Η Εκτίμησις της Ωραιότητος
Ο ΜΕΓΑΣ Δημιουργός αγαπά την ωραιότητα. Η εκτίμησίς του σ’ αυτήν είναι καταφανής από τα όσα έχει κάμει. Ας κυττάξωμε όπου θέλομε και θα ιδούμε ότι η φύσις, όταν δεν έχη υποστή φθοράν από ανθρώπους, είναι κάτι το ωραίο· χωρίς να πούμε τίποτα για την ωραιότητα στην ανθρώπινη μορφή και τα χαρακτηριστικά. Είναι ορθόν, επίσης, να εκτιμούμε την ωραιότητα, για το ότι έχομε μάτια για την ωραιότητα και για το ότι την απολαμβάνομε. Όλη αυτή η ομορφιά, μαζί με την ικανότητα της απολαύσεώς της, μπορεί να λεχθή ότι αποτελεί άλλη μια απόδειξι ότι «ο Θεός είναι αγάπη.»
Δεν υπάρχει αμφισβήτησις ότι «τα πάντα έκαμε καλά εν τω καιρώ εκάστου.» Αυτό συμβαίνει και με κάθε τι που συνδέεται με τη λατρεία του Θεού. Στους αρχαίους χρόνους ο Θεός εθέσπισε διατάξεις ώστε τα ειδικά οικοδομήματα τα χρησιμοποιούμενα για τη λατρεία του, καθώς και τα σκεύη και άλλα είδη που περιείχοντο σ’ αυτά να είναι εξόχως ωραία. Ας μη φανή παράδοξο το ότι ο ψαλμωδός ηγάλλετο: «Εκ της Σιών, ήτις είναι η εντέλεια της ωραιότητος, έλαμψεν ο Θεός.» «Ισχύς και ωραιότης εν τω αγιαστηρίω αυτού.»—Εκκλησ. 3:11· Ψαλμ. 50:2· 96:6.
Άλλο ένα είδος ωραιότητος, που έδωσε ο Δημιουργός στα επίγεια πλάσματά του, είναι αυτό που βρίσκεται στον λόγον του. Αυτός ο λόγος του είναι πράγματι ένα Βιβλίο, που είναι γεμάτο από ωραία αισθήματα, που εκφράζονται πολύ ωραία. Γι’ αυτό ένας από τους ποιητάς του Ισραήλ μπορούσε να πη: «Τα διατάγματα σου υπήρξαν εις εμέ ψαλμωδίαι.»—Ψαλμ. 119:54.
Όσο μεγάλη κι αν μπορή να είναι η ευχαρίστησις κι η απόλαυσις, που βρίσκομε στην ωραιότητα, εν τούτοις ο Θεός δεν προώρισε να κάμωμε την ωραιότητα κύριο σκοπό μας στη ζωή. Δεν είχε πρόθεσι το να λησμονήσωμε τους εαυτούς μας στην ομορφιά, να την πάρωμε τόσο σοβαρά ώστε να παραμελήσωμε τη λατρεία μας προς τον Θεό ή ακόμη και να παραβούμε τους νόμους του Θεού για ν’ απολαύσωμε την ωραιότητα.
Εν πρώτοις, ποτέ ας μη λησμονούμε ότι κάτω από τις παρούσες ατελείς συνθήκες πολλή ωραιότης είναι παροδική, πρόσκαιρη. Σχετικά μ’ αυτό, ο Θεός κατ’ επανάληψιν μας υπενθυμίζει στον λόγον του: «Πάσα σαρξ είναι χόρτος, και πάσα η δόξα αυτής ως άνθος του αγρού. Ο χόρτος εξηράνθη, το άνθος εμαράνθη· ο λόγος όμως του Θεού ημών μένει εις τον αιώνα.»—Ησ. 40:6, 8.
Όχι μόνο παροδική είναι η ομορφιά, αλλά και πολύ εύκολα μπορεί να καταστή παγίς, και κατά δύο τρόπους μάλιστα: παγίς σ’ εκείνους που την κατέχουν και παγίς σ’ εκείνους που την επιδιώκουν. Έτσι, διαβάζομε τα εξής όσον αφορά εκείνον, ο οποίος έγινε Σατανάς ή Διάβολος: «Η καρδία σου υψώθη δια το κάλλος σου· έφθειρας την σοφίαν σου δια την λαμπρότητά σου.» Η ομορφιά του Αβεσσαλώμ, γυιού του Βασιλέως Δαβίδ, αναμφιβόλως συνετέλεσε στο να επηρεασθή η διάνοιά του ώστε να προσπαθήση ν’ αποσπάση τη βασιλεία από τον πατέρα του: «Εις πάντα δε τον Ισραήλ δεν υπήρχεν άνθρωπος ούτω θαυμαζόμενος δια την ωραιότητα αυτού ως ο Αβεσσαλώμ.»—Ιεζ. 28:17· 2 Σαμ. 14:25.
Η σημερινή γυναίκα, που είναι εξαιρετικά όμορφη, υπόκειται στο να υποστή βλάβη, ίσως όχι τόσο ένεκα της δικής της ματαιοδοξίας, όσο ένεκα της ιδιοτελείας που εγείρει στους άλλους όμορφη, υπόκειται στο να υποστή βλάβη, ίσως αυτή τυγχάνει πάρα πολλού επαίνου. Πρέπει, λοιπόν, να λαμβάνονται σοβαρά υπ’ όψιν οι λόγοι, που εγράφησαν προ πολλού από ένα σοφό βασιλέα: «Ψευδής είναι η χάρις, και μάταιον το κάλλος· η γυνή η φοβουμένη τον Ιεχωβά, αυτή θέλει επαινείσθαι.»—Παροιμ. 31:30, ΜΝΚ.
Το ότι η υπερβολική αγάπη προς την ομορφιά, η πείνα και η δίψα γι’ αυτήν, μπορούν να καταστούν παγίς, οι Γραφές το τονίζουν, επίσης. Μήπως οι ίδιοι οι αγγελικοί υιοί του Θεού δεν εγοητεύθησαν από την ομορφιά θνητών γυναικών; Ναι, «Ιδόντες οι υιοί του Θεού τας θυγατέρας των ανθρώπων, ότι ήσαν ωραίαι, έλαβον εις εαυτούς γυναίκας.» Τι παγίς απέβη σ’ αυτούς η ανθρώπινη γυναικεία ομορφιά, που την επροτίμησαν από την ουράνια δόξα! Ήταν, επίσης, κι ο Βασιλεύς Δαβίδ ένας που αγάπησε την ομορφιά. Ορθά ένοιωθε αγαλλίασι για τη δόξα των ουρανών και για το πόσο θαυμάσια επλάσθη ο άνθρωπος. Αλλ’ εσφαλμένα έχασε την ορθή του κρίσι, όταν είδε την Βηθ-σαβεέ να λούεται και παρετήρησε ότι ήταν «ωραία την όψιν σφόδρα.» Η ομορφιά της τον επαγίδευσε, προς διαρκή του θλίψι. Η ομορφιά μιας γυναίκας μπορεί να κάμη έναν άνθρωπο να ξεχάση ότι η γυναίκα είναι κάτι κακόν, ή ότι ανήκει σε άλλον άνδρα. Μας δίδεται λοιπόν η σοφή συμβουλή: «Μη ορεχθής το κάλλος αυτής εν τη καρδία σου· και ας μη σε θηρεύση δια των βλεφάρων αυτής.»—Γέν. 6:2· 2 Σαμ. 11:2· Παροιμ. 6:25.
Ακόμη και σε θρησκευτικά ζητήματα η ομορφιά μπορεί να γίνη παγίς. Πολλοί άνθρωποι θέλγονται τόσο από τα ωραία των εκκλησιαστικά κτίρια και τις λειτουργίες, ώστε ποτέ δεν αποκτούν συναίσθησι της πνευματικής των ανάγκης, αλλ’ αρκούνται στο να τρέφωνται με πνευματικά σκύβαλα. Στην ίδια κατηγορία πρέπει να καταταχθούν εκείνοι, που βρίσκουν σφάλματα στις νεώτερες, ακριβέστερες μεταφράσεις της Βίβλου, διότι φρονούν ότι αυτές στερούνται της φιλολογικής ωραιότητος των παλαιοτέρων μεταφράσεων. Αλλά μήπως δεν έχει μεγαλύτερη σπουδαιότητα η σημασία παρά ο τρόπος;
Εκείνοι που ειδωλοποιούν την ομορφιά, που την προτάσσουν από την αλήθεια, μπορούν να παρομοιωθούν με τους αρχαίους εκείνους λάτρεις της ωραιότητος, τους Έλληνας. Έτσι, ο ιστορικός Λορντ μάς λέγει ότι «τα πραγματικά αντικείμενα της Ελληνικής λατρείας ήσαν η ωραιότης, η χάρις κι η ηρωική δύναμις». Και μια εξέχουσα θρησκευτική εγκυκλοπαιδεία λέγει: «Οι Έλληνες ήσαν επιφανείς για την εκτίμησί των στην ωραιότητα με όλες τις ποικιλίες της· πραγματικά, το θρησκευτικό τους πιστεύω ώφειλε τη διαμόρφωσί του κυρίως σ’ αυτή την ιδιάζουσα νοοτροπία των». Σ’ αυτούς ήταν παρεμπίπτον το ότι οι θρησκευτικές των θεότητες ήσαν ανήθικες, εφόσον ήσαν ωραίες. Ας μη φαίνεται παράδοξο ότι εκείνο τον καιρό η ανηθικότης επικρατούσε πολύ!—1 Κορ. 7:2.
Ότι αγάπη της ωραιότητος μόνη αυτή δεν είναι δύναμις προς δικαιοσύνην καταφαίνεται από την απάντησι, που έλαβε ο Ιεζεκιήλ από εκείνους που είχαν ακούσει το άγγελμα του: «Ιδού, συ είσαι προς αυτούς ως . . . άσμα ανθρώπου ηδυφώνου, και παίζοντος όργανα καλώς· διότι ακούουσι τους λόγους σου», ναι, τους ακούουν διότι απηχούν ωραία, «αλλά δεν κάμνουσιν αυτούς.» Η ίδια η ομορφιά δεν υποκινεί σε μετάνοια ή σε καλά έργα.—Ιεζ. 33:32.
Ο Δημιουργός, Ιεχωβά Θεός, αγαπά την ωραιότητα κι επιθυμεί και τα πλάσματα του, επίσης, ν’ αγαπούν την ωραιότητα. Το ότι έδωσε στον άνθρωπο τόσα ωραία πράγματα, μαζί με την ικανότητα να τα εκτιμά—κάτι που δεν έχουν τα κατώτερα ζώα—αποτελεί εκδήλωσι της αγάπης του. Μη δείχνετε αχαριστία εκτιμώντας το δώρο περισσότερο από τον Δοτήρα. Το να κάμετε τούτο θα ήταν και ιδιοτελές και ασύνετο, διότι μόνον εκείνοι, οι οποίοι, καίτοι εκτιμούν την ωραιότητα, την κρατούν στη θέσι της, μπορούν να ελπίζουν ότι θ’ απολαμβάνουν την ωραιότητα για πάντα στον νέο κόσμο του Θεού, στον οποίον κατοικεί δικαιοσύνη.—2 Πέτρ. 3:13.