ΒΑΛΤΑΣΑΣΑΡ
(Βαλτασάσαρ) [ακκαδικής προέλευσης· σημαίνει «Προστάτευε τη Ζωή του Βασιλιά»].
Το βαβυλωνιακό όνομα που δόθηκε στον Δανιήλ όταν αυτός οδηγήθηκε σε εξορία το 617 Π.Κ.Χ. και το οποίο δεν πρέπει να συγχέεται με το όνομα Βαλτάσαρ. (Δα 1:7) Το όνομα είναι προφανώς η συντετμημένη μορφή μιας επίκλησης προς τον Βηλ και επομένως ο Ναβουχοδονόσορ το επέλεξε “σύμφωνα με το όνομα του θεού του”. (Δα 4:8· 5:12) Είναι φανερό ότι ο σκοπός τον οποίο εξυπηρετούσε αυτό το όνομα ήταν να επιτευχθεί η αφομοίωση του Δανιήλ και να αποξενωθεί ο ίδιος από τη λατρεία του Ιεχωβά. Εντούτοις, οι Βαβυλώνιοι συνέχισαν να τον αποκαλούν και με το όνομά του, Δανιήλ.—Δα 4:18, 19· 5:12, 13· βλέπε ΔΑΝΙΗΛ Αρ. 2.