«Συγκεχωρημέναι Είναι εις σε αι Αμαρτίαι Σου»
«ΣΗΚΩΘΗΤΙ, και σήκωσον το κλινίδιόν σου, και ύπαγε εις τον οίκον σου.» Πόσο οι λόγοι αυτοί, που ελέχθησαν τόσο απλά και εύκολα ηλέκτρισαν τα πλήθη που ήσαν συγκεντρωμένα στην Καπερναούμ για ν’ ακούσουν τον Ιησούν να κηρύττη! Ομολογουμένως ποτέ άλλοτε δεν είχαν ιδεί κάτι σαν αυτό. Καθώς τα βλέμματα όλων ήταν προσηλωμένα σ’ αυτόν τον παραλυτικό στον οποίον ελέχθησαν τα λόγια του Ιησού, ο παραλυτικός «παρευθύς εγερθείς ενώπιον αυτών, εσήκωσε το κλινίδιον εφ’ ου κατέκειτο, και ανεχώρησεν εις τον οίκον αυτού, δοξάζων τον Θεόν. Και έκστασις κατέλαβεν άπαντας, και εδόξαζον τον Θεόν· και επλήσθησαν φόβου, λέγοντες, Ότι είδομεν παράδοξα σήμερον.»—Λουκάς 5:24-26.
Δεν εδημιουργήθη, όμως, σε όλο το πλήθος εκείνο η ίδια ευνοϊκή εντύπωσις. Οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι που ήσαν παρόντες αντέτειναν μεταξύ τους και διελογίζοντο μάλιστα ότι ο Ιησούς ήταν ένοχος βλασφημίας. Γιατί ν’ αντιταχθή κανείς σε μια τέτοια πράξι ελέους; Προφανώς η άποψίς των ήταν εντελώς εσφαλμένη.
Ο αφηγητής μας, ο Λουκάς, τονίζει ότι εκείνοι που είχαν φέρει τον παραλυτικό στον Ιησούν, το έκαμαν με μεγάλες δυσκολίες. «Και ιδών [ο Ιησούς] την πίστιν αυτών, είπε προς αυτόν, Άνθρωπε, συγκεχωρημέναι είναι εις σε αι αμαρτίαι σου.» Α! αυτό ήταν που ήγειρε την αντίρρησι των ιδιορρύθμων εκείνων ηγετών και ρυθμιστών της θρησκευτικής λατρείας. «Και ήρχισαν να διαλογίζωνται οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι, λέγοντες, Τις είναι ούτος, όστις λαλεί βλασφημίας; τις δύναται να συγχωρή αμαρτίας ειμή μόνος ο Θεός; Νοήσας δε ο Ιησούς τους διαλογισμούς αυτών, απεκρίθη και είπε προς αυτούς, Τι διαλογίζεσθε εν ταις καρδίαις σας; τι είναι ευκολώτερον, να είπω, Συγκεχωρημέναι είναι εις σε αι αμαρτίαι σου, ή να είπω, Σηκώθητι και περιπάτει; αλλά δια να γνωρίσητε ότι εξουσίαν έχει ο Υιός του ανθρώπου επί της γης να συγχωρή αμαρτίας, είπε προς τον παραλυτικόν. Προς σε λέγω, Σηκώθητι, και σήκωσον το κλινίδιόν σου, και ύπαγε εις τον οίκον σου.»—Λουκάς 5:20-24.
Ίσως μερικοί από τους θρησκευομένους εκείνους που αμφισβήτησαν τη νομιμότητα της εξουσίας του Ιησού να είχαν υπ’ όψι τους λόγους του ιδίου του Ιεχωβά Θεού που εκτίθενται στο Λευιτικόν 17:11 (ΑΣ): «Διότι η ζωή της σαρκός είναι εν τω αίματι· και εγώ έδωκα αυτό εις εσάς, δια να κάμνητε εξιλέωσιν υπέρ των ψυχών σας επί του θυσιαστηρίου· διότι το αίμα τούτο κάμνει εξιλασμόν υπέρ της ψυχής.» Μπορεί να είχαν υπ’ όψι όλες τις λεπτομέρειες των θυσιών της ημέρας του εξιλασμού που έπρεπε να επαναλαμβάνωνται κάθε χρόνο για τη συγχώρησι των αμαρτιών των, και οι οποίες θυσίες μπορούσαν να προσφερθούν μόνο από τον αρχιερέα. Αφού ο Ιησούς δεν προσέφερε τέτοιες θυσίες ζώων και αφού δεν είχε εκχύσει ακόμη το αίμα της ζωής του ως εξιλέωσιν, πώς μπορούσε πραγματικά να συγχωρήση αμαρτίες;
ΗΜΕΡΑ ΕΞΙΛΑΣΜΟΥ
Η απάντησις βρίσκεται στον ίδιο τον νόμο του Μωυσέως, στην ίδια αυτή ετησία τήρησι της ημέρας του εξιλασμού που ήταν η δεκάτη ημέρα του εβδόμου μηνός των, του Τιζρί. Ήταν μια ημέρα εξευμενισμού ή ημέρα καλύψεως αμαρτιών. (Λευιτικόν 23:27, 28) Εκείνη την ημέρα περισσότερο από κάθε άλλη εγίνετο υπόμνησις στους Ιουδαίους για τις ατέλειές των και την ανάγκη ενός λυτρωτού διότι εκείνη την ημέρα όχι μόνο εξητάζοντο τα ατομικά αμαρτήματα, αλλά και η εθνική ενοχή ενώπιον του Ιεχωβά ανεγνωρίζετο επίσης και εγίνετο εξιλέωσις γι’ αυτήν.
Στον καιρό του Ιησού, ο αρχιερεύς εγκαθίστατο προσωρινώς πριν από επτά ημέρες στους θαλάμους του, στον ναό του Ηρώδου. Εκεί, μαζί με άλλους ιερείς που υπηρετούσαν σύμφωνα με τη σειρά των στον ναό, έπρεπε να διαμείνη ως το τέλος της εορτής. Όλη εκείνη την εβδομάδα συμμετείχε τακτικά στην προσφορά θυσιών ραντίζοντας το αίμα, καίοντας το θυμίαμα, ανάβοντας τον λύχνο και προβαίνοντας σε άλλες τέτοιες ενέργειες ώστε με την τακτική αυτή να μη κάμη κανένα λάθος στην προσφορά των θυσιών την ημέρα του εξιλασμού, αφού αυτό θα καθίστα απαραδέκτους τους Ιουδαίους. Όλη τη νύχτα, (η οποία ήταν η αρχή της 10ης Τιζρί), παρέμενε άγρυπνος διαβάζοντας τις Γραφές, τα δε μεσάνυχτα άρχιζαν οι προετοιμασίες για την υπηρεσία της ημέρας. Τότε όλοι οι ιερείς που ανέμεναν να συμμετάσχουν, είχαν λουσθή μέσα στα προσδιωρισμένα λουτρά που ήσαν διατεθειμένα για τη χρήσι των και ανέμεναν την αιφνίδια και απροσδόκητη εμφάνισι του επιστάτου ιερέως. Αυτός ήρχετο, έκρουε, και αυτοί του άνοιγαν τη θύρα και μόνον οι ιερείς που είχαν πλυθή ήσαν ευπρόσδεκτοι για υπηρεσία. Ερρίπτοντο κλήροι για να εκλεγούν εκείνοι που θα εκτελούσαν τα διάφορα καθήκοντα υπηρεσίας. Τα προκαταρκτικά του καθαρισμού του θυσιαστηρίου και της τοποθετήσεως των ξύλων για τη φωτιά ετελείωναν στο πρώτο χάραγμα της αυγής, και τότε εισήγετο ο αμνός για την καθημερινή πρωινή θυσία, και όταν η τελευταία από τις μεγάλες πύλες του ναού άνοιγε αργά τρία σαλπίσματα με τις αργυρές σάλπιγγες ανήγγελλαν στην πόλι ότι θα προσεφέρετο η πρωινή θυσία.
ΤΑΥΡΟΣ ΚΑΙ ΔΥΟ ΤΡΑΓΟΙ
Όταν όλη αυτή η καθημερινή θυσία ετελείωνε, μπορούσαν ν’ αρχίσουν οι ειδικές υπηρεσίες της ημέρας. Ο αρχιερεύς, αφού έβγαζε τα χρυσά του άμφια, ελούετο και φορούσε τα ειδικά λινά ενδύματά του και προέβαινε στις διατεταγμένες από τον Θεό υπηρεσίες της ημέρας. Εδώ, λοιπόν, αρχίζει η εικόνα της εξιλεωτικής θυσίας του Ιησού Χριστού. Ο ίδιος ο Ιησούς εκπληρώνει τους ρόλους και του θυσιάζοντος αρχιερέως και των θυσιαστικών θυμάτων. Τα θύματα αυτά της προσφοράς περί αμαρτίας συνίσταντο από ένα νεαρόν ταύρον κι ένα ερίφιον από τους τράγους, όλα τέλεια ζώα, χωρίς μώμον. Ο τράγος εξελέγετο με κλήρον από δύο τράγους οι οποίοι έπρεπε να είναι πάρα πολύ όμοιοι, όσο τούτο ήταν δυνατόν, οι δε μεταγενέστεροι ραββίνοι κατέβαλλαν κάθε προσπάθεια φροντίζοντας ν’ αγορασθούν οι τράγοι την ίδια ημέρα, και, όταν υπήρχαν, επρομηθεύοντο διδύμους τράγους. Τα ζώα που εξελέγοντο για θυσίες υπέρ αμαρτιών παριστάνουν τη μία θυσία του Ιησού, αλλ’ από διαφορετικές απόψεις. «Ελθών δε ο Χριστός, αρχιερεύς . . . εισήλθεν άπαξ εις τα άγια, αποκτήσας αιωνίαν λύτρωσιν.» (Εβραίους 9:11, 12) Άλλη μια πιστοποίησις τούτου είναι ότι μόνον ένας αρχιερεύς λειτουργεί στην προσφορά της θυσίας.
Ανατρέχοντας τώρα στην αρχική ίδρυσι του Εξιλασμού όπως αναγράφεται στο Λευιτικόν κεφ. 16, παρατηρούμε ότι ο Ααρών, ως αρχιερεύς, έλαβε εντολή να προσφέρη τον ταύρο της περί αμαρτίας προσφοράς για τον εαυτό του και για τον οίκον του, τους Λευίτες. (Εδάφια 3, 6) Κατόπιν του ελέχθη να ρίξη κλήρους πάνω στους δύο τράγους. (Εδάφια 7-10) Στον ναό του Ηρώδου αυτό εγίνετο με το να ανασύρη ο αρχιερεύς από μια κληρωτίδα δύο κλήρους καμωμένους από πύξον ή χρυσάφι, έναν στο κάθε χέρι, και να τους θέση επάνω στα κεφάλια των τράγων. Στον ένα κλήρο ανεγράφετο «Δια τον Ιεχωβά» και στον άλλον «Δια τον Αζαζήλ». Ο τράγος που εξελέγετο ως τράγος του Ιεχωβά επρόκειτο να χρησιμοποιηθή για την εκτέλεσι εξιλεώσεως για τις αμαρτίες του έθνους, αλλ’ ο τράγος στον οποίον έπεφτε ο κλήρος για τον Αζαζήλ επρόκειτο να τεθή κατά μέρος και αργότερα να φέρη τις αμαρτίες του έθνους στην έρημο, όπου τον ανέμενε κάποιος θάνατος. Αυτό το κατέστησαν βεβαιότερο οι ραββίνοι της εποχής του Ιησού, διότι ωδηγούσαν τον τράγο σ’ ένα βραχώδη κρημνό στην άκρη της ερήμου και τον έσπρωχναν έτσι ώστε, προτού φθάση στο μισό ύψος της κατωφερείας του λόφου, κατεκερματίζετο.
Η προσφορά, τόσον του μόσχου, όσον και του τράγου για τον Ιεχωβά, ως εξιλεωτικών θυσιών, εικονίζει τον ένα σκοπό του Ιησού στη γη ως του αντιλύτρου αν και για δύο διαφορετικές ομάδες, ενώ η αποπομπή του «δια τον Αζαζήλ» τράγου εξεικονίζει τον άλλο σκοπό του στη γη, δηλαδή σχετικά με τη διεκδίκησι του ονόματος του Ιεχωβά. Στον τύπον εχρειάζοντο δύο τράγοι, διότι δεν θα ήταν δυνατόν να σφαγή ο δια τον Ιεχωβά τράγος ως μέσον εξιλεώσεως κι εν τούτοις να τηρηθή ζωντανός για να εικονίση τον περαιτέρω σκοπό του Θεού με τον Χριστό Ιησού. Γι’ αυτόν τον λόγο οι δύο τράγοι έπρεπε να είναι όσο το δυνατόν όμοιοι, διότι, για να εικονισθούν οι δύο απόψεις του ενός θανάτου του Ιησού στην πραγματικότητα, ήταν ανάγκη να χρησιμοποιηθούν οι δύο τράγοι στον τύπο. Επί πλέον, το ρίξιμο των κλήρων δείχνει ότι ενώ και οι δύο τράγοι πραγματικά ήσαν ίσοι, παριστάνουν τη διπλή διακονία του Ιησού κατά το ότι η προσφορά του ενέχει αξίαν ζωής και αυτός μπορεί να χρησιμεύση για ν’ απαντήση στην πρόκλησι του Σατανά.
Όταν ο απολυτέος τράγος αφήνετο κατέναντι του λαού, ο αρχιερεύς επανήρχετο στον μόσχο και αφού ωμολογούσε τις αμαρτίες του και τις αμαρτίες του οίκου του επάνω στο κεφάλι του, έσφαζε τον μόσχο κι έπαιρνε το αίμα του σε μια χρυσή λεκάνη και το παρέδιδε σ’ ένα βοηθό. Προτού ραντισθή το αίμα ενώπιον του Ιεχωβά, έτρεπε να γίνη μια κατάλληλη πλησίασις· καθώς λοιπόν ο βοηθός ανάδευε το αίμα για ν’ αποτρέψη την πήξι του, ο αρχιερεύς έμπαινε στα Άγια των Αγίων για πρώτη φορά στην τελετουργία της ημέρας, φέρνοντας μαζί του ένα χρυσό θυμιατήριο γεμάτο από αναμμένα κάρβουνα από το θυσιαστήριο και με μια μικρή ποσότητα ευώδους θυμιάματος σ’ ένα ειδικό σκεύος. Ευλαβικά, με κατάλληλες προσευχές, αυτό εκαίετο ενώπιον του Ιεχωβά στα Άγια των Αγίων. (Εδάφια 11-13· Εβραίους 9:4) Επιστρέφοντας έξω, έπαιρνε το αίμα του μόσχου κι επήγαινε δεύτερη φορά στα Άγια των Αγίων κι ερράντιζε το αίμα επτά φορές εμπρός στο ιλαστήριο.—Εδάφιο 14.
Η παρά Θεού αυτή διάταξις λατρείας τονίζει την τάξι σπουδαιότητος στη θυσία του Ιησού. Η σφαγή του μόσχου από τον αρχιερέα εικονίζει την παρουσίασι του Ιησού για βάπτισμα στον ποταμό Ιορδάνη το φθινόπωρο του 29 μ.Χ. και την φανέρωσι εκεί της προθυμίας του να παραδώση στον Ιεχωβά Θεό, τον Πατέρα του, το δικαίωμά του να ζη για πάντα επάνω στη γη, το οποίον δικαίωμα κατείχε λόγω της τελείας του ανθρωπίνης υποστάσεως. Αφού η θυσία αυτή επετράπη κι έγινε δεκτή, ο Ιησούς ανεγεννήθη από το πνεύμα του Θεού με προοπτική να μη ζήση πια επάνω στη γη, αλλά να ενωθή εκ νέου με τον Πατέρα του στον ουρανό ως πνευματικός υιός και πάλι. Προτού, όμως, αυτό πραγματοποιηθή, ο Ιησούς, που τώρα κατάλληλα λέγεται Ο Χριστός, έπρεπε να βεβαιώση και την τελειότητα της ακεραιότητός του, απαντώντας έτσι και στην πρόκλησι του Σατανά προς διεκδίκησιν του ονόματος του Ιεχωβά. Η καύσις, λοιπόν, του θυμιάματος εικονίζει τον ζήλο του Ιησού στο να ευαρεστήση τον Ιεχωβά μ’ αυτή τη διακονία υπέρ του οίκου του Θεού. Ο ραντισμός του αίματος παριστάνει την πραγματική εμφάνισι του Ιησού στον ουρανό ενώπιον του θρόνου με την αξία της ανθρωπίνης θυσίας του· αφού δε ο μόσχος έκανε εξιλέωσι για τις αμαρτίες του οίκου Ααρών και της φυλής του, η αξία του αντιλύτρου εφαρμόζεται έτσι πρώτα υπέρ της νύμφης του Χριστού, των 144.000 κεχρισμένων συγκληρονόμων της βασιλείας του.—Εβραίους 9:11-14.
Η αξία του αντιλύτρου του Ιησού όπως εφαρμόζεται για το υπόλοιπο της ανθρωπότητος, στο οποίο δίδονται έτσι επίγειες ελπίδες, παριστάνεται κατόπιν από τη σφαγή τού δια τον Ιεχωβά τράγου και το ραντισμό του αίματός του. Αυτό το έκανε ο αρχιερεύς μπαίνοντας μέσα στα Άγια των Αγίων την τρίτη φορά. (Εδάφιο 15) Αλλά υπάρχει κι άλλο χαρακτηριστικό σχετικό με τη θυσία του τράγου, το οποίον εμνημονεύθη ενωρίτερα και για το οποίον ιδιαίτερα ενδιαφερόμεθα διότι αυτό καταδεικνύει το πώς ο Ιησούς μπορούσε κατά νόμον να συγχωρήση τα αμαρτήματα του ανθρώπου και τότε ακόμη που δεν είχε εκχυθή τα αίμα της ζωής του. Αυτό σχετίζεται με τον απολυτέο τράγο.
Παρατηρείται στην αφήγησι του εξιλασμού ότι «τον δε τράγον, επί του οποίου έπεσεν ο κλήρος τού να απολυθή, θέλει στήσει ζώντα ενώπιον του Ιεχωβά, δια να κάμη εξιλέωσιν επ’ αυτού, ώστε να αποστείλη αυτόν απόλυτον εις την έρημον.» (Εδάφιο 10, ΑΣ) Αυτό σημαίνει ότι η εξιλέωσις για τον «ζώντα» τράγον προήρχετο τον αντίστοιχόν του, τον τράγον δια τον Ιεχωβά, που μόλις τότε είχε σφαγή, και, αφού η αξία εξιλεώσεως αμαρτιών τού δια τον Ιεχωβά τράγου μετεβιβάζετο έτσι σ’ αυτόν, θα έφερε αξία για εξιλέωσι της αμαρτίας σαν να είχε χυθή πραγματικά το αίμα του κι ωστόσο μπορούσε να παραμείνη ζωντανός για να χρησιμεύση για τον Αζαζήλ.—Εδάφια 21, 22.
Αυτή ακριβώς ήταν η θέσις του Χριστού Ιησού στον Ιορδάνη. Έχοντας παραδώσει εκουσίως κάθε δικαίωμα ζωής επάνω στη γη με το να δώση το δικαίωμα της ανθρωπίνης ζωής του για θυσία, ο Ιησούς ελογίσθη ως ήδη νεκρός αν και η θυσία του έπρεπε να αναλωθή με τον θάνατό του επάνω στο ξύλο του μαρτυρίου στις 14 του Νισάν, μετά τριάμισυ χρόνια. Γι’ αυτό, αν και ήταν ακόμη ζωντανός κατά σάρκα όπως ήταν ο «ζων» τράγος, ο Ιησούς έφερε μαζί του σε όλη τη διακονία του στην έρημο του κόσμου του Σατανά την αξία της θυσίας αυτής και, μαζί με θυμίαμα αίνου και ακεραιότητα μπορούσε να την χρησιμοποιήση ως σημείο για περαιτέρω αίνον προς τον Ιεχωβά επιδεικνύοντας αυτή τη δύναμι και την εξουσία που είχε λάβει από τον μεγάλο Ζωοδότη, Ιεχωβά Θεόν.
Αληθινά αυτό αποτελεί διάταξιν του Υψίστου, και μολονότι οι άνθρωποι εκείνοι που εθεραπεύθησαν από τις ασθένειές των στην εποχή του Ιησού επέθαναν κατόπιν, τώρα είναι πολύ κοντά ο καιρός που ο Ιησούς, ως ο Κύριος του Σαββάτου, θα φέρη μόνιμες ιάσεις και θα θεραπεύση τους ανθρώπους και θα τους θέση στον δρόμο της αιωνίου ζωής, όλα δε αυτά είναι δυνατόν να γίνουν με την εξιλεωτική θυσία του Ιησού και τη συγχώρησι των αμαρτιών του ανθρώπου.—Βλέπε «Εξιλέωσις για τον Νέο Κόσμο» (3 μέρη) Η Σκοπιά 1ης Αυγούστου—1ης Σεπτεμβρίου 1942 (στην Αγγλική).