Πρέπει να Καταβάλλετε Δέκατα;
Η ΚΑΤΑΒΟΛΗ δεκάτων, που σημαίνει την προσφορά του ενός δεκάτου του εισοδήματος ενός ατόμου για τον σκοπό της προαγωγής της θρησκευτικής λατρείας, ήταν ένα γεγονός της ζωής, όσον αφορά τους αρχαίους Ισραηλίτας. Αν τα ειδωλολατρικά έθνη εμιμήθησαν και υιοθέτησαν το Εβραϊκόν έθιμον καταβολής δεκάτων δεν είναι γνωστόν. Αυτά είχαν, πράγματι, ένα σύστημα που προέβλεπε για τα έξοδα συντηρήσεως των ιερέων και των θεών των. Αν το σύστημά των ήταν κάτι παρόμοιο με εκείνο, που διατηρούσαν οι Ιουδαίοι δεν έχει αποδειχθή. Είναι πολύ απίθανο να ήταν.
Σημαντικό φως ρίπτεται πάνω στο ζήτημα αυτό από τους Αιγυπτιολόγους Σέυς και Πήτρι. Ο καθηγητής Σέυς γράφει: «Αν και δώρα προσεφέροντο στους Αιγυπτιακούς ναούς σε μεγάλη κλίμακα, δεν φαίνεται να είχαν καθορισθή δέκατα.» Ο καθηγητής Φλίντερς Πήτρι λέγει: «Δεν ενθυμούμαι υπαινιγμούς δεκάτων. . . . Το Αιγυπτιακόν σύστημα ιερατικών εισοδημάτων ήταν μέσω κτημάτων και όχι με φόρους ή δέκατα.» Οι καθηγηταί Μαχάφφυ και Γκρένφελ είναι αμφότεροι της γνώμης ότι στην Αίγυπτο «το έν έκτον» ήταν η αναλογία που εχωρίζετο για τους ναούς και τους θεούς.
Αν και ο Δρ Θεόφιλος Γ. Πίντσες, πρώην μέλος του Ασσυριακού Τμήματος του Βρεττανικού Μουσείου, δηλώνει «υπάρχει σχεδόν βεβαία πληροφορία ότι επληρώνοντο δέκατα στη Βαβυλωνία σε ναούς των θεών πολύ πριν από το 2000 π.Χ.», εν τούτοις, ο Δρ Ουάλλις Μπατζ του Βρεττανικού Μουσείου, από τις μελέτες του των αρχικών στοιχείων σφηνοειδούς γραφής, είχε τη γνώμη ότι αυτά τα δέκατα ήσαν μάλλον της μορφής «μιας προαιρετικής εισφοράς παρά κατά γράμμα δέκατα, των οποίων η καταβολή ήταν υποχρεωτική.»
Υπήρχαν άλλες τάξεις ανθρώπων στην κοιλάδα του Ευφράτου και αλλού, που ετησίως προσέφεραν δώρα στους θεούς των. Οι αρχαίοι Έλληνες επλήρωναν δέκατα των λαφύρων του πολέμου στον Απόλλωνα και οι Ρωμαίοι στον Ηρακλή. Αυτό εγένετο εν μέρει υποχρεωτικώς και εν μέρει προαιρετικώς. «Κυρίως», λέγει ο Χ. Γ. Κλαρκ, στο βιβλίο του Μία Ιστορία των Δεκάτων, αυτά τα δέκατα «δεν ήσαν το είδος των δεκάτων, που μνημονεύονται στον Μωσαϊκό νόμο. Ήσαν μόνον αυτοπροαίρετες ευχές και προσφορές αλλά δεν μπορεί να εξαχθή το συμπέρασμα ότι είχε θεσπισθή καταβολή δεκάτων, επειδή εδίδοντο δέκατα. Μερικές φορές οι ειδωλαλάτραι προσέφεραν περισσότερα και μερικές φορές λιγώτερα από ένα δέκατο.»
Η Αγία Γραφή περιέχει την πιο αρχαία και πιο αξιόπιστη ιστορία των ηθών και εθίμων του ανθρωπίνου γένους. Εκεί βρίσκομε την πρώτη μνεία δεκάτων στη Γένεσι 14:20, όπου λέγεται ότι ο Αβραάμ προσέφερε το ένα δέκατο των λαφύρων στον Μελχισεδέκ. Εν τούτοις, δεν υπάρχει αναγραφή ότι προσέφερε πάλι δέκατα και ότι προσέταξε τους απογόνους του να καταβάλλουν δέκατα. Στη Γένεσι 28:20-22 διαβάζομε για τον Ιακώβ, τον έγγονο του Αβραάμ, ότι ηυχήθη στον Ιεχωβά, αν του έδιδε ευημερία ο Θεός και του εξησφάλιζε ασφαλές ταξίδι, εξάπαντος ήθελε προσφέρει το δέκατον της περιουσίας του στον Θεό. Αυτή η δήλωσις δεικνύει ότι η ευχή του ήταν αυτοπροαίρετη προσφορά και όχι υποχρεωτική σύμφωνα με μια εντολή προσφοράς δεκάτων που να είχε δοθή προηγουμένως.
Τα τέκνα του Ισραήλ ήσαν οι πρώτοι, που διετάχθησαν από τον νόμο του Θεού να καταβάλλουν δέκατα. Επειδή η λατρεία του Ιεχωβά έμελλε να έχη πρωταρχική θέσι στη ζωή των Ισραηλιτών, ήταν αναγκαίον να γίνη κάποια διευθέτησις για τη χρηματοδότησι αυτής της λατρείας. Τούτο έγινε δια του νόμου της προσφοράς δεκάτων. Η φυλή του Λευί, που δεν έλαβε κληρονομίαν, συνετηρείτο με την προσφορά δεκάτων. Άλλο ένα δέκατο εφυλάσσετο για χρησιμοποίησι σχετικά με τις γιορτές του Ιεχωβά, αυτό δε αντικαθίστατο από ένα δέκατο για τους πτωχούς στο τρίτο και στο έκτο έτος κάθε επταετίας. Ποτέ δεν διαβάζομε ότι η καταβολή δεκάτων υπήρξε ακατάλληλο φορτίο. Πραγματικά, όταν ο λαός εφύλαττε επακριβώς τον νόμο του Θεού, ευημερούσε περισσότερο. Η διευθέτησις αυτή απειργάζετο το καλό όλων.—Αριθμ. 18:21-27· Δευτ. 14:22-24, 28, 29.
Δεν υπάρχει αμφισβήτησις ότι η καταβολή δεκάτων ήταν για τους Ισραηλίτας, αλλά είναι όμως και για τους Χριστιανούς; Το γεγονός, ότι οι Ισραηλίται επλήρωναν δέκατα, δεν σημαίνει ότι οι Χριστιανοί υποχρεούνται να πράξουν ομοίως. Ο Αλέξανδρος Κρούντεν στο λεξιλόγιο της Γραφής που αυτός έχει εκδώσει δηλώνει: «Ούτε ο Σωτήρ μας, ούτε οι απόστολοί του έδωσαν κάποια εντολή για το θέμα των δεκάτων.» Ο Κλαρκ λέγει: «Επί αιώνες μετά την έναρξι της Χριστιανικής εποχής, οι Χριστιανοί δεν επλήρωναν δέκατα.» Δεν υπάρχει ούτε μια λέξις στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές που να λέγη ότι οι Χριστιανοί πρέπει να πληρώνουν δέκατα, ή ότι αυτοί συνέλεγαν δέκατα. Πράγματι, ο Λόρδος Σέλμπορν, στο βιβλίο του Αρχαία Γεγονότα και Μύθοι Σχετικά με Εκκλησίες και Δέκατα, λέγει: «Δεν υπάρχει μνεία δεκάτων σε κανένα μέρος του αρχαίου “κανονικού νόμου” της Ρωμαϊκής Εκκλησίας, ο οποίος συνεκεντρώθη περί το τέλος του πέμπτου αιώνος από τον Διονύσιον», ένα Σκύθη μοναχό, ο οποίος συνέλεξε 401 Ανατολικούς και Αφρικανικούς εκκλησιαστικούς νόμους.
Υπήρχε τον έκτον αιώνα μια αυξανόμενη συνήθεια ν’ αποβλέπουν στους κληρικούς ως τους διαδόχους και εκπροσώπους των Λευιτών κάτω από τον παλαιό Μωσαϊκό νόμο. Αυτό εγέννησε την ιδέα ότι αυτοί εξουσιοδοτούντο να λαμβάνουν δέκατα από τους λαϊκούς. Η εξέλιξις υπήρξε βαθμιαία φυσικά. Μόλις στη Σύνοδο της Τουρ το 567 μ.Χ. η καταβολή δεκάτων έγινε για πρώτη φορά υποχρεωτική. Τον ένατο αιώνα ο Καρλομάγνος ενέκρινε τον πρώτον περί δεκάτων νόμον στην επικράτειά του. Ο λαός, όμως, με πείσμα αρνήθηκε να πληρώση. Η Αμερικανική Εγκυκλοπαιδεία αναφέρει: «Τα δέκατα απεδείχθησαν πηγή μεγάλης αναταραχής σε κάθε χώρα, όπου συνελέγοντο. . . . Όθεν, εγκατελείφθησαν σε όλες σχεδόν τις χώρες.»
Στους αποστολικούς χρόνους οι Χριστιανοί διάκονοι συνετηρούντο βάσει αρχής που επεκράτησε καθαρώς αυτοπροαιρέτως, οι δε άνθρωποι προσέφεραν τις συνεισφορές των αυτοπροαιρέτως. Εκείνοι που εκήρυσσαν το ευαγγέλιο επρόκειτο να ζήσουν δια του ευαγγελίου. Σήμερα, όμως, πολλές θρησκευτικές οργανώσεις του «Χριστιανικού κόσμου» έχουν αγνοήσει αυτή τη Χριστιανική αρχή και εκείνη που λέγει: «Δωρεάν ελάβετε, δωρεάν δότε», και απαιτούν από τα μέλη τους να καταβάλλουν δέκατα. «Η έμφασις επί της Χριστιανικής καταβολής δεκάτων ταχέως αναπτύσσεται ως το κύριον θέμα εις τας εκκλησίας», λέγει ένας εκπρόσωπος του Εθνικού Συμβουλίου των Εκκλησιών του Χριστού. Υπήρξαν περιπτώσεις στο παρελθόν, που άνθρωποι εφυλακίσθησαν, τα αγαθά τους ηρπάγησαν και μερικοί ακόμη εθανατώθησαν, επειδή ηρνήθησαν να καταβάλουν δέκατα. Σήμερα μερικές θρησκείες αναμένουν από κάθε προσήλυτο να συνεισφέρη το ένα δέκατο της περιουσίας του κατά τη μεταστροφή του και να δίνη το ένα δέκατο του εισοδήματός του έκτοτε. Αυτοί που προβάλλουν τέτοιες απαιτήσεις ενεργούν έτσι χωρίς Γραφική εξουσία. Ο Θεός έθεσε τέρμα στον Μωσαϊκό νόμο, όταν τον προσήλωσε επί του ξύλου. Τούτο σημαίνει ότι έθεσε τέρμα και εις τον νόμο καταβολής δεκάτων, επίσης. Ο Παύλος είπε: Οι Χριστιανοί δεν είναι «υπό νόμον, αλλ’ υπό χάριν.»—Ματθ. 10:8· Ρωμ. 6:14· 1 Κορ. 9:14· Κολ. 2:14· Εβρ. 7:12.
Όταν οι Χριστιανοί εχρίσθησαν με το πνεύμα του Θεού την Πεντηκοστή του 33 μ.Χ., η καταβολή δεκάτων εκ μέρους των στον ναό του Ηρώδου ετελείωσε τότε και εκεί. Ο Θεός είχε απορρίψει αυτόν τον υλικό ναό και αργότερα επέτρεψε στους Ρωμαίους να τον καταστρέψουν. Πώς, τότε, μπορούσαν να υποστηρίξουν ότι ο ίδιος ο Θεός απέρριψε; Η καταβολή δεκάτων αποτελούσε για κείνους τους Ιουδαίους Χριστιανούς «σκιάν των μελλόντων αγαθών», ενός νέου συστήματος πραγμάτων, που ετέθη σ’ εφαρμογή από τον Ιησού Χριστό. Προεσκίαζε την πνευματική καταβολή δεκάτων, τα χρήματά μας καθώς και άλλες συνεισφορές, είτε είναι μικρές είτε μεγάλες, που δίδονται για την υποστήριξι της υπηρεσίας του Θεού και τα οποία όλα μαζί είναι τεκμήριο ή σύμβολο του γεγονότος ότι έχομε αφιερώσει όλο το είναι μας στον Ιεχωβά τον Θεόν μας· είναι ένα μνημείο της αφιερώσεώς μας.—Εβρ. 10:1.
Συνεπώς, πρέπει να καταβάλλετε δέκατα; Η απάντησις είναι Όχι. Ο Παύλος είπε: «Έκαστος κατά την προαίρεσιν της καρδίας αυτού, ουχί με λύπην, ή εξ ανάγκης· διότι τον ιλαρόν δότην αγαπά ο Θεός.» Έτσι, δίδετε πρόσχαρα, δίδετε αβίαστα, δίδετε γενναιόδωρα, αλλά όποιος νόμος λέγει «πρέπει» είναι «υπέρ ότι είναι γεγραμμένον.»—2 Κορ. 9:7· 1 Κορ. 4:6.