Μια Νέα Μετάφρασις της Βίβλου—Δεν Είναι Εύκολο Πράγμα
Από τον ανταποκριτή του «Ξύπνα!» στη Σουηδία
«ΤΙ; Μια Νέα Βίβλος; Ποιος την χρειάζεται;» Αυτή υπήρξε η αντίδρασις μερικών ανθρώπων όταν άκουσαν ότι σχεδιάζεται μια σύγχρονη μετάφρασις της Βίβλου. Και ίσως να νομίζουν ότι έχουν δίκαιο, λόγω του γεγονότος ότι η Βίβλος είναι τώρα μεταφρασμένη σε περισσότερες από 1.400 γλώσσες. Πραγματικά, σε μερικές από τις κυριώτερες γλώσσες υπάρχουν ήδη πολλές μεταφράσεις.
Εν τούτοις, όσο κι αν φαίνεται παράξενο σε μερικούς, υπάρχει πάντοτε ανάγκη για νέες μεταφράσεις. Γιατί αυτό; Ο έμπειρος μελετητής της Γραφής θα μας ανέφερε πιθανώς τρεις καλές αιτίες: (1) Μέσα στα τελευταία λίγα χρόνια πολλά αρχαιότερα και περισσότερο αξιόπιστα χειρόγραφα ήλθαν σε φως και χρησιμοποιούνται από τους εμπείρους μελετητάς της Βίβλου. (2) Νέες ανακαλύψεις παλαιών χειρογράφων που πραγματεύονται διάφορα θέματα έχουν προσθέσει στις γνώσεις που έχομε για τις γλώσσες της Βίβλου και τις ιστορικές συνθήκες που επικρατούσαν εκείνα τα παλιά χρόνια. (3) Η γλώσσα οποιασδήποτε μεταφράσεως μπορεί να γίνη δύσκολη στην κατανόησι με την πάροδο των ετών, επειδή μερικές λέξεις είναι δυνατόν να προσλάβουν μια τελείως διαφορετική σημασία.
Πόσο καλύτερο είναι να μπορή κανείς να διαβάση τις Άγιες Γραφές στη σημερινή μας γλώσσα! Ποιος έχει τον καιρό να προστρέχη συνεχώς σ’ ένα λεξικό για τη σημασία απηρχαιωμένων λέξεων, που δεν χρησιμοποιούνται πια στην καθημερινή ζωή;
Δεν Είναι Εύκολο Πράγμα
Μια νέα μετάφρασις της Βίβλου δεν είναι έργο που το αναλαμβάνουν συχνά ή συμπτωματικώς οι έμπειροι μελετηταί. Δεν είναι εύκολο πράγμα. Αντιθέτως, το γεγονός ότι μια νέα μετάφρασις μπορεί να γίνη μια περίπλοκη υπόθεσις, μπορεί να φανή από ό,τι συμβαίνει στη Σουηδία, όπου προετοιμάζεται μια νέα Κυβερνητικής εξουσιοδοτήσεως μετάφρασις.
Υπάρχουν σήμερα στη Σουηδία δυο μόνον «κατ’ εξουσιοδότησιν Εκκλησιαστικές Γραφές,» η μια είχε εκδοθή το 1541 και η άλλη το 1917. Η μια διήρκεσε σχεδόν τέσσερες αιώνες, ενώ η τελευταία είναι μισού μόνον αιώνος διαρκείας. Γιατί λοιπόν η βιασύνη να γίνη μια νέα μετάφρασις; Η απάντησις φαίνεται να είναι ότι η γλώσσα μεταβάλλεται σήμερα με ταχύτερο ρυθμό. Οι γλωσσολόγοι υποστηρίζουν ότι περνούμε μια γλωσσική κρίσι και κανείς δεν ξέρει τι να περιμένη ως αποτέλεσμα αυτής της κρίσεως. Τόσο μεγάλη υπήρξεν η μεταβολή στη Σουηδική γλώσσα μέσα σε πενήντα μόνον χρόνια, ώστε έχει γίνει αναγκαία μια νέα μετάφρασις για να κάμη τις Γραφές ελκυστικές και κατανοητές από τον μέσο Σουηδό.
Χρειάζεται χρόνος για να προχωρήση η μετάφρασις της Γραφής. Στη Σουηδία, με την υπάρχουσα εκεί Κρατική Εκκλησία, το ζήτημα γίνεται Κυβερνητική υπόθεσις. Πριν από δέκα εννέα χρόνια το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο της Κρατικής Λουθηρανικής Εκκλησίας έκαμε αίτησι στις αρχές για μια νέα μετάφρασι της «Καινής Διαθήκης» και των Ψαλμών, για να γίνη έτσι μια αρχή. Σε δέκα περίπου χρόνια αργότερα έγινε μια πρότασις να γίνη δεκτή η αίτησις από τη βουλή. Το ίδιο εκείνο έτος, με τη σύστασι της Μονίμου Επιτροπής επί διαφόρων Υποθέσεων, η βουλή υπέβαλε το ζήτημα στον Βασιλέα, δηλαδή στην Κυβέρνησι. Ύστερα από δυο έτη η Κυβέρνησις διώρισε μια Επιτροπή της Βίβλου για να εξετάση την όλη υπόθεσι.
Ύστερα από έρευνα πέντε ετών η Επιτροπή ολοκλήρωσε την έκθεσί της και την έστειλε στη διεύθυνσι του Υπουργείου Παιδείας τον Φεβρουάριο του 1969. Απετελείτο από 646 πυκνογραφημένες σελίδες και έδειχνε τα πολλά προβλήματα που πρέπει να λυθούν πολύ πριν αρχίση η εκτύπωσις. Ας εξετάσωμε τρία απ’ αυτά, δηλαδή (1) Τι πρέπει να μεταφρασθή; (2) Για ποιον πρέπει να μεταφρασθή; και (3) Πώς πρέπει να μεταφρασθή;
Τι Πρέπει να Μεταφρασθή;
Τι θα ληφθή ως βάσις για τη μετάφρασί μας; Αυτό είναι ζήτημα το οποίο οι νεώτεροι μεταφρασταί πρέπει να καθορίσουν. Κανένα από τα αρχικά συγγράμματα των θεοπνεύστων προφητών και αποστόλων δεν επέζησε. Εν τούτοις παλαιά αντίγραφα χειρογράφων τόσο των Εβραϊκών όσο και των Ελληνικών Χριστιανικών Γραφών αφθονούν. Θα είναι μήπως αυτά πηγή για τους συγχρόνους μεταφραστάς; Ναι, όχι κατ’ ευθείαν, διότι οι έμπειροι μελετηταί του δεκάτου ενάτου αιώνος, οι οποίοι έχουν ειδικευθή στη μελέτη της Εβραϊκής ή της Ελληνικής γλώσσας, εξήτασαν προσεκτικά και παρέβαλαν τη σωρεία αρχαίων χειρογράφων και παρήγαγαν κείμενα που θεωρούνται αριστοτεχνικά.
Ο μεταφραστής της Βίβλου μπορεί να διαλέξη ένα απ’ αυτά τα πολλά επεξεργασμένα αριστοτεχνικά κείμενα ή μπορεί ν’ αποφασίση να εργασθή επάνω σε διάφορα απ’ αυτά. Όσον αφορά τις Ελληνικές Χριστιανικές Γραφές θα μπορούσε να διαλέξη το κείμενο του Γουέστκοτ και Χορτ, ή του Νεστλ, ή του Μερκ, ή τη νεώτερη έκδοσι του Άλαντ, Μπλακ, Μέτζερ και Γουίκγκρεν. Η Σουηδική Επιτροπή της Βίβλου απεφάσισε να εργασθή με διάφορα κείμενα.
Για Ποιους να Μεταφρασθή;
Μπορεί να φαίνεται περίεργο ότι πρέπει να ληφθή απόφασις αν θα μεταφρασθούν οι Γραφές γι’ αυτό ή για εκείνο το τμήμα του πληθυσμού. Γιατί να μην κάμουν απλώς μια σαφή μετάφρασι που να είναι καταληπτή από όλους που μπορούν να διαβάζουν; Η Σουηδική Επιτροπή της Βίβλου ζητεί να κάμη πολύ περισσότερα.
Ένα από τα μέλη της, ο Δρ. Καρλ Ράγκναρ Γκίεροβ, διάσημος συγγραφεύς, είπε ότι η Βίβλος θα έλθη στα χέρια «του διδασκάλου στην έδρα του, και των παιδιών στα θρανία των· πρέπει αυτή να ταιριάζη στους θρησκευτικούς ιστορικούς, στους εξηγητάς, τους φιλολόγους και σε όσους ασχολούνται σε φιλολογικές έρευνες. Πρέπει να είναι κατάλληλη σε μια στιγμή ησυχίας στο τέλος μιας εργασίμης ημέρας, πρέπει να εξυπηρετή το άτομο που έχει λογοτεχνικά ενδιαφέροντα και αντιλαμβάνεται πολύ καλά την ομορφιά της μεγάλης ποιήσεως, και να είναι επίσης κατάλληλη για τον αναγνώστη, ο οποίος την ανοίγει σε στιγμές μεγάλης αγωνίας του, στις σκοτεινότερες στιγμές του και στην άμεση ανάγκη και απελπισία του.»
Είναι αλήθεια ότι μια μετάφρασις της Βίβλου πρέπει ν’ αντιμετωπίζη τις ανάγκες μιας ποικιλίας ατόμων των οποίων η πείρα της γλώσσας ποικίλλει σε μεγάλο βαθμό και είναι λογικό ότι μια μετάφρασις στην γλώσσα που μιλούν οι άνθρωποι στο δρόμο δεν θα ήταν πολύ αρεστή μεταξύ μερικών μορφωμένων ανθρώπων. Αυτή είναι τουλάχιστον η άποψις που υιοθετείται από τη Σουηδική Βιβλική Επιτροπή. Υπέδειξε στην Κυβέρνησι να γίνουν δυο μεταφράσεις της «Καινής Διαθήκης» ή των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών. Η μια να είναι η «Βίβλος της Εκκλησίας,» «ακριβής από φιλολογική άποψι, με συμπυκνωμένο και γεμάτη σημασία γλωσσικό ύφος.» Η άλλη να είναι για «ιδιωτική ανάγνωσι, για χρήσι στο σπίτι και στο σχολείο, σε γλωσσικό ύφος που αρέσει περισσότερο στον σημερινό αναγνώστη.»
Υπάρχουν ακόμη εκείνοι που προχωρούν μακρύτερα, που υποστηρίζουν ότι θα ήταν καλύτερα να γίνουν τουλάχιστον τρεις μεταφράσεις: μια επιστημονική, μια συγχρονισμένη που να αποδίδη όσο το δυνατό πιστότερα το περιεχόμενο και τις λεκτικές ιδιότητες του βασικού κειμένου και μια τρίτη που ν’ αποδοθή στις συνήθεις σημερινές λέξεις, ώστε το περιεχόμενο του αρχικού κειμένου να μπορή να κατανοήται από τον μέσον αναγνώστη.
Πώς Πρέπει να Μεταφρασθή;
Ένα τρίτο και πολύ ζωτικό ζήτημα για την παραγωγή μιας νέας μεταφράσεως της Βίβλου αφορά τη μέθοδο που πρέπει ν’ ακολουθηθή στη μετάφρασι των κειμένων των αρχικών γλωσσών. Ο μεταφραστής πρέπει ν’ αποφασίση πόσο πιστά πρόκειται ν’ ακολουθήση τις προηγούμενες μεταφράσεις, αν θα πρέπη να κάμη μια αναθεώρησι μιας προηγουμένης μεταφράσεως ή να κάμη μια εντελώς νέα και ανεξάρτητη μετάφρασι. Αν αποφασίση το πρώτο, θ’ ακολουθήση την προηγούμενη μετάφρασι όσο πιστότερα είναι δυνατόν, διορθώνοντας μόνο ανακρίβειες και επιφέροντας προσαρμογές σχετικά με τη γλώσσα. Εξ άλλου, μια νέα μετάφρασις γίνεται κατ’ ευθείαν από ένα βασικό κείμενο, και ο μεταφραστής πρέπει να χρησιμοποιή όλα τα υπάρχοντα εφόδια της γλώσσας—λεξικά, βιβλία γραμματικής, σχόλια, μεταφράσεις, ειδικές έρευνες και λοιπά.
Αν ερωτήση κανείς έναν πεπειραμένο μεταφραστή ποιο από τα δυο προτιμά, είναι πολύ πιθανόν να προτιμήση μια εντελώς νέα μετάφρασι. Ακόμη και αν η νέα μετάφρασις απαιτεί περισσότερο χρόνο και εργασία, συνήθως παρατηρείται ότι είναι ποιο πρακτική από του να γίνη μια εκτεταμένη αναθεώρησις μιας προηγούμενης μεταφράσεως.
Οι μεταφρασταί πρέπει επίσης να διαλέξουν μεταξύ μιας, όπως ονομάζεται, κατά γράμμα μεταφράσεως και μιας ιδιωματικής μεταφράσεως. Η κατά γράμμα μετάφρασις έχει ως σκοπόν να μεταβιβάζη όσο το δυνατόν περισσότερον τον τύπον της αρχικής γλώσσας, ενώ η ιδιωματική μέθοδος προσπαθεί να μεταβιβάζη το άγγελμα του πρωτοτύπου, χρησιμοποιώντας όλα τα γλωσσικά εφόδια που υπάρχουν. Με άλλα λόγια, η κατά γράμμα μετάφρασις απευθύνεται στο αρχικό κείμενο, ενώ η ιδιωματική απευθύνεται στον αναγνώστη.
Αν ένας μεταφραστής αποφασίση να κάμη μια κατά γράμμα μετάφρασι πρέπει να καθορίση μέχρι ποίου σημείου θα είναι αυτή κατά γράμμα χωρίς να χάση το νόημα του κειμένου. Πρέπει επίσης να έχη υπ’ όψιν του ότι η κατά γράμμα μετάφρασις απαιτεί συνοχή, πράγμα που σημαίνει ότι κάθε φορά που μια λέξις συναντάται στο αρχικό κείμενο πρέπει ν’ αποδίδεται με την ίδια λέξι στη μετάφρασι.
Η ιδιωματική μετάφρασις, εξ άλλου, παρέχει στον μεταφραστή μεγαλύτερη ελευθερία. Ωστόσο, ενώ ζητεί ν’ αποδώση την έννοια του βασικού κειμένου, πρέπει επίσης να προσπαθή να μεταδίδη το ύφος του. Και εκείνο που κάνει δυσκολώτερη αυτή τη φάσι του έργου του είναι το γεγονός ότι ο καθένας από τους Βιβλικούς συγγραφείς έχει το δικό του προσωπικό συγγραφικό ύφος. Παραδείγματος χάριν, ο Ματθαίος, ο Μάρκος και ο Λουκάς, ενώ καλύπτουν κατ’ ουσίαν την ίδια ύλη, διαφέρουν σε μεγάλο βαθμό στην εκλογή λέξεων και στη σύνθεσι. Ο Μάρκος γράφει σε μια ζωηρή και φυσική Ελληνική γλώσσα υψηλής ποιότητος. Η απλότης και η ομορφιά χαρακτηρίζουν την αφήγησί του. Αν συγκριθή, το ύφος του Λουκά είναι περισσότερο επαγγελματικό· η ονοματολογία του πολύ ακριβής. Η χρησιμοποίησις ιατρικών όρων και η γνώσις του στον χειρισμό ναυτικών όρων, όπως στις Πράξεις κεφάλαια είκοσι επτά και είκοσι οκτώ, είναι αξιοσημείωτη. Χρησιμοποιεί ένα πολύ πλουσιώτερο λεξιλόγιο από τον Ματθαίο και τον Μάρκο. Ο Ματθαίος, από μέρους του, διαλέγει μια μέση οδό στο συγγραφικό του ύφος σε σύγκριση με τον Μάρκο και τον Λουκά.
Μια περαιτέρω περίπλοκη υπόθεσις για τον μεταφραστή είναι το γεγονός ότι ένας Βιβλικός συγγραφεύς μπορεί ο ίδιος ν’ αλλάζη το ύφος του. Ο απόστολος Παύλος είναι ιδιαιτέρως αξιοσημείωτος γι’ αυτό. Ένα μέλος της Σουηδικής Επιτροπής της Βίβλου, ο οποίος είναι επίσης καθηγητής κλασσικών γλωσσών, παρατηρεί τα εξής για τον Παύλο: «Έχει μια τεράστια ποικιλία: Ανυψωτικά ποιήματα πρόζας, όπως εις 1 Κορινθίους 13, συγκινητική ευφράδεια, όπως εις Ρωμαίους 8:31-39, αλλ’ επίσης και ξηρές εξηγήσεις . . . Το λεξιλόγιό του είναι πλούσιο (900 λέξεις που είναι ειδικές γι’ αυτόν μόνο). Ήταν ένας λαμπρός χειριστής του λόγου.»
Ένας καλός Βιβλικός μεταφραστής θέλει να μεταδώση αυτά τα χαρακτηριστικά των διαφόρων συγγραφέων καθώς και τις ποικιλίες του ύφους κάθε συγγραφέως ατομικά. Πρέπει να είναι σε θέσι να φαντάζεται πώς ο συγγραφεύς θα εξέφραζε τις σκέψεις του αν έγραφε στις ημέρες μας και στη γλώσσα μας. Ίσως αυτός να είναι ο λόγος που η Σουηδική Επιτροπή της Βίβλου εδήλωσε ότι μια πραγματική μεγαλοφυία ύφους απαιτείται για την εργασία αυτή. Μπορούν όμως να βρεθούν τέτοιοι μεταφρασταί; Το Θεολογικό μέλος της Επιτροπής απαντά: «Στην έρευνά μας για καταλλήλους μεταφραστάς μπορώ να πω ότι η χώρα αυτή γίνεται «υπανάπτυκτη» χώρα όσον αφορά σε ικανούς μεταφραστάς.»
Ένα άλλο ζήτημα που αντιμετωπίζουν οι μεταφρασταί είναι, Μέχρι ποίου σημείου θα γίνη χρήσις υποσημειώσεων για τη διαλεύκανσι ή επεξήγησι μερικών εδαφίων που είναι δύσκολο να κατανοηθούν; Το περίφημο εδάφιο εις Ματθαίον 5:13 που μιλεί για το άλας που χάνει τη δύναμί του, αναφέρεται από την Επιτροπή σαν μια τέτοια περίπτωσις. Εφόσον συνήθως το άλας δεν χάνει τη δύναμί του, η Επιτροπή συνιστά την κάτωθι υποσημείωσι γι’ αυτό το εδάφιο: «Το παράδειγμα του άλατος που χάνει τη δύναμί του και ρίπτεται έξω για να καταπατήται από τους ανθρώπους μπορεί να εξηγηθή με τον τρόπο που οι Βεδουίνοι χρησιμοποιούν ακόμη πλάκες άλατος στους πρωτογόνους φούρνους των, όπου το άλας κατ’ αρχάς δυναμώνει το καύσιμο της κόπρου των καμήλων, αλλ’ αργότερα παράγει το αντίθετο αποτέλεσμα λόγω χημικής αλλοιώσεως, οπότε οι άχρηστες πλέον πλάκες μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο για την επισκευή δρόμων.»
Πολλές υποσημειώσεις τέτοιας φύσεως θα απαιτούσαν εκτεταμένη έρευνα εκτός από τους κόπους της μεταφράσεως. Κι εν τούτοις αυτό δεν εξαντλεί τα προβλήματα για την παραγωγή μιας νέας μεταφράσεως. Απομένει ακόμη να εξετασθούν και άλλα προβλήματα, όπως είναι, Πώς θα τοποθετηθή το κείμενο στις σελίδες; Πώς θα τακτοποιηθούν τα κεφάλαια και τα εδάφια; Τι είδους εκτύπωσις πρέπει να χρησιμοποιηθή;
Νέες Μεταφράσεις της Βίβλου Χρειάζονται
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι χρειάζονται νέες συγχρονισμένες μεταφράσεις της Βίβλου σε πολλές γλώσσες, μολονότι, όπως είδαμε, η ικανοποίησις της ανάγκης αυτής δεν είναι εύκολο πράγμα. Από τα παραπάνω μπορεί κανείς ν’ αρχίση ν’ αντιλαμβάνεται την όλη ποσότητα εργασίας που περιλαμβάνει η μετάφρασις ολοκλήρου της Βίβλου σε οποιαδήποτε γλώσσα, όπως είναι η Αγγλική μετάφρασις που έγινε τα τελευταία χρόνια από την Επιτροπή Μεταφράσεως της Βίβλου του Νέου Κόσμου. Οι μεταφράσεις που έγιναν από την Επιτροπή εκείνη είναι γνωστές σε πολλούς αναγνώστας του Ξύπνα!
Πολλά ειλικρινή άτομα εκτιμούν τη σπουδαιότητα του να γίνη η Γραφή προσιτή στους λαούς όλων των φυλών και εθνών. Είναι εξ ίσου σπουδαίο να γίνεται το άγγελμά της κατανοητό στους λαούς αυτούς. Οι σύγχρονες μεταφράσεις μπορούν να κάμουν πολλά προς τον σκοπόν αυτόν.