Η Λατινική και οι Ελληνικές Χριστιανικές Γραφές
ΣΗΜΕΡΑ η Λατινική είναι μια νεκρά γλώσσα. Εν τούτοις, υπήρξε μια εποχή που ήταν μια ζωτική, ζώσα γλώσσα. Λόγω των κατακτήσεων της αυτοκρατορικής Ρώμης, την ωμιλούσαν όχι μόνο σε όλα τα μέρη της Ιταλίας, αλλά, επίσης, στη Γαλατία (Γαλλία), την Ισπανία και τη βόρειο Αφρική, ήταν δε, επίσης, η επίσημη γλώσσα σε όλες τις κτήσεις της Ρώμης.
Η ιστορία αναφέρει τέσσερες περίπου γενικές περιόδους της Λατινικής φιλολογίας. Η πρώτη χρονολογείται από τις προφιλολογικές ή προϊστορικές αρχές της Λατινικής ως το έτος 240 π.Χ. Η δευτέρα, η προκλασσική, εκράτησε από τότε ως το έτος 80 περίπου π.Χ. Η τρίτη, την οποία πολλοί διαιρούν σε δύο μέρη, διήρκεσε από το 80 π.Χ. ως το 14 μ.Χ. και είναι γνωστή ως η Χρυσή Κλασσική Περίοδος. Η τετάρτη, η «Αργυρή» περίοδος, εκράτησε από το 14 μ.Χ. ως το 130 μ.Χ. Στους επομένους αιώνες η Λατινική βαθμιαίως παρήκμασε, κι ετερματίσθη στις διάφορες Ρωμανικές γλώσσες, την Ιταλική, τη Γαλλική, την Ισπανική, την Πορτογαλική και την Ρουμανική, ενώ η ιδία έγινε μια νεκρή γλώσσα.
Επί πλέον της φιλολογικής και της πολιτικής ζωής της, η Λατινική είχε, επίσης, θρησκευτική ζωή. Το τελευταίο ήμισυ του δευτέρου αιώνος μ.Χ. οι θρησκευτικές δυνάμεις της Ρώμης άρχισαν ν’ αντικαθιστούν την Ελληνική με την Λατινική ως την γλώσσα της Ρωμαϊκής επισκοπής.a Ύστερ’ από δεκαεπτά περίπου αιώνες η 2 Σύνοδος του Βατικανού επέτρεψε μια επιστροφή στην τοπική ομιλούμενη γλώσσα για τη διεξαγωγή της λειτουργίας.
Επί αιώνες η Λατινική, μολονότι είχε παρακμάσει η χρήσις της μεταξύ του κοινού λαού, εξακολουθούσε να είναι όχι μόνο η επίσημη γλώσσα της Εκκλησίας της Ρώμης αλλά επίσης και κάθε παιδείας (μαζί με την Ελληνική), διότι ολοένα περισσότεροι μορφωμένοι συγγραφείς χρησιμοποιούσαν τη Λατινική, περιλαμβανομένου και μερικών αξιολόγων φυσιογνωμιών όπως ο Μαρτίνος Λούθηρος και ο Σερ Ισαάκ Νεύτων. Η Λατινική της κλασσικής φιλολογίας που διεφυλάχθη ως την εποχή μας ήταν το ύφος που εχρησιμοποιήθη από τις τάξεις των μορφωμένων και εκλεκτών, αλλά υπήρχε και η κοινή η καθημερινής χρήσεως Λατινική όπως ακριβώς ήταν για ένα διάστημα η κοινή Ελληνική. Ιατροί, φαρμακοποιοί και βοτανολόγοι εξακολουθούν να χρησιμοποιούν την Λατινική στο επάγγελμά των.
Πολλές Ευρωπαϊκές γλώσσες έλαβαν το αλφάβητό των από τη Λατινική, η οποία, με τη σειρά της, το έλαβε από τους Έλληνας. Το ήμισυ των λέξεων της Αγγλικής γλώσσης έχει την προέλευσί του από τη Λατινική.
Εφόσον η Λατινική ήταν η γλώσσα της αυτοκρατορικής Ρώμης κι επομένως η επίσημη γλώσσα της Παλαιστίνης την εποχή του Χριστού, δεν είναι εκπληκτικό το ότι συναντούμε μερικούς Λατινισμούς στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές. Η λέξις «Λατινιστί» συναντάται μια μόνο φορά στις σύγχρονες μεταφράσεις της Γραφής, στο εδάφιο Ιωάννης 19:20, όπου αναφέρεται ότι η επιγραφή που είχε τοποθετηθή επάνω από τον Ιησού στο ξύλο του μαρτυρίου είχε γραφή επίσης και στην Λατινική [Ρωμαϊστί, Κείμενον].
Λατινισμοί βρίσκονται κυρίως στα Ευαγγέλια του Μάρκου και του Ματθαίου, ο δε Μάρκος χρησιμοποιεί περισσοτέρους από κάθε άλλον Βιβλικόν συγγραφέα· αυτό ωφείλεται στις τοπικές συνθήκες, διότι έγραψε το Ευαγγέλιο του στη Ρώμη και για Ρωμαίους. Ο απόστολος Παύλος, συγγραφεύς δεκατεσσάρων από τα είκοσι επτά βιβλία των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών, εχρησιμοποίησε λίγους Λατινισμούς και κανείς δεν συναντάται στην Ελληνική Μετάφρασι των Εβδομήκοντα των Εβραϊκών Γραφών.
Η Λατινική συναντάται σε διάφορες μορφές στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές. Έτσι υπάρχουν σαράντα και πλέον κύρια Λατινικά ονόματα ανθρώπων και τόπων που βρίσκονται σ’ αυτές, όπως Ακύλας, Λουκάς, Μάρκος, Παύλος, Καισαρεία και Τιβεριάς. Υπάρχουν, επίσης, τριάντα περίπου λέξεις στρατιωτικής, δικαστικής, νομισματικής και οικιακής φύσεως που βρίσκονται εκεί, όπως κεντυρίων (στρατ. αξιωματούχος)· κολωνία (αποικία)· δηνάριον (νόμισμα)· σπεκουλάτωρ (σωματοφύλαξ)· σικάριος (δολοφόνος).
Υπάρχουν, επίσης, ωρισμένες Λατινικές εκφράσεις ή ιδιωματισμοί στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές. Μεταξύ αυτών είναι «θέλων να κάμη εις τον όχλον το αρεστόν» (Μάρκ. 15:15), «Συ όψει» (Ματθ. 27:4), και «λαβόντες εγγύησιν.»—Πράξ. 17:9.
Κατόπιν, πάλι, υπάρχουν στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές ωρισμένα επίθετα τα οποία, σύμφωνα με τον Ρόμπερτσον,b αυθεντίαν στην Ελληνική γλώσσα, έχουν σχηματισθή μάλλον σύμφωνα με τον Λατινικό παρά με τον Ελληνικό τρόπο. Μεταξύ αυτών είναι Ηρωδιανοί (Μάρκ. 3:6)· Χριστιανός (Πράξ. 26:28) και Φιλιππήσιοι.—Φιλιππησ. 4:15.
Η εμφάνισις Λατινισμών στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές έχει περισσότερο από ακαδημαϊκό ενδιαφέρον γι’ αυτούς που αγαπούν τη Γραφή. Συμφωνεί με αυτό που δείχνει η Γραφή ότι η Παλαιστίνη ήταν κάτω από την κατοχή της Ρώμης την εποχή του Χριστού. Επί πλέον, εφόσον αυτοί οι Λατινισμοί υπάρχουν στα καλύτερα Ελληνικά συγγράμματα της ιδίας περιόδου, υποστηρίζει ότι οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές εγράφησαν πράγματι στη διάρκεια της εποχής για την οποία ομιλούν. Αυτό το γεγονός, επομένως, αποτελεί επί πλέον πιστοποίησι της αυθεντικότητος των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών.
[Υποσημειώσεις]
a Αυτό εννοεί τη μετάφρασι της Λατινικής Βουλγάτας της Γραφής από τον Ιερώνυμο.
b Μία Γραμματική της Ελληνικής Καινής Διαθήκης (1934), (στην Αγγλική).