Το Παρελθόν της Θρησκείας Δείχνει το Μέλλον Της
Μέρος 10ο: 537 π.Χ. κι έπειτα—Περιμένουν Ακόμη έναν Μεσσία
«Όταν το μέλλον δεν επιφυλάσσει καμιά ελπίδα, η αυτοδιάθεση δεν είναι παρά ένα σλόγκαν».—Τζον Φ. Κένεντι, 35ος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών
ΕΙΧΑΝ τελειώσει τα εβδομήντα χρόνια αιχμαλωσίας στη Βαβυλώνα! Ο κατακτητής της Βαβυλώνας και βασιλιάς της Περσίας, ο Κύρος, επέτρεπε στους Ιουδαίους να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Όταν όμως βρέθηκαν και πάλι στην Υποσχεμένη Γη (το 537 π.Χ.), η ελπίδα τους να απολαύσουν αυτοδιάθεση ως ελεύθερο έθνος έμεινε απραγματοποίητη. Δεν είχαν βασιλιά, και η πολιτική εξουσία που ασκούσαν οι κυβερνήτες τους επισκιάστηκε σύντομα από τη θρησκευτική εξουσία του αρχιερέα, ο οποίος έφτασε στο σημείο να θεωρείται κεφαλή του έθνους.
Προσκόλληση σε μια Μεσσιανική Ελπίδα
Σύμφωνα με τη The Concise Jewish Encyclopedia (Συνοπτική Ιουδαϊκή Εγκυκλοπαίδεια), στη διάρκεια αυτής ακριβώς της περιόδου αναπτύχθηκε η αντίληψη για τον Μεσσία, «τον ιδανικό μονάρχη του μέλλοντος [που] δεν θα ήταν απλώς άλλος ένας ‘χρισμένος’ κυβερνήτης, αλλά ο κυβερνήτης που θα κατέστρεφε τους εχθρούς του Ισραήλ και θα εγκαθίδρυε μια τέλεια εποχή ειρήνης και τελειότητας».
Τον τέταρτο αιώνα π.Χ., ο Μέγας Αλέξανδρος κατέκτησε τους Ιουδαίους και τους έφερε υπό την εξουσία του. Αλλά ήταν φανερό ότι δεν επρόκειτο για τον Μεσσία που περίμεναν, μολονότι η αυτοκρατορία του Αλέξανδρου άσκησε τρομακτική επίδραση στη χώρα τους, στον πολιτισμό τους και στη θρησκεία τους.
Μετά το θάνατο του Αλέξανδρου, η Παλαιστίνη παρέμεινε σε ελληνικά χέρια, πρώτα υπό την εξουσία των Αιγύπτιων Πτολεμαίων και αργότερα υπό την εξουσία των Σύρων Σελευκιδών· και οι δυο αυτές δυναστείες ιδρύθηκαν από τους διαδόχους του Αλέξανδρου. Καθώς αυξανόταν η ελληνική επιρροή, οι εξέχοντες και αριστοκράτες Ιουδαίοι άρχισαν να θεωρούν απαρχαιωμένες τις ιουδαϊκές παραδόσεις και τα ιουδαϊκά έθιμα. Σ’ αυτό πρωτοστάτησε η οικογένεια του Τωβία, που προώθησε στη θέση αρχιερέα τον Μενέλαο—ο οποίος ήταν προφανώς συγγενής τους—στη διάρκεια της βασιλείας του Σελευκίδη βασιλιά Αντίοχου Δ΄ του Επιφανή (175-164 π.Χ.). Αυτό το έκαναν, παρ’ όλο που ο Μενέλαος δεν ήταν από τον παραδοσιακό ιερατικό οίκο του Σαδώκ, του αρχιερέα στο ναό του Σολομώντα. Η ελληνική επιρροή έγινε τόσο ισχυρή, ώστε οι ιουδαϊκές θρησκευτικές γιορτές τέθηκαν εκτός νόμου και ο ναός μετατράπηκε σε ελληνικό ιερό!
Το 167 π.Χ., ο Ιουδαίος ιερέας Ματταθίας και οι πέντε γιοι του, που ονομάζονται κοινώς Μακκαβαίοι ή Ασμοναίοι, επαναστάτησαν. Η Εξέγερση των Μακκαβαίων, που είχε αρχικά θρησκευτικό χαρακτήρα, έγινε σύντομα πολιτικός αγώνας υπέρ της αυτοδιάθεσης των Ιουδαίων. Το 164 π.Χ., ο ναός καταλήφθηκε εκ νέου και εγκαινιάστηκε πάλι, γεγονός που γιορτάζουν σήμερα οι Εβραίοι όλου του κόσμου κάθε χρόνο, στη διάρκεια της οχταήμερης γιορτής των φώτων, γνωστής ως Χανουκά. Αλλά Μεσσίας δεν φαινόταν ακόμη.
Αμελείς Ποιμένες και Θρησκευτική Διχόνοια
Εκείνο τον καιρό, «οι ιερείς, όχι μόνο είχαν στα χέρια τους την πνευματική και κοινωνική ηγεσία του λαού», σχολιάζει η εβραϊκή Pictorial Biblical Encyclopedia (Εικονογραφημένη Βιβλική Εγκυκλοπαίδεια), «αλλά αυτοί αποτελούσαν την ισχυρότερη και πλουσιότερη τάξη της Ιερουσαλήμ, από πολιτική και οικονομική άποψη». Εντούτοις, οι ιερείς έγιναν τόσο αριστοκρατικοί και αμελείς σ’ ό,τι αφορά την εκπλήρωση των ποιμαντικών καθηκόντων τους, ώστε άτομα που δεν ήταν ιερείς άρχισαν να τους αντικαθιστούν στην ερμηνεία του Νόμου και στην απόδοση δικαιοσύνης. Αυτοί οι άνθρωποι, γνωστοί ως γραμματείς, ήταν επιδέξιοι στο να βρίσκουν ‘παραθυράκια’ για όσους ήθελαν να παρακάμψουν το Νόμο.
Τον ίδιο εκείνο καιρό, η ιουδαϊκή θρησκεία διασπάστηκε σε αντιμαχόμενες παρατάξεις. Οι Φαρισαίοι δίδασκαν ότι ο Θεός είχε δώσει στον Ισραήλ ένα δίπτυχο νόμο, του οποίου ένα μέρος ήταν γραπτό και ένα άλλο μέρος προφορικό. Με βάση αυτόν ακριβώς τον προφορικό νόμο αναγνώρισαν τη νομιμότητα της αρχιερατικής γραμμής, ακόμη και μετά από τότε που διακόπηκε η παραδοσιακή γραμμή. Από την άλλη μεριά, οι Σαδδουκαίοι, που αρνούνταν την ύπαρξη προφορικού νόμου, ισχυρίζονταν ότι μόνο κάποιος άμεσος απόγονος του Σαδώκ μπορεί να υπηρετεί ως αρχιερέας.
Το όνομα «Φαρισαίος» προήλθε από μια λέξη που σημαίνει «ξεχωριστός» ή «διακεκριμένος». Μερικοί λένε ότι αυτό το όνομα το χρησιμοποιούσαν οι εναντιούμενοί τους για να τους χαρακτηρίσουν αιρετικούς. Άλλοι ισχυρίζονται ότι αναφέρεται στη «διακεκριμένη» θέση που κατείχαν και ξεχώριζαν έτσι από τους αμ χαάρετς (ανθρώπους της γης), τους οποίους θεωρούσαν ακάθαρτους. Οι Φαρισαίοι αυτοδικαιώνονταν υπερβολικά, σχετικά με την από μέρους τους τήρηση τόσο του γραπτού νόμου όσο και του προφορικού νόμου. Η στάση των Σαδδουκαίων απέναντι στο γραπτό νόμο, που ήταν το ίδιο άκαμπτη, είναι πιθανό ότι «δεν προήλθε από κάποιο θρησκευτικό συναίσθημα», γράφει ο Εβραίος συγγραφέας Γκααλιάχου Κόρνφελντ, «αλλά αποτελούσε πολιτικό όπλο με το οποίο εναντιώνονταν στις νομοθετικές εξουσίες των Φαρισαίων».
Οι Εσσαίοι, μια άλλη θρησκευτική ομάδα, αναπτύχθηκαν προφανώς στη διάρκεια της ίδιας περιόδου. Αυτοί είχαν αποσχιστεί από το επίσημο ιερατείο, δεν έπαιρναν μέρος στις θρησκευτικές τελετές και στις θυσίες που γίνονταν στο ναό, αλλά, κατά τα άλλα, έμεναν πιστά προσκολλημένοι στο Νόμο. Όπως και οι Φαρισαίοι, με τους οποίους έμοιαζαν από πολλές απόψεις, αυτοί έπεσαν θύματα της ελληνιστικής επιρροής, υιοθετώντας την πίστη στην αθανασία της ψυχής.
Προφανώς, αυτή η ομάδα δεν περιλάμβανε περισσότερα από 4.000 μέλη, όλοι ενήλικες άντρες, πολλοί από τους οποίους ήταν άγαμοι. Ζούσαν σε κοινόβια σπίτια, σε απομονωμένες κοινότητες σ’ ολόκληρη την Παλαιστίνη. Η Encyclopædia Judaica (Ιουδαϊκή Εγκυκλοπαίδεια) μιλάει για την υποτιθέμενη ειρηνοφιλία τους, λέγοντας ότι αυτή «ήταν προφανώς όμοια μ’ εκείνη των σημερινών Μαρτύρων του Ιεχωβά». Αλλά είναι φανερό ότι οι Εσσαίοι δεν τηρούσαν πράγματι την αυστηρή ουδετερότητα που τηρούν σήμερα οι Μάρτυρες του Ιεχωβά. Η εβραϊκή Pictorial Biblical Encyclopedia λέει ότι οι Εσσαίοι «πολέμησαν ηρωικά στην επανάσταση κατά της Ρώμης, και μάλιστα μερικοί ηγέτες προέρχονταν από τις τάξεις τους». Ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος αναφέρεται σ’ έναν τέτοιο ηγέτη—κάποιον «Ιωάννη τον Εσσαίο», ο οποίος υπηρέτησε ως Ιουδαίος στρατηγός στην εξέγερση του 66 μ.Χ.
Οι Ρόλοι της Νεκράς Θάλασσας, που βρέθηκαν το 1947, παρέχουν πληροφορίες σχετικά με τη θρησκευτική αίρεση Κουμράν, που μερικοί λόγιοι πιστεύουν ότι ταυτίζεται με τους Εσσαίους. Όσον αφορά όμως την άποψη ότι ο Ιωάννης ο Βαφτιστής και ο Ιησούς ανήκαν σ’ αυτή την ομάδα, ή τουλάχιστον επηρεάστηκαν απ’ αυτήν, η The New Encyclopædia Britannica λέει: «Σημαντικά επιχειρήματα . . . αντικρούουν αυτό το συμπέρασμα». Υπάρχουν «θεμελιώδεις διαφορές ανάμεσα στην αίρεση Κουμράν και στον Ιωάννη τον Βαφτιστή . . . [καθώς και] διαμετρικές αντιθέσεις ανάμεσα στις απόψεις αυτής της αίρεσης και στην έκταση της διακονίας του Ιησού, στο άγγελμά του για σωτηρία, στην κατανόησή του όσον αφορά το θέλημα του Θεού . . . και, κυρίως, στο ριζοσπαστικό χαρακτήρα της εντολής του για την αγάπη και της συναναστροφής του με αμαρτωλούς και απόβλητους της κοινωνίας».
Στην πραγματικότητα, όλες οι ιουδαϊκές θρησκευτικές παρατάξεις εναντιώθηκαν στον Ιωάννη τον Βαφτιστή και σ’ εκείνον που αυτός ανήγγειλε ότι ήταν ο Μεσσίας. Αντί να πιστέψουν στο άγγελμα του Ιωάννη, πολλοί ιερείς, όπως λέει ο Ιώσηπος, στράφηκαν στους Ζηλωτές, μια ομάδα Ιουδαίων επαναστατών που επιδίωκαν την αυτοδιάθεση. Επί δεκαετίες, ομάδες σαν κι αυτή, που ήταν ενάντιες στη ρωμαϊκή κυριαρχία η οποία είχε αντικαταστήσει την Ελλάδα το 63 π.Χ., επιδίδονταν σε τρομοκρατική δραστηριότητα. Τελικά, το 66 μ.Χ., επαναστάτησαν ανοιχτά. Αυτό οδήγησε στην καταστροφή του ιουδαϊκού ναού και του ιερατείου τους. Η Μεσσιανική ελπίδα έσβησε.
Ιουδαϊσμός Χωρίς Ναό και Χωρίς Ιερατείο
Αιώνες πριν απ’ αυτό, στη διάρκεια της εξορίας στη Βαβυλώνα, ή ίσως λίγο μετά απ’ αυτήν, είχε δοθεί μεγάλη έμφαση στην απόκτηση γνώσης σχετικά με το Νόμο. Χτίζονταν κέντρα διδασκαλίας, γνωστά ως συναγωγές, και από τότε οι επισκέψεις στο ναό γίνονταν μόνο σε ειδικές περιπτώσεις και με σκοπό την προσφορά θυσιών. Έτσι, τον πρώτο αιώνα μ.Χ., ήταν απόλυτα φυσιολογικό να προσφέρεται λατρεία στις συναγωγές. Τότε, μετά την καταστροφή του ναού το 70 μ.Χ., είναι φανερό ότι αυτές θεωρούνταν αντικατάστατα του ναού.
Η έμφαση μεταφέρθηκε τώρα, από το ανύπαρκτο ιερατείο, στους δασκάλους που ήταν γνωστοί ως ραβίνοι. Οι Σαδδουκαίοι είχαν πάψει να υπάρχουν ως ενεργό σώμα και οι Εσσαίοι είχαν απλώς εξαφανιστεί· έτσι, οι Φαρισαίοι αποδείχτηκαν οι αδιαφιλονίκητοι ηγέτες. Ο Έλις Ρίβκιν του Πανεπιστημίου της Εβραϊκής Ένωσης εξηγεί την επιρροή που ασκούσαν. «Ο προφορικός νόμος των Φαρισαίων δημιούργησε τη Μισνά, το Παλαιστινιακό και το Βαβυλωνιακό Ταλμούδ, τη γαονική, τη μεσαιωνική και τη σύγχρονη ρεσπόνσα, καθώς και τους διάφορους κώδικες του ιουδαϊκού νόμου». Η The New Encyclopædia Britannica προσθέτει: «Ακόμη και σήμερα, όλες οι διάφορες εβραϊκές ομάδες, είτε είναι Ορθόδοξες είτε Συντηρητικές είτε Μεταρρυθμιστικές, ισχυρίζονται ότι από πνευματική άποψη κατάγονται άμεσα από τους Φαρισαίους και τους ραβίνους σοφούς».
Μεσσιανικές Ελπίδες στη Διασπορά
Ακόμη και πριν από το 70 μ.Χ., εκατομμύρια Ιουδαίοι ζούσαν έξω από την Παλαιστίνη, κυρίως στη Συρία, στη Μικρά Ασία, στη Βαβυλωνία και στην Αίγυπτο. Ωστόσο, μετά το 70 μ.Χ., όσοι Ιουδαίοι επέζησαν ξεριζώθηκαν εντελώς και διασκορπίστηκαν ζώντας πλέον στη διασπορά. Ακόμη κι εκεί, πολλοί διατήρησαν την ελπίδα τους για αυτοδιάθεση, υπό έναν ερχόμενο Μεσσία. Ο Ιουδαίος ηγέτης Μπαρ Κόκμπα αποδείχτηκε ότι ήταν ένας ψευτομεσσίας, που ηγήθηκε μιας ανεπιτυχούς επανάστασης κατά της Ρώμης, το 132 μ.Χ. Σύμφωνα με τη The Jewish Encyclopedia, από τότε μέχρι το 1744 μ.Χ., εμφανίστηκαν 28 τέτοιοι ψευτομεσσίες.
Είναι μάλλον κατανοητό λοιπόν το γεγονός ότι η Μεσσιανική ελπίδα άρχισε να ξεθωριάζει. Η Encyclopædia Judaica εξηγεί: «Η εβραϊκή ιδεολογία του Μεσαίωνα δεν παρέλαβε από την αρχαία περίοδο κάποια λογική, ενοποιημένη αντίληψη για τον Μεσσία, . . . και η ταλμουδική φιλολογία, καθώς και τα διάφορα Μιδρασίμ περιλάμβαναν πολλές αντιφατικές απόψεις». Ακόμη και το 12ο αιώνα, ο Εβραίος φιλόσοφος Μωυσής Μαϊμονίδης υποστήριζε ότι η βασιλεία του Μεσσία μπορεί να απεικόνιζε απλώς μια ανώτερη μορφή κοινωνίας. Το 19ο αιώνα, οι Μεταρρυθμιστές Εβραίοι «αντικατέστησαν την πίστη σ’ έναν προσωπικό Μεσσία με την πίστη σε μια μεσσιανική εποχή. . . . Με την επιστροφή των εξορίστων στη Σιών, η μεσσιανική ελπίδα αποκόπηκε από τα πράγματα με τα οποία συνδεόταν παραδοσιακά».
Λίγο πριν απ’ αυτό, η κίνηση Χασκαλά (Διαφώτισης) στην Ευρώπη προξένησε μεγαλύτερη σύγχυση στο ζήτημα αυτό. Αυτή προήγαγε έναν Ιουδαϊσμό που ήταν πρόθυμος να συμμορφωθεί με το δυτικό τρόπο ζωής. Συνέβαλε στο να χωριστούν οι Εβραίοι σ’ εκείνους που πίστευαν ότι το πιο πρωτεύον πράγμα ήταν να αποκτήσουν αυτοδιάθεση εγκαθιδρύοντας και πάλι μια εβραϊκή πατρίδα υπό τον Μεσσία, και σ’ εκείνους που ήταν της άποψης ότι μεγαλύτερη σπουδαιότητα είχε η ενσωμάτωσή τους μέσα στη ζωή της χώρας στην οποία είχαν γεννηθεί.
Αυτές οι εξελίξεις, μαζί με την άνοδο του αντισημιτισμού, άνοιξαν το δρόμο για τη γέννηση του σύγχρονου Σιωνισμού, του οποίου πατέρας ήταν ο Θίοντορ Χερτσλ, στα τέλη του 19ου αιώνα. Σήμερα, το Μάιο του 1989, 41 χρόνια μετά το μήνα ίδρυσης του Κράτους του Ισραήλ, οι Εβραίοι απολαμβάνουν αυτοδιάθεση ως εβραϊκή κοινότητα σε μια εβραϊκή πατρίδα όπως οραματιζόταν εκείνος. Έχει πραγματοποιηθεί η Μεσσιανική τους ελπίδα;
Αν ναι, τότε γιατί μερικοί Εβραίοι, σύμφωνα με την εφημερίδα The Times του Λονδίνου, θεωρούν «το Σιωνισμό μια βλασφημία που έγινε πραγματικότητα με τη δημιουργία του Ισραήλ»; Γιατί ο ιστορικός Θίοντορ Χ. Γουάιτ, που ήταν κι ο ίδιος Εβραίος και έχει πεθάνει τώρα, παραδέχεται με ειλικρίνεια: «Υπάρχουν σχεδόν τόσες αιρέσεις Εβραίων, που μάχονται η μια με την άλλη, . . . όσες υπάρχουν και ανάμεσα στους Προτεστάντες»; Γιατί το 1987 έγραψε το περιοδικό Time, συγκεντρώνοντας την προσοχή στις αντιμαχόμενες θρησκευτικές παρατάξεις που υπάρχουν μέσα στο 120μελές πολιτικό σώμα του Ισραήλ, το Κνεσέτ, ότι «Πρέπει να βρεθεί κάποια διαρκής λύση για να μη γίνει το Ισραήλ . . . ένα θανάσιμα διαιρεμένο σπιτικό»;
Η σημερινή αυτοδιάθεση των Εβραίων προσφέρει ελάχιστες ελπίδες για το μέλλον. Με το να εμπιστεύεται σε ανθρώπους-πολιτικούς προκειμένου να πραγματοποιήσουν τη Μεσσιανική του ελπίδα, ο Ιουδαϊσμός αγνοεί τα λόγια των ίδιων των ιερών του συγγραμμάτων: «Είναι καλύτερο να καταφεύγεις στον ΚΥΡΙΟ παρά να εμπιστεύεσαι στον άνθρωπο. . . . Να μη θέτεις την εμπιστοσύνη σου σε άρχοντες, ούτε στο γιο του ανθρώπου, από τους οποίους δεν υπάρχει βοήθεια».—Ψαλμός 118:8· 146:3, The Holy Scriptures (Οι Άγιες Γραφές), έκδοση της Εβραϊκής Εκδοτικής Εταιρίας της Αμερικής.
Σε αντίθεση με τη δυσκολία που αντιμετωπίζουν πολλοί Εβραίοι σήμερα όσον αφορά τον προσδιορισμό της Μεσσιανικής τους ελπίδας, αρκετοί από τους προγόνους τους που έζησαν τον πρώτο αιώνα μ.Χ. δεν είχαν καμιά απολύτως δυσκολία. (Βλέπε Ιωάννης 1:41.) Αυτοί έγιναν ακόλουθοι Εκείνου τον οποίον δέχτηκαν ως Μεσσία και υποστήριξαν με ζήλο μια θρησκεία που μπορούμε κατάλληλα να ονομάσουμε «Ο Δρόμος της Πίστης, της Ελπίδας και της Αγάπης». Το επόμενο τεύχος μας θα δώσει εξηγήσεις σχετικά μ’ αυτό.
[Εικόνα στη σελίδα 21]
Το Δυτικό Τείχος, που είναι κοινώς γνωστό ως Τείχος των Θρήνων, είναι το μόνο που έχει απομείνει στους Εβραίους από τον άγιο ναό τους, ο οποίος καταστράφηκε το 70 μ.Χ.