Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Ως ποιο βαθμό ο Ιουδαϊκός νόμος, που απαγορεύει τις γαμήλιες σχέσεις στη διάρκεια της εμμήνου περιόδου της γυναικός, εφαρμόζεται στους Χριστιανούς;—Η.Π.Α.
Ο νόμος που διέπει τις σεξουαλικές σχέσεις στη διάρκεια της έμμηνου περιόδου της γυναικός λέγει: «Άνθρωπος, όστις κοιμηθή μετά γυναικός εχούσης τα γυναικεία αυτής, και αποκαλύψη την ασχημοσύνην αυτής, ούτος την πηγήν αυτής εξεσκέπασε, και αύτη την πηγήν του αίματος αυτής απεκάλυψεν· όθεν αμφότεροι θέλουσιν εξολοθρευθή εκ μέσου του λαού αυτών.» (Λευιτ. 20:18· 18:19, 20) Ο Ιουδαϊκός νόμος ελάμβανε επίσης υπ’ όψιν την δυνατότητα ν’ αρχίση η έμμηνος περίοδος μιας συζύγου στη διάρκεια της σεξουαλικής σχέσεώς της με τον σύζυγό της. Η διάταξις που κυβερνά αυτή την περίπτωσι βρίσκεται στο εδάφιο Λευιτικόν 15:24: «Εάν τις συγκοιμηθή μετ’ αυτής, και έλθωσι τα γυναικεία αυτής επ’ αυτόν, θέλει είσθαι ακάθαρτος επτά ημέρας· και πάσα κλίνη, επί της οποίας ήθελε κοιμηθή, θέλει είσθαι ακάθαρτος.» Έτσι μόνο η εκούσια σεξουαλική σχέσις στη διάρκεια της εμμήνου περιόδου μιας γυναικός επέφερε την ποινή της ‘εξολοθρεύσεως,’ δηλαδή του θανάτου.
Η απαγόρευσις σεξουαλικών σχέσεων στη διάρκεια της εμμήνου περιόδου μιας γυναικός ήταν ένας σκόπιμος περιορισμός. Προστάτευε έναν άνδρα από το να γίνη θρησκευτικώς ακάθαρτος από επαφή με το αίμα της γυναικός. Ελάμβανε επίσης υπ’ όψιν τους σωματικούς και βιολογικούς περιορισμούς της γυναικός. Η υπακοή σ’ αυτόν το νόμο είναι καταφανές ότι συντελούσε στην υγεία των Ισραηλιτών. Ο Δρ. Τζάκομπ Β. Γκλεν στο βιβλίο του «Η Βίβλος και η Σύγχρονος Επιστήμη» λέγει: «Η γυναικεία γεννητική οδός, ιδιαίτερα στη διάρκεια περιόδων ελαττωμένης αντιστάσεως (έμμηνου ρύσεως), είναι ιδιαίτερα ευπρόσβλητη σε ερεθισμό και διέγερσι· γι’ αυτό υπήρχε ο αυστηρός νόμος μεταξύ του Ιουδαϊκού λαού που τους απαγόρευε τη συνουσία στη διάρκεια αυτής της περιόδου.»
Οι Χριστιανοί δεν είναι κάτω από τον Μωσαϊκό νόμο. (Ρωμ. 6:14) Ορθώς όμως δίνουν την απαιτουμένη προσοχή στις αρχές που εκτίθενται εκεί και αγωνίζονται να ζουν σε αρμονία μ’ αυτές τις αρχές. Το γεγονός ότι η εκούσια συνουσία στη διάρκεια της εμμήνου περιόδου μιας γυναικός επέφερε την ποινή του θανάτου αποκαλύπτει τη σοβαρότητα με την οποία ο Ιεχωβά Θεός έβλεπε αυτό το ζήτημα.
Μολονότι, ο Χριστιανός δεν βρίσκεται κάτω από ένα νόμο ο οποίος θα τον καθιστούσε τελετουργικώς ή θρησκευτικώς «ακάθαρτο», ωστόσο ενδιαφέρεται να έχη μια αγαθή συνείδησι ενώπιον του Θεού. Παραδείγματος χάριν, οι Χριστιανές γυναίκες προτρέπονται να κάνουν ό,τι είναι ‘κατάλληλο’ στα ζητήματα της καλύψεως της κεφαλής και του είδους της αμφιέσεως. Ο απόστολος Παύλος περιγράφει επίσης ωρισμένες πράξεις ως ‘απρεπείς’ και ‘μη πρέπουσες’ για δούλους του Θεού. (Παράβαλε Εφεσίους 5:3, 4· Ρωμαίους 1:28· 1 Κορινθίους 11:13· 1 Τιμόθεον 2:9, 10.) Είναι αλήθεια ότι οι γαμήλιες σχέσεις δεν είναι ένα δημόσιο ζήτημα αλλά ιδιωτικό. Ωστόσο ο Χριστιανός ορθώς μπορεί να διερωτηθή, Θεωρώ εγώ ‘κατάλληλο’ και ‘πρέπον’ να έχω σεξουαλικές σχέσεις τον καιρό που το σώμα της συζύγου μου αποβάλλει αίμα και άλλα εκκρίματα; Είναι αυτό κάτι «φυσικό» που πρέπει να γίνη; Όπως θα ενθυμούμεθα, το γεγονός ότι κάτι μπορεί να γίνη δεν το καθιστά κατ’ ανάγκην «φυσικό» από Γραφική άποψι. (Παράβαλε Ρωμαίους 1:26, 27.) Οι Χριστιανοί πρέπει επομένως να επιθυμούν να εξετάσουν τι είναι φυσικό, κατάλληλο και πρέπον όταν αποφασίζουν τι μπορούν να κάμουν προσωπικώς με αγαθή συνείδησι.
Επί πλέον, οι Χριστιανοί σύζυγοι είναι κάτω από την εντολή να ‘συνοικούν με τας γυναίκας των εν φρονήσει, αποδίδοντες τιμήν εις το γυναικείον γένος ως εις σκεύος ασθενέστερον.’ (1 Πέτρ. 3:7) Κάτω από το φως του Μωσαϊκού Νόμου, αυτή η συνοίκησις με μια σύζυγο εν φρονήσει θα μπορούσε να περιλαμβάνη το να δείχνη κανείς διακριτικότητα σ’ αυτήν στη διάρκεια της εμμήνου περιόδου της. Είναι φανερό ότι αν ο άνδρας θέτη την ικανοποίησι των παθών του πριν από τα καλύτερα συμφέροντα της συζύγου του, δεν θα ‘αποδίδη τιμήν’ σ’ αυτήν. Αν παραλείψη να λαμβάνη υπ’ όψιν τους κύκλους και τις μεταβολές της συζύγου του, τότε δεν ‘θα συνοική μετ’ αυτής εν φρονήσει.’ Με το να μην εγκρατεύεται όταν η υγεία της γαμηλίου συντρόφου του μπορεί να βρίσκεται σε κίνδυνο, τότε δείχνει αδιαφορία στην εντολή της Γραφής: «Να εξεύρη έκαστος υμών να κρατή το εαυτού σκεύος εν αγιασμώ και τιμή.»—1 Θεσσ. 4:4.
Οι ιδιαίτερες σχέσεις ενός έγγαμου ζεύγους δεν είναι, φυσικά, κάτι που πρέπει να ερευνηθή από τους πρεσβυτέρους, περιλαμβανομένης και της δικαστικής επιτροπής μιας Χριστιανικής εκκλησίας. Αν τους πλησιάση για βοήθεια σ’ αυτό το ζήτημα, αυτοί οι πρεσβύτεροι μπορεί να δώσουν την κατάλληλη συμβουλή, αλλά η εξουσία των τελειώνει εκεί. Όπως όλοι οι άλλοι Χριστιανοί, και τα έγγαμα ζεύγη θα επιθυμούν να ενισχύονται πνευματικώς στο ν’ ακολουθούν τα ενδόμυχα αισθήματά των όσον αφορά το τι είναι κατάλληλο. Επίσης θα εκτιμήσουν το ενδιαφέρον του Ιεχωβά Θεού όσον αφορά το πώς να χειρίζονται τις γαμήλιες υποθέσεις των.