Φροντίδα για τους Ηλικιωμένους—Ένα Αυξανόμενο Πρόβλημα
ΚΑΠΟΙΑ ιστορία μιλάει για ένα κοριτσάκι που ρώτησε τη μητέρα του: «Γιατί η γιαγιά τρώει από το ξύλινο μπολ, ενώ εμείς οι υπόλοιποι τρώμε από τα ωραία μας πιάτα;» Η μητέρα της τής εξήγησε: «Της γιαγιάς τα χέρια τρέμουν, και μπορεί να της πέσουν τα καλά μας τα πιάτα από το χέρι και να σπάσουν, γι’ αυτό εκείνη τρώει από το ξύλινο μπολ». Το κοριτσάκι το σκέφτηκε αυτό για λίγο και μετά ρώτησε: «Τότε θα μου φυλάξεις το ξύλινο μπολ για να το έχω για σένα όταν θα μεγαλώσω;» Η επαφή μ’ αυτή τη μελλοντική προοπτική μπορεί να ξάφνιασε τη μητέρα, ίσως ακόμα και να την αναστάτωσε λίγο. Αλλά αν το καλοσκέφτηκε, μπορεί και να την καθησύχασε—η κορούλα της σκόπευε να αναλάβει τη φροντίδα της!
Για πολλούς ηλικιωμένους, οι προοπτικές μπορεί να μην είναι τόσο καλές. Σε πολλά μέρη του κόσμου, αυτοί έχουν γίνει το ταχύτερα αυξανόμενο τμήμα του πληθυσμού. Το περιοδικό Ανασκόπηση του Παγκόσμιου Τύπου (World Press Review) ανέφερε στο τεύχος του Αυγούστου 1987 ότι, τότε, ήταν άνω των 60 ετών περίπου 600 εκατομμύρια άνθρωποι, το 12 τοις εκατό του πληθυσμού που είχε ο πλανήτης μας εκείνον τον καιρό.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι ηλικιωμένοι είναι περισσότεροι από τους εφήβους για πρώτη φορά στα χρονικά. Ο επιστημονικός συντάκτης μιας εφημερίδας της Πόλης της Νέας Υόρκης ανέφερε: «Τριάντα εκατομμύρια Αμερικανοί είναι τώρα 65 χρονών ή μεγαλύτεροι—ο ένας στους οχτώ από εμάς, περισσότεροι από οποτεδήποτε άλλοτε, και: Ο πληθυσμός των ηλικιωμένων αυξάνεται με ρυθμό διπλάσιο από εκείνον του υπόλοιπου πληθυσμού. . . . Ο μέσος όρος ζωής για τους Αμερικανούς ήταν 35 χρόνια το 1786. Για ένα παιδί που γεννήθηκε στην Αμερική το 1989, ο μέσος όρος είναι 75 χρόνια».
Στον Καναδά αναμένεται να έχει υπερτριπλασιαστεί μέχρι το τέλος του αιώνα ο αριθμός των υπερηλίκων, ηλικίας 85 ετών και άνω.
Στην Ευρώπη πριν από εκατό χρόνια, οι ηλικιωμένοι αποτελούσαν μόνο το 1 τοις εκατό του συνολικού της πληθυσμού. Σήμερα, έχουν φτάσει να αποτελούν το 17 τοις εκατό.
Μια έκθεση της Στατιστικής Υπηρεσίας των Η.Π.Α. με θέμα «Το Γήρας στον Τρίτο Κόσμο» έλεγε: «Τα τέσσερα πέμπτα της αύξησης στον αριθμό των ηλικιωμένων είναι αύξηση που σημειώνεται στον Τρίτο Κόσμο».
Πριν από τέσσερις δεκαετίες, ο μέσος όρος ζωής των Κινέζων ήταν περίπου 35 χρόνια. Το 1982, ο αριθμός αυτός είχε γίνει 68 χρόνια. Σήμερα, 90 και πλέον εκατομμύρια Κινέζοι κατατάσσονται στους ηλικιωμένους, και υπολογίζεται ότι, μέχρι το τέλος του αιώνα, ο αριθμός αυτός θα φτάσει τα 130 εκατομμύρια, δηλαδή το 11 τοις εκατό του πληθυσμού.
Ειδικές Προσπάθειες για τη Φροντίδα των Δικών σας
Καθώς ο αριθμός των υπερηλίκων αυξάνεται σε όλο τον κόσμο, το βασανιστικό ερώτημα σχετικά με το πώς μπορεί κανείς να τους φροντίσει γίνεται ολοένα και πιο κρίσιμο. Στους Βιβλικούς χρόνους, το πρόβλημα αυτό δεν ήταν τόσο δύσκολο. Τότε η οικογένεια ήταν διευρυμένη· αποτελούνταν από παιδιά, γονείς και παππούδες που ζούσαν όλοι μαζί. Τα παιδιά και οι παππούδες ενεργούσαν προς όφελος οι μεν των δε, και οι γονείς μπορούσαν να παρέχουν τα απαραίτητα υλικά πράγματα και επίσης να μεριμνούν για την παροχή οποιασδήποτε ειδικής φροντίδας είχαν ανάγκη οι ηλικιωμένοι του σπιτικού. Τέτοιες διευρυμένες οικογένειες που φροντίζουν τους ηλικιωμένους εξακολουθούν να αποτελούν τον κανόνα σε μερικές χώρες σήμερα. (Βλέπε παραδείγματα στο πλαίσιο της σελίδας 8.) Αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο και στα πιο εύπορα κράτη, όπου ο οικογενειακός κύκλος περιορίζεται στους γονείς και στα παιδιά. Όταν τα παιδιά μεγαλώσουν, παντρευτούν και αποκτήσουν δικά τους παιδιά, συχνά έχουν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα της φροντίδας των ηλικιωμένων, αδύναμων και συχνά χρόνια ασθενών γονέων τους.
Στο παρόν σύστημα πραγμάτων, το να κάνεις κάτι τέτοιο μπορεί να αποτελεί πραγματικά μεγάλο πρόβλημα! Όσο δυσάρεστο κι αν είναι, με τις παρούσες οικονομικές συνθήκες, ίσως απαιτείται να δουλεύουν και οι δυο γονείς. Τα τρόφιμα είναι ακριβά, τα ενοίκια υψηλά, οι λογαριασμοί ατελείωτοι. Ακόμα και δυο μισθοί μπορούν να εξαφανιστούν γρήγορα. Αν η γυναίκα του σπιτιού δεν δουλεύει έξω από το σπίτι, μπορεί να ασχολείται με τα παιδιά, με τα ψώνια, με την καθαριότητα—δουλειές που είναι αρκετές για να την απασχολούν όλη τη μέρα. Μ’ αυτό δεν θέλουμε να πούμε ότι δεν πρέπει να φροντίζει κανείς στο σπίτι του τον ηλικιωμένο γονέα ή τους ηλικιωμένους γονείς. Εκείνο που θέλουμε να πούμε είναι ότι κάτι τέτοιο μπορεί να είναι ένα πολύ δύσκολο καθήκον. Οι ηλικιωμένοι υποφέρουν από διάφορους πόνους, και είναι ευνόητο ότι μερικές φορές παραπονιούνται και είναι ιδιότροποι, καθώς και ότι δεν είναι πάντα ευχάριστοι και ευδιάθετοι. Τίποτα απ’ αυτά, φυσικά, δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να κάνει κάποιος επίπονες προσπάθειες για να φροντίσει στο σπίτι του τον ηλικιωμένο γονέα του.
Συχνά, την ευθύνη την επωμίζονται οι κόρες που βρίσκονται εν ζωή. Οι διάφορες μελέτες που γίνονται γι’ αυτά τα θέματα αποκαλύπτουν ότι παρ’ όλο που οι άντρες μπορεί να προσφέρουν οικονομική βοήθεια, οι γυναίκες κυρίως είναι αυτές που προσφέρουν προσωπική φροντίδα. Αυτές μαγειρεύουν για τους ηλικιωμένους—και συχνά τους ταΐζουν κιόλας—τους λούζουν και τους ντύνουν, τους αλλάζουν, τους πηγαίνουν στους γιατρούς και στα νοσοκομεία, προσέχουν να έχουν πάντα τα φάρμακά τους. Συχνά, αυτές γίνονται τα μάτια, τα αφτιά και το μυαλό των ηλικιωμένων γονέων τους. Το έργο τους είναι επίπονο, και η προθυμία με την οποία κάνουν αυτό το έργο παρά τις δυσκολίες του θεωρείται πραγματικά αξιέπαινη από τον Ιεχωβά Θεό και τον ευχαριστεί.
Η άποψη ότι τα περισσότερα ενήλικα παιδιά στέλνουν τους ηλικιωμένους γονείς τους να περάσουν τα τελευταία χρόνια της ζωής τους σε κάποιον οίκο ευγηρίας δεν ανταποκρίνεται καθόλου στην πραγματικότητα, σύμφωνα με τον Καρλ Άισντορφερ, γιατρό, διδάκτορα φιλοσοφίας και διευθυντή του Κέντρου για την Ανάπτυξη των Ενηλίκων και για τη Γήρανση στο Πανεπιστήμιο του Μαϊάμι, στη Φλόριντα των Η.Π.Α. «Οι μελέτες έχουν δείξει ότι το μεγαλύτερο μέρος της φροντίδας των ηλικιωμένων παρέχεται από την ίδια τους την οικογένεια», είπε.
Οι στατιστικές υποστηρίζουν τον ισχυρισμό του. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, για παράδειγμα, το 75 τοις εκατό των ατόμων που ρωτήθηκαν είπαν ότι θα ήθελαν να μείνουν μαζί τους οι γονείς τους, αν δεν ήταν πια σε θέση να μένουν μόνοι τους. «Αυτό επιβεβαιώνει ότι οι οικογένειες θέλουν να φροντίζουν τους δικούς τους», είπε ο Δρ Άισντορφερ. Και ένα δημοσίευμα στο περιοδικό Μις (Ms.) έλεγε: «Μόνο το 5 τοις εκατό απ’ όσους είναι άνω των 65 ετών βρίσκονται συνήθως σε οίκους ευγηρίας, επειδή τόσο οι ηλικιωμένοι όσο και οι περισσότεροι συγγενείς τους προτιμούν τη σπιτική φροντίδα από τη φροντίδα κάποιου ιδρύματος».
Η ακόλουθη περίπτωση δείχνει τις προσπάθειες που κάνουν μερικοί για να φροντίσουν έναν ηλικιωμένο γονέα. Η αφήγηση αυτή είναι από κάποιον περιοδεύοντα αντιπρόσωπο των Μαρτύρων του Ιεχωβά, ο οποίος επισκέπτεται εκκλησίες στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο ίδιος εξηγεί πώς αυτός και η σύζυγός του ήταν αποφασισμένοι να έχουν μαζί τους την 83χρονη μητέρα της, αντί να τη βάλουν σε οίκο ευγηρίας. Όπως είπε ο ίδιος, «θυμήθηκα αυτό που λένε ότι μια μητέρα μπορούσε να φροντίσει 11 παιδιά, ενώ 11 παιδιά δεν μπορούσαν να φροντίσουν μια μητέρα. Εμείς οι δυο ήμασταν αποφασισμένοι να φροντίσουμε μια ηλικιωμένη μητέρα. Παρ’ όλο που η μητέρα βρισκόταν στα πρώτα στάδια της νόσου του Αλτσχάιμερ, την παίρναμε μαζί μας όπου πηγαίναμε με το τροχόσπιτο.
»Στην αρχή, ερχόταν μαζί μας όταν πηγαίναμε και κηρύτταμε το άγγελμα της Βασιλείας από πόρτα σε πόρτα. Αργότερα χρειάστηκε να την παίρνουμε μαζί μας σε αναπηρικό καροτσάκι. Οι οικοδεσπότες έδειχναν να εκτιμούν το πώς την προσέχαμε. Μερικές φορές έλεγε πράγματα που δεν ήταν σωστά, αλλά εμείς δεν τη φέρναμε ποτέ σε δύσκολη θέση με το να τη διορθώνουμε. Πάντως, διατηρούσε την αίσθηση του χιούμορ. Τη φροντίζαμε μέχρι που πέθανε σε ηλικία 90 ετών».
Όταν Υπάρχει Ανάγκη για Οίκο Ευγηρίας
Σχεδόν δυο εκατομμύρια ηλικιωμένοι ζουν σε οίκους ευγηρίας στις Ηνωμένες Πολιτείες. Στις περισσότερες περιπτώσεις, όμως, αυτό δεν είναι «άσπλαχνο ξεφόρτωμα των ηλικιωμένων», όπως λένε μερικοί γι’ αυτούς που βάζουν τους ηλικιωμένους σε οίκους ευγηρίας. Αντίθετα, αποτελεί συχνά τη μόνη λύση για να παρέχεται επαρκώς η φροντίδα που χρειάζονται εκείνοι οι οποίοι δεν μπορούν να φροντίσουν τον εαυτό τους. Συχνότατα, τα παιδιά των ηλικιωμένων δεν είναι σε θέση να φροντίσουν τους υπερήλικους γονείς τους, πολλοί από τους οποίους μπορεί να έχουν κάποια σοβαρή μορφή της νόσου του Αλτσχάιμερ ή να είναι κατάκοιτοι από κάποια άλλη ασθένεια που καταβάλλει τον οργανισμό και απαιτεί την παροχή ειδικής φροντίδας όλο το εικοσιτετράωρο. Σε τέτοιες περιπτώσεις, οι οίκοι ευγηρίας μπορεί να είναι τα μόνα μέρη που μπορούν να καλύψουν αυτές τις ειδικές ανάγκες.
Ένας ιεραπόστολος της Εταιρίας Σκοπιά στη Σιέρα Λεόνε της Αφρικής είπε για τον πόνο που ένιωσε η μητέρα του όταν αυτή αναγκάστηκε να βάλει τη μητέρα της σε οίκο ευγηρίας: «Πρόσφατα, η μητέρα μου, που είναι στη Φλόριντα, έβαλε τη μητέρα της, την Έλεν, σε οίκο ευγηρίας. Ήταν πολύ δύσκολη απόφαση για εκείνην. Αυτή φρόντιζε την Έλεν επί τέσσερα χρόνια, αλλά τώρα η Έλεν χρειαζόταν συνεχή νοσοκομειακή φροντίδα. Οι φίλοι της μητέρας, η οικογένεια και διάφοροι κοινωνικοί λειτουργοί και γιατροί ήταν όλοι υπέρ της απόφασης να μπει η Έλεν σε οίκο ευγηρίας, αλλά και πάλι αυτή ήταν πολύ δύσκολη απόφαση. Η μητέρα μου πίστευε ότι εφόσον η μητέρα της τη φρόντιζε όταν ήταν παιδί, το σωστό ήταν να φροντίσει κι εκείνη τη μητέρα της στα γηρατειά της—η ανταπόδοση ή η ‘οφειλόμενη ανταμοιβή’, που είπε ο απόστολος Παύλος. Πάντως, όπως αποδείχτηκε, η Έλεν λάβαινε καλύτερη φροντίδα στον οίκο ευγηρίας απ’ αυτήν που θα είχε στο σπίτι της μητέρας μου».—1 Τιμόθεον 5:4, ΜΝΚ.
Κάποιος άλλος Μάρτυρας, ο οποίος εργάζεται στα κεντρικά γραφεία των Μαρτύρων του Ιεχωβά, μίλησε για τη μάχη που έδωσε ο πατέρας του με τον καρκίνο. «Ο μπαμπάς μου ήταν ζηλωτής Μάρτυρας επί 30 και πλέον χρόνια. Τα εννιά τελευταία χρόνια της ζωής του έπασχε από καρκίνο. Η γυναίκα μου κι εγώ περνούσαμε τις διακοπές μας μαζί του και παίρναμε παρατεταμένες άδειες από την υπηρεσία μας για να είμαστε κοντά του και να προσφέρουμε βοήθεια. Άλλοι συγγενείς βοηθούσαν με διάφορους τρόπους. Αλλά τον περισσότερο καιρό, τον φρόντιζε η γυναίκα του και μια παντρεμένη αδελφή μου που έμενε δίπλα τους. Επίσης τον επισκέπτονταν μέλη της εκκλησίας των Μαρτύρων στην οποία συναθροιζόταν. Τα δυο τελευταία χρόνια, έμπαινε κι έβγαινε από το νοσοκομείο, και τους πέντε τελευταίους μήνες τούς πέρασε σ’ ένα εξειδικευμένο κέντρο γηριατρικής, όπου μπορούσε να λάβει την ειδική φροντίδα που χρειαζόταν.
»Την απόφαση να φύγει από το σπίτι και να πάει σ’ αυτό το κέντρο την πήρε όλη η οικογένεια και συμμετείχε κι εκείνος. Ο ίδιος κατέληξε στο ότι γινόταν όλο και πιο επίπονο, ακόμα και αδύνατον, να του παρέχεται φροντίδα στο σπίτι από την οικογένεια. ‘Θα σας σκοτώσει όλους σας αυτή η κατάσταση!’ είπε. ‘Καιρός να πάω σ’ αυτό το κέντρο γηριατρικής. Είναι καλύτερα και για σας και για μένα’.
»Κι έτσι έγινε και πήγε. Επί εννιά και πλέον χρόνια τον φρόντιζε η οικογένεια, και τελικά, μόνο επειδή δεν γινόταν διαφορετικά, αυτός πήγε στο κέντρο γηριατρικής για την περιποίηση που χρειαζόταν από ειδικούς, επί εικοσιτετράωρης βάσης».
Όταν, επειδή δεν γίνεται διαφορετικά, παρίσταται ανάγκη για οίκο ευγηρίας λόγω της επαρκούς φροντίδας που παρέχεται εκεί, η οικογένεια πρέπει να ψάξει να βρει έναν οίκο καθαρό, με ευγενικό προσωπικό που θα είναι ικανό να παράσχει την απαιτούμενη φροντίδα. Αν είναι δυνατόν, κανονίστε να έχει καθημερινά αυτός ο ηλικιωμένος έναν επισκέπτη—κάποιο μέλος της οικογένειας, κάποιον από την εκκλησία, ένα τηλεφώνημα έστω—ώστε να μη νιώθει εγκαταλειμμένος, λησμονημένος, εντελώς μόνος, και νομίζει ότι δεν ενδιαφέρεται κανένας. Θα είναι πολύ αποκαρδιωτικό, ενώ άλλοι στον οίκο ευγηρίας έχουν επισκέπτες, να μην πηγαίνει κανένας να δει το δικό σας άνθρωπο. Γι’ αυτό προσπαθήστε να τον βλέπετε τακτικά. Να τον επισκέπτεστε. Να τον ακούτε. Να προσεύχεστε μαζί του. Το τελευταίο είναι πολύ σπουδαίο. Ακόμα κι αν φαίνεται ότι βρίσκεται σε κώμα, εσείς να προσεύχεστε. Ποτέ δεν ξέρετε μέχρι ποιου βαθμού μπορεί να ακούει κάτι!
Όταν παίρνετε αποφάσεις σχετικά με τους γονείς, προσπαθήστε να το κάνετε αυτό μαζί μ’ αυτούς, κι όχι αντί γι’ αυτούς. Κάντε τους να νιώσουν ότι εξακολουθούν να κατευθύνουν εκείνοι τη ζωή τους. Να προσφέρετε την απαραίτητη βοήθεια με όσο το δυνατόν περισσότερη αγάπη, υπομονή και κατανόηση. Σ’ αυτή την περίπτωση είναι ο καιρός για να δώσουμε στους γονείς και στους παππούδες μας την ανταμοιβή που τους οφείλουμε, όπως έγραψε ο απόστολος Παύλος.
‘Όλη η Υποχρέωση του Ανθρώπου’
Στον κυκεώνα αυτού του σύγχρονου κόσμου, είναι εύκολο να σπρώξει κανείς τους ηλικιωμένους στο περιθώριο της ζωής. Ιδιαίτερα οι νέοι, που μόλις μπαίνουν στον αγώνα και βιάζονται να ζήσουν τη ζωή τους, έχουν την τάση να αισθάνονται πως οι ηλικιωμένοι στέκονται εμπόδιο στο δρόμο τους, πως ό,τι χρήσιμο ήταν να κάνουν αυτοί στη ζωή τους το έκαναν. Ίσως όλοι μας πρέπει να καθήσουμε και να σκεφτούμε: Τελικά τι είναι αυτό που κάνει μια ζωή χρήσιμη; Είναι εύκολο για τους νέους να υποτιμούν τη ζωή των ηλικιωμένων και να υπερτιμούν την αξία της δικής τους ζωής.
Ωστόσο, δεν είναι μόνο οι ηλικιωμένοι και οι αδύναμοι εκείνοι που ίσως συμβάλλουν ελάχιστα ή και καθόλου σ’ αυτά που φαίνεται να έχουν σημασία. Ο Βασιλιάς Σολομών, στο βιβλίο τού Εκκλησιαστή, είπε αρκετές φορές ότι οι δραστηριότητες των ανθρώπων γενικά είναι ματαιότητα. Μίλησε για τους νέους και για το προσωρινό τους σφρίγος, και έδειξε πώς το πέρασμα των ετών θα καταστρέψει το σώμα τους, όπως έχει ήδη κάνει με το σώμα εκατομμυρίων άλλων. Όλα καταλήγουν στο χώμα και το μόνο που αξίζουν είναι να χαρακτηριστούν «Ματαιότης ματαιοτήτων», όπως είπε ο Σολομών. «Τα πάντα ματαιότης».—Εκκλησιαστής 12:8.
Εντούτοις, αυτός εκθείασε τα λόγια των σοφών και συνόψισε τις παρατηρήσεις του όσον αφορά τη ζωή με τα εξής λόγια: ‘Το συμπέρασμα της όλης υπόθεσης, όλων όσα έχουν ακουστεί, είναι: Να φοβάσαι τον αληθινό Θεό και να τηρείς τις εντολές του. Επειδή αυτή είναι όλη η υποχρέωση του ανθρώπου’. (Εκκλησιαστής 12:13, ΜΝΚ) Αυτή είναι η συνταγή για μια χρήσιμη ζωή, κι όχι το πόσο νέος ή ηλικιωμένος είστε, ούτε το πόση επιτυχία σημειώνετε σ’ αυτόν τον υλιστικό παλιό κόσμο που παρέρχεται.
Για να ρυθμίζονται οι ανθρώπινες σχέσεις μας, ο Ιησούς έδωσε την κατευθυντήρια αρχή που έχει γίνει γνωστή ως ο Χρυσός Κανόνας: «Πάντα να φέρεστε στους άλλους όπως θα θέλατε να φέρονται εκείνοι σ’ εσάς». (Ματθαίος 7:12, Η Νέα Αγγλική Βίβλος [The New English Bible]) Για να εφαρμόζουμε αυτόν τον κανόνα, πρέπει να μπορούμε να μπαίνουμε στη θέση του άλλου, να διακρίνουμε πώς θα θέλαμε να μας φέρονταν οι άλλοι αν βρισκόμασταν εμείς στη θέση του. Αν ήμασταν ηλικιωμένοι και αδύναμοι και χρειαζόμασταν βοήθεια, πώς θα θέλαμε να μας φερόταν ένα παιδί μας; Εμείς θα ξεπληρώσουμε στους γονείς μας τα 20 χρόνια στη διάρκεια των οποίων μας φρόντιζαν και μας συντηρούσαν φιλόστοργα, όταν ήμασταν αβοήθητα παιδιά, με το να τους φροντίσουμε τώρα που είναι αβοήθητοι ηλικιωμένοι;
Καθώς παρατηρούμε τους ηλικιωμένους γονείς μας τώρα που βρίσκονται σε ανάγκη, ίσως φέρουμε στο μυαλό μας την παιδική μας ηλικία και θυμηθούμε όλα όσα έκαναν αυτοί για εμάς όταν ήμασταν μωρά, παιδιά, όταν μας περιποιούνταν τον καιρό που υποφέραμε από τις παιδικές αρρώστιες, όταν μας τάιζαν και μας έντυναν, όταν μας πήγαιναν σε μέρη που θα άρεσαν σ’ εμάς τα παιδιά. Κατόπιν, με στοργικό ενδιαφέρον για το πώς να περνάνε καλά, ας σκεφτούμε ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να καλύψουμε τις ανάγκες τους.
Ίσως το καλύτερο είναι να κάνουμε τις απαραίτητες διευθετήσεις για να τους έχουμε μαζί μας στο σπίτι, αν αυτό είναι δυνατόν. Από την άλλη μεριά, η καλύτερη διευθέτηση για όλους όσους αφορά το θέμα, στους οποίους συγκαταλέγονται και οι ηλικιωμένοι γονείς, ίσως είναι κάποιο εξειδικευμένο κέντρο γηριατρικής ή κάποιος οίκος ευγηρίας. Όποια απόφαση κι αν ληφθεί, οι άλλοι πρέπει να τη σεβαστούν. Όπως μας έχει λεχθεί: «Συ γιατί κρίνεις τον αδελφόν σου; Και συ γιατί περιφρονείς τον αδελφόν σου;» Και πάλι: «Συ τις είσαι όστις κρίνεις τον άλλον;»—Ρωμαίους 14:10, ΚΔΤΚ· Ιακώβου 4:12.
Ό,τι κι αν είναι το καλύτερο για τους ηλικιωμένους γονείς, είτε το να μείνουν μαζί με τα παιδιά τους είτε το να μπουν σε οίκο ευγηρίας, αν αυτοί έχουν σώες τις διανοητικές τους δυνάμεις, μπορεί να εξακολουθήσουν να ζουν μια ζωή γεμάτη νόημα. Μπορεί να μάθουν ότι ο σκοπός του Ιεχωβά είναι να ζήσει όλο το υπάκουο ανθρώπινο γένος για πάντα με υγεία σε μια παραδεισένια γη. Μπορεί να βρουν μια νέα σταδιοδρομία, που θα τους γεμίζει χαρά και ικανοποίηση—να υπηρετούν τον Δημιουργό τους, τον Ιεχωβά Θεό. Τότε αυτή θα γίνει η πιο ευτυχισμένη και γεμάτη σκοπό περίοδος της ζωής τους. Μερικοί είναι σε προχωρημένη ηλικία—τότε που άλλοι έχουν παραιτηθεί και από την ίδια τη ζωή—όταν μαθαίνουν τις υποσχέσεις του Ιεχωβά για αιώνια ζωή σ’ ένα νέο και δίκαιο κόσμο που δεν θα τελειώσει ποτέ, και ανακαλύπτουν πρώτη φορά τη χαρά που δίνει η μετάδοση αυτής της αλήθειας σε άλλους.
Και τελειώνοντας, ακολουθεί μια περίπτωση σχετική μ’ αυτό: Μια γυναίκα στην Καλιφόρνια, σε ηλικία 100 ετών, άκουσε γι’ αυτές τις υποσχεμένες ευλογίες από μια νοσοκόμα σ’ έναν οίκο ευγηρίας και, στην ώριμη ηλικία των 102 ετών, βαφτίστηκε ως Μάρτυρας του Ιεχωβά. Όταν τελείωσε τη ζωή της, η κατάληξη δεν ήταν ‘ματαιότητα ματαιοτήτων’ που δεν ωφέλησε σε τίποτα· αυτή η γυναίκα είχε εκπληρώσει ‘όλη την υποχρέωση της ζωής’, δηλαδή, το ‘να φοβάται κανείς τον αληθινό Θεό και να τηρεί τις εντολές του’.
[Πρόταση που τονίζεται στη σελίδα 6]
Λέγεται ότι πριν από χρόνια μια μητέρα μπορούσε να φροντίσει 11 παιδιά· τώρα 11 παιδιά δεν μπορούν να φροντίσουν μια μητέρα
[Πλαίσιο στη σελίδα 8]
Τιμούν τους Ηλικιωμένους Φροντίζοντάς τους—Σχόλια απ’ Όλο τον Κόσμο
«Στην Αφρική είναι ελάχιστες ή και ανύπαρκτες οι κρατικές παροχές για τους ηλικιωμένους—δεν υπάρχουν οίκοι ευγηρίας, δεν υπάρχουν οφέλη ιατρικής περίθαλψης ή κοινωνικής ασφάλισης, δεν υπάρχουν συντάξεις. Τους ηλικιωμένους τούς φροντίζουν τα παιδιά τους.
»Ένας βασικός λόγος για τον οποίο η τεκνοποίηση έχει τόση σημασία για τους ανθρώπους στις αναπτυσσόμενες χώρες είναι ότι στο μέλλον θα τους φροντίσουν τα παιδιά τους. Ακόμα και οι φτωχοί κάνουν πολλά παιδιά, με το σκεπτικό ότι όσο περισσότερα έχουν, τόσο περισσότερες είναι οι πιθανότητες να επιζήσουν μερικά και να τους φροντίσουν.
»Μολονότι τα πρότυπα αλλάζουν στην Αφρική, ως επί το πλείστον οι οικογένειες παίρνουν στα σοβαρά την ευθύνη να φροντίζουν τους ηλικιωμένους τους. Αν δεν υπάρχουν παιδιά, τότε θα τους φροντίζουν άλλα μέλη της οικογένειας. Συχνά αυτοί που παρέχουν φροντίδα βρίσκονται σε κακή οικονομική κατάσταση, αλλά μοιράζονται ό,τι έχουν.
»Άλλος ένας τρόπος με τον οποίο τα παιδιά φροντίζουν τους γονείς τους είναι το να τους δανείζουν τα δικά τους παιδιά. Συχνά τα εγγόνια είναι εκείνα που κάνουν τις δουλειές στο σπίτι.
»Στις αναπτυγμένες χώρες, οι άνθρωποι ζουν περισσότερα χρόνια λόγω των ιατρικών επιτευγμάτων. Στον αναπτυσσόμενο κόσμο, δεν είναι έτσι τα πράγματα. Οι φτωχοί πεθαίνουν επειδή δεν έχουν τους οικονομικούς πόρους για να λάβουν έστω και την περιορισμένη ιατρική βοήθεια που είναι διαθέσιμη. Μια παροιμία που λένε στη Σιέρα Λεόνε είναι η εξής: ‘Κανένας φτωχός δεν είναι άρρωστος’. Δηλαδή, εφόσον ο φτωχός δεν έχει χρήματα για κάποια θεραπευτική αγωγή, ή υγιής θα είναι ή νεκρός».—Ρόμπερτ Λάντις, ιεραπόστολος στην Αφρική.
«Στο Μεξικό οι άνθρωποι σέβονται πολύ τους ηλικιωμένους γονείς. Οι γονείς μένουν μόνοι στο σπίτι τους όταν οι γιοι τους παντρεύονται, αλλά όταν οι γονείς γερνούν και χρειάζονται βοήθεια, τα παιδιά τούς παίρνουν στο σπίτι τους και τους φροντίζουν. Τα παιδιά το βλέπουν αυτό ως υποχρέωση.
»Είναι συνηθισμένο να βλέπεις παππούδες και γιαγιάδες να μένουν στο ίδιο σπίτι με τους γιους τους και με τα εγγόνια τους. Τα εγγόνια αγαπούν και σέβονται τους παππούδες και τις γιαγιάδες τους. Η οικογένεια είναι πολύ ενωμένη.
»Στο Μεξικό οι οίκοι για τους ηλικιωμένους είναι πολύ λίγοι επειδή τους ηλικιωμένους τούς φροντίζουν οι γιοι και οι κόρες τους. Αν υπάρχουν αρκετοί γιοι, μερικές φορές αυτός που παντρεύεται τελευταίος δεν φεύγει από το σπίτι και μένει μαζί με τους γονείς».—Άισα Άλεμαν, από το Μεξικό.
«Στην Κορέα μάς μαθαίνουν στο σπίτι και στο σχολείο να τιμούμε τους ηλικιωμένους. Στην οικογένεια αναμένεται από το μεγαλύτερο γιο να φροντίσει τους ηλικιωμένους γονείς του. Αν αυτός δεν είναι σε θέση να τους συντηρήσει, τότε θα το κάνει αυτό ένας άλλος γιος ή μια κόρη. Πολλά ζευγάρια μένουν κάτω από την ίδια στέγη με τους ηλικιωμένους γονείς τους και τους φροντίζουν. Οι γονείς αναμένουν ότι θα μείνουν με τα παιδιά τους, και τους αρέσει να καθοδηγούν και να προσέχουν τα εγγόνια τους. Θεωρείται ντροπή να στείλει ένα νεαρό ζευγάρι τους ηλικιωμένους γονείς του σε οίκο ευγηρίας.
»Ο πατέρας μου ήταν ο μεγαλύτερος γιος, κι εμείς μέναμε με τον παππού και τη γιαγιά μας στο ίδιο σπίτι. Όποτε βγαίναμε από το σπίτι, τους λέγαμε πού θα πάμε και πότε θα γυρίσουμε. Όταν γυρίζαμε σπίτι, περνούσαμε πρώτα από το δωμάτιό τους και τους χαιρετούσαμε με κλίση του κεφαλιού μας, για να γνωρίζουν ότι είχαμε επιστρέψει, επειδή ανησυχούσαν για όλη την οικογένεια.
»Όταν τους δίναμε κάτι, το κρατούσαμε και με τα δυο μας χέρια. Είναι αγένεια να δίνεις κάτι με το ένα χέρι σε άτομα αξιοσέβαστα, όπως οι γονείς, οι παππούδες, οι δάσκαλοι ή τα πρόσωπα που έχουν μεγάλα δημόσια αξιώματα. Όταν είχαμε κάποιο ειδικό φαγητό σερβίραμε πρώτα τον παππού και τη γιαγιά μας.
»Η απόδοση τιμής στους ηλικιωμένους δεν περιορίζεται μόνο σε μέλη της οικογένειας, αλλά επεκτείνεται σε όλους τους ηλικιωμένους. Από το δημοτικό μέχρι και το λύκειο, υπάρχουν μαθήματα σε σχέση μ’ αυτά τα ηθικά ζητήματα. Σ’ αυτά τα μαθήματα, μαθαίναμε από διάφορα παραμύθια ή από διαλέξεις πώς να σεβόμαστε και να τιμούμε τους ηλικιωμένους.
»Όταν μπαίνει στο δωμάτιο ένα ηλικιωμένο άτομο, αναμένεται από τους νεαρούς να σηκωθούν όρθιοι. Αν ένα νεαρό άτομο κάθεται στο λεωφορείο κι ένας ηλικιωμένος ή μια ηλικιωμένη δεν έχει θέση, τότε το έθιμο απαιτεί να σηκωθεί το νεαρό άτομο και να δώσει τη θέση του. Αν ένα ηλικιωμένο άτομο μεταφέρει κάτι που φαίνεται πολύ βαρύ, τότε σταματάς και το ρωτάς αν χρειάζεται βοήθεια. Αν πει ναι, μεταφέρεις εσύ το φορτίο του μέχρι τον προορισμό του.
»Όπως προφήτεψε η Αγία Γραφή, σ’ αυτές τις έσχατες μέρες του συστήματος πραγμάτων, τα ηθικά πρότυπα θα εκφυλίζονταν μέρα με τη μέρα. Η Κορέα δεν εξαιρείται απ’ αυτή την επιρροή. Όμως, αυτή η συμπεριφορά προς τους ηλικιωμένους, η οποία δείχνει σεβασμό, παραμένει στην καρδιά πολλών Κορεατών». (2 Τιμόθεον 3:1-5)—Κέι Κιμ, από την Κορέα.
[Εικόνα στη σελίδα 7]
Η επίσκεψη σ’ έναν ηλικιωμένο δεν είναι σπατάλη του χρόνου μας