Ιερείς με τον Θεοκρατικό Στρατό
1. Με την παρουσία ποίων ηγιάζετο το Ισραηλιτικό στρατόπεδο, και γιατί απητείτο η παρουσία των;
Η ΙΕΡΟΤΗΣ του θεοκρατικού πολέμου απαιτούσε αγιασμό των Ισραηλιτών ανδρών για την υπηρεσία αυτή του Θεού, ως υποστηρικτών της παγκοσμίου του κυριαρχίας και ως εκτελεστών της δικαίας οργής του εναντίον των λάτρεων ψευδών θεών. Σύμφωνα με τούτο, ήταν ανάγκη οι ιερείς της φυλής του Λευί να συνοδεύουν τον Ισραηλιτικό στρατό. Η παρουσία των προσέθετε αγιότητα στον στρατό του Ιεχωβά. Στις ημέρες που η ιερή κιβωτός της διαθήκης του εστεγάζετο κάτω από τη σκηνή, ήταν συνήθεια να παίρνουν την κιβωτό στο στρατόπεδο, επειδή εσυμβόλιζε την παρουσία του Ιεχωβά Θεού με τις μαχόμενες δυνάμεις του. (1 Σαμ. 4:4-6· 14:18, 19· 2 Σαμ. 11:11) Αυτό κατ’ ανάγκην απαιτούσε την παρουσία των Λευιτών ιερέων στο στρατόπεδο, επειδή αυτοί ήσαν οι μόνοι εξουσιοδοτημένοι να μεταφέρουν την κιβωτό του Ιεχωβά Θεού. Κάποτε ένας μη ιερεύς Ισραηλίτης εθανατώθη επειδή ήγγισε την κιβωτό, νομίζοντας ότι μπορούσε να την φυλάξη από το να πέση από την άμαξα. Αν μετέφεραν οι Λευίτες ιερείς την κιβωτό, αυτό δεν θα συνέβαινε. (Δευτ. 31:9· Ιησ. Ναυή 3:17· 6:4-11· 1 Σαμ. 4:4· 2 Σαμ. 6:6, 7· 1 Χρον. 15:2-15, 26) Επίσης, όταν ο Ισραηλιτικός στρατός αντιμετώπιζε εμπλοκή σε μάχη, ήταν συνήθεια να προσφέρεται θυσία στον Ιεχωβά Θεό, και τούτο απαιτούσε την παρουσία του προφήτου του Ιεχωβά ή των Λευιτικών ιερέων του. (1 Σαμ. 7:9· 13:9) Επί πλέον, προτού προβή στην εφαρμογή ενός ωρισμένου στρατηγικού σχεδίου μάχης ο Θεοσεβής στρατιωτικός αρχηγός θα συνεβουλεύετο τον Ιεχωβά μέσω της κιβωτού της διαθήκης ή ενός ιερατικού εφόδ ή μέσω των ιερών Ουρείμ και Θουμμείμ που εφέροντο από τον αρχιερέα. Οι ειδωλολάτραι, όπως ο Ναβουχοδονόσορ ο βασιλεύς της Βαβυλώνος, προσέφευγαν σε διάφορες μορφές μαντείας, αλλ’ ο λαός του Ιεχωβά ερωτούσε αυτόν, τον αληθινό Θεό, για την κατεύθυνσί του στη μάχη. (Κριτ. 1:1· 20:27, 28· 1 Σαμ. 14:37· 23:2, 6, 9-14· 28:6· 30:8· 2 Σαμ. 5:19, 23· Ιεζ. 21:21) Και αυτό, επίσης, απαιτούσε παρουσία του προφήτου ή ιερέως του Ιεχωβά στο θεοκρατικό του στρατόπεδο.
2. Για ποιον σκοπό διετάσσετο η άμεση παρουσία των ιερέων στο μέτωπο πριν από τη μάχη, απητείτο δε από αυτούς ν’ αναλαμβάνουν όπλα και να συμμετέχουν στη μάχη;
2 Ο Ιεχωβά ειδικώς διέτασσε να υπάρχουν ιερείς του στο μέτωπο, όταν έδιδε την ακόλουθη εντολή για τους Ισραηλίτες που θα διεξήγαν τις μάχες των στην Αγία Γη, τη Γη της επαγγελίας: «Όταν εξέλθης εις μάχην εναντίον των εχθρών σου, και ίδης ίππους, και αμάξας, λαόν περισσότερον παρά σε, μη φοβηθής αυτούς· διότι Ιεχωβά ο Θεός σου είναι μετά σου, όστις σε ανεβίβασεν εκ γης Αιγύπτου. Και όταν πλησιάσητε εις την μάχην, ο ιερεύς θέλει προσέλθει και λαλήσει προς τον λαόν, και θέλει ειπεί προς αυτούς, Άκουε Ισραήλ· σεις πλησιάζετε σήμερον εις την μάχην κατά των εχθρών σας· ας μη δειλιάση η καρδία σας, μη φοβηθήτε, μηδέ τρομάξητε, μηδέ εκπλαγήτε από προσώπου αυτών· διότι Ιεχωβά ο Θεός σας είναι ο προπορευόμενος μεθ’ υμών, δια να πολεμήση υπέρ υμών εναντίον των εχθρών σας, δια να σώση υμάς.» (Δευτ. 20:1-4, ΜΝΚ) Ήταν πάρα πολύ κατάλληλο οι μαχηταί των πολέμων του Ιεχωβά να έχουν τον άμεσον αντιπρόσωπόν του, τον καθιερωμένον του ιερέα, για να τους δίδη αυτή την ενθάρρυνσι ακριβώς εκεί στο μέτωπο της μάχης. Εν τούτοις, δεν απητείτο από τους ιερείς τους ιδίους ν’ αναλαμβάνουν όπλα και να συμμετέχουν οπωσδήποτε στη μάχη.
3. Γιατί το σύνθημα της μάχης απαιτούσε την παρουσία των ιερέων στο στράτευμα, και τι, κατ’ ουσίαν, ήταν αυτό το σύνθημα της μάχης;
3 Η διασάλπισις, επίσης, του συνθήματος της μάχης απαιτούσε την παρουσία των ιερέων στην καρδιά του στρατοπέδου. Αυτοί μόνο, και όχι άλλοι, μπορούσαν να δώσουν το σύνθημα της μάχης για μια νικηφόρο επίθεσι εναντίον του εχθρού. Οι οδηγίες του Ιεχωβά μέσω του Μωυσέως ήσαν οι εξής: «Κάμε εις σεαυτόν δύο σάλπιγγας αργυράς· σφυρηλάτους θέλεις κάμει αυτάς, και θέλουσιν είσθαι εις σε δια να συγκαλής την συναγωγήν, και να βάλλης εις κίνησιν τα στρατόπεδα. Και εάν εξέλθητε εις μάχην εν τη γη υμών, κατά του εχθρού του πολεμούντος εναντίον υμών, τότε θέλετε σαλπίζει αλαλαγμόν δια των σαλπίγγων, και θέλετε ελθεί εις ενθύμησιν ενώπιον Ιεχωβά του Θεού υμών, και θέλετε διασωθή εκ των εχθρών υμών. . . . και θέλουσιν είσθαι εις υμάς προς ενθύμησιν ενώπιον του Θεού υμών. Εγώ είμαι Ιεχωβά ο Θεός υμών.» (Αριθμ. 10:2, 9, 10, ΜΝΚ) Η Βιβλική αναγραφή όσον αφορά τη χρήσι των δύο αυτών αργυρών σαλπίγγων, αποκαλύπτει ποιοι ήσαν εκείνοι που έπρεπε να σαλπίζουν μ’ αυτές. Ήσαν οι Λευίτες ιερείς. Όταν εσάλπιζαν το σύνθημα της μάχης, τα σαλπίσματα ζωογονούσαν ολόκληρο το στράτευμα, και το σώμα του στρατού εκινείτο σε δράσι. Το σάλπισμα ήταν μια έκκλησις για βοήθεια άνωθεν. Ήταν σαν ένα σήμα κίνδυνου προς τον Θεό να προβή σε ενέργεια γι’ αυτούς και να δώση νίκη, επειδή ήταν ιερατικό σάλπισμα.
4. Ποιος παράγων εχρησίμευσε για την Ισραηλιτική νίκη εναντίον των Μαδιανιτών;
4 Προς το τέλος των σαράντα ετών της περιπλανήσεως στην έρημο, οι Ισραηλίτες ήλθαν και εστρατοπέδευσαν στις ερημικές πεδιάδες του Μωάβ, πλησίον του Ιορδάνου Ποταμού, απέναντι από την Ιεριχώ, μια πόλι της Γης της Επαγγελίας. Από εκεί ο Μωυσής απέστειλε μια στρατιωτική δύναμι δώδεκα χιλιάδων ανδρών για να επιχειρήση πόλεμο εναντίον των δαιμονολατρών Μαδιανιτών. Το Υπόμνημα λέγει: «Και απέστειλεν αυτούς ο Μωυσής εις τον πόλεμον, χιλίους από πάσης φυλής, αυτούς και Φινεές τον υιόν του Ελεάζαρ του ιερέως, εις τον πόλεμον, μετά των σκευών των αγίων, και μετά των σαλπίγγων του αλαλαγμού εις τας χείρας αυτού. Και επολέμησαν εναντίον του Μαδιάμ καθώς προσέταξεν ο Ιεχωβά εις τον Μωυσήν.» (Αριθμ. 31:1-7· 22:1, ΜΝΚ) Οι εκκλήσεις των σαλπίγγων προς τον Ιεχωβά έλαβαν απάντησι με νίκη!
5. Με ποιο στρατιωτικό μειονέκτημα αντιμετώπισε ο Αβιά, ο βασιλεύς του Ιούδα, τον Ιεροβοάμ, βασιλέα του Ισραήλ, ποια όμως εξαιρετικά ζωτική βοήθεια είχε ο Αβιά;
5 Αιώνες έπειτα απ’ αυτόν τον θεοκρατικό πόλεμο εναντίον των εχθρών του Ιεχωβά, το δωδεκάφυλο βασίλειο του Ισραήλ στη Γη της Επαγγελίας διηρέθη σε δύο βασίλεια, το βασίλειο του Ιούδα και το βασίλειο του Ισραήλ. Σε μια περίπτωσι οι στρατοί των δύο βασιλέων των αντιμετώπισαν ο ένας τον άλλον στο πεδίον της μάχης. Ο Βασιλεύς Αβιά, του βασιλείου του Ιούδα, πιστός στον Θεό, είχε τετρακόσιες χιλιάδες άνδρας στο πεδίον της μάχης απέναντι διπλασίων, δηλαδή οκτακοσίων χιλιάδων ειδωλολατρών, υπό τον Βασιλέα Ιεροβοάμ, του βασιλείου του Ισραήλ. Αλλ’ ο Αβιά, ο βασιλεύς του Ιούδα, είχε περισσοτέρου από τετρακόσιες χιλιάδες πολεμιστάς μαζί του, και γι’ αυτήν την εξαιρετικά ζωτική βοήθεια έκαμε μνεία στην έκκλησί του προς το αντίπαλο στράτευμα, λέγοντας: «Αλλ’ ημείς τον Ιεχωβά έχομεν Θεόν ημών, και δεν εγκατελίπομεν αυτόν και οι ιερείς, οι λειτουργούντες εις τον Ιεχωβά, είναι οι υιοί του Ααρών και οι Λευίται εις την εργασίαν . . . Και ιδού, ο Θεός αυτός είναι μεθ’ ημών επί κεφαλής, και οι ιερείς αυτού με ηχητικάς σάλπιγγας, δια να ηχώσιν εναντίον σας. Υιοί Ισραήλ, μη πολεμείτε εναντίον Ιεχωβά του Θεού των πατέρων σας· διότι δεν θέλετε ευοδωθή.»
6. Στην επικίνδυνη κατάστασι που ανεπτύχθη, πώς οι δυνάμεις του Βασιλέως Αβιά έδειξαν την εμπιστοσύνη των στον Ιεχωβά, και πώς αυτός την απέδειξε δικαίαν;
6 Αυτή η έκκλησις δεν ωφέλησε τον εχθρό. Η μάχη συνήφθη, και ο στρατός του Βασιλέως Αβιά βρέθηκε σε ενέδρα. Η κατάστασις ήταν επικίνδυνη. Θεία, όμως, βοήθεια ήλθε εις απάντησιν των σαλπίγγων. Το Υπόμνημα λέγει: «Και ότε περιέβλεψεν ο Ιούδας, ιδού, η μάχη ήτο έμπροσθεν και όπισθεν αυτών και εβόησαν προς τον Ιεχωβά, οι ιερείς εσάλπισαν με τας σάλπιγγας. Τότε οι άνδρες Ιούδα ηλάλαξαν· και καθώς ηλάλαξαν οι άνδρες Ιούδα, ο Θεός επάταξε τον Ιεροβοάμ, πάντα τον Ισραήλ, έμπροσθεν του Αβιά και του Ιούδα. Και έφυγον οι υιοί Ισραήλ απ’ έμπροσθεν του Ιούδα· και παρέδωκεν αυτούς ο Θεός εις την χείρα αυτών.» Γιατί, λοιπόν, ήλθε αυτή η αγία νίκη; Ο Ιεχωβά απαντά στο Υπόμνημα, λέγοντας: «Και εταπεινώθησαν οι υιοί Ισραήλ εν τω καιρώ εκείνω, οι δε υιοί Ιούδα υπερίσχυσαν, επειδή ήλπισαν επί Ιεχωβά τον Θεόν των πατέρων αυτών.» Το ιερατικό σάλπισμα με τις άγιες αργυρές σάλπιγγες ήχησε σαν μνημόσυνον, σαν υπόμνησις να εμπιστεύωνται στον Ιεχωβά. Ένας ενωμένος αλαλαγμός εμπιστοσύνης σ’ Αυτόν, ένα Αλληλούια! εβρόντησε από τα στόματα των μαχητών του, και, εμπνευσμένος με θείο θάρρος, ο στρατός του Ιούδα ώρμησε εναντίον του εχθρού προς τα εμπρός και προς τα οπίσω και ο Ιεχωβά απέδειξε δικαίαν την εμπιστοσύνη των σ’ αυτόν με νίκη!—2 Χρον. 13:3, 10, 18, ΑΣ.
7. Όταν η Ιερουσαλήμ ηπειλείτο από τον στρατό Μωαβιτών, των Αμμωνιτών και των εκ του Όρους Σηείρ ποιον εχρησιμοποίησε ο Ιεχωβά για να μεταδώση το άγγελμά του, και τι αυτό έλεγε;
7 Μια άλλη εικόνα της αγιότητος του θεοκρατικού πολέμου και του πώς ο Ιεχωβά εχρησιμοποίησε την αφωσιωμένη του φυλή των Λευιτών εν σχέσει με τον στρατό, εξετυλίχθη σ’ ένα πολύ τεταμένο καιρό στο βασίλειο. Οι σύμμαχοι στρατοί δαιμονολατρών, των Μωαβιτών, των Αμμωνιτών και των από του Όρους Σηείρ, προήλαυναν μέσα από την Ιουδαϊκή έρημο για μια επίθεσι εναντίον της αγίας πόλεως Ιερουσαλήμ. Ο Βασιλεύς Ιωσαφάτ εκήρυξε νηστεία σε όλο το βασίλειο και συνήθροισε όλον τον λαό στον ναό της Ιερουσαλήμ. Με ιεροπρεπή έκκλησι για όλους τους άνδρες, τις γυναίκες και τα παιδιά που ήσαν γύρω του, ο Βασιλεύς Ιωσαφάτ ύψωσε δέησι στον Ιεχωβά. Τότε ο Ιεχωβά εξέλεξε το όργανόν του, με το οποίο έδωσε παρηγορία και οδηγίες για την αντιμετώπισι της κρίσεως. Εξέλεξε έναν άγιον άνδρα, ένα ψαλτωδόν Λευίτην ονομαζόμενον Ιααζιήλ. Έθεσε το άγιόν του πνεύμα επάνω του, κινώντας τον να πη: «Ούτω λέγει ο Ιεχωβά προς υμάς· μη φοβείσθε σεις, μηδέ πτοηθήτε από προσώπου τούτου του μεγάλου πλήθους· διότι η μάχη δεν είναι υμών, αλλά του Θεού· κατάβητε αύριον εναντίον αυτών· . . . δεν θέλετε πολεμήσει σεις εν τούτη τη μάχη· παρουσιάσθητε, στήτε, και ιδέτε την μεθ’ υμών σωτηρίαν του Ιεχωβά, Ιούδα και Ιερουσαλήμ· μη φοβείσθε, μηδέ πτοηθήτε· αύριον εξέλθετε εναντίον αυτών· και ο Ιεχωβά μεθ’ υμών.»
8. Πώς εξεδηλώθη η αγιότης της αντιμετωπίσεως εκ μέρους των της καταστάσεως αυτής, και γιατί η έμφασις της αγιότητος δεν ήταν κακώς τοποθετημένη;
8 Το επόμενο πρωί ευπειθώς εξήλθαν από τα προστατευτικά τείχη της πόλεως και εβάδισαν για συναντήσουν τον επερχόμενον εχθρό. Αλλά πώς; Οι δύο αργυρές σάλπιγγες στα χέρια των ιερέων δεν ήσαν εκεί για να σαλπίσουν σήμα κίνδυνου. Δεν επρόκειτο να γίνη έφοδος του πεζικού με αλαλαγμό εναντίον του Μωάβ, του Αμμών και των εκ του Όρους Σηείρ. Δεν εχρειάζετο να πολεμήσουν γι’ αυτή τη μάχη· ήταν μια μάχη αγία· δεν ήταν η μάχη δική των, αλλά του Θεού. Καθώς εξήρχοντο, ο Βασιλεύς Ιωσαφάτ, ως ο αρχηγός του στρατεύματος, εστάθηκε και προέτρεψε εκείνους που προήλαυναν, λέγοντάς τους με υπακοή στην εντολή του Δευτερονομίου 20:5-9: «Πιστεύσατε εις Ιεχωβά τον Θεόν υμών, και θέλετε στερεωθή· πιστεύσατε τους προφήτας αυτού [όπως τον Ιααζιήλ], και θέλετε ευοδωθή.» Συγχρόνως, για να ενισχύση την πίστι των και την εμπιστοσύνη των στον Ιεχωβά, ο Βασιλεύς Ιωσαφάτ ετοποθέτησε τον Ιααζιήλ και τους συναδέλφους του Λευίτες ψαλτωδούς με την αγία των στολή επί κεφαλής του προελαύνοντος σώματος. Αντί αλαλαγμού που να συνοδεύη ένα σάλπισμα κινδύνου, οι άγιοι αυτοί Λευίτες προήλαυναν, ψάλλοντας: «Δοξολογείτε τον Ιεχωβά, διότι το έλεος αυτού μένει εις τον αιώνα.» Ο Βασιλεύς Ιωσαφάτ και ο στρατός ακολουθούσαν, λαμβάνοντας μια δευτερεύουσα θέσι. Αυτή η έμφασις στην αγιότητα του πολέμου δεν ήταν κακώς τοποθετημένη, επειδή διαβάζομε: «Και ότε ήρχισαν να ψάλλωσι και να υμνώσιν, ο Ιεχωβά έστησεν ενέδρας εναντίον των υιών Αμμών, Μωάβ, και των εκ του όρους Σηείρ, των ελθόντων κατά του Ιούδα· και εκτυπήθησαν. Διότι εσηκώθησαν οι υιοί Αμμών και Μωάβ κατά των κατοίκων του όρους Σηείρ, δια να εξολοθρεύσωσι και να εξαλείψωσιν αυτούς· και αφού συνετέλεσαν τους κατοίκους του Σηείρ, εβοήθησαν αλλήλους δια να εξολοθρευθώσιν.» Φθάνοντας στη σκοπιά της ερήμου, η θεοκρατική συνοδεία είδε τη σφαγή που είχε συμβή.
9. Πώς εώρτασαν τη νίκη του Ιεχωβά, και τι εδόθη στον αρχαίο κόσμο να μάθη με τη νίκη του;
9 Όλο εκείνο που είχαν τώρα να κάμουν, ήταν να λαφυραγωγήσουν τα νεκρά σώματα. Μετά τρεις ημέρες λαφυραγωγήσεως συνηθροίσθησαν στην κοιλάδα της Ευλογίας (Μπερακά) και ευλόγησαν τον Ιεχωβά, κατόπιν δε, με ιερή μουσική, επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ και τον ναό της, χαίροντας «διότι εύφρανεν αυτούς ο Ιεχωβά από των εχθρών αυτών.» Ποιο ήταν το αποτέλεσμα της αγίας μάχης του Ιεχωβά εναντίον των ασεβών επιδρομέων; Το Υπόμνημα απαντά: «Και επέπεσε φόβος Θεού επί πάντα τα βασίλεια των τόπων εκείνων, ότε ήκουσαν ότι ο Ιεχωβά επολέμησεν εναντίον των εχθρών του Ισραήλ.» (2 Χρον. 20:1-29, ΑΣ) Στον αρχαίο κόσμο εδόθη να μάθη ότι ο Ιεχωβά δεν είναι ειρηνιστής αλλά μαχητής, μαχητής ο οποίος πάντοτε νικά και τον οποίον, συνεπώς, πρέπει να φοβούμεθα. Ουαί σ’ εκείνους που μάχονται εναντίον του Θεού· διεξάγουν μια χαμένη μάχη! Αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο μ’ εκείνους που μάχονται τις μάχες του Ιεχωβά. Αυτοί είναι εκείνοι που δίνουν εντελώς τον εαυτό τους στη Χριστιανική θεοκρατική «στρατεία». Αποκλειστικά γι’ αυτή τη «στρατεία» αγιάζονται, επειδή είναι αγία και έχει δοθή γι’ αυτήν εξουσιοδότησις από τον Άγιον του σύμπαντος, υποστηρίζεται δε απ’ αυτόν με τη νίκη εν όψει.