ΓΕΝΕΣΗ
Το πρώτο βιβλίο της Πεντατεύχου (λέξη που σημαίνει «πέντε ρόλοι» ή «πενταπλός τόμος»). Γένεσις είναι η ονομασία του πρώτου από αυτά τα βιβλία σύμφωνα με τη Μετάφραση των Εβδομήκοντα, ενώ ο εβραϊκός του τίτλος Μπερε’σίθ (Στην Αρχή) οφείλεται στην πρώτη λέξη της εναρκτήριας πρότασής του.
Χρόνος και Τόπος Συγγραφής. Το βιβλίο της Γένεσης αποτελούσε προφανώς τμήμα του ενιαίου αρχικού συγγράμματος (της Τορά), και ίσως ολοκληρώθηκε από τον Μωυσή στην έρημο του Σινά το έτος 1513 Π.Κ.Χ. Μετά τα εδάφια Γένεση 1:1, 2 (που αναφέρονται στη δημιουργία των ουρανών και της γης), το βιβλίο προφανώς καλύπτει μια περίοδο χιλιάδων ετών κατά την οποία η γη προετοιμαζόταν για να αποτελέσει την κατοικία του ανθρώπου (βλέπε ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ· ΗΜΕΡΑ), και στη συνέχεια καλύπτει την περίοδο από τη δημιουργία του ανθρώπου ως το έτος 1657 Π.Κ.Χ., οπότε πέθανε ο Ιωσήφ.—Βλέπε ΧΡΟΝΟΛΟΓΗΣΗ (Από τη Δημιουργία του Ανθρώπου Μέχρι Σήμερα).
Συγγραφή. Η αντίρρηση που ήγειραν κάποτε μερικοί σκεπτικιστές, σύμφωνα με την οποία η γραφή δεν ήταν γνωστή στις ημέρες του Μωυσή, σήμερα απορρίπτεται γενικά. Στο βιβλίο του Νέες Ανακαλύψεις στη Βαβυλωνία για τη Γένεση ([New Discoveries in Babylonia About Genesis] 1949, σ. 35), ο Π. Τζ. Γουάιζμαν επισημαίνει ότι η αρχαιολογική έρευνα παρέχει άφθονες αποδείξεις για το ότι «η τέχνη της γραφής άρχισε στους αρχαιότερους ιστορικούς χρόνους που είναι γνωστοί στον άνθρωπο». Ουσιαστικά, όλοι οι σύγχρονοι μελετητές δέχονται ότι η γραφή υπήρχε πολύ πριν από τον καιρό του Μωυσή (στη δεύτερη χιλιετία Π.Κ.Χ.). Εκφράσεις όπως αυτή που βρίσκεται στο εδάφιο Έξοδος 17:14: «Γράψε αυτό ως ενθύμημα στο βιβλίο» τεκμηριώνουν το γεγονός ότι η γραφή χρησιμοποιούνταν ευρέως στις ημέρες του Μωυσή. Ο Αδάμ πρέπει να είχε την ικανότητα να επινοήσει κάποια μορφή γραφής, δεδομένου ότι ο Θεός είχε δώσει σε αυτόν τον τέλειο άνθρωπο μια γλώσσα, με την ικανότητα να τη χειρίζεται τέλεια, ακόμη και μέχρι του σημείου να συνθέτει ποίηση.—Γε 2:19, 23.
Από πού πήρε ο Μωυσής τις πληροφορίες που περιέλαβε στη Γένεση;
Όλες οι πληροφορίες του βιβλίου της Γένεσης αναφέρονται σε γεγονότα που συνέβησαν πριν από τη γέννηση του Μωυσή. Ο Μωυσής μπορεί να τις έλαβε απευθείας μέσω θεϊκής αποκάλυψης. Είναι φανερό ότι κάποιος έπρεπε να λάβει με αυτόν τον τρόπο τις πληροφορίες αναφορικά με τα γεγονότα πριν από τη δημιουργία του ανθρώπου—είτε ο Μωυσής είτε κάποιος πριν από αυτόν. (Γε 1:1-27· 2:7, 8) Ωστόσο, αυτές οι πληροφορίες και οι υπόλοιπες λεπτομέρειες θα μπορούσαν να είχαν μεταδοθεί στον Μωυσή μέσω προφορικής παράδοσης. Λόγω του μεγάλου μήκους ζωής των ανθρώπων εκείνης της περιόδου, οι πληροφορίες θα μπορούσαν να είχαν μεταβιβαστεί από τον Αδάμ στον Μωυσή μέσω μόνο πέντε ανθρώπινων κρίκων, δηλαδή του Μαθουσάλα, του Σημ, του Ισαάκ, του Λευί και του Αμράμ. Μια τρίτη πιθανότητα είναι να συνέλεξε ο Μωυσής πολλές από τις πληροφορίες που χρησιμοποίησε στη Γένεση από ήδη υπάρχοντα συγγράμματα ή κείμενα. Από το 18ο κιόλας αιώνα, ο Ολλανδός λόγιος Καμπέτζιους Βίτρινγκα υποστήριζε αυτή την άποψη, βασιζόμενος στο γεγονός ότι στη Γένεση εμφανίζεται συχνά (δέκα φορές) η έκφραση (σύμφωνα με την KJ) «αυτές είναι οι γενεές τού» και μία φορά η έκφραση «αυτό είναι το βιβλίο των γενεών τού». (Γε 2:4· 5:1· 6:9· 10:1· 11:10, 27· 25:12, 19· 36:1, 9· 37:2) Σε αυτή την έκφραση, η εβραϊκή λέξη που μεταφράζεται «γενεές» είναι η λέξη τωλεδώθ, η οποία αποδίδεται καλύτερα «ιστορίες» ή «απαρχές». Παραδείγματος χάρη, η έκφραση «οι γενεές των ουρανών και της γης» είναι αδόκιμη, ενώ η έκφραση «η ιστορία των ουρανών και της γης» μεταδίδει σωστά το νόημα. (Γε 2:4) Σε αρμονία με αυτό, η γερμανική μετάφραση Ελμπερφέλντερ, η γαλλική Κραμπόν και η ισπανική Μπόβερ-Καντέρα χρησιμοποιούν όλες τη λέξη «ιστορία», όπως και η Μετάφραση Νέου Κόσμου. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι όπως οι άνθρωποι σήμερα ενδιαφέρονται να έχουν ένα ακριβές ιστορικό υπόμνημα, το ίδιο συνέβαινε και από την αρχή.
Για αυτούς τους λόγους, ο Βίτρινγκα και άλλοι έκτοτε θεώρησαν ότι κάθε φορά που χρησιμοποιείται η λέξη τωλεδώθ στη Γένεση εννοείται ένα προϋπάρχον γραπτό ιστορικό κείμενο, το οποίο είχε στα χέρια του ο Μωυσής και στο οποίο βασίστηκε για τις περισσότερες από τις πληροφορίες που έχουν καταγραφεί στη Γένεση. Πιστεύουν ότι τα άτομα που κατονομάζονται σε άμεση συνάρτηση με τέτοιες “ιστορίες” (ο Αδάμ, ο Νώε, οι γιοι του Νώε, ο Σημ, ο Θάρα, ο Ισμαήλ, ο Ισαάκ, ο Ησαύ και ο Ιακώβ) ήταν είτε οι συγγραφείς είτε οι αρχικοί κάτοχοι αυτών των γραπτών κειμένων. Αυτό, βέβαια, και πάλι δεν θα εξηγούσε πώς έφτασαν όλα αυτά τα κείμενα στα χέρια του Μωυσή. Επίσης, δεν εξηγεί γιατί κείμενα προερχόμενα από ανθρώπους που δεν διακρίθηκαν ως πιστοί λάτρεις του Ιεχωβά (όπως ο Ισμαήλ και ο Ησαύ) θα έπρεπε να αποτελούν την πηγή πολλών από τις χρησιμοποιούμενες πληροφορίες. Κατά πάσα πιθανότητα, η έκφραση «Αυτή είναι η ιστορία τού» είναι απλώς μια εισαγωγική φράση που εξυπηρετεί το χωρισμό των διαφόρων τμημάτων της μακροσκελούς γενικής αφήγησης. Παράβαλε τη χρήση παρόμοιας έκφρασης από τον Ματθαίο στην εισαγωγή του Ευαγγελίου του.—Ματ 1:1· βλέπε ΓΡΑΦΗ, 1.
Επομένως, δεν μπορούμε να καταλήξουμε σε οριστικό συμπέρασμα ως προς την άμεση πηγή από την οποία πήρε ο Μωυσής τις πληροφορίες που κατέγραψε. Μπορεί να τις συνέλεξε, όχι μόνο με έναν από τους εξεταζόμενους τρόπους, αλλά και με τους τρεις—μερικές μέσω άμεσης αποκάλυψης, μερικές μέσω προφορικής μετάδοσης και μερικές από γραπτά κείμενα. Το σημαντικό είναι ότι ο Ιεχωβά Θεός καθοδήγησε τον προφήτη Μωυσή, και εκείνος έγραψε υπό θεϊκή έμπνευση.—2Πε 1:21.
Το συγκεκριμένο υλικό έπρεπε να αποτελεί θεόπνευστο οδηγό για τις μελλοντικές γενιές. Έπρεπε να διαβάζεται στο λαό σε τακτικές περιστάσεις (Δευ 31:10-12· 2Βα 23:2, 3· Νε 8:2, 3, 18), οι δε βασιλιάδες του Ισραήλ έπρεπε να καθοδηγούνται από αυτό.—Δευ 17:18, 19.
Η Κριτική «Θεωρία των Πηγών». Σύμφωνα με μια θεωρία που έχουν διατυπώσει ορισμένοι κριτικοί της Αγίας Γραφής, η Γένεση δεν είναι έργο ενός μόνο συγγραφέα ή συντάκτη, συγκεκριμένα του Μωυσή, αλλά αρκετών συγγραφέων, μερικοί από τους οποίους ήταν πολύ μεταγενέστεροι του Μωυσή. Με βάση υποτιθέμενες διαφορές στο ύφος και στη χρήση των λέξεων, έχουν προωθήσει τη λεγόμενη θεωρία των πηγών. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία, υπήρξαν τρεις πηγές, τις οποίες ονομάζουν «J» (Γιαχβική), «E» (Ελοχιμική) και «P» (Ιερατικός Κώδικας). Επειδή κάποιο γεγονός αναφέρεται δύο φορές ή κάποιες αφηγήσεις σε διαφορετικά μέρη της Γένεσης παρουσιάζουν ομοιότητα, μερικοί προσθέτουν στον κατάλογο ακόμη περισσότερες πηγές, κατακερματίζοντας το βιβλίο σε τέτοιον βαθμό ώστε να ισχυρίζονται ότι υπήρξαν μέχρι και 14 ανεξάρτητες πηγές. Υποστηρίζουν ότι αυτές οι διάφορες πηγές ή οι διάφοροι συγγραφείς είχαν διαφορετικές γνώμες και θεολογικές απόψεις, αλλά ότι παρ’ όλα αυτά η Γένεση ως συμπίλημα αυτών των πηγών αποτελεί με κάποιον τρόπο ένα συγκροτημένο σύνολο. Καταφεύγουν σε πολλούς παραλογισμούς για να υποστηρίξουν τις θεωρίες τους, μερικοί από τους οποίους μπορούν να αναφερθούν.
Η αρχική βάση για τη θεωρία των πηγών ήταν η χρήση διαφορετικών τίτλων για τον Θεό. Οι κριτικοί ισχυρίζονται ότι αυτό υποδηλώνει διαφορετικούς συγγραφείς. Το παράλογο μιας τέτοιας άποψης, όμως, καταδεικνύεται από το ότι σε ένα μικρό μόνο τμήμα της Γένεσης βρίσκουμε τους ακόλουθους τίτλους: “ο Ύψιστος Θεός” (’Ελ ‛Ελγιών, Γε 14:18)· “Αυτός που έκανε τον ουρανό και τη γη” (14:19)· “Υπέρτατος Κύριος” (’Αδονάι, 15:2)· «Θεός όρασης» (16:13)· «ο Θεός ο Παντοδύναμος» (’Ελ Σανταΐ, 17:1)· «Θεός» (’Ελοχίμ, 17:3)· “ο αληθινός Θεός” (χα’Ελοχίμ, 17:18)· «ο Κριτής όλης της γης» (18:25). Το να προσπαθεί κανείς να το χρησιμοποιήσει αυτό ως βάση για να αποδώσει το καθένα από αυτά τα τμήματα σε διαφορετικό συγγραφέα προκαλεί ανυπέρβλητες δυσκολίες και καταντάει παράλογο. Τουναντίον, η αλήθεια είναι ότι οι διαφορετικοί τίτλοι που εφαρμόζει η Γένεση στον Θεό χρησιμοποιούνται λόγω της σημασίας τους, αποκαλύπτοντας τις διαφορετικές ιδιότητες του Ιεχωβά, τα ποικίλα έργα του και την πολιτεία του με το λαό του.
Άλλα παραδείγματα: Επειδή στο εδάφιο Γένεση 1:1 χρησιμοποιείται η λέξη μπαρά’, «δημιούργησε», λέγεται ότι αυτό γράφτηκε από την πηγή που ονομάζεται «P». Εντούτοις, βρίσκουμε την ίδια λέξη και στο εδάφιο Γένεση 6:7, στην πηγή που υποτίθεται ότι είναι η «J». Η έκφραση «γη Χαναάν», που εμφανίζεται σε αρκετές περικοπές (μεταξύ των οποίων τα εδ. Γε 12:5· 13:12α· 16:3· 17:8), λέγεται ότι αποτελεί ιδιαιτερότητα του συγγραφέα που είναι γνωστός ως «P», και επομένως αυτοί οι κριτικοί θεωρούν ότι ο «P» έγραψε τα εν λόγω αποσπάσματα. Αλλά την ίδια αυτή έκφραση βρίσκουμε και στα κεφάλαια 42, 44, 47 και 50, στα γραφόμενα που αυτοί οι ίδιοι κριτικοί αποδίδουν στον «J» και στον «E». Έτσι λοιπόν, ενώ οι κριτικοί ισχυρίζονται ότι οι θεωρίες τους είναι απαραίτητες για να εξηγηθούν κάποιες υποτιθέμενες ασυνέπειες στη Γένεση, η έρευνα δείχνει ότι οι ίδιες οι θεωρίες βρίθουν από ασυνέπειες.
Αν η ύλη που αποδίδεται σε κάθε υποθετική πηγή εξαχθεί τμήμα τμήμα και πρόταση πρόταση από την αφήγηση της Γένεσης, και κατόπιν επανασυναρμολογηθεί, το αποτέλεσμα θα είναι ένα συνονθύλευμα αφηγήσεων, καθεμιά από τις οποίες είναι από μόνη της παράλογη και ασύνδετη. Αν δεχτούμε ότι αυτές οι διαφορετικές πηγές χρησιμοποιήθηκαν και συναρμολογήθηκαν από κάποιον μεταγενέστερο συντάκτη, θα πρέπει να δεχτούμε επίσης ότι αυτές οι ασύνδετες αφηγήσεις, προτού συγχωνευτούν, ήταν αποδεκτές ως ιστορικά γεγονότα και χρησιμοποιούνταν επί αιώνες από το έθνος του Ισραήλ. Ποιος συγγραφέας, όμως, και ειδικά ποιος ιστορικός, θα κατασκεύαζε τέτοιες ασυνάρτητες διηγήσεις, και, αν το έκανε, ποιο έθνος θα τις δεχόταν ως την ιστορία του λαού του;
Η ακόλουθη δήλωση του αιγυπτιολόγου Κ. Ά. Κίτσεν δείχνει παραστατικά τον παραλογισμό των υποστηρικτών της “θεωρίας των πηγών”: «Στην κριτική της Πεντατεύχου συνηθίζεται επί μακρόν να διαιρείται το σύνολο σε ξεχωριστά κείμενα ή “χέρια”. . . . Αλλά η τακτική που ακολουθεί η κριτική της Παλαιάς Διαθήκης, σύμφωνα με την οποία αυτά τα χαρακτηριστικά αποδίδονται σε διαφορετικά “χέρια” ή κείμενα, αποδεικνύεται κατάφωρος παραλογισμός όταν εφαρμοστεί σε άλλα αρχαία συγγράμματα της Ανατολής τα οποία παρουσιάζουν ακριβώς παρόμοια φαινόμενα». Κατόπιν ο Κίτσεν παραθέτει ένα παράδειγμα από μια αιγυπτιακή βιογραφία η οποία θα μπορούσε, χρησιμοποιώντας τις θεωρητικές μεθόδους που εφαρμόζουν οι κριτικοί της Γένεσης, να αποδοθεί σε διαφορετικά «χέρια» αλλά η οποία, όπως δείχνουν οι αποδείξεις, «επινοήθηκε, συντέθηκε, γράφτηκε και χαράχτηκε μέσα σε μήνες, εβδομάδες ή ακόμη μικρότερο διάστημα. Δεν μπορεί να υπάρχουν “χέρια” πίσω από το ύφος της, το οποίο απλά ποικίλλει ανάλογα με τα θέματα που εξετάζονται και το χειρισμό που απαιτείται». (Το Νέο Λεξικό της Αγίας Γραφής [The New Bible Dictionary], επιμέλεια Τζ. Ντάγκλας, 1980, σ. 349) Η αδυναμία που παρουσιάζουν οι θεωρίες των κριτικών ενισχύει στην πραγματικότητα τις αποδείξεις ότι μόνο ένας άνθρωπος, ο Μωυσής, κατέγραψε υπό θεϊκή έμπνευση το συγκροτημένο υπόμνημα της Γένεσης με τη συνοχή που το χαρακτηρίζει.
Ο Ιστορικός Χαρακτήρας της Γένεσης. Η Γένεση είναι η μόνη γνωστή στους ανθρώπους πηγή η οποία παρέχει μια λογική, συγκροτημένη ιστορία των γεγονότων που φτάνουν μέχρι την αρχή. Αν δεν είχαμε την αληθινή ιστορία της Γένεσης για τον πρώτο άντρα και την πρώτη γυναίκα, θα είχαμε μείνει μόνο με τις ευφάνταστες ιστορίες ή τις αλληγορικές εξηγήσεις της αρχής του ανθρώπου που περιέχονται στις αφηγήσεις περί δημιουργίας των ειδωλολατρικών εθνών. Μια παραβολή του βιβλίου της Γένεσης με τις ειδωλολατρικές αφηγήσεις περί δημιουργίας δείχνει ξεκάθαρα την ανωτερότητα της Βιβλικής αφήγησης.
Παραδείγματος χάρη, ο βασικός βαβυλωνιακός μύθος αναφέρει ότι ο θεός Μαρντούκ, ο κυριότερος θεός της Βαβυλώνας, σκότωσε τη θεά Τιαμάτ και στη συνέχεια πήρε το πτώμα της και «το χώρισε στα δύο σαν στρείδι: το ένα μισό το έβαλε ψηλά και το στερέωσε ως ουρανό». Έτσι ήρθε σε ύπαρξη η γη και ο ουρανός της. Όσον αφορά τη δημιουργία της ανθρώπινης ζωής, αυτός ο μύθος λέει ότι οι θεοί έπιασαν τον θεό Κινγκού και «του επέβαλαν την ποινή για την ενοχή του και έκοψαν το αίμα του (τις φλέβες του). Από το αίμα του έπλασαν τους ανθρώπους». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή [Ancient Near Eastern Texts], επιμέλεια Τζέιμς Πρίτσαρντ, 1974, σ. 67, 68) Παρόμοια, οι αιγυπτιακοί μύθοι περί δημιουργίας μιλούν για τη δράση διαφόρων θεών, διαφωνούν όμως ως προς το ποιας πόλης ο θεός (της Μέμφιδος ή των Θηβών) ήταν αυτός που εμπνεύστηκε τη δημιουργία. Ένας αιγυπτιακός μύθος αναφέρει ότι ο θεός του ήλιου, ο Ρα, δημιούργησε τους ανθρώπους από τα δάκρυά του. Οι ελληνικοί μύθοι είναι παράλληλοι με τους μύθους των Βαβυλωνίων. Τα αρχαία κινέζικα κείμενα είναι κυρίως ημερολόγια και χρονικοί υπολογισμοί ή περιέχουν αφηγήσεις καθαρά τοπικού ή προσωρινού ενδιαφέροντος.
Ούτε μία από αυτές τις αρχαίες πηγές δεν μας δίνει την ιστορία, τις γενεαλογίες και τη χρονολόγηση που μας παρέχει το βιβλίο της Γένεσης. Τα συγγράμματα των αρχαίων εθνών γενικά φανερώνουν αβεβαιότητα και σύγχυση ως προς το ποιοι ήταν οι γενάρχες τους. Η οριστικότητα και οι λεπτομέρειες με τις οποίες παρουσιάζεται η αρχαία ιστορία του Ισραήλ είναι κάτι εντελώς διαφορετικό. Στην πραγματικότητα δεν θα έπρεπε να περιμένουμε να είναι αλλιώς τα πράγματα, αν λάβουμε υπόψη το σκοπό του Θεού για το λαό του. Η Αγία Γραφή μάς λέει ότι το έθνος του Ισραήλ κυβερνιόταν άμεσα από τον Θεό και ότι εκείνος πολιτεύτηκε με τους προπάτορές τους, ειδικά με τον Αβραάμ, τον Ισαάκ και τον Ιακώβ. Έπειτα, ο Θεός χρησιμοποίησε τον Μωυσή με έναν πολύ ειδικό τρόπο, δίνοντας μέσω αυτού στον Ισραήλ το Νόμο που τους κατέστησε έθνος. Η ιστορία του Ισραήλ είναι σε καταγραμμένη μορφή, όχι μόνο προς όφελος του Ισραήλ, αλλά και προς όφελος όλων αυτών που θέλουν να μάθουν τις οδούς και την πολιτεία του αληθινού Θεού και να τον υπηρετούν.
Απαντώντας σε όσους απορρίπτουν πολλά τμήματα της Γένεσης ως μύθους ή λαϊκές παραδόσεις, ο Βίλχελμ Μούλερ λέει: «Θεωρώ αδύνατον το να πιστέψει κανείς ότι οι θρύλοι και οι μύθοι οποιουδήποτε λαού γίνονται, με το πέρασμα του χρόνου, όλο και πιο αποδεκτοί ως πραγματικά γεγονότα, σαν να λέγαμε ότι τώρα θα έπρεπε ίσως να δεχόμαστε πρόθυμα ως ιστορικές αλήθειες το Τραγούδι των Νιμπελούνγκεν ή την Κοκκινοσκουφίτσα. Αυτό όμως πρέπει να συνέβη, σύμφωνα με τους κριτικούς, στην περίπτωση του Ισραήλ». (Η Διεθνής Στερεότυπη Εγκυκλοπαίδεια της Βίβλου [The International Standard Bible Encyclopaedia], επιμέλεια Τζ. Ορ, 1960, Τόμ. 2, σ. 1209) Συνεχίζοντας, επισημαίνει ότι οι προφήτες δέχονταν ως σωστή την αφήγηση της καταστροφής των Σοδόμων και των Γομόρρων (Ησ 1:9· Αμ 4:11) και ότι θεωρούσαν τον Αβραάμ, τον Ισαάκ, τον Ιακώβ και τον Ιωσήφ πραγματικά πρόσωπα. (Ησ 29:22· Μιχ 7:20) Εκτός αυτού, ο Αβραάμ μνημονεύεται στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές σε πολλά μέρη, ακόμη και από τον Ιησού Χριστό στο εδάφιο Ματθαίος 22:32, στα πλαίσια της επιχειρηματολογίας για την ανάσταση. Αν ο Αβραάμ, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ δεν είχαν ζήσει πραγματικά, ο Ιησούς θα χρησιμοποιούσε άλλο παράδειγμα.—Ματ 22:31-33.
Η Αξία του Βιβλίου. Η Γένεση μας λέει πώς ήρθε σε ύπαρξη το σύμπαν. Περιγράφει με ρεαλισμό τα θαύματα της δημιουργίας, χωρίς να τα αφήνει να επισκιάζουν τον κύριο σκοπό του βιβλίου. Συνεπώς, δεν μοιάζει με τις ειδωλολατρικές ιστορίες περί δημιουργίας που κάνουν αυτά τα θαύματα κεντρικό τους θέμα και καταφεύγουν σε παραλογισμούς και καταφανείς αναλήθειες για να τα τονίσουν. Η Γένεση μιλάει για το δημιουργικό έργο και δείχνει ποιος ήταν ο σκοπός του Θεού όταν δημιούργησε τον άνθρωπο, ποια είναι η σχέση του ανθρώπου με τον Θεό και ποια είναι η σχέση του ανθρώπου με τα ζώα. Μας αναφέρει το λόγο για τον οποίο η ανθρωπότητα πλήττεται από το θάνατο και τα προβλήματα, καθώς επίσης την ελπίδα της απελευθέρωσης. Επισημαίνει ότι όλοι οι άνθρωποι κατάγονται από έναν άνθρωπο, τον Αδάμ, ο οποίος αμάρτησε και έχασε τη ζωή για τους απογόνους του. Με αυτόν τον τρόπο μάς βοηθάει να καταλάβουμε πώς η λυτρωτική θυσία ενός ανθρώπου, του Ιησού Χριστού, μπορούσε να αποτελέσει εξιλέωση για τις αμαρτίες της ανθρωπότητας. Η Γένεση μας διευκρινίζει πώς το συμβολικό φίδι, ο Σατανάς ο Διάβολος, ήγειρε το ζήτημα του κατά πόσον είναι δικαιωματική η κυριαρχία του Θεού. Παρέχει τη βέβαιη ελπίδα της καταστροφής του Σατανά και της ανακούφισης της ανθρωπότητας. Εξιστορεί την αρχή της Βαβυλώνας και συνεπώς όλης της ψεύτικης θρησκείας στη μετακατακλυσμιαία γη, συμβάλλοντας με αυτόν τον τρόπο στον προσδιορισμό της Βαβυλώνας της Μεγάλης που αναφέρεται στο βιβλίο της Αποκάλυψης.—Βλέπε ΒΑΒΥΛΩΝΑ Η ΜΕΓΑΛΗ.
Ο Ιησούς είπε ότι, αν κάποιος υπηρετεί τον Θεό, πρέπει να Τον λατρεύει με πνεύμα και αλήθεια. (Ιωα 4:24) Η αφήγηση της Γένεσης εκθέτει την αλήθεια για τις απαρχές του ανθρώπου και για την πολιτεία του Θεού με αυτόν. Εφόσον καθετί που αναγράφεται στη Γένεση είναι αληθινό και όχι μυθικό, είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε την αλήθεια για την ιστορία του ανθρώπου. Μπορούμε να δούμε ότι, μέχρι την εποχή του Κατακλυσμού, οι άνθρωποι οπωσδήποτε γνώριζαν την αλήθεια της Βιβλικής αφήγησης για την Εδέμ, διότι ο κήπος ήταν εκεί και τα χερουβείμ ήταν εκεί με το φλεγόμενο σπαθί στην πύλη του. (Γε 3:24) Όσοι όμως ήθελαν να ακολουθούν τις δικές τους επιθυμίες αγνοούσαν τα γεγονότα που βρίσκονταν ενώπιόν τους. Εντούτοις, ο Νώε υπηρέτησε τον Θεό όπως ο άνθρωπος δημιουργήθηκε αρχικά να τον υπηρετεί, σύμφωνα με την αληθινή ιστορία. Αν και, μετά τον Κατακλυσμό, ο Νεβρώδ ξεκίνησε ανταρσία εναντίον του Θεού στον Πύργο της Βαβέλ, οι πατριάρχες της γραμμής του Σημ ενέμειναν στο σωστό τρόπο ζωής. Όταν ήρθε ο καιρός του Θεού να οργανώσει τον Ισραήλ σε έθνος και να τους δώσει το Νόμο, αυτό δεν αποτέλεσε για εκείνους κάτι παντελώς άγνωστο, μια επαναστατική αλλαγή στον τρόπο ζωής τους, και αυτό διότι στην πατριαρχική κοινωνία εκτελούσαν ήδη πολλά από τα πράγματα που βρίσκονται στο Νόμο. Όπως δηλώνει η Εγκυκλοπαίδεια (Cyclopædia) των Μακ Κλίντοκ και Στρονγκ (1881, Τόμ. 3, σ. 782): «Αυτή η θεοκρατία δεν μπορεί να εισήλθε στην ιστορία χωρίς προπαρασκευαστικά γεγονότα. Τα γεγονότα που οδήγησαν στην εισαγωγή της θεοκρατίας περιέχονται στις αφηγήσεις της Γένεσης».
Αυτό, με τη σειρά του, προετοίμασε το δρόμο για τον Μεσσία και την εισαγωγή της Χριστιανοσύνης. Όταν ήρθε ο Ιησούς Χριστός, όσοι ζούσαν σύμφωνα με το Νόμο στο μέγιστο των δυνατοτήτων τους μπόρεσαν σύντομα να τον αναγνωρίσουν. Ο Ιησούς δεν εμφανίστηκε ξαφνικά αναγγέλλοντας ότι είναι μεγάλος σωτήρας και ηγέτης χωρίς κάποιο υπόβαθρο ή ιστορικά διαπιστευτήρια. Το υπόβαθρο που είχε διαμορφωθεί ήδη από την εποχή της Γένεσης έδωσε τη δυνατότητα στα άτομα που είχαν ειλικρινή καρδιά να τον αναγνωρίσουν και να τον ακολουθήσουν. Έτσι λοιπόν, μπόρεσε να σχηματιστεί ως πυρήνας μια ισχυρή οργάνωση Ιουδαίων Χριστιανών που ήταν έτοιμοι να μεταφέρουν ένα πειστικό ευαγγέλιο στα έθνη. Οι προπάτορες των ειδωλολατρικών εθνών είχαν οδηγήσει αυτά τα έθνη μακριά από την αλήθεια. Ήταν “αποξενωμένα από την πολιτεία του Ισραήλ και ξένα ως προς τις διαθήκες της υπόσχεσης, και δεν είχαν ελπίδα και ήταν χωρίς Θεό στον κόσμο”. (Εφ 2:12) Επομένως, έπρεπε να μάθουν τις αρχές του Θεού ξεκινώντας από το μηδέν προτού ασπαστούν τη Χριστιανοσύνη.
Επομένως, η Γένεση παρέχει πολύτιμη βάση για την κατανόηση όλων των άλλων βιβλίων της Αγίας Γραφής και είναι ουσιώδης για τη Χριστιανοσύνη. Θέτει το θέμα της Αγίας Γραφής, δηλαδή τη δικαίωση της κυριαρχίας του Ιεχωβά και την τελική εκπλήρωση του σκοπού του για τη γη, μέσω της Βασιλείας του υπό το υποσχεμένο Σπέρμα. Εκτός από την πρώτη και βασική προφητεία του εδαφίου Γένεση 3:15, η Γένεση περιέχει πολυάριθμες άλλες προφητείες, πολλές από τις οποίες έχουν εκπληρωθεί από την εποχή της συγγραφής της και εφεξής.
[Πλαίσιο στη σελίδα 603]
ΚΥΡΙΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΓΕΝΕΣΗ
Αφήγηση η οποία αποκαλύπτει πώς ο Θεός δημιούργησε και προετοίμασε τη γη για να αποτελέσει την κατοικία του ανθρώπου, ποιος είναι ο ρόλος της ανθρωπότητας στο σκοπό του Θεού και πώς πολιτεύτηκε ο Θεός με ανθρώπους πίστης τα πρώτα 2.300 περίπου χρόνια της ανθρώπινης ιστορίας
Καλύπτει την περίοδο από την αρχή της φυσικής δημιουργίας μέχρι το θάνατο του Ιωσήφ στην Αίγυπτο (1657 Π.Κ.Χ.)
Η δημιουργία των φυσικών ουρανών και της γης, και η προετοιμασία της γης για να αποτελέσει την κατοικία του ανθρώπου (1:1–2:25)
Η αμαρτία και ο θάνατος εισέρχονται στον κόσμο. Προλέγεται το «σπέρμα» ως ελευθερωτής (3:1–5:5)
Το φίδι εξαπατά τη γυναίκα. Αυτή και ο Αδάμ τρώνε από τον απαγορευμένο καρπό
Το φίδι, η γυναίκα και ο Αδάμ καταδικάζονται. Το σπέρμα της γυναίκας θα συντρίψει το φίδι
Ο Κάιν, ο πρωτότοκος γιος του Αδάμ και της Εύας, δολοφονεί τον αδελφό του τον Άβελ
Σε εκπλήρωση της κρίσης του Θεού, ο Αδάμ πεθαίνει σε ηλικία 930 ετών
Πονηροί άγγελοι και άνθρωποι καταστρέφουν τη γη. Ο Θεός φέρνει παγγήινο Κατακλυσμό (5:6–11:9)
Γεννιέται ο Νώε στη γραμμή του Σηθ, γιου του Αδάμ. Στις ημέρες του ανυπάκουοι άγγελοι παντρεύονται γυναίκες και γίνονται πατέρες των Νεφιλείμ, που επιδίδονται στη βία
Ο Ιεχωβά αποφασίζει να φέρει καταστροφή με έναν κατακλυσμό αλλά παραγγέλλει στον Νώε να φτιάξει μια κιβωτό για την επιβίωση της οικογένειάς του και των βασικών ζωικών ειδών
Τα νερά του Κατακλυσμού πλημμυρίζουν ολόκληρη τη γη. Όσοι άνθρωποι, πετούμενα πλάσματα και χερσαία ζώα βρίσκονται έξω από την κιβωτό εξαλείφονται
Μετά τον Κατακλυσμό, ο Ιεχωβά απαγορεύει τη βρώση αίματος, εγκρίνει τη θανατική ποινή για το φόνο και θεσπίζει τη διαθήκη του ουράνιου τόξου, υποσχόμενος να μην ξαναφέρει ποτέ άλλον κατακλυσμό
Στη διάρκεια της δεύτερης γενιάς που γεννήθηκε μετά τον Κατακλυσμό, οι άνθρωποι αρχίζουν να χτίζουν έναν πύργο, αψηφώντας το σκοπό του Θεού για αυτούς, σύμφωνα με τον οποίο έπρεπε να εξαπλωθούν παντού. Ο Ιεχωβά συγχέει τη γλώσσα τους, διασκορπίζοντάς τους
Η πολιτεία του Ιεχωβά με τον Αβραάμ (11:10–25:26)
Ο Άβραμ, απόγονος του Σημ, φεύγει από την Ουρ υπακούοντας στο κάλεσμα του Θεού
Στη Χαναάν, του δίνεται η υπόσχεση ότι το σπέρμα του θα αποκτήσει εκείνη τη γη
Ο Λωτ φεύγει από το θείο του τον Άβραμ, εγκαθίσταται κοντά στα Σόδομα, αιχμαλωτίζεται και κατόπιν ελευθερώνεται από τον Άβραμ. Ο Μελχισεδέκ ευλογεί τον Άβραμ
Ο Άβραμ παίρνει ως παλλακίδα την Άγαρ, και εκείνη γεννάει τον Ισμαήλ
Ο Ιεχωβά μετονομάζει τον Άβραμ σε Αβραάμ, και τη Σαραΐ σε Σάρρα. Θεσπίζεται η διαθήκη της περιτομής
Ο άγγελος του Ιεχωβά πληροφορεί τον Αβραάμ ότι η Σάρρα θα γεννήσει γιο—τον Ισαάκ
Ο Αβραάμ ενημερώνεται για την κρίση κατά των Σοδόμων και ικετεύει υπέρ των δικαίων
Οι άγγελοι πιέζουν τον Λωτ και την οικογένειά του να φύγουν από τα Σόδομα. Η γυναίκα του Λωτ αφανίζεται λόγω ανυπακοής
Γεννιέται ο Ισαάκ. Ο Ισμαήλ αποπέμπεται επειδή τον εμπαίζει κατά τον απογαλακτισμό του
Υπακούοντας στον Ιεχωβά, ο Αβραάμ επιχειρεί να θυσιάσει τον Ισαάκ και λαβαίνει διαβεβαίωση σχετικά με τις υποσχέσεις της διαθήκης
Μετά το θάνατο της Σάρρας, ο Αβραάμ κάνει διευθετήσεις προκειμένου να εξασφαλίσει σύζυγο για τον Ισαάκ
Η σύζυγος του Ισαάκ, η Ρεβέκκα, γεννάει τον Ησαύ και τον Ιακώβ
Ο Ιακώβ (Ισραήλ) και οι 12 γιοι του. Στην Αίγυπτο για διατήρηση της ζωής (25:27–50:26)
Αφού ο Ιακώβ αγοράζει τα πρωτοτόκια από τον Ησαύ δίνοντάς του ένα γεύμα και αργότερα, παρακινούμενος από τη Ρεβέκκα, παίρνει την ευλογία που ο Ισαάκ προόριζε για τον Ησαύ, πηγαίνει στην Παδάν-αράμ για να βρει σύζυγο
Ο αδελφός της Ρεβέκκας, ο Λάβαν, εξαπατά τον Ιακώβ ώστε αυτός παντρεύεται τη Λεία. Κατόπιν παντρεύεται τη Ραχήλ. Από τη Λεία, τη Ραχήλ και τις δύο υπηρέτριές τους, ο Ιακώβ αποκτάει 11 γιους και μια κόρη, τη Δείνα, προτού φύγει από την Παδάν-αράμ με την οικογένειά του
Ο Ιακώβ παλεύει με έναν άγγελο, και η άρθρωση του μηρού του εξαρθρώνεται. Προσκολλάται απεγνωσμένα στον άγγελο προκειμένου να λάβει ευλογία και μετονομάζεται σε Ισραήλ
Ύστερα από μια ειρηνική συνάντηση με τον Ησαύ, ο Ιακώβ κατοικεί στη Σοκχώθ και έπειτα στη Συχέμ, όπου η Δείνα ατιμάζεται
Η Ραχήλ πεθαίνει ενώ γεννάει το 12ο γιο του Ιακώβ, τον Βενιαμίν
Από μίσος για τον Ιωσήφ, τον πρωτότοκο της Ραχήλ, οι ετεροθαλείς αδελφοί του τον πουλούν. Γίνεται δούλος του Πετεφρή στην Αίγυπτο
Ενώ ο Ιωσήφ είναι φυλακισμένος με ψεύτικες κατηγορίες, τα πράγματα εξελίσσονται έτσι ώστε η ικανότητα που έχει να ερμηνεύει όνειρα φέρνεται στην προσοχή του Φαραώ
Ο Ιωσήφ ερμηνεύει τα όνειρα του Φαραώ σχετικά με μια πείνα και καθίσταται ο δεύτερος άρχοντας της Αιγύπτου
Η πείνα στη Χαναάν αναγκάζει τους γιους του Ιακώβ να πάνε στην Αίγυπτο για τροφή. Αργότερα ο Ιωσήφ αποκαλύπτεται στους ετεροθαλείς αδελφούς του
Ο Ιακώβ και το σπιτικό του μετακομίζουν στην Αίγυπτο. Ο Ιωσήφ τούς φροντίζει
Ο Ιακώβ πεθαίνει στην Αίγυπτο αφού εξαγγέλλει προφητικές ευλογίες για τους γιους του Ιωσήφ—τον Εφραΐμ και τον Μανασσή—και τους 12 δικούς του γιους