ΟΡΦΑ
(Ορφά).
Η Μωαβίτισσα σύζυγος του Χελαιών και νύφη της Ναομί, όπως η Ρουθ. (Παράβαλε Ρθ 1:3-5 με 4:10.) Αφού πέθαναν οι σύζυγοι και των τριών, αυτές οι άτεκνες χήρες—η Ναομί, η Ορφά και η Ρουθ—άρχισαν το ταξίδι της επιστροφής από τον Μωάβ στη Βηθλεέμ. Σε κάποιο σημείο, η Ναομί παρότρυνε τις δύο νύφες της να γυρίσουν η καθεμιά στο σπίτι της μητέρας της και να παντρευτούν στον Μωάβ, αλλά και οι δύο έλεγαν στη Ναομί: «Όχι! Μαζί σου θα επιστρέψουμε στο λαό σου». Η Ορφά είχε συμπεριφερθεί με καλοσύνη στην πεθερά της, για την οποία φαίνεται ότι ένιωθε αξιοσημείωτη στοργή. (Ρθ 1:8-10) Η επιθυμία της να συνεχίσει το ταξίδι με τη Ναομί μπορεί να οφειλόταν εν μέρει στο γεγονός ότι είχε ζήσει καλά ως μέλος μιας ισραηλιτικής οικογένειας. Αλλά τώρα η Ναομί τόνισε ότι, αν αυτές οι δύο Μωαβίτισσες χήρες πήγαιναν μαζί της, υπήρχε μεγάλη πιθανότητα να παραμείνουν χήρες στον Ιούδα, εφόσον η Ναομί είχε ελάχιστες ελπίδες να ξαναπαντρευτεί και να γεννήσει γιους, και ακόμη και αν συνέβαινε αυτό, ήταν βέβαιη ότι η Ορφά και η Ρουθ δεν θα ήταν διατεθειμένες να περιμένουν ώσπου να μεγαλώσουν οι γιοι και να συνάψουν ανδραδελφικούς γάμους με αυτές τις Μωαβίτισσες χήρες. Η στοργή και η εκτίμηση που ένιωθε η Ορφά δεν επαρκούσαν ώστε να την κάνουν να συνεχίσει ενόψει μιας τέτοιας προοπτικής και, αφού έκλαψε πολύ, αποχαιρέτησε τη Ναομί και τη Ρουθ και επέστρεψε «στο λαό της και στους θεούς της».—Ρθ 1:3-15.