάνει περισσότερα στο έργο και έτσι άρχισε να υπηρετεί ως περιοδεύων επίσκοπος. Συνέχισε μέχρι το 1935, επισκεπτόμενος εκκλησίες στη Νορβηγία, στη Δανία και στη Σουηδία. Το έργο αυτό ήταν εξαντλητικό, επειδή εκτός από την ενθάρρυνση των εκκλησιών και των απομονωμένων ομίλων περιλάμβανε και ομιλίες σε πόλεις όπου δεν υπήρχαν καθόλου Σπουδαστές της Γραφής. Για παράδειγμα, σε ένα δωδεκάμηνο ταξίδι του, ο Τέοντορ έπρεπε να πάει σε 190 μέρη, από το Κρίστιανσαντ στα νότια ως το Τρόμσε στα βόρεια. Εκείνη την εποχή, οι περιοδεύοντες επίσκοποι έμεναν στα περισσότερα μέρη μια δυο μέρες το πολύ, και έπειτα πήγαιναν στον επόμενο προορισμό τους με όποιο μέσο έβρισκαν.
Στα περισσότερα μέρη που πήγαινε δεν υπήρχαν Σπουδαστές της Γραφής. Παρ’ όλα αυτά, εκείνος έκανε δημόσιες ομιλίες, τις οποίες παρακολουθούσαν πολλά ενδιαφερόμενα άτομα. Λόγου χάρη, όταν το 1922 επισκέφτηκε το Μπόντε, αυτός και η Άννα Άντερσεν, μια σκαπάνισσα που έτυχε να είναι τότε εκεί, έκαναν έργο στην πόλη καλώντας τους ανθρώπους στη δημόσια ομιλία. Δύο από τα άτομα που την παρακολούθησαν, ο Γιόχαν και η Ολεϊά Μπέρντσεν, έδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Μετά την ομιλία κάλεσαν τον Τέοντορ και την Άννα στο σπίτι τους για να απαντήσουν στις ερωτήσεις τους. Το αποτέλεσμα ήταν να γίνουν οι πρώτοι Σπουδαστές της Γραφής στο Μπόντε.
Τη δεκαετία του 1930, ηχογραφήθηκαν κάποιες ομιλίες στα νορβηγικά για χρήση σε φωνογράφο. Στις περισσότερες χρησιμοποιήθηκε η φωνή του Τέοντορ. Ο αδελφός αυτός υπηρέτησε πιστά μέχρι το τέλος της επίγειας πορείας του το 1955.
[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 102]
“Περπάτησε με τον Θεό”
ΕΝΟΚ ΕΜΑΝ
ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ 1880
ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΕ 1911
ΙΣΤΟΡΙΚΟ Υπηρέτησε ως επίσκοπος τμήματος από το 1921 ως το 1945.
◼ ΤΗΝ εποχή που ο Ένοκ ήταν ακόμη νεαρός και ζούσε στη Σουηδία, διάβασε τη Γραφική αφήγηση για το συνονόματό του τον Ενώχ ο οποίος “περπάτησε με τον αληθινό Θεό”. (Γέν. 5:22) Εντυπωσιάστηκε πολύ, και θέλησε να μιμηθεί το παράδειγμά του. Περισσότερα όμως για το πώς μπορεί κάποιος να περπατήσει με τον Θεό έμαθε σε ηλικία 31 ετών, όταν διάβασε τον πρώτο τόμο των Γραφικών Μελετών. Βαφτίστηκε ως Σπουδαστής της Γραφής και άρχισε το σκαπανικό. Αργότερα υπηρέτησε στο γραφείο τμήματος της Σουηδίας.
Το 1917 στάλθηκε στη Νορβηγία για να υπηρετήσει στο γραφείο τμήματος, και το 1921 διορίστηκε να επιβλέπει το έργο σε όλη τη χώρα. Εκείνον τον καιρό, το γραφείο της Εταιρίας Σκοπιά στεγαζόταν σε ένα δωμάτιο κάποιου κτιρίου, στο οποίο η αδελφή Μαρία Ντράιρ είχε ένα διαμέρισμα καθώς και έναν χώρο όπου έκανε πεντικιούρ. Αφότου ο Ενοκ και η Μαρία παντρεύτηκαν, το 1922, χρησιμοποίησαν ολόκληρο το διαμέρισμά της ως γραφείο τμήματος. Έκτοτε υπηρέτησαν μαζί στο Μπέθελ μέχρι το θάνατο της Μαρίας το 1944. Το 1953 ο Ένοκ ξαναπαντρεύτηκε και άρχισε πάλι το σκαπανικό. Έχοντας πάντα προσηλωμένο το βλέμμα του στην ουράνια κλήση του, “περπάτησε πιστά με τον Θεό” μέχρι το θάνατό του, το 1975.
[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 110]
«Ήταν μια Γλυκιά Αχτίδα Φωτός»
ΒΙΛΧΕΛΜ ΓΙΟΥΡΕ
ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ 1901
ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΕ 1949
ΙΣΤΟΡΙΚΟ Κήρυττε με αμείωτο ενθουσιασμό παρότι υπέφερε από μια εξαντλητική μυϊκή ασθένεια.
◼ Ο ΒΙΛΧΕΛΜ έπασχε από μια μυϊκή ασθένεια που του είχε προκαλέσει παράλυση στα πόδια και δυσκολίες στην ομιλία. Παρ’ όλα αυτά, από τη στιγμή που άκουσε τα καλά νέα στα μέσα της δεκαετίας του 1930, άρχισε να λέει και σε άλλους τις υπέροχες αλήθειες που μάθαινε. Πήγαινε στο έργο με το τρίκυκλο—κατέβαινε μάλιστα τακτικά στο λιμάνι Σόρτλαν, στα νησιά Βέστερολεν, για να παίξει στο φωνογράφο Γραφικές ομιλίες και να δώσει έντυπα. Λόγω της αναπηρίας του και επειδή ζούσε σε απομονωμένη περιοχή, βαφτίστηκε τελικά το 1949. Ωστόσο, όλα αυτά τα χρόνια ήταν ζηλωτής κήρυκας. Πολλοί που ταξίδευαν σε εκείνα τα μέρη άκουσαν την αλήθεια από τον Βίλχελμ και μερικοί έγιναν Μάρτυρες του Ιεχωβά.
Όταν έφτασε σε μεγάλη ηλικία, μπήκε σε οίκο ευγηρίας στο Τρόμσε. Με τη βοήθεια άλλων ευαγγελιζομένων, συνέχισε να κηρύττει γράφοντας επιστολές. Ήταν ένας καλόκαρδος και ευχάριστος άνθρωπος που αποτελούσε πηγή ενθάρρυνσης για όλους, περιλαμβανομένων και των υπαλλήλων του οίκου ευγηρίας. Όταν πέθανε, η διευθύντρια είπε: «Άνοιγε η καρδιά μας όποτε πηγαίναμε στο δωμάτιό του. Λόγω της πίστης του, ήταν για όλους μια γλυκιά αχτίδα φωτός».
[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 113]
Κράτησε την Υπόσχεσή Του
ΓΙΟΧΑΝΕΣ ΚΟΡΣΤΑ
ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ 1903
ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΕ 1931
ΙΣΤΟΡΙΚΟ Έκανε οχτώ χρόνια σκαπανικό με πλοιάρια.
◼ ΤΟ 1929, ο Γιοχάνες βρισκόταν στο νοσοκομείο επειδή είχε φυματίωση. Άρχισε να διαβάζει τη Γραφή και υποσχέθηκε στον Θεό πως, όταν γινόταν καλά, θα τον υπηρετούσε.
Λίγο πριν βγει από το νοσοκομείο, διάβασε με μεγάλο ενδιαφέρον μερικά βιβλία των Σπουδαστών της Γραφής. Αργότερα πήρε και άλλα, τα οποία διάβασε τέσσερις πέντε φορές το καθένα, και πριν περάσει πολύς καιρός μιλούσε σε άλλους για τις αλήθειες που είχε μάθει. Μόλις έγινε τελείως καλά, πήγε στο Μπέργκεν και συνάντησε τον αδελφό Ρίνγκαραϊντ ο οποίος του πρότεινε να γίνει σκαπανέας. Παρότι ο Γιοχάνες δεν είχε αρχίσει καλά καλά να κηρύττει, δεν δίστασε να ξεκινήσει το σκαπανικό.
Από το 1931 ως το 1938, έκανε σκαπανικό με το πλοιάριο Έστερ, και μετά συνέχισε για έναν περίπου χρόνο με το πλοιάριο Ρουθ, οργώνοντας τις θάλασσες κατά μήκος της χώρας μέχρι και το Τρόμσε στα βόρεια. Το 1939, έγινε περιοδεύων επίσκοπος στην ανατολική Νορβηγία, ενώ για κάποιο διάστημα υπηρετούσε περιστασιακά και στο Μπέθελ. Μετά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, παντρεύτηκε τη Σίγκρι και έκαναν μαζί σκαπανικό. Το 1995, ο Γιοχάνες τελείωσε την επίγεια πορεία του στο Φρέντκρισταντ.
[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 132]
Κηρύττει Όπου Μπορεί
ΡΑΝΤΙ ΧΟΥΣΜΠΙ
ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ 1922
ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΕ 1946
ΙΣΤΟΡΙΚΟ Είναι στην ολοχρόνια υπηρεσία από το 1946.
◼ ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ της Ράντι βαφτίστηκαν ως Μάρτυρες του Ιεχωβά το 1938, και αργότερα τάχθηκε και η ίδια υπέρ της αλήθειας. Το 1946, προσκλήθηκε να υπηρετήσει στο Μπέθελ, όπου γνώρισε έναν νεαρό αδελφό, τον Τσελ Χούσμπι. Έπειτα από μια περίοδο γνωριμίας, παντρεύτηκαν και ξεκίνησαν το σκαπανικό. Έζησαν μια ζωή πλούσια από πνευματική άποψη υπηρετώντας σε διάφορες μορφές ολοχρόνιας υπηρεσίας μέχρι το θάνατο του Τσελ το 2010.
Τα τελευταία χρόνια, η Ράντι έχει κάποια προβλήματα με τα πόδια της και δυσκολεύεται να ανεβαίνει σκάλες ή να περπατάει σε απότομους δρόμους. Αλλά τα καταφέρνει αρκετά καλά σε επίπεδο έδαφος, και συχνά τη βλέπεις να κάνει έργο στο δρόμο και στα καταστήματα του Τρόνχεϊμ. Για να μεταδίδει τα καλά νέα σε όλους όσους συναντάει, έχει πάντα στην τσάντα της έντυπα σε τουλάχιστον οχτώ γλώσσες. Επίσης, οι αδελφοί της εκκλησίας την πηγαίνουν με το αυτοκίνητο σε αρκετά άτομα στα οποία δίνει τακτικά τα πιο πρόσφατα περιοδικά.
Η Ράντι δεν έχει δυνάμεις για να κάνει όσα έκανε στο παρελθόν. Εξακολουθεί, όμως, να βρίσκει χαρά και ικανοποίηση στην ολόψυχη υπηρεσία της, γνωρίζοντας ότι ο Ιεχωβά “δεν ξεχνάει το έργο της και την αγάπη που έχει δείξει για το όνομά του”.—Εβρ. 6:10.
[Πλαίσιο/Εικόνες στις σελίδες 149, 150]
Τον Μεταμόρφωσε η Δύναμη του Λόγου του Θεού
ΒΙΚΤΟΡ ΟΥΓΚΛΕΜΠΑΚΕΝ
ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ 1953
ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΕ 1981
ΙΣΤΟΡΙΚΟ Πρώην εγκληματίας που ελευθερώθηκε από τη δαιμονική παρενόχληση και τα ναρκωτικά.
◼ ΟΤΑΝ ήταν νεαρός, ο Βίκτορ άρχισε να καπνίζει χασίς καθώς και να παίρνει άλλα ναρκωτικά. Πριν περάσει καιρός είχε μπλέξει και με το έγκλημα. Ωστόσο, πάντα τον ενδιέφερε η Αγία Γραφή και, το 1979, απηυδισμένος από την άσχημη ζωή του, αναρωτήθηκε αν ο Λόγος του Θεού μπορούσε να τον βοηθήσει. Ερεύνησε, λοιπόν, διάφορες θρησκείες αλλά απογοητεύτηκε και έχασε κάθε ελπίδα.
Τελικά, βυθισμένος στην κατάθλιψη, σκεφτόταν να αυτοκτονήσει. Τότε, πήρε ένα γράμμα από μια ξαδέλφη του που ζούσε στο Μπέργκεν, η οποία είχε αρχίσει να μελετάει με τους Μάρτυρες του Ιεχωβά. Ο Βίκτορ πήγε εκεί και παρακολουθούσε και ο ίδιος τη μελέτη. Στην αρχή, προσπαθούσε να αποδείξει ότι αυτά που έλεγαν οι Μάρτυρες ήταν λάθος. Ωστόσο, επειδή είχε ανέκαθεν περιβαλλοντικές ανησυχίες, η στάση του άλλαξε όταν έμαθε ότι ο Θεός θα “καταστρέψει εκείνους που καταστρέφουν τη γη” και θα μετατρέψει τον πλανήτη μας σε παράδεισο.—Αποκ. 11:18.
Ο Βίκτορ άρχισε αμέσως να παρακολουθεί συναθροίσεις με την ξαδέλφη του. Εντυπωσιάστηκε από την καλοσύνη και τη φιλοξενία που εκδήλωναν οι Μάρτυρες στην Αίθουσα Βασιλείας και στα σπίτια τους. Τα όσα είδε και άκουσε τον έπεισαν ότι έπρεπε να αλλάξει τη ζωή του και να σταματήσει τα ναρκωτικά. Ως αποτέλεσμα των επίμονων, εγκάρδιων προσευχών του, ο Βίκτορ ένιωσε τη δύναμη που έχει ο Λόγος του Θεού και το άγιο πνεύμα να μεταμορφώνουν τους ανθρώπους.—Λουκ. 11:9, 13· Εβρ. 4:12.
Η πορεία του προς το βάφτισμα δεν ήταν εύκολη. Μόνο χάρη στη βοήθεια του Ιεχωβά κατάφερε να ελευθερωθεί από τη δαιμονική παρενόχληση και να ξεπεράσει δύο υποτροπές σε σχέση με τα ναρκωτικά. Κάποιος πρεσβύτερος τον βοήθησε διαβεβαιώνοντάς τον ότι, «όπως ο πατέρας δείχνει έλεος στους γιους του, έτσι και ο Ιεχωβά [δείχνει] έλεος σε όσους τον φοβούνται». (Ψαλμ. 103:13) Ο Βίκτορ συνέχισε να κάνει πνευματική πρόοδο και βαφτίστηκε το 1981. Αν και χρειάστηκε να εκτίσει ποινή φυλάκισης για κάποιο αδίκημα που είχε διαπράξει στο παρελθόν, μόλις αποφυλακίστηκε ξεκίνησε το σκαπανικό. Έκτοτε είχε τη χαρά να βοηθήσει πολλά άτομα να γίνουν υπηρέτες του Ιεχωβά. Έχει πολύ καλά αποτελέσματα όταν κηρύττει σε φυλακές, και δύο από τους κρατουμένους με τους οποίους μελετούσε έχουν γνωρίσει την αλήθεια.
Ο Βίκτορ είναι πλέον καλός οικογενειάρχης και πρεσβύτερος. Εξακολουθεί να υπηρετεί ως σκαπανέας μαζί με τη σύζυγό του, την Τόουνε, και το γιο τους. «Ένα από τα πράγματα που με άλλαξαν ήταν η διακονία», λέει τώρα ο Βίκτορ. «Είμαι βαθιά ευγνώμων στον Ιεχωβά που μπορώ να μεταδίδω πολύτιμους πνευματικούς θησαυρούς σε άλλα άτομα».
[Πλαίσιο/Εικόνα στη σελίδα 152]
Ήθελε να Κάνει Κάτι Καλύτερο
ΤΟΜ ΦΡΙΣΒΟΛ
ΓΕΝΝΗΘΗΚΕ 1962
ΒΑΦΤΙΣΤΗΚΕ 1983
ΙΣΤΟΡΙΚΟ Ποδοσφαιριστής που θέλησε να υπηρετεί τον Ιεχωβά.
◼ ΣΕ ΗΛΙΚΙΑ 20 ετών, ο Τομ είχε την προοπτική να κάνει μεγάλη καριέρα σε μια από τις καλύτερες ποδοσφαιρικές ομάδες της Νορβηγίας. Η μητέρα του είχε γίνει Μάρτυρας του Ιεχωβά. Κάποια μέρα, ένας νεαρός σκαπανέας που πήγε να την επισκεφτεί πρότεινε στον Τομ να κάνουν Γραφική μελέτη. Εκείνος δέχτηκε, αλλά ξεκαθάρισε ότι δεν είχε καμιά πρόθεση να γίνει Μάρτυρας.
Όταν άρχισε να παρακολουθεί συναθροίσεις, συγκινήθηκε από το θερμό καλωσόρισμα των αδελφών. Παρατήρησε επίσης ότι στη διάρκεια του προγράμματος όλοι έβρισκαν τα εδάφια. «Σίγουρα η Γραφή θα έχει κάνει αυτούς τους ανθρώπους τόσο καλούς», σκέφτηκε.
Τελικά, βεβαιώθηκε ότι είχε βρει την αλήθεια και ότι ήθελε να υπηρετεί τον Ιεχωβά. Εφόσον όμως ήταν από τους πιο ταλαντούχους παίκτες της ομάδας του, πώς θα κατάφερνε να πείσει τη διοίκηση να τον αποδεσμεύσει; Προς έκπληξή του, όταν τους εξήγησε ότι ήθελε να αφιερώσει τη ζωή του σε κάτι καλύτερο από το ποδόσφαιρο, εκείνοι δέχτηκαν να λύσουν το συμβόλαιό του.
Ο Τομ βαφτίστηκε το 1983 και ξεκίνησε το σκαπανικό το 1985. Το 1987 μετακόμισε στο Χάμερφεστ με τον Βίκτορ Ούγκλεμπακεν για να βοηθήσουν εκεί όπου η ανάγκη ήταν μεγαλύτερη. Αργότερα, διορίστηκε επίσκοπος περιοχής, και τώρα υπηρετεί στο Μπέθελ με τη γυναίκα του, την Κριστίνα.
[Πίνακας/Εικόνες στις σελίδες 162, 163]
ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ—Νορβηγία
1890
1892 Ο Κνουντ Πέτερσον Χάμα αρχίζει να κηρύττει στη Νορβηγία.
1900
1900 Σχηματίζεται η πρώτη εκκλησία.
1904 Ιδρύεται γραφείο στη Χριστιανία (Όσλο).
1905 Διεξάγεται η πρώτη συνέλευση στη Χριστιανία.
1909 και 1911 Ο Κ. Τ. Ρώσσελ επισκέπτεται τη Νορβηγία.
1910
1914 Διορίζεται ο πρώτος περιοδεύων επίσκοπος.
1914-1915 Το «Φωτόδραμα της Δημιουργίας» προσελκύει μεγάλα πλήθη.
1920
1920-1925 Σε όλη τη χώρα εκφωνείται η ομιλία «Εκατομμύρια που Ζουν Τώρα Δεν θα Πεθάνουν Ποτέ».
1925 Εκδίδεται στη νορβηγική Ο Χρυσούς Αιών (Ξύπνα!)
1928-1940 Χρησιμοποιούνται πλοιάρια για κήρυγμα σε παράκτιους οικισμούς.
1930
1940
1940-1945 Το κήρυγμα συνεχίζεται τον καιρό του πολέμου παρά την εναντίωση.
1945 Έκδίδεται στη νορβηγική Η Σκοπιά.
1948 Φτάνουν οι πρώτοι ιεραπόστολοι από τη Γαλαάδ.
1950
1950 Το Ανώτατο Δικαστήριο αναγνωρίζει το δικαίωμά μας να κηρύττουμε προσφέροντας έντυπα.
1960
1965 Διεξάγεται διεθνής συνέλευση στο Όσλο.
1970
1980
1984 Αφιέρωση του νέου γραφείου τμήματος.
1990
1990 Διορίζονται Επιτροπές Προσέγγισης Νοσοκομείων.
1994 Αφιέρωση της Αίθουσας Συνελεύσεων στο Όσλο.
1996 Εκδίδεται στη νορβηγική ολόκληρη η Μετάφραση Νέου Κόσμου.
2000
2010
2011 Νέοι ανώτατοι αριθμοί τακτικών και βοηθητικών σκαπανέων, ευαγγελιζομένων και παρόντων στην Ανάμνηση.
[Γράφημα/Εικόνα στη σελίδα 159]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Σύνολο Ευαγγελιζομένων
Σύνολο Σκαπανέων
10.000
8.000
6.000
4.000
2.000
1920 1935 1950 1965 1980 1995 2010
[Χάρτες στη σελίδα 91]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
ΣΟΥΗΔΙΑ
ΣΤΟΚΧΟΛΜΗ
Έρεμπρο
Βοθνικός Κόλπος
ΦΙΝΛΑΝΔΙΑ
ΕΛΣΙΝΚΙ
Κόλπος της Φινλανδίας
ΒΑΛΤΙΚΗ ΘΑΛΑΣΣΑ
ΔΑΝΙΑ
ΚΟΠΕΓΧΑΓΗ
ΝΟΡΒΗΓΙΑ
ΟΣΛΟ
Κγιέλεφιορντ
Μπότσφιορντ
Βάρντε
Κίρκενες
Κάρασγιοκ
Χάμερφεστ
Άλτα
Φίνμαρκσβιντα
Κάουτοκεϊνο
Τρόμσε
Χάρσταντ
Νάρβικ
Σόρτλαν
Χένες
Σφόλβερ
Μπόντε
Ρέρβικ
Νάμσος
Στέινκαρ
Τρόνχεϊμ
Κρίστιανσουντ
Μόλεϊ
Φλόρε
Μπέργκεν
Χάουγκεσουντ
Στάβανγκερ
Έγκερσουντ
Κρίστιανσαντ
Άρενταλ
Σκίεν
Κόνγκσμπερ
Ντράμεν
Χένεφος
Γιέβικ
Λιλεχάμερ
Μπρούμουνταλ
Χάμαρ
Κόνγκσβινγκερ
Σι
Άσκιμ
Μος
Χάλντεν
Φρέντκρισταντ
Όσλοφιορντ
ΒΟΡΕΙΑ ΘΑΛΑΣΣΑ
ΝΟΡΒΗΓΙΚΗ ΘΑΛΑΣΣΑ
Νήσος Άντεγια
Μπλάικ
Αρχιπέλαγος Σβάλμπαρντ
Λόνγκιερμπεν
ΚΟΜΗΤΕΙΕΣ
Φίνμαρκ
Τρομς
Τέλεμαρκ
Βέστφολντ
[Εικόνα στη σελίδα 88]
Κνουντ Πέτερσον Χάμα
[Εικόνα στις σελίδες 88, 89]
Ρέινε, βόρεια Νορβηγία
[Εικόνα στη σελίδα 92]
Η Εκκλησία Σκίεν το 1911. Ανάμεσά τους ο Ίνεμπρετ και η Μπάρτα Άντερσεν
[Εικόνα στη σελίδα 93]
Βίκτορ Φελτ
[Εικόνα στη σελίδα 94]
Χάλγκαρντ Χολμ (1), Τέοντορ Σίμονσεν (2) και Λότε Χολμ (3)
[Εικόνες στη σελίδα 98]
Οι πρώτοι σκαπανείς: (1) Χέλγκα Ες, (2) Αντρέιας Έισετ, (3) Καρλ Γκούνμπερ, (4) Χούλντα Άντερσεν και (5) Άννα Άντερσεν
[Εικόνα στη σελίδα 100]
«Άμβωνας των Λαών»
[Εικόνα στη σελίδα 104]
«Ο Χρυσούς Αιών» στη νορβηγική
[Εικόνα στη σελίδα 104]
Έβεν Γκούνταρσρουντ
[Εικόνα στη σελίδα 107]
Η Εκκλησία Σκίεν χρησιμοποιούσε συχνά ανοιχτό φορτηγό για να κηρύξει στις γύρω περιοχές
[Εικόνα στη σελίδα 108]
Τόρκελ Ρίνγκαραϊντ
[Εικόνα στη σελίδα 109]
Όλαφ Σκάου
[Εικόνες στη σελίδα 114]
Ο Καρλ Γκούνμπερ ήταν ο καπετάνιος του «Ελιού»
[Εικόνες στη σελίδα 115]
Καπετάνιος του «Έστερ» ήταν ο Γιοχάνες Κόρστα
[Εικόνες στη σελίδα 116]
Ο Αντρέιας Χόουπε και ο Μάγκνους Ράνταλ έκαναν έργο με το «Ρουθ»
[Εικόνα στη σελίδα 117]
Το πολικό σέλας στη βόρεια Νορβηγία
[Εικόνα στη σελίδα 118]
Σούλβαϊ Λέβος
[Εικόνα στη σελίδα 119]
Αντρέιας και Σίγκρι Κβίνε
[Εικόνα στη σελίδα 124]
Μυστική συνέλευση σε δάσος κοντά στο Σι
[Εικόνα στη σελίδα 127]
Ο Μάρβιν Άντερσεν και η γυναίκα του, η Κάρεν
[Εικόνα στη σελίδα 128]
Το ποδοκίνητο τυπογραφικό πιεστήριο
[Εικόνα στη σελίδα 129]
Συνέλευση στο Μπέργκεν, 1946
[Εικόνα στη σελίδα 130]
Σβάνχιλ Νέρολ, 1961
[Εικόνα στη σελίδα 133]
Το καΐκι του Άρνουλφ χρησιμοποιούνταν συχνά για τη διακονία
[Εικόνα στη σελίδα 135]
Ο Γκούναρ Μάρκεσεν (1) και ο Χανς Πέτερ Χέμσταντ (2) ήταν οι πρώτοι Νορβηγοί που αποφοίτησαν από τη Γαλαάδ
[Εικόνα στη σελίδα 138]
Καταυλισμός με σκηνές για τη διεθνή συνέλευση «Ο Λόγος της Αληθείας»
[Εικόνα στη σελίδα 139]
Πολ Μπρουν
[Εικόνα στη σελίδα 142]
Ο Χάρτβικ Μιένα και άλλοι αδελφοί πηγαίνουν να κηρύξουν στους Σάμι με σκούτερ χιονιού
[Εικόνα στη σελίδα 144]
Η οικοδόμηση του γραφείου τμήματος άρχισε το 1981
[Εικόνα στη σελίδα 145]
Το γραφείο τμήματος σήμερα
[Εικόνα στη σελίδα 147]
Η Αίθουσα Συνελεύσεων του Όσλο
[Εικόνα στη σελίδα 160]
Η Γραφική εκπαίδευση μέσα στην οικογένεια έχει δημιουργήσει ολόκληρες γενιές πιστών υπηρετών του Ιεχωβά