Το Σημείο του Πνεύματος
1. (α) Γιατί είναι πολύ λογικό να περιμένωμε να φανή σήμερα στον κόσμο η Χριστιανική ενότης; (β) Σε τι θα εχρησίμευε σ’ εμάς το να βρούμε αυτή την ενότητα;
ΓΙΑ τον Ιησούν η ενότης και η αγάπη μεταξύ των αληθινών ακολούθων του ήταν κάτι μοναδικό, κάτι που θα τους ξεχώριζε από όλους τους άλλους, κάτι που έπρεπε να είναι ένα ειδικό σημείο σ’ ολόκληρο τον κόσμο που ν’ αποδεικνύη ότι αυτός είχε σταλή από τον Πατέρα και ότι αυτοί είχαν σταλή απ’ αυτόν. Επειδή ο Ιησούς προσηυχήθη για τους μέλλοντας ακολούθους του ν’ αποτελούν μέρος της Χριστιανικής ενότητος και υπεσχέθη ότι ο ‘Άδης δεν θέλει ισχύσει’ κατά της εκκλησίας του και ότι αυτός είναι μαζί της «πάσας τας ημέρας, έως της συντελείας του αιώνος», είναι πολύ λογικό να περιμένωμε ότι ένα ιδιαίτερο σημείο θα ήταν ορατό στον κόσμο σήμερα, και ότι αυτό μπορεί να χρησιμεύση ως ένα από τα μέσα εξακριβώσεως της ταυτότητος της εκκλησίας του. Και τοσούτω μάλλον, καθόσον η Ρωμαιοκαθολική εκκλησία, οι Ανατολικές Ορθόδοξες εκκλησίες και μια οικουμενική διάσκεψις του Προτεσταντικού κόσμου, όλες συμφωνούν ότι η εκκλησία των Ελληνικών Γραφών είναι μια ορατή εκκλησία. Έτσι θα κυττάξωμε γύρω, ανάμεσα στα εκκλησιαστικά συστήματα που αποκαλούνται Χριστιανικά, για να δούμε ποια ενότητα μπορούμε να βρούμε.—Ιωάν. 13:35· 17:23· Ματθ. 16:18· 28:20.
ΟΙ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΙΚΕΣ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ
2. Γιατί καμμιά από τις Προτεσταντικές εκκλησίες δεν ισχυρίζεται ότι είναι η αληθινή εκκλησία;
2 Όπως είναι κοινώς γνωστό, δεν υπάρχει τίποτε στον Προτεσταντικό κόσμο που να μπορή να παραβληθή με την ενότητα της πρώτης Χριστιανικής εκκλησίας. Ούτε οι Προτεσταντικές εκκλησίες ως όλον ούτε κάποια χωριστή απ’ αυτές μπορεί να ισχυρισθή ότι είναι διεθνής ή παγκόσμια και ακόμη ότι έχει ενότητα πίστεως και οργανώσεως. Είναι τόσο προφανές αυτό, ώστε για τον λόγον αυτόν και άλλους λόγους καμμιά από τις Προτεσταντικές εκκλησίες δεν ισχυρίζεται ότι είναι η αληθινή εκκλησία των Ελληνικών Γραφών.
3. Παρατηρώντας τον προφανή διαχωρισμό, πώς εξηγούν οι Προτεστάνται την πίστι των σε μια εκκλησία;
3 Με την αποδοχή του Συμβόλου Πίστεως της Νικαίας, οι Προτεσταντικές εκκλησίες όλες ομολογούν πίστιν «εις μίαν, αγίαν, καθολικήν και αποστολικήν» εκκλησίαν, αλλά όπως και σε όλα τα άλλα ζητήματα πίστεως, υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός θεολογικών απόψεων και θεωριών εν σχέσει με την ενότητα της εκκλησίας. Μερικοί λέγουν ότι δεν απαιτείται καθόλου ενότης και ότι είναι μάλιστα μειονέκτημα. Από τις ημέρες της Μεταρρυθμίσεως πολλοί επίστεψαν σε μια λεγομένη «αόρατη» και «ορατή» εκκλησία· η «αόρατη» αποτελείται από όλους τους ειλικρινείς Χριστιανούς όλων των δογμάτων, που είναι αφιερωμένοι στον Θεό και έγιναν δεκτοί απ’ αυτόν. Το σώμα αυτών δεν μπορεί να διακριθή από ανθρώπινα μάτια και γι’ αυτό ονομάζεται αόρατο σε αντίθεσι προς τον συνήθη αριθμό μελών των εκκλησιών—το ορατό μέρος—τα οποία μέλη βρέθηκε δύσκολο να προσδιορισθούν ως αληθινοί ακόλουθοι του Χριστού. Στην Αμερική η λεγομένη «θεωρία των κλημάτων» είναι κοινή. Οι διάφορες εκκλησίες παραβάλλονται προς κλήματα της αμπέλου στην παραβολή του Ιησού που αναγράφεται στο δέκατο πέμπτο κεφάλαιο του ευαγγελίου του Ιωάννου, και υποτίθεται ότι δημιουργούν ενότητα με το να είναι ενωμένες εν Χριστώ, ο οποίος είναι η άμπελος. Άλλοι νομίζουν ότι η ενότης δεν πρέπει να είναι σε οργάνωσι, αλλά σε πνεύμα μόνο· και άλλοι πάλι πιστεύουν σ’ ένα είδος μυστικής, υπερφυσικής, υφισταμένης ήδη ενότητος εν Χριστώ παρ’ όλες τις αποδείξεις του διαχωρισμού. Έτσι, παραδόξως, στις εκθέσεις των οικουμενικών διασκέψεων του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών, γίνεται κατ’ επανάληψιν μνεία της «ενότητος εν Χριστώ» των μελών-εκκλησιών, αν και δεν έγινε ποτέ καμμία σοβαρή προσπάθεια να εξηγηθή σε τι συνίσταται πραγματικά η ενότης αυτή.
4. Τι διεκήρυξε για την εκκλησία η παγκόσμια διάσκεψις Πίστεως και Τάξεως στο Λουντ;
4 Από κοινού συζητήσεις μεταξύ των διαφόρων μερίδων σπανίως οδηγούν σε μια κοινή άποψι των πραγμάτων. Εν τούτοις, στο θέμα του σώματος του Χριστού, η παγκόσμια διάσκεψις της οικουμενικής κινήσεως που ονομάζεται Πίστις και Τάξις, η οποία έλαβε χώραν στο Λουντ της Σουηδίας το 1952, διεκήρυξε στην επίσημη έκθεσί της ως γνώμην της πλειονότητος τα εξής: «Η εικόνα της Εκκλησίας ως του Σώματος του Χριστού, που περιέγραψε ο Παύλος, δεν είναι απλώς αλληγορία, αλλά εκφράζει μια ζωντανή πραγματικότητα.» Και περαιτέρω: «Συμφωνούμε ότι δεν υπάρχουν δύο Εκκλησίες, μια ορατή και μια άλλη αόρατη, αλλά μία Εκκλησία, η οποία πρέπει να βρη ορατή εκδήλωσι επάνω στη γη.»
5. Τι συμπεραίνει ο Επίσκοπος Γκηρτζ από τη διαίρεσι του «Χριστιανικού κόσμου»;
5 Επειδή οι Προτεσταντικές εκκλησίες κατανοούν την ανάγκη να είναι μία η Χριστιανική εκκλησία, λίγα πράγματα τις θλίβουν τόσο, όσο το γεγονός ότι δεν αποτελούν μία εκκλησία. Ο Σουηδός Επίσκοπος Μπο Γκηρτζ λέγει τα εξής για τη διαίρεσι του «Χριστιανικού κόσμου»: «Είναι απλώς αμαρτία, και είναι αμαρτία του πιο θανατηφόρου είδους, αμαρτία εναντίον του ίδιου του σώματος του Χριστού. . . . Το τρομερό συμπέρασμα που είμεθα υποχρεωμένοι να συναγάγωμε είναι ότι μια διηρημένη εκκλησία δεν είναι πια μια αληθινή εκκλησία. . . . Εφ’ όσον είμεθα διηρημένοι, το σώμα του Χριστού αιμάσσει, και δεν ξέρομε ποια ημέρα θα αιμάσση προς θάνατον.»
6. (α) Τι είναι το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών; (β) Τι καθιστά αδύνατον ν’ αναγνωρισθή η πρώτη Χριστιανική εκκλησία στον Προτεσταντικό κόσμο;
6 Μέσα στην αθλία των κατάστασι, πολλοί Προτεστάνται έθεσαν την ελπίδα των στις οικουμενικές ή μεταξύ των διαφόρων εκκλησιών συζητήσεις που άρχισαν ειδικά με τον αιώνα μας και κατέληξαν στην ίδρυσι του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών το 1948, μια διεθνή οργάνωσι που περιλαμβάνει πλείστες Προτεσταντικές εκκλησίες και την Ανατολική Ορθόδοξη, αλλά όχι και τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Εν τούτοις, το παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών δεν είναι μια εκκλησία, και δεν ισχυρίζεται ότι είναι τέτοια. Διακηρύττει ότι δεν είναι ούτε μια «Υπέρ-Εκκλησία» ούτε η «μία αγία» εκκλησία, αλλά θεωρεί ότι σκοπός του είναι «να φέρη τις εκκλησίες σε ζωηρή επαφή τη μία με την άλλη». Όσον αφορά την ικανότητά του να εκπληρώση αυτόν τον σκοπό, οι γνώμες διαφέρουν μεταξύ των θεολόγων. Ο Δανός καθηγητής Δρ Ρέτζιν Πρέντιερ λέγει: «Οπωσδήποτε, ένα πράγμα είναι βέβαιο: Αυτό το παγκόσμιο συμβούλιο των Χριστιανικών εκκλησιών με καμμιά έννοια δεν αντιπροσωπεύει μια επανένωσι των χωρισμένων εκκλησιών. Το Παγκόσμιο Συμβούλιο των Εκκλησιών είναι ακόμη μόνο μια ομοσπονδία αμοιβαίως ανεξαρτήτων εκκλησιαστικών κοινοτήτων. . . . Θα μπορούσε εξίσου καλά να σημαίνη ότι η νέα επαφή την οποίαν απέκτησαν μεταξύ τους οι εκκλησίες που είναι μέσα στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών, θα οδηγήση σε μια πιο αυστηρή παρά προηγουμένως αμοιβαία καταδίκη μεταξύ ωρισμένων από τις εκκλησιαστικές κοινότητες, επειδή απλώς δεν εγνώριζαν η μία την άλλη αρκετά καλά, ώστε να μπορούν να καταδικάσουν η μία την άλλη.» Μερικά από τα πράγματα που εμποδίζουν τους αφιερωμένους Χριστιανούς από το ν’ αναγνωρίσουν την εκκλησία του Ιησού Χριστού και των αποστόλων ανάμεσα στις Προτεσταντικές εκκλησίες είναι η έλλειψις ενότητος στις διδασκαλίες καθώς και στην οργάνωσι, εθνικώς και διεθνώς.
ΟΙ ΑΝΑΤΟΛΙΚΕΣ ΟΡΘΟΔΟΞΕΣ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ
7. Τι καθιστά προφανές ότι δεν υπάρχει ενότης στην Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία;
7 Οι Ανατολικές Ορθόδοξες εκκλησίες δεν είναι μια εκκλησία αλλά ένας αριθμός εθνικών εκκλησιών κυρίως στην Ανατολική Ευρώπη και στη Βαλκανική Χερσόνησο, οι οποίες αγωνίσθηκαν και εκέρδισαν την ανεξαρτησία των από το πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως. Ονομαστικώς, μερικές απ’ αυτές αναγνωρίζουν το πατριαρχείο της Κωνσταντινουπόλεως ως κεφαλή της εκκλησίας των, άλλες το πατριαρχείο της Μόσχας, αλλά κανείς από τους πατριάρχας δεν έχει γνώμην στις εσωτερικές υποθέσεις των άλλων εκκλησιών. Ένας διαρκής αγών συνεχίζεται μεταξύ των δύο πατριαρχείων όσον αφορά τη δικαιοδοσία πάνω στις εκκλησίες της Φιλλανδίας, της Πολωνίας και της Ρωσικής παροικίας αποδήμων στο Παρίσι. Αφού η εκκλησία του Θεού και του Χριστού ήταν μια διεθνής εκκλησία, και όχι ένας αριθμός εθνικών εκκλησιών, δεν μπορούμε να δούμε στην Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία ίχνη της ενότητος της πρώτης Χριστιανικής εκκλησίας.
Η ΡΩΜΑΙΟΚΑΘΟΛΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
8-11. Τι αποδεικνύει ότι η Ρωμαϊκή εκκλησία δεν είναι ένα σώμα; Ποια αυστηρή δοκιμασία της αληθινής ενότητος δεν μπορούν να διέλθουν επιτυχώς η Ρωμαϊκή εκκλησία και άλλες;
8 Δεν είναι μήπως η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία μια μεγάλη διεθνής εκκλησία με ενότητα σε διδασκαλίες και οργάνωσι; Ενώ μπορεί να έχη μια ομοιόμορφη σειρά δογμάτων για την όλη διεθνή εκκλησία, οι θρησκευτικές δοξασίες των Ρωμαιοκαθολικών δεν είναι οι ίδιες παντού. Ο τρόπος με τον οποίον φαντάζονται τον Θεό και τον Χριστό Ιησού, και εκείνο που κάνουν για το ανθρώπινο γένος, δεν είναι καθόλου τα ίδια σ’ έναν Ιταλό Ρωμαιοκαθολικό και σ’ έναν Αϊτινό ιθαγενή Ρωμαιοκαθολικό που ασκεί ακόμη παράπλευρα την ειδωλολατρική θρησκεία του Βουντού.
9 Ούτε είναι η ενότης της οργανώσεως τόσο σταθερή όσο νομίζουν πολλοί. Αν η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία είναι πραγματικά ένα σώμα με τον πάπα ως ορατή κεφαλή, γιατί λοιπόν δεν υπακούουν όλοι οι Καθολικοί στην κεφαλή; Ο Ρωμαιοκαθολικός ιερεύς και συγγραφεύς Πέτρος Σίντλερ, υπερασπίζοντας την Καθολική εκκλησία εναντίον της κατηγορίας για μισαλλοδοξία προς τους Προτεστάντας στην Ισπανία και στην Κολομβία, λέγει: «Γιατί δεν επεμβαίνει ο πάπας; Ποιος λέγει ότι δεν ‘επεμβαίνει’; Επί τέλους, εμείς που καθήμεθα στη Ρώμη έχομε κάπως περισσότερη ιδέα της αδυναμίας του. Ο πάπας δεν είναι δικτάτωρ στην Ισπανία ή πρόεδρος στην Κολομβία, και αν οι κατά τόπους Καθολικοί (που έχουν επικεφαλής τους εκκλησιαστικούς ηγέτας των) αγνοούν τον νόμο της εκκλησίας των όπως σε πολλά μέρη αγνοούν τις παπικές οδηγίες (παραδείγματος χάριν, τις κοινωνικές εγκυκλίους), τότε ο ίδιος ο πάπας είναι ανίσχυρος.» Αν τα μέλη δεν υπακούουν στην κεφαλή, μπορεί να υπάρχη ένα ζων σώμα;
10 Αν η Ρωμαιοκαθολική εκκλησία είναι μόνο ένα σώμα, γιατί υπάρχουν διάφορα τάγματα όπως οι Φραγκισκανοί, οι δομινικανοί, οι Ιησουΐται και ούτω καθεξής, που ενεργούν ως χωριστά σώματα; Γιατί τα τάγματα αυτά πολεμούν το ένα το άλλο σαν πολιτικά κόμματα για ν’ αποκτήσουν την αποφασιστική επιρροή στον πάπα και στην πολιτική της εκκλησίας;
11 Έχει πραγματικά η εκκλησία ενότητα όταν τα μέλη της, όπως οι Καθολικοί στην Ιταλία, βρίσκωνται σε όλα τα πολιτικά κόμματα από την άκρα δεξιά, σε όλη τη γραμμή δια μέσου του πολιτικού χρωματικού φωτοφάσματος, ως την άκρα Κομμουνιστική αριστερά; Θα μπορούσαν αυτοί ν’ αποτελούν ένα αληθινό εκκλησιαστικό σώμα; ένα, όπως είναι ένα ο Ιεχωβά και ο Χριστός Ιησούς; Θα μπορούσαν διεθνώς να είναι ένα, όταν μερικοί απ’ αυτούς έχουν επικεφαλής καρδιναλίους, οι οποίοι, για εθνικιστικούς λόγους, δεν είναι όμοιοι στην έκφρασι των διαφόρων όρων; Και στην περίπτωσι πολέμου, μήπως η Ρωμαϊκή εκκλησία και άλλα δόγματα διατηρούν σ’ αυτό το ζήτημα την ενότητα που ισχυρίζονται ότι κατέχουν; Όλοι γνωρίζουν ότι δεν συμβαίνει αυτό. Όλοι τους υποχωρούν κάτω από αυτή τη σοβαρή δοκιμασία της ενότητός των ως εκκλησίας και αποδεικνύουν ότι οι δεσμοί που τους ενώνουν σε κοσμικές ενότητες είναι ισχυρότεροι από εκείνους που τους συνδέουν προς την εκκλησιαστική των ενότητα και τον Θεόν των. Όλα αυτά καθιστούν αδύνατον να δούμε την ενότητα της Χριστιανικής εκκλησίας στη Ρωμαιοκαθολική διεθνή εκκλησιαστική οργάνωσι.
ΕΝΑ ΣΗΜΕΙΟ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
12. (α) Τι έχουν οι μάρτυρες του Ιεχωβά για να υποστηρίξουν τον ισχυρισμό των περί αληθούς ενότητος; (β) Με ποιο δικαίωμα ενώνονται με τον Παύλο στο να κάμουν χρήσι του Ρωμαίους 8:35-39;
12 Σε αντίθεσι προς όλη αύτη την αποθαρρυντική διαίρεσι, χαροποιεί την καρδιά το να βρούμε ένα διεθνές σώμα Χριστιανών επάνω στη γη σήμερα που αποτελεί μια αληθή ενότητα, μια αληθή διεθνή αδελφότητα, ενωμένη σε πίστι και οργάνωσι με τους δεσμούς της αγάπης. Είναι ένα γεγονός, για το οποίο όλοι προσκαλούνται να πεισθούν οι ίδιοι, και δεν είμεθα αυθαίρετοι τονίζοντας το γεγονός αυτό, ότι, δηλαδή, οι μάρτυρες του Ιεχωβά, μολονότι διεθνείς, είναι ‘καρδία και ψυχή μία’, έχουν «το αυτό πνεύμα» Και «την αυτήν γνώμην» και έχουν ‘έν σώμα, έν πνεύμα, μίαν ελπίδα, ένα Κύριον, μίαν πίστιν, έν βάπτισμα, ένα Θεόν και Πατέρα’. Είναι Χριστιανοί συνδεδεμένοι σε ενότητα με τον Ιεχωβά Θεό και τον Χριστό Ιησού και τους αδελφούς των με δεσμούς αγάπης τόσο ισχυρής που τίποτε, ούτε πόλεμοι, δεν μπορούν να την διαρρήξουν. Η διεθνής εκκλησιαστική των οργάνωσις, που περιλαμβάνει μάρτυρας σε πολλές χώρες, αποτελείται από το υπόλοιπο της τάξεως της νύμφης του Χριστού Ιησού· και ενωμένο με αυτό σε «μία ποίμνη» υπό «ένα ποιμένα», είναι ένα μεγάλο πλήθος «άλλων προβάτων». (Ιωάν. 3:28-30· 10:16) Η σύγχρονη ιστορία αυτών των μαρτύρων δείχνει ότι έχουν αρκετή πείρα για να ενωθούν με τον απόστολο Παύλο στο να πουν: «Τις θέλει μας χωρίσει από της αγάπης του Χριστού; Θλίψις, ή στενοχωρία, ή διωγμός, ή πείνα, ή γυμνότης, ή κίνδυνος, ή μάχαιρα; Καθώς είναι γεραμμένον, “Ότι ένεκά σου θανατούμεθα όλην την ημέραν· ελογίσθημεν ως πρόβατα σφαγής.”) Αλλ’ εις πάντα ταύτα υπερνικώμεν δια του αγαπήσαντος ημάς. Επειδή είμαι πεπεισμένος ότι ούτε θάνατος ούτε ζωή, ούτε άγγελοι ούτε αρχαί ούτε δυνάμεις, ούτε παρόντα ούτε μέλλοντα, ούτε ύψωμα ούτε βάθος, ούτε άλλη τις κτίσις, θέλει δυνηθή να χωρίση ημάς από της αγάπης του Θεού, της εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών.»—Ρωμ. 8:35-39.
13. Για ποιες σκέψεις παρέχει αιτία η ενότης των μαρτύρων του Ιεχωβά, τίνος σημείο είναι, και για ποιον;
13 Η παγκόσμια ενότης των μαρτύρων του Ιεχωβά παρέχει αιτία για διάφορες σκέψεις. Αν η διεθνής αδελφότης της αρχαίας εκκλησίας του πρώτου αιώνος ήταν ένα αληθινό θαύμα και ομολογουμένως ένα προϊόν του αγίου πνεύματος μόνου, και αν ο Θεός στην εκκλησία του έκαμε εκείνο που άλλοι ανωφελώς προσεπάθησαν να κάμουν επί αιώνες, ασφαλώς μια απαράλλακτη διεθνής αδελφότης στον χαώδη εικοστόν αιώνα δεν είναι λιγώτερο ένα θαύμα και αποδεικνύει όχι ολιγώτερο τη μοναδική εκδήλωσι του πνεύματος ή της αοράτου ενεργού δυνάμεως του Θεού. Σύμφωνα με τον Ιησούν, μια τέτοια ενότης δεν είναι συμπτωματική, αλλά είναι ένα σημείο στον κόσμο ότι ο Ιεχωβά αγαπά τους ενωμένους όπως ακριβώς αγαπά τον Ιησούν, και ότι αυτοί είναι μαθηταί του: « Εντολήν καινήν σας δίδω, Να αγαπάτε αλλήλους· καθώς εγώ σας ηγάπησα, και σεις να αγαπάτε αλλήλους. Εκ τούτου θέλουσι γνωρίσει πάντες ότι είσθε μαθηταί μου, εάν έχητε αγάπην προς αλλήλους.»—Ιωάν. 13:34, 35· 17:23.
14. Γιατί δεν ήταν ακατάλληλο για τους πρώτους Χριστιανούς να υποδεικνύουν την εκκλησία των ως τη μόνη αληθινή;
14 Οι πρώτοι Χριστιανοί ήσαν πεπεισμένοι ότι ανήκαν στη μόνη αληθινή εκκλησία, την «εκκλησία του Θεού». Θα αμάρταναν εναντίον του αγίου πνεύματος αν το αμφισβητούσαν αυτό. Ένα σημείο της σφραγίδος του πνεύματος ήταν επάνω τους, κι ένα σημείο δεν έχει αξία αν δεν βλέπεται. Ήταν μήπως τότε ακατάλληλο για τους πρώτους Χριστιανούς να υποδεικνύουν την εκκλησία των ως τη μόνη που είχε αυτό το σημείο; Εν σχέσει με την Εβραϊκή εκκλησία του Ιουδαϊσμού, ήταν μήπως εκτός αρμονίας με την αληθινή ταπεινοφροσύνη το να εφιστούν οι Χριστιανοί την προσοχή σ’ αυτό το σημείο του πνεύματος έστω και αν έτσι απεκάλυπταν την καταφανή απουσία του πνεύματος του Θεού στον διηρημένον οίκον του Ισραήλ; Αντιθέτως, ήσαν υποχρεωμένοι να μη θέτουν το φως των κάτω από ένα κάλυμμα, αλλά να το αφήνουν να ‘λάμπη έμπροσθεν των ανθρώπων, δια να ίδωσι τα καλά των έργα, και δοξάσωσι τον Πατέρα των τον εν τοις ουρανοίς’.—Ματθ. 5:14-16.
15. Είναι έλλειψις Χριστιανικής αρετής για τους μάρτυρας του Ιεχωβά το να υποδεικνύουν την κοινωνία Νέου Κόσμου, της οποίας η κεχρισμένη Χριστιανική εκκλησία αποτελεί μέρος, ως τη μόνη που αληθινά ανήκει στον Θεό;
15 Το ότι η παγκόσμια γεμάτη αγάπη ενότης των μαρτύρων του Ιεχωβά φέρει τόσο φανερά το σημείο του πνεύματος, είναι μια από τις αιτίες που οι μάρτυρες αυτοί, οι οποίοι είναι κεχρισμένα μέλη του σώματος του Χρηστού, είναι πεπεισμένοι ότι ανήκουν στη μόνη αληθινή εκκλησία, επειδή δε εκείνοι που αποτελούν τα «άλλα πρόβατα» είναι συνταυτισμένοι με τους κεχρισμένους αυτούς στην ενωμένη κοινωνία του Νέου Κόσμου, είναι πεπεισμένοι ότι αυτή είναι πράγματι η οργάνωσις του Θεού, όπου ασκείται η αληθινή λατρεία. Δεν θα ήταν αμαρτία εναντίον του πνεύματος το να το αμφισβητούν αυτά; Είναι μήπως έλλειψις μετριοφροσύνης το να εφιστούν την προσοχή του κόσμου στο γεγονός ότι αυτή η οργάνωσις είναι μοναδική στην επίδειξι του σημείου του πνεύματος; Αντιθέτως, προς όφελος όλων των ειλικρινών ανθρώπων που ποθούν την ορατή εκκλησία του ενωμένου λαού του Θεού, και προς δόξαν του Θεού και του Χριστού Ιησού, πρέπει να μη θέτουν το φως των «υπό τον μόδιον» ακόμη και με δαπάνη του να θεωρηθούν ότι αυτοδικαιώνονται.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Dogmatik, (Δανιστί) 2 έκδοσις, τμήμα «Η Θρησκευτική Κοινότης,» παράγρ. 54, σελίς 208. Συγγραφεύς: Καθηγητής Δρ Νίελς Μουνκ Πλουμ. Εκδόται: Γ. Ε. Κ. Γαδ, Κοπεγχάγη 1941.
2. Evangelisches Kirchenlexikon, (Γερμανιστί) Εκκλησιαστικόν-Θεολογικόν Επίτομον Λεξικόν, υπό την λέξιν «Εκκλησία», τμήμα Δ΄. «Η Μεταρρυθμιστική Αντίληψις της Εκκλησίας και η Μετεκπαίδευσίς της», παραγρ. 10· και τμήμα Ζ΄. «Η Σύγχρονη Οικουμενική Γλώσσα», Μέρος Β΄. «Ζητήματα Καθορίζοντα την Οικουμενική Γλώσσα», παράγρ. 5. Εκδόται: Φάντερχαικ και Ρούπρεχτ, Γκαίττιγκεν 1958.
3. Faith and Order, The Report of the Third World Conference at Lund, Sweden: 15-28 Αυγούστου 1952 (Αγγλιστί). Εκδοθέν για την Επιτροπή Πίστεως και Τάξεως του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών υπό ΣΚΜ Πρες Λτδ., Λονδίνον, Κεφάλαιον Γ΄, τμήμα β΄, σελίς 13 και τμήμα δ΄, σελίς 21.
4. Kristi Kirke, (Δανιστί) σελίς 32. Συγγραφεύς: Επίσκοπος Μπο Γκιερτς, Εκδόται: Νυτ Νόρντισκ Φορλάγκ Άρνολντ Μπουσκ, Κοπεγχάγη 1945.
5. Evangelisches Kirchenlexikon υπό τον τίτλον «Οικουμενική Κίνησις», τμήμα «Παγκόσμιον Συμβούλιον Εκκλησιών», παραγρ. 2α. «Η Εκκλησία, οι Εκκλησίες, και το Παγκόσμιον Συμβούλιον Εκκλησιών», (Αγγλιστί) σελίδες 2 και 3. Συγγραφεύς: Η Κεντρική Επιτροπή του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών στη συνεδρίασί της του Τορόντο τον Ιούλιο του 1950. Εκδόται: Το Βρεττανικό Συμβούλιο των Εκκλησιών, Λονδίνον, 1952.
6. Protestantismen i vor Tid, (Δανιστί) σελίδες 121 και 122. Συγγραφεύς: Καθηγητής Δρ Ρέγκιν Πρέντερ. Εκδόται: Χ. Χίρσπρουγκς Φορλάγκ, Κοπεγχάγη 1958.
7. Salmonsen Leksikon - Tidsskrift 1953 og 1954, (Δανιστί). Άρθρον: «Kirken hvis centrer ligger i Istanbul of Moskva», σελίς 995. Εκδόται: Ι. Χ. Σουλτς, Κοπεγχάγη 1955.
8. Katolicismen i vor Tid, (Δανιστί) σελίς 137. Συγγραφεύς: Πέτερ Σίντλερ, Καθολικός ιερεύς και συγγραφεύς. Εκδόται: Χ. Χίρσπρουγκς Φορλάγκ, Κοπεγχάγη 1957.
9. L’ Espresso, (Ιταλική εφημερίς). Άρθρον: «Πίσω από τον Θρόνο του Πίου ΙΒ΄—Η Επίθεσις των Ιησουϊτών και η Παράδοσις των Δομινικανών.» Συγγραφεύς: Δρ Κάρλο Φαλκόι, Θρησκευτικός Συγγραφεύς.
10. Katolicismen i vor Tid, σελίς 130.