Η Ανάπτυξις της Παιδείας στην Αφρική
Από τον ανταποκριτή του «Ξύπνα!» στη Νιγηρία
Η ΠΑΙΔΕΙΑ στην Αφρική έχει ιστορία πολλών αιώνων. Ασφαλώς τα επιτεύγματα των αρχαίων πολιτισμών της Αιγύπτου και της Αιθιοπίας είναι πασίγνωστα. Κατόπιν, στις αρχές της πρώτης χιλιετηρίδος της μεταχριστιανικής εποχής, οι Μαυριτανοί και άλλοι λαοί των βορείων περιχώρων της Αφρικής συνέβαλαν κατά πολύ στην παγκόσμια παιδεία και στον πολιτισμό. Και στη διάρκεια της παρελθούσης χιλιετηρίδος, οι άνθρωποι της Σαχάρας και των γειτονικών εκτάσεων είχαν αρκετά κέντρα εκπαιδεύσεως—Τιμπουκτού, Αγκαντέζ, Γκάο, Κατσίνα και Μπόρνο, όπου βιβλία γραμμένα στην Αραβική είχαν μεγάλη ζήτησι.
Πριν από 800 και πλέον χρόνια, στο Τιμπουκτού, στο Μάλι, κολλέγια παρείχαν ανωτέρα εκπαίδευσι. Η Κατσίνα, στη βόρειο Νιγηρία, υπήρξε κέντρο εκπαιδεύσεως πριν από τον δέκατο έκτο αιώνα. Εκεί, ήταν που, περίπου 200 χρόνια πριν, ο Μωχάμμεντ ιμπν Μωχάμμεντ έγινε γνωστός για τις ειδικές γνώσεις του στην αριθμητική.
Στις προαναφερθείσες πόλεις επικρατούσε ο Μουσουλμανικός πολιτισμός, και ήσαν τα τζαμιά κέντρα εκπαιδεύσεως. Ωστόσο, το κόστος της εκπαιδεύσεως με διδασκάλους τους μαλλάμς ήταν πολύ μεγάλο κι έτσι λίγα άτομα μπορούσαν ν’ ανταποκριθούν σ’ αυτό. Η μειονότης των μορφωμένων εξήσκησε τρομερή επιρροή, και ήσαν οι κυριώτεροι διευθυνταί, δικηγόροι και υπάλληλοι. Αλλά η πλειονότης παρέμειναν αγράμματοι.
Η εκπαίδευσις στους μη Μουσουλμανικούς πολιτισμούς γύρω από τη Σαχάρα ήταν κυρίως προφορική, χρησιμοποιούσε προφορικά μαθήματα μάλλον παρά έντυπη ύλη. Τα εκπαιδευτικά συστήματα διέφεραν από φυλή σε φυλή, κι έτσι υπήρχαν διαφορετικές τάξεις και επίπεδα εκπαιδεύσεως, ανάλογα με την κοινωνική και μορφωτική ανάπτυξι της κάθε φυλής. Η εκπαίδευσις εκάλυπτε μια πλήρη σειρά, με ειδικές οδηγίες σε διαφορετικά επίπεδα ηλικίας. Κάθε εκπαιδευτικό σύστημα είχε ιδιαίτερους τύπους προπαρασκευής για τους ρόλους των ανθρώπων στην κοινωνία. Μια ματιά στο εκπαιδευτικό σύστημα των Γιορούμπας, στη Νιγηρία, την προαποικιακή εποχή το δείχνει αυτό.
Το Σύστημα των Γιορούμπας
Μεταξύ των Γιορούμπας, η εκπαίδευσις σε θέματα υπακοής, εθιμοτυπίας, ομιλίας και αριθμήσεως άρχιζε νωρίς στη ζωή του παιδιού και μέσα στον οικογενειακό κύκλο. Τα παιδιά γρήγορα μάθαιναν να εκφράζωνται στη γλώσσα τους. Με τον καιρό μάθαιναν παροιμίες, ποιήματα και λαϊκές παραδόσεις της κοινότητος ή της φυλής. Μ’ αυτό τον τρόπο, μάθαιναν την ιστορία, τους ηθικούς και φιλοσοφικούς τρόπους των ανθρώπων. Έπρεπε να μάθουν μια ποικιλία χαιρετισμών, ν’ αναγνωρίζουν τα επίπεδα κοινωνικής διαβαθμίσεως και την κατάλληλη εθιμοτυπία εν σχέσει μ’ αυτά. Η θρησκευτική εκπαίδευσις περιελάμβανε εκπαίδευσι για τελετουργίες, ιεροτελεστίες και τους ρόλους των μάντεων.
Σε μικρή ηλικία, τα παιδιά εδιδάσκοντο να μετρούν μέχρι το 20 με τα δάχτυλα των χεριών και των ποδιών και να κάνουν απλή πρόσθεσι και αφαίρεσι χρησιμοποιώντας πέτρες. Καθώς προώδευαν σε γνώσι, εδιδάσκοντο τα βάρη και τα μέτρα, τη χρήσι κοχυλιών κάουρι (τα οποία εχρησιμοποιούντο ως χρήματα) και την τέχνη του εμπορίου.
Η ειδική εκπαίδευσις για τα αγόρια συγκεντρώνετο στη γεωργία, στην κατεργασία μετάλλου και ξύλου, στο κυνήγι και στη χρήσι βοτάνων και φαρμάκων στην ιατρική. Οι επιδεξιότητες του πατέρα κληροδοτούντο στον γιο. Η κλίσις και οι φυσικές ικανότητες ελαμβάνοντο υπ’ όψιν και τα παιδιά ενεθαρρύνοντο ν’ αναπτύξουν τα ταλέντα τους. Έτσι, πολλά παιδιά ήσαν μαθητευόμενα σε τεχνίτες εκτός του οικογενειακού κύκλου.
Τα κορίτσια εκπαιδεύοντο να υφαίνουν και να βάφουν ρούχα. Μάθαιναν να φτιάχνουν αγγεία, να πλέκουν ψάθες και καλάθια και να παράγουν καλλυντικά για περιποίησι της ομορφιάς και για κόμμωσι. Μάθαιναν να μαγειρεύουν, να φτιάχνουν μπύρα και να βγάζουν λάδι από την ψύχα καρύδας από κοκκοφοίνικες. Έτσι, προετοιμάζοντο για τον ρόλο τους για γυναίκες στην οικογένεια και την κοινότητα.
Οι φυλές που είχαν μια αγροτική, ποιμενική ή νομαδική αγωγή συγκέντρωσαν την προσοχή τους περισσότερο στη γεωργία, τη βοτανική και το κυνήγι ή το ψάρεμα. Μερικά εκπαιδευτικά συστήματα περιώρισαν την πρόοδο σε νέους κλάδους γνώσεων, διατηρώντας μια κλειστή κοινωνία. Το δικαίωμα συμμετοχής ως μέλη συνήθως περιωρίζετο σ’ εκείνους που είχαν συγκεκριμένη εθνική προέλευσι ή θρησκευτικές δοξασίες. Αυτή η συνήθεια έφερε στασιμότητα στον τομέα των γνώσεων. Εν τούτοις, η εκπαίδευσις που παρείχετο εξυπηρέτησε αρκετά τις ανάγκες εκείνων των κοινωνιών.
Η Αποικιακή Εποχή
Στα ίχνη του ιεραποστόλου εξερευνητού Δαβίδ Λίβινγκστον, Ευρωπαίοι ιεραπόστολοι άρχισαν ν’ αυξάνουν τις δραστηριότητες τους στην Αφρική κατά το δεύτερο ήμισυ του δεκάτου ενάτου αιώνος. Αποστολικές σχολές άρχισαν να ιδρύωνται στις πόλεις και στα χωριά, ακόμη και στο ύπαιθρο όπου οι σπουδαστές παρακολουθούσαν φορώντας ένα απλό κάλυμμα των λαγώνων ή ήσαν εντελώς γυμνοί.
Αυτές οι σχολές ωργανώθηκαν με βάσι το θρησκευτικό τους πιστεύω, οι Καθολικοί είχαν τις δικές τους σχολές· και οι Προτεσταντικές θρησκείες τις δικές τους. Αυτό συνετέλεσε στον διαχωρισμό των ανθρώπων θρησκευτικώς, και ολόκληρες εκτάσεις εθεωρούντο ως επαρχία μιας ιδιαιτέρας θρησκείας. Διαιρέσεις ανεπτύχθησαν στα κοινωνικά επίπεδα μεταξύ των εγγραμμάτων και των αγραμμάτων σε κάθε κοινότητα, και βαθμιαίως κλόνισαν την οικογενειακή επιρροή. Δημιουργήθηκαν άλλες ανισότητες διότι πατροπαράδοτα πρότυπα εκπαιδεύσεως ξερριζώνοντο και δεν αντικαθίσταντο από κάποιο ομοιόμορφο πρότυπο.
Ωστόσο, άρχισαν να διευρύνωνται οι εκπαιδευτικοί ορίζοντες στην Αφρική. Όσο περισσότεροι άνθρωποι μάθαιναν να διαβάζουν και να γράφουν, η γνώσις περί του κόσμου, όπως περιείχετο στα βιβλία, έγινε διαθέσιμη ακόμη και στις πιο απομακρυσμένες φυλές. Η γραπτή ιστορία της μη Μουσουλμανικής, νοτίως της Σαχάρα, Αφρικής άρχισε να ξαναζή.
Αν και οι άνθρωποι έδειχναν κλίσι προς τη μάθησι υπήρχαν εμπόδια που έπρεπε να υπερνικήσουν. Οι ιεραπόστολοι συνήθως έπρεπε να μάθουν την τοπική γλώσσα. Έπειτα έπρεπε να διδάξουν τα παιδιά στη δική τους Ευρωπαϊκή γλώσσα, στην οποία ήσαν διαθέσιμα τα βιβλία. Μερικοί έκαναν καλή εργασία με το να διαμορφώνουν αλφαβητικά συστήματα και να συντάσσουν λεξικά, έτσι ώστε πολλές από τις τοπικές γλώσσες μπορούσαν να διατυπωθούν γραπτώς. Αυτό παρείχε τη βάσι για να μεταφρασθή η Βίβλος σε πολλές Αφρικανικές γλώσσες.
Σε μερικές περιοχές δημιουργείτο πρόβλημα λόγω της συνήθειας να εμποδίζουν τα κορίτσια από τη στοιχειώδη εκπαίδευσι. Όταν, πριν από 40 και πλέον χρόνια, ένας εμίρης από τη βόρειο Νιγηρία επισκέφθηκε την Αγγλία, εντυπωσιάσθηκε βλέποντας ένα μεγάλο σχολείο για κορίτσια. Επιθυμούσε μια παρόμοια διευθέτησι για τα κορίτσια του λαού του. Επειδή εσυνηθίζετο να κρατούν μακρυά τις γυναίκες από τη δημόσια ζωή, αντελήφθη ότι αυτό θα ήταν κάτι που δεν θα γινόταν δεκτό. Έτσι, είπε στο συμβούλιο του ότι άνοιγε ένα σχολείο στο μέγαρο του για να εκπαιδεύωνται τα κορίτσια στο νοικοκυριό του. Μέσα σ’ ένα χρόνο το σχολείο είχε 30 μαθήτριες και πολλοί από τους εξέχοντες πολίτες ζητούσαν από τον εμίρη να επιτρέψη στα παιδιά τους να παρακολουθούν. Ένα χρόνο αργότερα, με την πρόφασι ότι δεν μπορούσε ν’ αντέξη το θόρυβο ενός σχολείου στο ανάκτορο του «μετέφερε τις μαθήτριες, τους διδασκάλους και τον εξοπλισμό του σχολείου στην πόλι και τα στέγασε σ’ έναν οίκο που συνώρευε με το σχολείο των αγοριών.» (Άφρικαν Τσάλλεντζ. σ. 63) Τώρα κάθε δημοτικό σχολείο σ’ αυτό το τμήμα της χώρας είναι μικτό.
Επειδή τα παιδιά αποτελούσαν μέρος του εργατικού δυναμικού σε κάθε αγροτική οικογένεια δεν ήσαν πρόθυμοι οι γονείς να τ’ αφήσουν να πάνε σχολείο. Σιγά σιγά, όμως, καθώς οι άνθρωποι ανεγνώριζαν την αξία της τυπωμένης σελίδας και το προτέρημα του να μπορή κανείς να διαβάζη και να γράφη, έστελναν όλο και περισσότερο τα παιδιά στο σχολείο. Έτσι, στις αποστολικές σχολές πολλοί από τους διακεκριμένους εκπαιδευτάς και αρχηγούς όλης της Αφρικής πήραν την αρχική τους εκπαίδευσι.
Οι αποικιακές κυβερνήσεις και οι μετέπειτα κυρίαρχες κυβερνήσεις κάθε ανεξάρτητου κράτους, ενεθάρρυναν την ίδρυσι αποστολικών σχολών, παρέχοντας οικονομική και κυβερνητική βοήθεια. Έγιναν διευθετήσεις για πιο ομοιόμορφα συστήματα εκπαιδεύσεως, και ιδρύθησαν περισσότερα δημόσια σχολεία μέσης εκπαιδεύσεως και πανεπιστήμια.
Νέες Μέθοδοι Εκπαιδεύσεως
Από το 1970, σε μια περαιτέρω προσπάθεια να εξασφαλίση μια πιο σταθερή εκπαίδευσι, η κυβέρνησις της Νιγηρίας ανέλαβε τον έλεγχο των ιδιωτικών σχολείων, περιλαμβανομένου και των αποστολικών. Αυτό δημιούργησε το πρόβλημα αν η ηθική εκπαίδευσι σ’ ένα εξ ολοκλήρου κοσμικό σχολικό σύστημα επαρκούσε. Έτσι, οι αρχές ενεθάρρυναν τους γονείς και τους διδασκάλους να παρέχουν ηθική καθοδήγησι. Προσπάθειες έγιναν να εισαχθούν σύγχρονες μέθοδοι στα πατροπαράδοτα συστήματα εκπαιδεύσεως Μουσουλμάνων και Ιθαγενών. Εκφράζεται η ελπίδα ότι αυτό θ’ αναχαιτίση το αυξανόμενο ρεύμα ανησυχίας, ανηθικότητος και τοξικομανίας μεταξύ των νέων.
Το 1976, εισήχθη το Σχέδιο Γενικής Στοιχειώδους Εκπαιδεύσεως (UPE) το οποίο επιτρέπει δωρεάν γενική εκπαίδευσι σ’ όλη τη Νιγηρία. Αυτό θα δώση την ευκαιρία στα παιδιά να λάβουν δωρεάν στοιχειώδη σχολική μόρφωσι για έξη χρόνια, καθώς επίσης και εκπαίδευσι γυμνασίου και λυκείου για τρία χρόνια αντιστοίχως. Έτσι, προβλέπεται να ιδρυθούν περισσότερα σχολεία και γίνονται σχέδια ν’ αυξηθή ο αριθμός των Πανεπιστημίων σε 13.
Εκπαίδευσι Ενηλίκων
Λόγω του ότι οι περισσότεροι ενήλικοι είναι αγράμματοι, οι εκάστοτε κυβερνήσεις δίνουν αυξανόμενη προσοχή στην εκπαίδευσι των ενηλίκων. Στη Νιγηρία, όπου η τάξις των εγγραμμάτων καλύπτει το 20 τοις εκατό ενός λαού από 70.000.000, η κυβέρνησις ίδρυσε κέντρα εκπαιδεύσεως ενηλίκων σε περισσότερες πόλεις και χωριά. Πολλοί άνδρες και γυναίκες επωφελούνται απ’ αυτή την ευκαιρία να μάθουν να διαβάζουν και να γράφουν.
Αρκετή πρόοδος επιτυγχάνεται στα προγράμματα εκπαιδεύσεως ενηλίκων που λειτουργούν στις Αίθουσες Βασιλείας των Μαρτύρων του Ιεχωβά. Με τη βοήθεια αυτών των μαθημάτων, στο διάστημα μεταξύ 1962 και 1976, στη Νιγηρία μόνο, 15.156 άτομα εδιδάχθησαν να διαβάζουν και να γράφουν. Πολλοί από αυτούς ήσαν ηλικιωμένοι και πίστευαν ότι δεν είχαν πια την ικανότητα μαθήσεως. Ήσαν κυρίως άνθρωποι από αγροτικές περιοχές—αγρότες, κυνηγοί, ψαράδες, νοικοκυρές. Η απόφασίς τους να αποκτήσουν Βιβλική γνώσι και να μπορέσουν να μεταδώσουν τη Γραφική διδασκαλία αφύπνισε την επιθυμία τους για μάθησι. Τώρα μπορούν να διαβάζουν και να γράφουν, και μπορούν να βοηθούν άλλους να διδάσκωνται τον Λόγο του Θεού στη γλώσσα τους και συχνά, επίσης, στην Αγγλική.
Παραδείγματος χάριν, ο Ιεζεκιήλ Οβμπιατζέλε εκπαιδεύθηκε σύμφωνα με τα πατροπαράδοτα εκπαιδευτικά συστήματα, αλλά δεν διδάχθηκε να διαβάζη και να γράφη. Αφού έλαβε προφορική Βιβλική εκπαίδευσι από τους Μάρτυρες του Ιεχωβά και βαπτίσθηκε το 1940, αντελήφθη την αξία του να μάθη να διαβάζη. Ενεγράφη σε μια τάξι εκπαιδεύσεως και γρήγορα διάβαζε τη Βίβλο σε άλλους. Με πρόσθετη ειδική εκπαίδευσι, διορίσθηκε το 1953 να υπηρετήση ως περιοδεύων επίσκοπος, έχοντας την ευθύνη να εκπαιδεύη πολλές εκκλησίες στην περιοχή που του είχαν ορίσει. Πολλοί άλλοι ωφελήθησαν παρομοίως.
Όταν ο Τζάκσον Ιχεανάκο για πρώτη φορά παρακολούθησε συναθροίσεις των Μαρτύρων του Ιεχωβά, γνώριζε μόνο τη γλώσσα Έφικ, τη μητρική του γλώσσα. Αντελήφθη ότι απαιτείτο να μάθη να διαβάζη και την Αγγλική, επίσης, επειδή οι συναθροίσεις διεξήγοντο σ’ εκείνη τη γλώσσα. Με τη βοήθεια των τάξεων εκπαιδεύσεως στην εκκλησία, το κατώρθωσε αυτό και συνέχισε να μαθαίνη άλλες γλώσσες επίσης. Τώρα μπορεί να διαβάζη και να γράφη επτά γλώσσες!
Το ποσοστό εγγραμμάτων μεταξύ των Μαρτύρων του Ιεχωβά υπερβαίνει το 77 τοις εκατό. Οι περισσότεροι από το υπόλοιπο 23 τοις εκατό παρακολουθούν τάξεις εκπαιδεύσεως, πάντα στις Αίθουσες Βασιλείας τους ή σε κυβερνητικά κέντρα, κι έτσι βρίσκονται σε διάφορα στάδια εκμαθήσεως αναγνώσεως και γραφής. Εκτιμούν αυτό το πρόγραμμα, το οποίο τους βοηθεί να πλησιάσουν περισσότερα άτομα με την αλήθεια.
Επωφελής Εκπαίδευσις
Η αξία και η ανάγκη για εκπαίδευσι δεν μπορούν ν’ αμφισβητηθούν. Ένα κύριο άρθρο στην εφημερίδα Καθημερινά Νέα της 29ης Δεκεμβρίου, 1976, μιλούσε για την εκπαίδευσι σαν τη «μεγαλύτερη επένδυσι . . . για τη γρήγορη ανάπτυξι των . . . οικονομικών, πολιτικών, κοινωνικών και ανθρωπίνων επιτευγμάτων.» Ωστόσο, όχι ακριβώς η εκπαίδευσις, αλλά η επωφελής εκπαίδευσις είναι ουσιώδης. Οι νέες μέθοδοι συνετέλεσαν στη δημιουργία υλιστικών στόχων, και όχι παραγωγικών. Σε πολλούς νέους, ο σκοπός της εκπαιδεύσεως είναι εργασία με κύρος και μεγάλη οικονομική αμοιβή. Οι γονείς πρέπει να καθοδηγούν τους νέους σε προσεκτική αξιοποίησι του σκοπού της εκπαιδεύσεως τους. Σκοπός τους πρέπει να είναι ν’ αποκτήσουν πραγματικές επιδεξιότητες και ικανότητα σκέψεως ώστε να δημιουργήσουν μια παραγωγική σταδιοδρομία ως ενήλικοι.
Δεν πρέπει να λησμονήται, όμως, το γεγονός ότι η περίοδος της τυπικής εκπαιδεύσεως δεν είναι το άπαν στον τομέα της εκπαιδεύσεως. Οι γονείς μπορούν να χρησιμοποιούν τις προσχολικές και εξωσχολικές περιόδους για να παρέχουν στα παιδιά τους ηθική καθώς και άλλου είδους εκπαίδευσι, η οποία θα οικοδομήση την προσωπικότητα των παιδιών με υγιή τρόπο. Μεγάλο καλό μπορεί να επιτευχθή χρησιμοποιώντας την Αγία Γραφή για να εμφυτεύσουν στην διάνοια των μαθητών την ευπρέπεια, τιμιότητα και υπακοή.
Εκτός τούτου, οι νέοι αφήνοντας τις καθημερινές εμπειρίες να διαμορφώνουν την προσωπικότητα και τις ικανότητες τους με επωφελή τρόπο, θα συνεχίσουν να εκπαιδεύωνται και μετά το τέλος της τυπικής εκπαιδεύσεως. Με τον τρόπο αυτό, θα κατορθώσουν να γίνουν υπεύθυνα και παραγωγικά άτομα, άνδρες και γυναίκες, και η εκπαίδευσίς τους θ’ αποδειχθή πράγματι επωφελής.