Ιωάννης ο Βαπτιστής, Πρόδρομος Του Ιησού
Ο ΠΑΝΤΟΔΥΝΑΜΟΣ Θεός, που προλέγει με ακρίβεια τα γεγονότα, διεκήρυξε πάνω από τετρακόσια χρόνια πριν από τη γέννησι του Ιωάννου του Βαπτιστού: «Ιδού, εγώ θέλω αποστείλει προς εσάς Ηλίαν τον προφήτην, πριν έλθη η ημέρα του Ιεχωβά η μεγάλη και επιφανής.» (Μαλαχίας 4:5, AS· Λουκάς 1:17) Νωρίτερα ακόμη, πάνω από 700 χρόνια πριν από τη γέννησι του Ιωάννου, ο Ιεχωβά ανήγγειλε ότι αυτός ο όμοιος με τον Ηλία θα ήταν σαν «φωνή βοώντος εν τη ερήμω, Ετοιμάσατε την οδόν του Ιεχωβά· ευθείας κάμετε εν τη ερήμω τας τρίβους του Θεού ημών.» (Ησαΐας 40:3, AS· Ματθαίος 3:3) Ώστε η γέννησις του Ιωάννου του Βαπτιστού έξη μήνες πριν από τον Ιησούν, δεν ήταν τυχαίο γεγονός, ούτε ωφείλετο στη φυσική πορεία των πραγμάτων. Πραγματικά, η γέννησις του Ιωάννου ήταν τόσο θαυματουργική όσο ήταν και η γέννησις του υποσχεμένου τέκνου Ισαάκ, διότι οι γονείς του, Ζαχαρίας και Ελισάβετ, είχαν περάσει την κανονική ηλικία της παιδογονίας.—Λουκάς 1:18.
Πριν ακόμη από τη σύλληψί του, η αποστολή, το έργον και ο τρόπος ζωής του Ιωάννου είχαν προκαθορισθή από τον άγγελο Γαβριήλ κατ’ εντολήν του Θεού. Επρόκειτο να κάμη μεγάλα πράγματα στην υπηρεσία του Ιεχωβά, να αναλάβη το έργο του με πνεύμα και δύναμι Ηλία, και να επιστρέψη τους απειθείς από τον δρόμο του θανάτου προετοιμάζοντάς τους να δεχθούν τον Μεσσία Χριστό. Επρόκειτο να είναι Ναζηραίος, τελείως αφιερωμένος στον Θεό, και να μην εγγίση κρασί ή άλλο δυνατό ποτό. Ακόμη και το όνομά του Ιωάννης, που σημαίνει «ο Γιάχ είναι ευμενής», είχε εκλεγή από τον Κύριον. (Λουκάς 1:13-17· Αριθμοί 6:2, 3) Σαν τον Σαμουήλ, από την παιδική του ηλικία είχε αφιερωθή στην ένδοξη υπηρεσία του Υψίστου Θεού.—1 Σαμουήλ 1:11, 24-28.
Λόγω των θείων αυτών προκαθορισμών, όταν το βρέφος περιετμήθη την ογδόη ημέρα, ο ιερεύς πατέρας του απεκάλυψε με θεία έμπνευσι: «Και συ, παιδίον, προφήτης του Υψίστου θέλεις ονομασθή· διότι θέλεις προπορευθή προ προσώπου του Ιεχωβά, εις το να ετοιμάσης τας οδούς αυτού, εις το να δώσης γνώσιν σωτηρίας εις τον λαόν αυτού, δια της αφέσεως των αμαρτιών αυτών, δια σπλάγχνα ελέους του Θεού ημών. (Λουκάς 1:76-78, NW) Η δημοσία αυτή διακονία θα ήταν μεγάλης σπουδαιότητος· όλα τα άλλα πράγματα της ζωής του Ιωάννου δεν ήσαν τόσο σπουδαία. Γι’ αυτό και η Γραφή καλύπτει τα πρώτα τριάντα χρόνια της ζωής του Ιωάννου με ένα μόνο εδάφιο: «Το δε παιδίον ηύξανε, και εδυναμούτο κατά το πνεύμα, και ήτο εν ταις ερήμοις, έως της ημέρας καθ’ ην έμελλε να αναδειχθή προς τον Ισραήλ.»—Λουκάς 1:80.
Η «ΦΩΝΗ» ΕΝ ΤΗ ΕΡΗΜΩ ΑΡΧΙΖΕΙ ΝΑ ΒΟΑ
Στο δέκατο πέμπτο έτος της βασιλείας του Καίσαρος Τιβερίου, όταν ο Πόντιος Πιλάτος ήταν κυβερνήτης της Ιουδαίας και ο Ηρώδης Αντίπας διοικούσε την επαρχία της Γαλιλαίας, ο Ιωάννης ο βαπτιστής κάνει έναρξι της διακονίας του στην έρημο με το άγγελμα: «Μετανοείτε· διότι επλησίασεν η βασιλεία των ουρανών.» (Λουκάς 3:1, 2· Μάρκος 1:4· Ματθαίος 3:2) Ο όχλος ολοκλήρου της υπαίθρου ξυπνά και διεγείρεται. Ήταν πραγματικά ένα παράξενο άγγελμα, αλλά η ειλικρίνεια, η πειστικότης και η δύναμις με την οποία μιλούσε ο κήρυξ Ιωάννης κατέπεισε μεγάλα πλήθη τιμίων και ειλικρινών ανθρώπων ότι ήταν άνθρωπος σταλμένος από τον Θεό και εκινείτο από το άγιο πνεύμα του Θεού για να δώση μια προειδοποίησι υψίστης σπουδαιότητος. Ως προφήτης του Κυρίου αναγνωρίσθηκε εύκολα από την ενδυμασία του και την αφοσίωσί του.—Ματθαίος 3:4· Μάρκος 1:6.
Η φήμη του ανθρώπου αυτού ξαπλώθηκε σαν τη φωτιά των αγρών, ώσπου και οι ιερείς και οι Λευίτες ακόμη εταξίδευαν από την πρωτεύουσα Ιερουσαλήμ για να εξακριβώσουν τι συμβαίνει. Να μετανοήσουν; Γιατί, και από τι πράγμα: Ποιος ήταν ο άνθρωπος αυτός; Ήθελαν να μάθουν. Ο Ιωάννης τούς εξήγησε:
«Δεν είμαι εγώ ο Χριστός». «Και ηρώτησαν αυτόν, Τι λοιπόν; Ηλίας είσαι συ; Και λέγει, Δεν είμαι. Ο προφήτης είσαι συ; και απεκρίθη, Ουχί. Είπον λοιπόν προς αυτόν, Τις είσαι; δια να δώσωμεν απόκρισιν εις τους αποστείλαντας ημάς· τι λέγεις περί σεαυτού; Απεκρίθη, Εγώ είμαι «φωνή βοώντος εν τη ερήμω, Ευθύνατε την οδόν του Ιεχωβά,» καθώς είπεν Ησαΐας ο προφήτης. Οι δε απεσταλμένοι ήσαν εκ των Φαρισαίων· και ηρώτησαν αυτόν, και είπον προς αυτόν, Διά τι λοιπόν βαπτίζεις, εάν συ δεν ήσαι ο Χριστός, ούτε ο Ηλίας, ούτε ο προφήτης;»—Ιωάννης 1:20-25, NW.
Σχετικά με το τελευταίο αυτό ζήτημα της μετανοίας και του βαπτίσματος, ο μάρτυς αυτός του Θεού στην έρημο είπε κατ’ ουσίαν: ‘Εγώ βαπτίζω τους αμαρτωλούς που μετανοούν με νερό, αλλά έρχεται οπίσω μου ένας ισχυρότερός μου, ο οποίος θα τους βαπτίση με άγιο πνεύμα και με φωτιά. Εγώ δεν είμαι άξιος ούτε να σκύψω και να λύσω το λουρί των υποδημάτων του μεγαλυτέρου Αυτού! Και προσέξτε! κρατεί το φτυάρι στο χέρι του και θα καθαρίση το αλώνι του και θα συνάξη το σιτάρι στην αποθήκη, και το άχυρο θα το κατακαύση.»—Ματθαίος 3:11, 12· Μάρκος 1:7, 8· Λουκάς 3:15-17· Πράξεις 1:5· 11:16.
«ΠΑΝΤΕΣ» ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΟΥΝΤΑΙ
Υπήρχαν πολλοί που ήσαν σαν το σιτάρι και ωμολογούσαν φανερά τις αμαρτίες τους που αποτελούσαν απιστία στη διαθήκη του Νόμου, έδειχναν δε δημοσία την ειλικρίνειά τους αφήνοντας τον Ιωάννη να τους βαπτίζη στον Ιορδάνη ποταμό. (Ματθαίος 3:5, 6) Έτσι ήρχοντο στην κατάλληλη κατάστασι να δεχθούν τον Μεσσία όταν θα εμφανιζόταν. Επειδή ήθελαν να μάθουν περισσότερα για τις δίκαιες εντολές του Θεού, ο Ιωάννης τούς εξεπαίδευε με χαρά ως μαθητάς, διδάσκοντάς τους ποια είναι η κατάλληλη νηστεία και προσευχή.—Ματθαίος 9:14· Λουκάς 5:33· 3:18· 11:1.
Αντί να εξυψώνη τον εαυτό του, ο Ιωάννης συνεχώς επέσυρε την προσοχή στο γεγονός ότι αυτός ήταν μόνο πρόδρομος του Χριστού, εκήρυττε δε και προειδοποιούσε όλους τους καλής θελήσεως ανθρώπους να προετοιμασθούν για να δεχθούν τον Μεσσία όταν θα ενεφανίζετο. Σχετικά με τον πρόδρομον αυτόν ο απόστολος Ιωάννης γράφει: «Ούτος [ο Ιωάννης] ήλθεν εις μαρτυρίαν, δια να μαρτυρήση περί του φωτός, δια να πιστεύσωσι πάντες δι’ αυτού. Δεν ήτο εκείνος το φως, αλλά δια να μαρτυρήση περί του φωτός. Το φως το αληθινόν, το φωτίζον πάντα άνθρωπον, επρόκειτο να έλθη εις τον κόσμον. Ο Ιωάννης μαρτυρεί περί αυτού, και εφώναξε, λέγων, Ούτος ήτο περί ου είπον: Ο οπίσω μου ερχόμενος, είναι ανώτερός μου, διότι ήτο πρότερός μου.»—Ιωάννης 1:7-9, 15, NW.
Για να δοθή σε όλους η ευκαιρία να δεχθούν τα ευεργετήματα της ζωής που θα παρείχοντο δια του Χριστού, ο Ιωάννης «προεκήρυξε βάπτισμα μετανοίας εις πάντα τον λαόν του Ισραήλ». (Πράξεις 13:24) Επέστησε την προσοχή των τελωνών να μην εισπράττουν τίποτε περισσότερο από το διατεταγμένο σ’ αυτούς. Προειδοποίησε τους στρατιωτικούς να μην εκβιάζουν κανένα μηδέ να διαρπάζουν τα ξένα. Ακόμη και όταν είχαν προσέλθει οι Φαρισαίοι και οι Σαδδουκαίοι, οι ευσεβοφανείς εκείνοι υποκριταί κληρικοί, ο Ιωάννης τους μίλησε καθαρώτατα λέγοντάς τους ότι εκείνο που χρειάζεται είναι μια φανερή, απτή απόδειξις μετανοίας, και όχι η επανάπαυσις στο σαρκικό γεγονός ότι ήσαν φυσικοί απόγονοι του Αβραάμ. Η αφήγησις λέγει: «Ιδών δε πολλούς εκ των Φαρισαίων και Σαδδουκαίων ερχομένους εις το βάπτισμα αυτού, είπε προς αυτούς, Γεννήματα εχιδνών, τις έδειξεν εις εσάς να φύγητε από της μελλούσης οργής; Κάμετε λοιπόν καρπούς αξίους της μετανοίας· και μη φαντασθήτε να λέγητε καθ’ εαυτούς, Πατέρα έχομεν τον Αβραάμ· διότι σας λέγω, ότι δύναται ο Θεός εκ των λίθων τούτων να αναστήση τέκνα εις τον Αβραάμ.»—Ματθαίος 3:7-9· Λουκάς 3:7-14.
Εν τούτοις, ως τάξις ο κλήρος και οι έγκριτοι του ποιμνίου δεν δέχθηκαν ούτε ωφελήθηκαν από την προειδοποίησι του Ιωάννου. Αρνήθηκαν να πιστέψουν ότι το έργο του Ιωάννου εγίνετο με την προσταγή του Θεού και τον κατηγόρησαν ψευδώς ότι ήταν δαιμονιζόμενος. Αρνήθηκαν ν’ ακολουθήσουν τον δρόμο της δικαιοσύνης που οδηγεί σε αιώνια ζωή στην ένδοξη βασιλεία του Θεού. Αντίθετα, οι αμαρτωλοί τελώναι και πόρναι που πίστεψαν στη μαρτυρία του Ιωάννου, μετενόησαν και βαπτίσθηκαν, και στον ωρισμένο καιρό δέχθηκαν τον Χριστό και την προμήθειά του για ζωή.—Λουκάς 7:31-33· Ματθαίος 21:25-32.
Ο ΙΩΑΝΝΗΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΕΙ ΤΟΝ ΒΑΣΙΛΕΑ
Ο πιστός μάρτυς του Θεού Ιωάννης είχε κάμει θαυμάσιο έργο στη χώρα κατά τη σύντομη περίοδο των έξη μηνών από την άνοιξι ως το φθινόπωρο του 29 μ.Χ. Το έργο της ετοιμασίας του έθνους Ισραήλ για τον Μεσσία είχε σχεδόν τελειώσει. Ο καιρός είχε ωριμάσει για την εμφάνισι του Βασιλέως. Όταν όμως ενεφανίσθη, προς έκπληξιν και αυτού του Ιωάννου, ο Ιησούς κατέβηκε στα ίδια αυτά νερά του Ιορδανού και ζήτησε να βαπτισθή. Επειδή δεν καταλάβαινε την καινούργια σημασία που έπαιρνε τότε το «εν ύδατι βάπτισμα» ο Ιωάννης διεμαρτυρήθη ότι αυτός είχε ανάγκη να βαπτισθή από τον Ιησούν. Ο Διδάσκαλος τότε εξήγησε ότι το βάπτισμα στο νερό είναι αναγκαίο και για τους Χριστιανούς επίσης, για να εκτελέσουν όλους τους δικαίους σκοπούς του Θεού, κι έτσι ο Ιωάννης συμμορφώθηκε, το δε άγιο πνεύμα της επιδοκιμασίας του Θεού κατέβηκε επάνω στον Ιησούν.—Ματθαίος 3:13-17· Μάρκος 1:9-11.
Από τότε ο Ιωάννης θα είχε το προνόμιο να παρουσιάση τους μαθητάς του στον Κεχρισμένον του Θεού, και δεν εβράδυνε να το κάμη μόλις τελείωσαν οι σαράντα ημέρες της διαμονής του Ιησού στην έρημο. «Ιδού ο αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου», ανεφώνησε ο Ιωάννης. «Ούτος είναι περί ου εγώ είπον, Οπίσω μου έρχεται ανήρ, όστις είναι ανώτερός μου, διότι ήτο πρότερός μου. Και εγώ δεν εγνώριζον αυτόν· αλλά δια να φανερωθή εις τον Ισραήλ, δια τούτο ήλθον εγώ βαπτίζων εν τω ύδατι.»—Ιωάννης 1:29-37.
Το έργο του Ιωάννου δεν σταμάτησε αμέσως μετά την έναρξι της διακονίας του Ιησού, αλλά εξακολούθησε παράλληλα με αυτήν περί τους έξη μήνες. Και μολονότι αυτή η παράλληλη δράσις τους στον αγρό επροξένησε κάποια παρεξήγησι σε όσους δεν ήσαν καλά πληροφορημένοι, εν τούτοις δεν υπήρχε καμμιά ασυμφωνία ή σύγχυσις μεταξύ του Ιωάννου και του Ιησού. Ο ένας κατανοούσε τέλεια το έργο που έκανε ο άλλος. Ο Ιωάννης εξήγησε ότι αυτός ήταν ο φίλος του νυμφίου Χριστού, και ότι χαρά του ήταν να βλέπη τον νυμφίο να αυξάνη ενώ αυτός και το έργο του ελαττώνετο.—Ιωάννης 3:22-30
Ομοίως ο Ιησούς ανέφερε για τον Ιωάννη ότι ήταν ο πρόδρομός του που εξεικονίσθηκε από τον Ηλία. «Ο έχων ώτα δια να ακούη, ας ακούη.» (Ματθαίος 11:12-15· 17:12) «Ο νόμος και οι προφήται έως Ιωάννου υπήρχον· από τότε η βασιλεία του Θεού ευαγγελίζεται, και πας τις βιάζεται να εισέλθη εις αυτήν.» (Λουκάς 16:16) Γι’ αυτό, όταν έρριψαν τον Ιωάννη στη φυλακή του φρουρίου Μαχαέρος, ο Ιησούς επεξέτεινε το έργο που είχε αρχίσει ο Ιωάννης, λέγοντας: «Επληρώθη ο καιρός και επλησίασεν η βασιλεία του Θεού· μετανοείτε, και πιστεύετε εις το ευαγγέλιον.»—Μάρκος 1:14,15· Ματθαίος 4:12.
Γιατί ο Ιωάννης συνελήφθη και εφυλακίσθη; Επειδή εκήρυττε την αλήθεια με θάρρος σε όλους τους ανθρώπους, τους ταπεινούς και τους μεγάλους χωρίς διάκρισι. Ο Ιωάννης δεν απέφυγε την ευθύνη του να πη και στον Ηρώδη ακόμη ότι ζούσε μέσα στη μοιχεία και στην αμαρτία με τη γυναίκα του αδελφού του την Ηρωδιάδα, και ότι παρέβαινε έτσι τον νόμον του Θεού, το έκαμε δε αυτό για να μετανοήση ο Ηρώδης, να τύχη του ελέους του Θεού, να δεχθή τον Λυτρωτή Χριστό και να ζήση.
Τι παράδειγμα πίστεως και αγάπης ήταν ο Ιωάννης! Ήταν πιστός στον Θεό ως μάρτυς του. Αγαπούσε τους συνανθρώπους του ακόμη και με κίνδυνον της προσωπικής του ελευθερίας και ζωής. Ναι, στο τέλος ο Ιωάννης έχασε τη ζωή του, γιατί ύστερα από φυλάκισι ενός έτους αποκεφαλίσθηκε μ’ ένα καταχθόνιο σχέδιο που το ενέπνευσε ο Διάβολος και το εξετέλεσε η φαύλη εκείνη γυναίκα Ηρωδιάς. Αλλά εκείνο που έχει τη μεγαλύτερη σπουδαιότητα είναι ότι ο πρόδρομος του Χριστού, ο πιστός μάρτυς του Ιεχωβά Ιωάννης, διεκράτησε την ακεραιότητά του ακόμη και μέχρι θανάτου, και σύντομα τώρα θα αναστηθή για ν’ απολαύση μακαρία ζωή στον δίκαιο νέο κόσμο του Θεού.—Ματθαίος 14:3-12· Μάρκος 6:16-19.