Ούτε Μάγοι Ούτε Θεοί
ΟΠΩΣ ΤΟ ΑΦΗΓΗΘΗΚΕ Η ΜΕΡΣΙ ΟΥΓΟΥΑΣΙ, ΝΙΓΗΡΙΑ
Ο ΠΟΝΟΣ που ένιωθα μέσα μου άρχισε ένα ηλιόλουστο απόγευμα το Μάρτιο του 1992 καθώς βρισκόμουν στη δυτική Αφρική. Είχα πάει με την οικογένειά μου στο χωράφι μας για να μαζέψουμε κασάβα. Ενώ ήμουν εκεί, άρχισε ένας καυστικός πόνος στην κοιλιά μου. Όταν επιστρέψαμε στο σπίτι, ο πόνος είχε γίνει σαν έντονη φωτιά. Έκανα εμετό· ανέπνεα με δυσκολία. Αν και εξαιτίας του πόνου δυσκολευόμουν να σταθώ όρθια ή να περπατήσω, η μαμά μου κατάφερε να με βάλει σε ένα ταξί, το οποίο στη συνέχεια κατευθύνθηκε εσπευσμένα στο γειτονικό γενικό νοσοκομείο.
Στο νοσοκομείο, ο εφημερεύων γιατρός έτυχε να είναι ένας άντρας στον οποίο κάποτε είχα δώσει μαρτυρία για την ελπίδα της Αγίας Γραφής. Ο γιατρός άγγιξε την κοιλιά μου· ήταν πρησμένη. Ρώτησε αν είχα αιμορραγία, και η μητέρα μου απάντησε καταφατικά λέγοντας πως είχα την περίοδό μου.
«Η κόρη σας είναι πέντε μηνών έγκυος», είπε ο γιατρός. «Ο λόγος που αιμορραγεί είναι ότι προσπάθησε να κάνει έκτρωση».
Η μητέρα αντέδρασε: «Όχι, γιατρέ! Δεν είναι τέτοιο κορίτσι».
«Μην το λέτε αυτό. Τα κορίτσια σήμερα εξαπατούν τους γονείς τους. Είναι έγκυος».
Τότε πήρα το λόγο. Είπα ότι ήμουν Μάρτυρας του Ιεχωβά και ότι είχα ανατραφεί σε ένα Χριστιανικό σπιτικό και ότι η Γραφικά εκπαιδευμένη μου συνείδηση δεν θα μου επέτρεπε να συμμετάσχω σε μια ανήθικη πράξη.
Απαντώντας ο γιατρός είπε στη μητέρα μου: «Κυρία μου, ας αφήσουμε τη θρησκεία κατά μέρος και ας είμαστε ρεαλιστές. Σας λέω ότι αυτό το κορίτσι είναι πέντε μηνών έγκυος».
«Σήκω», μου είπε η μητέρα. «Θα πάμε σε άλλο νοσοκομείο». Καθώς φεύγαμε από το κτίριο, κάθησα στο γρασίδι κλαίγοντας επειδή ο πόνος ήταν τόσο φριχτός. Η μητέρα με πήγε γρήγορα στο σπίτι και είπε στον μπαμπά ό,τι είχε πει ο γιατρός.
Αποφάσισαν να με πάνε σε ένα μεγαλύτερο και πιο σύγχρονο νοσοκομείο, ένα πανεπιστημιακό νοσοκομείο. Καθώς πήγαινα εκεί, προσευχήθηκα στον Ιεχωβά να με σώσει για να μην ονειδίζουν οι άνθρωποι το άγιο όνομά του λέγοντας ότι πέθανα ως συνέπεια μιας ανεπιθύμητης εγκυμοσύνης. Είπα ότι αν πέθαινα, όταν αυτός ο γιατρός θα έβλεπε Μάρτυρες του Ιεχωβά να έρχονται για να του κηρύξουν θα έλεγε: ‘Δεν ήταν δική σας αυτή που είχε έρθει εδώ πριν από λίγο καιρό και ήταν έγκυος;’ Επίσης προσευχήθηκα να μπορέσω να ξαναπάω σε εκείνον το γιατρό και να του δώσω και πάλι μαρτυρία.
«Είναι Ακόμα Παρθένα!»
Στο μεγαλύτερο νοσοκομείο, τέθηκε ξανά το ίδιο ζήτημα που είχε παρουσιαστεί και στο πρώτο νοσοκομείο· οι γιατροί νόμιζαν ότι ήμουν έγκυος. Ο πόνος ήταν φοβερός. Έκλαιγα. Ένας γιατρός μίλησε απότομα, λέγοντας: «Αυτό κάνετε πάντοτε εσείς τα κορίτσια. Μένετε έγκυες και μετά αρχίζετε να φωνάζετε».
Οι γιατροί έκαναν μερικές εξετάσεις. Στο μεταξύ άρχισαν να μου εξακοντίζουν διάφορες ερωτήσεις. «Είσαι παντρεμένη;»
«Όχι», τους είπα.
«Πόσο χρονών είσαι;»
«Δεκαοχτώ».
«Πόσους εραστές έχεις;»
«Δεν έχω κανέναν εραστή».
Κατόπιν ο επικεφαλής γιατρός άρχισε να φωνάζει: «Τι εννοείς; Μου λες ότι είσαι 18 χρονών και δεν έχεις κανέναν εραστή;» Άλλη μια φορά, όπως και στο πρώτο νοσοκομείο, εξήγησα τη Χριστιανική μου στάση. Εκείνος με ρώτησε κατόπιν αν ήμουν Μάρτυρας του Ιεχωβά. Του είπα πως ήμουν. Έπειτα από αυτό, δεν έκανε άλλες ερωτήσεις.
Οι εξετάσεις απέδειξαν ότι δεν ήμουν έγκυος. Η μητέρα άκουσε έναν από τους γιατρούς να λέει στους άλλους: «Είναι ακόμα παρθένα!» Οι γιατροί απολογήθηκαν, λέγοντας: «Δεν μπορείς να μας κατηγορήσεις επειδή σκεφτήκαμε με τον τρόπο που σκεφτήκαμε. Αντιμετωπίζουμε τέτοιες καταστάσεις με κορίτσια κάθε μέρα». Ωστόσο, αυτό το μαρτύριο ήταν μόνο η αρχή των δοκιμασιών μου.
‘Θα Βάλεις Αίμα’
Ένα υπερηχογράφημα έδειξε ένα μεγάλο όγκο σε μια από τις σάλπιγγές μου. Ο όγκος είχε το μέγεθος μεγάλου πορτοκαλιού. Χρειαζόταν εγχείρηση.
Χωρίς δισταγμό, τους είπα ότι δεν θα έκανα μετάγγιση αίματος αν και θα συμφωνούσα για τη χρήση εναλλακτικών υγρών. Εκείνοι επέμεναν ότι το αίμα ήταν απαραίτητο.
Ένας από τους φοιτητές της ιατρικής με επέπληξε, λέγοντας: «Αυτά που λες μας τα είπε πριν από λίγο καιρό και κάποιος άλλος από τους δικούς σας. Αλλά όταν η κατάστασή του χειροτέρεψε, δέχτηκε τη μετάγγιση αίματος».
«Η περίπτωσή μου είναι διαφορετική», απάντησα εγώ, «επειδή το ναι μου είναι ναι και το όχι μου, όχι. Ποτέ δεν θα συμβιβάσω την ακεραιότητά μου».
Αργότερα, τρεις γιατροί ήρθαν δίπλα στο κρεβάτι μου και με ρωτούσαν σχετικά με τη στάση μου ενάντια στο αίμα. Τους εξήγησα ότι η Αγία Γραφή λέει πως οι Χριστιανοί θα πρέπει «να απέχουν . . . από αίμα».—Πράξεις 15:20.
«Αλλά δεν θα το εισάγεις από το στόμα σου», ισχυρίστηκαν. «Θα το πάρεις ενδοφλέβια».
Τους είπα ότι δεν είχε σημασία αν ένα άτομο εισάγει το αίμα από το στόμα ή ενδοφλέβια· εξακολουθεί να είναι το ίδιο πράγμα.
Το Σάββατο 14 Μαρτίου, μια εβδομάδα αφότου είχε αρχίσει ο πόνος, με εξέτασε ο επικεφαλής χειρουργός. Ήταν προγραμματισμένο να με εγχειρήσει εκείνος. Μέχρι τότε ο όγκος είχε επεκταθεί μέχρι το στήθος μου.
Αυτός ρώτησε: «Σε έχουν πληροφορήσει για το ότι θα πρέπει να βάλεις αίμα;»
«Μου το είπαν αυτό, γιατρέ, αλλά δεν θα βάλω αίμα», απάντησα εγώ.
«Άφησέ με να σου πω κάτι», συνέχισε. «Θα βάλεις. Αν δεν βάλεις, θα πεθάνεις. Τη Δευτέρα, όταν θα έρθω, αν δεν υπάρχει αίμα έτοιμο για εσένα, δεν θα κάνω την εγχείρηση. Χωρίς αίμα, δεν έχει εγχείρηση».
Κατόπιν είδε ένα βιβλίο δίπλα στο κρεβάτι μου και ρώτησε: «Είναι αυτή η Αγία Γραφή σου;» Του είπα πως όχι· ήταν το προσωπικό μου αντίτυπο του βιβλίου Ο Μεγαλύτερος Άνθρωπος που Έζησε Ποτέ.a Μου είπε ότι θα έπρεπε να χρησιμοποιήσω το βιβλίο για να προσευχηθώ να μην πεθάνω. Του εξήγησα ότι εμείς δεν διαβάζουμε τις προσευχές μας από βιβλία. Όποτε έχουμε κάποιο πρόβλημα, προσευχόμαστε στον Ιεχωβά από την καρδιά μας.
Στη διάρκεια των επόμενων δύο ημερών, οι γιατροί και οι νοσοκόμες συνέχισαν να έρχονται και να με πιέζουν να επιτρέψω να μου κάνουν μετάγγιση αίματος. Μου είπαν ότι ήμουν πολύ νέα για να πεθάνω. «Βάλε αίμα και ζήσε!» μου έλεγαν.
‘Ο Ιεχωβά Είναι στο Πλευρό Μου’
Σε αυτόν τον καιρό της θλίψης, διάβασα τον Ψαλμό 118, ο οποίος λέει εν μέρει: ‘Εν θλίψει επεκαλέσθην τον Γιαχ· ο Γιαχ μου επήκουσε, δους ευρυχωρίαν. Ο Ιεχωβά είναι υπέρ εμού [στο πλευρό μου, ΜΝΚ]· δεν θέλω φοβηθή· τι να μοι κάμη άνθρωπος;’—Ψαλμός 118:5, 6.
Αφού έκανα στοχασμούς γύρω από αυτά τα εδάφια, η πίστη μου στον Ιεχωβά ενισχύθηκε. Εκείνο το πρωί ήρθαν στο νοσοκομείο οι γονείς μου. Τους έδειξα αυτόν τον ψαλμό και ένιωσαν και εκείνοι την πίστη τους να ενισχύεται.
Στο μεταξύ, η μητέρα και ο πατέρας όχι μόνο υποστήριζαν την απόφασή μου να μη βάλω αίμα αλλά προσεύχονταν επίσης για εμένα. Μέλη της εκκλησίας μου συνέχισαν να προσεύχονται και να με ενθαρρύνουν από τις Γραφές.
«Δεν Είμαστε Μάγοι»
Τη Δευτέρα 16 Μαρτίου, το πρωί το οποίο είχε προγραμματιστεί να γίνει η εγχείρηση, ένας από τους γιατρούς ήρθε στο δωμάτιό μου και με είδε να κρατάω την κάρτα μου «Δήλωση για Ιατρική Περίθαλψη», η οποία εξηγεί τη στάση μου όσον αφορά τη μετάγγιση αίματος. Μου είπε: «Τι είναι αυτό; Τα εννοούσες πραγματικά αυτά που έλεγες;»
«Ναι, δεν πρόκειται να βάλω αίμα».
«Λοιπόν», είπε, «αυτό σημαίνει ότι θα ακυρώσουμε την εγχείρησή σου. Δεν πρόκειται να γίνει εγχείρηση».
Ο γιατρός στη συνέχεια τηλεφώνησε στη μητέρα μου από το δωμάτιό μου. Εκείνη είπε: «Είναι αρκετά μεγάλη για να αποφασίσει μόνη της. Δεν μπορώ να αποφασίσω εγώ για εκείνη. Αυτή λέει ότι η Γραφικά εκπαιδευμένη συνείδησή της δεν θα της επιτρέψει να βάλει αίμα».
Ακούγοντάς το αυτό ο γιατρός πέταξε το φάκελό μου στο τραπέζι και βγήκε βιαστικά από το δωμάτιο. Επί πέντε ώρες δεν είχαμε καμιά πληροφορία. Εγώ πονούσα και δεν μπορούσα να φάω. Επίσης, δεν υπήρχε άλλο νοσοκομείο στην περιοχή.
Κατόπιν, προς έκπληξή μου, έφεραν ένα φορείο για να με μεταφέρουν στο χειρουργείο που είχε και αμφιθέατρο. Κρατούσα σφιχτά την κάρτα μου «Όχι Αίμα». Στο δρόμο προς το χειρουργείο είδα χειρουργικά εργαλεία μαζί με φιάλες αίμα. Άρχισα να κλαίω δυνατά, λέγοντας ότι δεν θα βάλω αίμα. Μια από τις νοσοκόμες μού είπε ότι έπρεπε να πετάξω την κάρτα κάτω. Είπε ότι δεν μπορούσα να την πάρω μέσα στο χειρουργείο. Εγώ είπα ότι δεν θα έμπαινα χωρίς την κάρτα και ότι ήθελα να τη δείξω στον υπεύθυνο χειρουργό. Κατόπιν η νοσοκόμα μού άρπαξε την κάρτα, την πήγε στο χειρουργείο και την έδειξε στο χειρουργό. Αμέσως ο επικεφαλής χειρουργός και πέντε άλλοι γιατροί ντυμένοι με τις χειρουργικές τους μπλούζες ήρθαν έξω εκεί που ήμουν εγώ.
Ο επικεφαλής χειρουργός ήταν έξω φρενών. Φώναξε τη μητέρα μου, έδειξε την κοιλιά μου και της είπε: «Κοιτάξτε, κυρία μου. Δεν ξέρουμε τι θα βρούμε μέσα της. Αν χρειαστεί να κάνουμε πολλές τομές, αυτό θα οδηγήσει σε σοβαρή αιμορραγία. Θέλετε να πεθάνει από την αιμορραγία;»
Απαντώντας η μητέρα τού είπε: «Γιατρέ, ξέρω ότι ο Ιεχωβά θα είναι με το κορίτσι. Και θα είναι μαζί σας επίσης. Απλώς κάντε το καλύτερο που μπορείτε και αφήστε τα υπόλοιπα στον Ιεχωβά».
Τότε ο γιατρός είπε: «Δεν είμαστε μάγοι ούτε βοτανομάντεις. Ζούμε ακολουθώντας ό,τι έχουμε μάθει. Δεν μπορώ να κάνω αυτή την εγχείρηση χωρίς αίμα».
Η μητέρα μου τον θερμοπαρακάλεσε ξανά απλώς να κάνει το καλύτερο που μπορούσε. Τελικά, αυτός συμφώνησε να χειρουργήσει χωρίς αίμα. Με ρώτησε αν φοβόμουν. Απαντώντας του είπα: «Δεν φοβάμαι το θάνατο. Ξέρω ότι ο Ιεχωβά είναι μαζί μου».
‘Συνέχισε να Υπηρετείς τον Θεό Σου’
Η εγχείρηση έγινε μέσα σε μια ώρα. Με άνοιξαν και με ευκολία αφαίρεσαν τον όγκο, πράγμα που κατέπληξε το προσωπικό του νοσοκομείου.
Κατόπιν ένας από τους γιατρούς είπε στη μητέρα ότι οι φοιτητές της ιατρικής μιλούσαν για την περίπτωσή μου το βράδυ στα δωμάτιά τους. Τώρα όταν η μητέρα ή εγώ πάμε σε εκείνο το νοσοκομείο μας περιποιούνται ιδιαίτερα.
Δύο μέρες μετά την εγχείρησή μου, ο χειρουργός ήρθε στο θάλαμό μου, με ρώτησε πώς είμαι και μετά είπε: «Θα πρέπει να συνεχίσεις να υπηρετείς τον Θεό σου. Αυτός πραγματικά σε βοήθησε».
[Υποσημειώσεις]
a Έκδοση της Βιβλικής και Φυλλαδικής Εταιρίας Σκοπιά.