Μέρος 9—«Γενηθήτω το Θέλημά σου επί της Γης»
Όπως εξετέθη στα προηγούμενα του παρόντος Κεφαλαίου 3 του βιβλίου «Γενηθήτω το Θέλημά Σου Επί της Γης,» ο Δημιουργός του Ανθρώπου έδωσε έναρξι στην ανθρώπινη οικογένεια σ’ ένα επίγειο αγιαστήριο, στον άγιο κήπο της Εδέμ ή Παράδεισο της Εδέμ, όπου τηρούσε επαφή με τα αθώα του πλάσματα, τον Αδάμ και την Εύα. Ο Αδάμ και η Εύα, λόγω απωλείας της αθωότητός των με την παράβασι της εντολής του ουρανίου Πατρός των, απώλεσαν το επίγειο αγιαστήριο της Εδέμ για τους απογόνους των, την ανθρώπινη οικογένεια. Στη διάρκεια του παγκοσμίου κατακλυσμού των ημερών του Νώε εκείνος ο κήπος-αγιαστήριο κατεστράφη. Ύστερ’ από αιώνες ο Ιεχωβά Θεός έδωσε εντολή στον προφήτη του Μωυσή να καθοδηγήση τους Ισραηλίτας ν’ ανεγείρουν στην έρημο του Όρους Σινά ένα φορητό αγιαστήριο για την τέλεσι της λατρείας Του. Αυτό τελικά έγινε από τους Ισραηλίτας στη Γη της Επαγγελίας, την Παλαιστίνη. Όταν ο Σολομών έγινε βασιλεύς του Ισραήλ, αντικατέστησε αυτή τη σκηνή-αγιαστήριο μ’ ένα ένδοξο μόνιμο ναό κτισμένο επάνω στο Όρος Μοριά της Ιερουσαλήμ. Με την πάροδο του χρόνου, οι Ιουδαίοι εβεβήλωσαν αυτό τον ναό σε τέτοιο βαθμό, ώστε ο Ιεχωβά Θεός απεφάσισε κι επέτρεψε την καταστροφή του από τους ειδωλολάτρας Βαβυλωνίους το έτος 607 π.Χ.
ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΙΣ ΤΟΥ ΕΠΙΓΕΙΟΥ ΑΓΙΑΣΤΗΡΙΟΥ
38, 39. (α) Επί πόσον καιρό ώρισε ο Ιεχωβά να κείται ερημωμένος ο χώρος του ναού; (β) Σύμφωνα με την προφητεία του Ησαΐα, ποιον ήγειρε ο Ιεχωβά, και ποιο διάταγμα εξέδωκε αυτός;
38 Ακριβώς όπως είχε προφητεύσει ο Ιερεμίας, ο χώρος του ναού του Σολομώντος έκειτο έρημος επί εβδομήντα χρόνια. Εν τω μεταξύ οι χιλιάδες εκείνες των Ιουδαίων που επέζησαν από την ανατροπή της Ιερουσαλήμ και του ναού της ήσαν κατά το πλείστον αιχμάλωτοι στη Βαβυλώνα, δέσμιοι, στους οποίους η σκληρή Βαβυλών δεν παρείχε άλλη ελπίδα από το να πεθάνουν μακριά από την πατρίδα των. Αλλ’ ο Ιεχωβά ήταν στο ουράνιο αγιαστήριό του. Παρακολουθούσε τα όσα συνέβαιναν, έχοντας πλήρως υπ’ όψι το όνομά του και τη λατρεία του. «Διότι έκυψεν εκ του ύψους του αγιαστηρίου αυτού, εξ ουρανού επέβλεψεν ο Ιεχωβά επί την γην, δια να ακούση τον στεναγμόν των δεσμίων, δια να λύση τους καταδεδικασμένους εις θάνατον.» (Ψαλμ. 102:19, 20, ΜΝΚ) Είχε καθωρισμένα χρονικά όρια για όλες τις ενέργειές του προς τον λαό του και τους καταδυνάστας του λαού του. Ήγειρε τον ίδιο τον κατακτητή, τον οποίον είχε προείπει μέσω του Ησαΐα, τον Βασιλέα Κύρον της Περσίας: «Εγώ είμαι ο Ιεχωβά ο ποιήσας τα πάντα· . . . ο λέγων προς τον Κύρον, Ούτος είναι, ο βοσκός μου, και θέλει εκπληρώσει πάντα τα θελήματά μου, και ο λέγων προς την Ιερουσαλήμ, Θέλεις ανακτισθή· και προς τον ναόν, Θέλουσι τεθή τα θεμέλιά σου.» (Ησ. 44:24, 28· 45:1-5, 11-13) Το έτος 539 π.Χ., προς έκπληξιν όλων των εθνών, η ισχυρή Βαβυλών εκυριεύθη από τους Μήδους και Πέρσας, πίνοντας το ποτήριον της αισχύνης που είχε κάμει το έθνος του λαού του Ιεχωβά να πίη. Στο εβδομηκοστό έτος της ερημώσεως της Ιερουσαλήμ, το 537 π.Χ., ο βασιλεύς της Περσικής Αυτοκρατορίας εξέδωκε το διάταγμα για την ανοικοδόμησι του αγιαστηρίου της Ιερουσαλήμ.
39 Το διάταγμα του Κύρου έλεγε: «Πάντα τα βασίλεια της γης έδωκεν εις εμέ Ιεχωβά ο Θεός του ουρανού· και αυτός προσέταξεν εις εμέ να οικοδομήσω εις αυτόν οίκον εν Ιερουσαλήμ, ήτις είναι εν τη Ιουδαία· τις εξ υμών είναι εκ παντός του λαού αυτού; ο Θεός αυτού έστω μετ’ αυτού, και ας αναβή εις Ιερουσαλήμ, ήτις είναι εν τη Ιουδαία, και ας οικοδομήση τον οίκον Ιεχωβά του Θεού του Ισραήλ· αυτός είναι ο αληθινός Θεός ο εν Ιερουσαλήμ.»—Έσδρας 1:2, 3· 2 Χρον. 36:22, 23, ΜΝΚ.
40, 41. (α) Πώς οι θυσίες στον Ιεχωβά ανενεώθησαν στον ορθό τόπο; (β) Πότε ετέθη το θεμέλιο του ναού, για να επαληθεύση τίνος τον λόγο;
40 Ένα υπόλοιπο περίπου 50.000 πιστών Ισραηλιτών και δούλων ανταπεκρίθησαν στο διάταγμα και πρόθυμα εταξίδεψαν επιστρέφοντας στην Ιερουσαλήμ. Στο τέλος του εβδομηκοστού εκείνου έτους της ερημώσεως της Ιερουσαλήμ ήσαν πίσω στους τόπους των προτέρων πόλεών των, εγκαθιστάμενοι εκεί πάλι. Αυτό παρείχε απόλυτη εκπλήρωσι στην προφητεία του Ιεχωβά δια του Ιερεμία. Την πρώτη ημέρα του εβδόμου μηνός των, Εθανείμ, του μηνός στον οποίον έπρεπε να εορτάζουν την ημέρα του εξιλασμού και την εορτή της σκηνοπηγίας, συγκεντρώθηκαν με τον Ιουδαίο κυβερνήτην των Ζοροβάβελ και ενώθηκαν με τον αρχιερέα των, τον Ιησούν, στην ανοικοδόμησι του θυσιαστηρίου του Ιεχωβά στον χώρο της αυλής στο Όρος Μοριά. «Και έστησαν το θυσιαστήριον εν τω τόπω αυτού.» Τότε ανενεώθησαν οι θυσίες στον Ιεχωβά, σύμφωνα με το καθήκον κάθε ημέρας. Ετήρησαν δε και την εβδομαδιαία εορτή της σκηνοπηγίας, για πρώτη φορά μέσα σε εβδομήντα χρόνια. Εκτός απ’ αυτή, ήταν και το «ολοκαύτωμα», η θυσία του ολοκαυτώματος που εγίνετο κάθε μέρα, πρωί και βράδυ. (Έσδρας 3:1-5· Έξοδ. 29:38-42· Αριθμ. 28:3-10). Έτσι, έγινε μια έναρξις ανανεώσεως της λατρείας του Ιεχωβά στον ίδιο ακριβώς τόπο, όπου είχε θέσει το όνομά Του. Τι χαρμόσυνος καιρός ήταν εκείνος για το απελευθερωμένο υπόλοιπο του λαού Του! Τα θεμέλια του ναού δεν είχαν τεθή ακόμη, αλλ’ αυτό επακολούθησε μετά επτά μήνες, το έτος 536 π.Χ., στη διάρκεια της βασιλείας Κύρου του Μεγάλου.
41 Και πάλι ο λόγος του Θεού επαλήθευσε θαυμάσια. 185 χρόνια περίπου μετά την προφητεία του Ησαΐα περί του Κύρου, ετίθεντο τα θεμέλια του ναού του Ιεχωβά, και ανοικοδομείτο το αγιαστήριο του Θεού του αρχαίου Ισραήλ. Εν τούτοις, ακόμη περισσότερο θαυμαστές εκπληρώσεις προφητειών του Ιεχωβά βλέπομε σήμερα!
42. Τι αποτέλεσμα είχε η εχθρική παρέμβασις στην ανοικοδόμησι του ναού, και πώς ο Ιεχωβά ανέλαβε την κατάστασι που προέκυψε;
42 Το αγιαστήριο του Ιεχωβά αποτελεί πρώτιστο στόχο επιθέσεως, ίσαμε σήμερα ακόμη. Στις ημέρες των Ιουδαίων ανοικοδομητών του ναού του, σύμφωνα με το διάταγμα του Κύρου, οι λαοί των πέριξ χωρών απεστρέφοντο την αποκατάστασι του υπολοίπου αυτού του λαού του Ιεχωβά και την επανίδρυσι του ναού και της λατρείας του. Έκαναν ό,τι μπορούσαν, και επιτοπίως και στην αυλή των Περσών αρχόντων, για να εμποδίσουν την ανοικοδόμησι του αγιαστηρίου του Ιεχωβά, «δια να ματαιόνωσι την βουλήν αυτών, πάσας τας ημέρας Κύρου του βασιλέως της Περσίας, και έως της βασιλείας Δαρείου του βασιλέως της Περσίας.» (Έσδρας 4:1-5) Το έργον του δευτέρου αυτού ναού του Ιεχωβά είχε πραγματικά σταματηθή με διάταγμα ενός κακά πληροφορημένου Πέρσου βασιλέως και με τη βία των όπλων των ειδωλολατρών εχθρών του αγιαστηρίου του Ιεχωβά. Στη διάρκεια του σταματήματος αυτού της ανοικοδομήσεως του ναού οι Ιουδαίοι κατέστησαν υλιστικοί και ο Ιεχωβά ανέστειλε τις ευλογίες του. Κατόπιν, για να προτρέψη το υπόλοιπο των λατρευτών του να φέρουν εις πέρας τον κύριο σκοπό, για τον οποίο είχε επιφέρει την απελευθέρωσί των από τη Βαβυλώνα, ο Ιεχωβά ήγειρε τους προφήτας του Αγγαίον και Ζαχαρίαν για να τονίσουν την αμέλειά των και να εποικοδομήσουν την πίστι των στον Παντοδύναμο Θεό. Με θάρρος, στο δεύτερο έτος της βασιλείας του Δαρείου Α΄, επανέλαβαν την ανέγερσι του αγιαστηρίου του Ιεχωβά. Αρνήθηκαν να σταματήσουν λόγω των αντιρρήσεων του εχθρού, και τους παρέπεμψαν στο διάταγμα του Ιεχωβά μέσω του Βασιλέως Κύρου του Μεγάλου. Οι εχθροί του αγιαστηρίου προσέφυγαν στον Βασιλέα Δαρείον Α΄. Ο Πέρσης βασιλεύς έκαμε διερεύνησι, διεπίστωσε την πραγματικότητα του διατάγματος του Κύρου για ν’ ανοικοδομήσουν οι Ιουδαίοι τον ναό του Ιεχωβά και διέταξε νομοταγώς να επιβληθή το διάταγμα του Κύρου. Απόσχετε λοιπόν από το να παρεμβαίνετε σεις οι εχθροί του οίκου του Ιεχωβά, ει δ’ άλλως θα κρεμασθήτε σε ξύλο και τα σπίτια σας θα γίνουν κοπρώνες! Χορηγήστε, μάλιστα, εφόδια στους οικοδόμους του ναού του Ιεχωβά για ν’ αποπερατώσουν τον οίκον του!—Έσδρας 6:6-12.
43. (α) Πότε εγκαινιάσθη ο ανοικοδομημένος ναός και ανενεώθησαν οι υπηρεσίες του ναού; (β) Ποιος ήταν ο σκοπός της επισκέψεως του Έσδρα στον ναό, και ποιος διακεκριμένος επισκέπτης ήταν εκεί στο έτος 332 π. Χ.;
43 Έτσι, με τη δύναμι και το πνεύμα του Ιεχωβά, ακόμη δε και με την αυτοκρατορική υποστήριξι του άρχοντος της Περσίας, η ανοικοδόμησις του ναού επροχώρησε. Σε διάστημα λίγο μακρότερο των τεσσάρων ετών ο ναός επερατώθη. «Και συνετελέσθη ο οίκος ούτος την τρίτην ημέραν του μηνός Αδάρ [Φεβρουάριον-Μάρτιον], εν τω έκτω έτει της βασιλείας Δαρείου του βασιλέως.» (Έσδρας 6:15) Αυτό έγινε στο έτος 516 π.Χ. Με χαρά οι λάτρεις του Ιεχωβά εγκαινίασαν το περατωμενο αυτό αγιαστήριό του. Τον επόμενο μήνα, στις 14 Νισάν, εώρτασαν το Πάσχα. Έγιναν τελετουργίες ναού σ’ αυτό το αγιαστήριο που ανηγέρθη από τον Κυβερνήτη Ζοροβάβελ, όπως είχαν γίνει και στον ναό που είχε ανεγείρει ο Σολομών. Άλλη μια φορά η καθημερινή θυσία, δηλαδή το «ολοκαύτωμα,» προσεφέρετο στον Ιεχωβά πρωί και βράδυ. Στο έτος 468 π.Χ., που ήταν το έβδομο έτος του Πέρσου Βασιλέως Αρταξέρξου, ο Ιουδαίος ιερεύς που ωνομάζετο Έσδρας, ο οποίος ήταν και αντιγραφεύς του νόμου του Θεού, ανέβη από τη Βαβυλώνα, κατ’ εντολήν του βασιλέως, σ’ αυτόν τον ναό της Ιερουσαλήμ για να φέρη μια μεγάλη εισφορά που είχε γίνει για τη συντήρησι του αγιαστηρίου του Ιεχωβά. (Έσδρας 7:1 έως 8:36) Τον επόμενον αιώνα, καθώς αναγράφει η ιστορία, έγινε επίσκεψις ενός άλλου ιστορικού προσώπου σ’ αυτό το αγιαστήριο της Ιερουσαλήμ. Ήταν η επίσκεψις του Μακεδόνος ή Έλληνος βασιλέως, Αλεξάνδρου του Μεγάλου, το έτος 332 π.Χ., καθώς αυτός διεξήγε την εκστρατεία του για την κατάκτησι της Περσίας,a εις εκπλήρωσιν προφητείας.
44. Πώς αυτός ο ναός έφθασε στο να επανεγκαινιασθή το έτος 165 π.Χ., και ποια εορτή παρακολούθησε ο Ιησούς για τον εορτασμό τούτου;
44 Μετά δύο περίπου αιώνες έγινε νέα εγκαινίασις του δευτέρου αυτού ναού. Ο Σύριος βασιλεύς, Αντίοχος Δ΄ ο Επιφανής, έκαμε μια φαύλη απόπειρα να εξαλείψη τη λατρεία του Ιεχωβά. Το έτος 168 π.Χ., εβεβήλωσε το αγιαστήριο του Ιεχωβά κτίζοντας ένα βωμόν επάνω στο μεγάλο θυσιαστήριο του Ιεχωβά και προσφέροντας επάνω σ’ αυτόν μια βδελυκτή θυσία στον ψευδή θεό τον οποίον αυτός ελάτρευε, τον Ολύμπιον Δία. Αυτό έγινε την 25η ημέρα του Ιουδαϊκού μηνός Χισλεύ (Νοέμβριον-Δεκέμβριον). Έθεσε τέρμα στην καθημερινή θυσία ή τακτικό ολοκαύτωμα στον ναό. Κατεδίωξε αγρίως τους μη συμβιβαζομένους λάτρεις του Ιεχωβά. (1 Μακκαβαίων 1:20-64) Αυτό ήταν που προεκάλεσε την εξέγερσι των Μακκαβαίων, των υιών του πιστού ιερέως Ματταθία. Ο Ιούδας, ο τρίτος υιός, που εξελέγη αρχηγός, ωδήγησε τις μικρές του δυνάμεις στην κατατρόπωσι του εχθρού, ανακατέλαβε την Ιερουσαλήμ, και εγκαινίασε πάλι τον ναό την 25η του μηνός Χισλεύ του έτους 165 π.Χ., την ίδια ημέρα που είχε μολυνθή ο ναός από τον Σύριο βασιλέα. Από τότε οι Ιουδαίοι πάντοτε τελούσαν την εορτή των εγκαινίων, Χανουκκά, στην επέτειό της. (1 Μακκαβαίων 4:36-59· 2 Μακκαβαίων 10:1-9· Ιωσήπου Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Βιβλίον 12ον, Κεφάλαιον Ζ΄ παράγραφος 7) Αυτό αναφέρεται στο κατά Ιωάννην 10:22: «Έγειναν δε τα εγκαίνια εν Ιεροσολύμοις, και ήτο χειμών. Και ο Ιησούς περιεπάτει εν τω ιερώ, εν τη στοά του Σολομώντος.» Στις ημέρες του Ιησού οι ίδιοι οι Ιουδαίοι εβεβήλωναν τον ναόν αυτόν με τις πράξεις των.
45. Ποιος αναφέρεται ότι εισέβαλε στα Άγια των Αγίων αυτού του αγιαστηρίου, και τι έγινε η Ιουδαία στο έτος 63 π.Χ.;
45 Η παγκόσμια σκηνή άλλαξε, η δε Ρώμη έγινε παγκόσμια δύναμις. Το έτος 63 π.Χ., ο Ρωμαίος Στρατηγός Πομπήιος εκυρίευσε τον λόφο στον οποίον έκειτο ο ναός του Ιεχωβά κι ετόλμησε να μπη στα Άγια των Αγίων του αγιαστηρίου αυτού. Δεν είδε εκεί την ιερή κιβωτό της διαθήκης του Ιεχωβά, διότι αυτή δεν είχε επανατοποθετηθή στα άγια των Αγίων.b Ο Στρατηγός Πομπήιος δεν έθιξε κανένα από τους θησαυρούς του ναού.c Κατέλαβε λοιπόν την πόλι της Ιερουσαλήμ, η δε Ιουδαία έγινε Ρωμαϊκή επαρχία.
46. Πώς ο Ηρώδης ο Μέγας έγινε βασιλεύς της Ιουδαίας, και τι προσεπάθησε να κάμη στον Ιησούν;
46 Μετά από χρόνια, ο Στρατηγός Κράσσος αφήρεσε ό,τι πολύτιμο βρήκε μέσα στον ναό.d Τότε οι Ιουδαίοι επανεστάτησαν, αλλά η Ρώμη εξήλθε νικήτρια. Το έτος 40 π.Χ. είδε τη Ρωμαϊκή Γερουσία να διορίζη τον Εδωμίτη ή Ιδουμαίον, Ηρώδην τον Μέγαν, ως βασιλέα της Ιουδαίας. Για πρώτη φορά το έτος 37 π.Χ. αυτός επετέθη και κατέλαβε εξ εφόδου την Ιερουσαλήμ κι έγινε βασιλεύς ντε φάκτο. Απ’ αυτό το έτος πρέπει να χρονολογήται και να υπολογίζεται η βασιλεία του Ηρώδου και στη διάρκεια της βασιλείας του αυτής βρίσκεται ότι έλαβε χώραν η γέννησις του Ιησού στη Βηθλεέμ κατά την 1η Οκτωβρίου του έτους 2 π.Χ. Ο πονηρός αυτός Βασιλεύς Ηρώδης ήταν εκείνος που προσεπάθησε να φονεύση το βρέφος Ιησούν για να το εμποδίση από το να προχωρήση σε ηλικία και να γίνη βασιλεύς.—Ματθ. 2:1-19.
47. Για να φανή αρεστός στους Ιουδαίους ο Βασιλεύς Ηρώδης τι προέβη να κάμη, και πώς όλ’ αυτά εξεμηδενίσθησαν εις εκπλήρωσιν των λόγων του Ιησού;
47 Ο Ηρώδης, που επωνομάσθη Μέγας, εβασίλευσε επί τριάντα επτά χρόνια. Κατά τα μέσα της βασιλείας του κατέστρωσε σχέδια ανοικοδομήσεως του ναού που υπήρχε από τον καιρό του Κυβερνήτου Ζοροβάβελ. Για να φανή αρεστός στους Ιουδαίους θέλησε να τον ανοικοδομήση σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα. Το έτος 17 π.Χ. έθεσε σε ενέργεια το έργον της ανεγέρσεως, το δε έργον αυτό συνεχίσθη χωρίς να διακοπή η κανονική υπηρεσία του ναού. Σε ενάμισυ έτος το αγιαστήριο ή ναός επερατώθη. Χρειάσθηκαν οκτώ χρόνια για να τελειώσουν οι αυλές του ναού και οι σκεπασμένοι περίβολοι γύρω. Η πλήρης ανοικοδόμησις του ναού διήρκεσε πολύ περισσότερο. Πραγματικά δε, αυτό δεν έγινε από τον Ηρώδη τον Μέγαν. Στην εορτή του Πάσχα του έτους 30 (μ.Χ.) οι Ιουδαίοι είπαν στον Ιησούν ότι η εργασία του ναού προχωρούσε επί σαράντα έξη χρόνια· θα μπορούσε λοιπόν να τον ανεγείρη αυτός μέσα σε τρεις μέρες; (Ιωάν. 2:13-22) Πραγματικά, ο ναός δεν συνεπληρώθη στην ανοικοδόμησί του πριν από το έτος 64 μ.Χ., δηλαδή, έξη χρόνια ακριβώς προτού ο Ρωμαϊκός στρατός υπό τον Στρατηγόν Τίτο καταστρέψη και τον ναό και την πόλι, εις εκπλήρωσιν της προφητείας του Ιησού που ελαλήθη την άνοιξι του έτους 33 (μ.Χ.). (Ματθ. 24:1, 2) Εκείνοι που προσκυνούσαν εκεί διεσκορπίσθησαν στα πέρατα της γης.
48. Τι κατέστησε άτακτη την ανοικοδόμησι του επιγείου εκείνου αγιαστηρίου, και με ποια υποσχεμένη κυβέρνησι συνδέεται αυτό;
48 Το επίγειο αγιαστήριο του Ιεχωβά ποτέ δεν ανοικοδομήθη. Αυτό ήταν σε πλήρη αρμονία με το θέλημά του. Η ημέρα για ένα τέτοιο νεκρό υλικό αγιαστήριο έχει περάσει προ πολλού. Ο Ιεχωβά έστρεψε την προσοχή του σ’ ένα πολύ πιο σπουδαίο αγιαστήριο, ένα ζωντανό αγιαστήριο, και σ’ αυτό μετέφερε το όνομά του και το άγιό του πνεύμα. Όταν αυτό συμπληρωθή στο προσεχές μέλλον, θα παραμείνη για την αιώνια παγκόσμια δόξα του. Μέσω του ασυνήθους αυτού αγιαστηρίου του θα εκχύση τις ευλογίες του σε λαούς όλων των φυλών και εθνών του ανθρωπίνου γένους που κάνουν το θέλημά του επάνω στη γη. Όπως το αγιαστήριο στο Όρος Μοριά της Ιερουσαλήμ ήταν συνδεδεμένο με τη βασιλεία του επάνω στο έθνος Ισραήλ, έτσι και το αιώνιο πνευματικό αγιαστήριό του είναι αχώριστα συνδεδεμένο με την υποσχεμένη κυβέρνησί του, τη βασιλεία των ουρανών. Είναι οικοδομημένο από Έναν Μεγαλύτερο του Βασιλέως Σολομώντος και του Κυβερνήτου Ζοροβάβελ, για να μην αναφέρωμε και τον Βασιλέα Ηρώδην.
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Δ΄
ΠΡΟΑΝΑΛΑΜΠΕΣ ΤΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΑΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
1. Γιατί ο Ιεχωβά Θεός διεξήγαγε δίκην στο αγιαστήριο της Εδέμ, και τίνος συντριβή της κεφαλής διέταξε;
ΩΣ ΤΟΤΕ που εξέσπασε η αμαρτία, ο Ιεχωβά Θεός ήταν ο παραδεδεγμένος Άρχων του ανθρώπου στο αγιαστήριο της Εδέμ. Όταν ο άνθρωπος παρέβη τον νόμον του δικαιωματικού Άρχοντός του κι εξέλεξε έτσι να έχη ένα νέον άρχοντα και νομοθέτη, ο Ιεχωβά Θεός διεξήγαγε δίκη. Απήγγειλε καταδίκη εναντίον του Άρχοντος, που τότε μόλις εξέλεξε ο άνθρωπος, του Σατανά ή Διαβόλου, που έγινε τότε ένας αντίπαλος θεός συμβολιζόμενος από τον όφιν της απάτης. Ο Κριτής Ιεχωβά είπε: «Και έχθραν θέλω στήσει αναμέσον σου και της γυναικός, και αναμέσον του σπέρματός σου και του σπέρματος αυτής· αυτό θέλει σου συντρίψει την κεφαλήν, και συ θέλεις κεντήσει την πτέρναν αυτού.» (Γεν. 3:15) Πολλοί άνθρωποι έχουν δαγκωθή στην πτέρνα από ένα κατά γράμμα φίδι, και πολλοί άνθρωποι έχουν συντρίψει το κεφάλι ενός φιδιού· αλλά η γενεά των όφεων συνεχίσθη ίσαμε σήμερα. Αυτό δεν απετέλεσε εκπλήρωσι της θείας κρίσεως στην Εδέμ, διότι στην απόφασί του ο Θεός πραγματικά διέταξε να συντριβή η κεφαλή του όφεως του αρχαίου, του καλουμένου Διαβόλου και Σατανά.—Αποκάλ. 12:9.
2. Ποια ερωτήματα ήγειρε εκεί η προφητική κρίσις του Θεού;
2 Η θανάσιμη πληγή επρόκειτο να επιβληθή στον Όφιν από το υποσχεμένο «σπέρμα» της γυναικός του Θεού, δηλαδή, της αγίας παγκοσμίου οργανώσεώς του. Αυτή είναι ως σύζυγός του και μπορεί να παραγάγη τέκνα για την υπηρεσία του. Η προφητική του κρίσις στην Εδέμ ήγειρε αμέσως το ερώτημα, όχι απλώς, Ποιος θα είναι το Σπέρμα της γυναικός του Θεού; αλλά, επί πλέον, Πότε αυτό το Σπέρμα θα συντρίψη την κεφαλήν του μισητού Όφεως και θα καταστρέψη αυτόν και το γένος του; Πότε θα εκτελεσθή η μεγάλη αυτή πράξις απελευθερώσεως για το ανθρώπινο γένος, που είναι θύμα του ψεύδους του Όφεως; Ακόμη και οι άγγελοι του ουρανού, οι οποίοι αποτελούν τη συζυγική οργάνωσι που είναι η γυνή του Θεού, ενδιεφέροντο να μάθουν.—1 Πέτρ. 1:12.
3. Τι απαιτούσε η συντριβή εκείνη, και γιατί αυτή δεν επετελέσθη στον Κατακλυσμό;
3 Η συντριβή της κεφαλής του αρχαίου Όφεως εσήμαινε μάχην αρχόντων. Ο Σατανάς ή Διάβολος εγκατέστησε τον εαυτό του ως άρχοντα του ανθρώπου επηρεάζοντας με ελιγμούς τον άνθρωπο στο να υπακούη σ’ αυτόν μάλλον παρά στον Ιεχωβά Θεό. Θα απητείτο ένας άλλος ισχυρός άρχων για να κατανικήση και καταστρέψη τον Σατανά ως άρχοντα. Ο κατακλυσμός των ημερών του Νώε δεν εξέβαλε τον Σατανά από την κυριαρχία του. Εξήλειψε τον «παλαιόν κόσμον,» τον «κόσμον των ασεβών,» αλλ’ άφησε τον Σατανά να ασκή ακόμη έλεγχο επάνω στο δαιμονικό του σπέρμα, τα αόρατα πνεύματα ή πεπτωκότας αγγέλους.—2 Πέτρ. 2:5.
4, 5. (α) Πού άρχισε η ανταρσία μετά τον Κατακλυσμό; (β) Τι δεν έκαμε τον εαυτό του ο Νώε για τους απογόνους του, αλλά πώς ο Νεβρώδ δεν ακολούθησε το παράδειγμά του;
4 Στον μετακατακλυσμιαίο κόσμο ο Σατανάς ή Διάβολος γρήγορα εδελέασε τον μεγαλύτερο αριθμό από τους απογόνους του Νώε σε φανερό στασιασμό εναντίον του Ιεχωβά Θεού, ο οποίος είχε σώσει τους προγόνους των, την οικογένεια του Νώε, από τον κατακλυσμό εκείνον που κατέστρεψε τον κόσμο. Η πρώτη αυτή εκδήλωσις έλαβε χώραν με αξιοσημείωτο τρόπο στην αρχαία πόλι της Βαβυλώνος στις όχθες του Ποταμού Ευφράτου, τη Μεσοποταμιακή χώρα που είναι τώρα γνωστή ως Ιράκ. «Και έζησεν ο Νώε μετά τον κατακλυσμόν τριακόσια πεντήκοντα έτη.» (Γεν. 9:28) Εν τούτοις, όλον εκείνο τον καιρό δεν ισχυρίζετο ο Νώε ότι ήταν το υποσχεμένο σπέρμα της γυναικός του Θεού, απλώς διότι αυτός κατεσκεύασε την κιβωτό της σωτηρίας· ούτε κατέστησε τον εαυτό του βασιλέα των απογόνων του, όλου του ανθρωπίνου γένους. Αν το έκανε αυτό, θα ίδρυε μια παγκόσμια κυβέρνησι, με τον εαυτό του άρχοντα όλου του ανθρωπίνου γένους. Αλλ’ ο δισέγγονος του Νώε, ο Νεβρώδ, δεν ακολούθησε το παράδειγμα του θεοσεβούς προπάππου του. Ο Νεβρώδ απεχωρίσθη από τον Νώε. Μολονότι ζούσε ακόμη ο Νώε, ο Νεβρώδ παρέβη τη διαθήκη του ουρανίου τόξου που έγινε από τον Θεό με τον Νώε για τη διαφύλαξι της αγιότητος του ζωικού αίματος. Ο Νεβρώδ έγινε ένας αθλητικός και στρατιωτικός κυνηγός και αυτοδιωρίσθη βασιλεύς σε αντίθεσι προς τον Ιεχωβά. Διαβάζομε:
5 «Και αύται είναι αι γενεαλογίαι των υιών του Νώε, Σημ, Χαμ, και Ιάφεθ. Και οι υιοί του Χαμ, Χους, και Μισραΐμ, και Φουθ, και Χαναάν. Και ο Χους εγέννησε τον Νεβρώδ. Ούτος ήρχισε να ήναι ισχυρός επί της γης· αυτός ήτο ισχυρός κυνηγός εναντίον του Ιεχωβά δια τούτο λέγεται, Ως Νεβρώδ, ισχυρός κυνηγός εναντίον του Ιεχωβά· και η αρχή της βασιλείας αυτού εστάθη Βαβυλών, και Ερέχ, και Αχάδ, και Χαλνέ, εν τη γη Σενναάρ. Εκ της γης εκείνης εξήλθεν ο Ασσούρ, και ωκοδόμησε την Νινευή, και την πόλιν Ρεχωβώθ, και την Χαλάχ, και την Ρεσέν μεταξύ της Νινευή και της Χαλάχ.»—Γεν. 10:1, 6, 8-12, ΜΝΚ.
(Ακολουθεί )
[Υποσημειώσεις]
a Ιωσήπου Ιουδαϊκή Αρχαιολογία Βιβλίον 11ον, Κεφάλαιον Η΄, παράγραφοι 3-6.
b Το Ιουδαϊκό Μισνά (Γιομά, 21, 2) λέγει ότι ο ναός που ανηγέρθη από τον Κυβερνήτη Ζοροβάβελ εστερείτο πέντε πραγμάτων που διέκριναν τον ναό του Σολομώντος, δηλαδή, (1) της κιβωτού της διαθήκης, (2) του ιερού πυρός που είχε ξεκινήσει από τον ουρανό, (3) του φωτός του Σιεκινάχ, στα Άγια των Αγίων, (4) του αγίου πνεύματος του Ιεχωβά, και (5) των Ουρίμ και Θουμμίμ του αρχιερέως, εφοδίων με τα οποία εμανθάνετο το θείον θέλημα.
c Ιωσήπου Ιουδαϊκή Αρχαιολογία, Βιβλίον 14ον, Κεφάλαιον Δ΄, παράγραφος 4.
d Αυτόθι, Βιβλίον 14ον, Κεφάλαιον Ζ΄ παράγραφος 1.