Η Επί του Όρους Ομιλία—«Αιτείτε»
Ο ΙΗΣΟΥΣ, αφού συμβούλευσε τους ακροατάς του ν’ αποφεύγουν να κρίνουν με δυσμένεια τους συνανθρώπους τους, είπε: «Αιτείτε, και θέλει σας δοθή· ζητείτε, και θέλετε ευρεί, κρούετε, και θέλει σας ανοιχθή.»—Ματθ. 7:7.a
Ο Υιός του Θεού, μ’ αυτά τα λόγια, παρώτρυνε τους μαθητάς του να εμμένουν στην προσευχή. Ήταν μεγάλη ανάγκη να το κάνουν αυτό. Η επί του Όρους Ομιλία είχε δείξει σαφώς ότι η δικαιοσύνη ενώπιον του Θεού δεν ήταν απλώς ζήτημα εκτελέσεως θρησκευτικών και φιλανθρωπικών έργων. (Ματθ. 5:20· 6:1) Οι πράξεις λατρείας, για να έχουν σημασία, πρέπει να πηγάζουν από κατάλληλα ελατήρια καρδιάς, περιλαμβανομένης της συγχωρητικότητος, της αγνότητος, της ειλικρινείας και της αγάπης. (Ματθ. 5:22, 27, 28, 33-37, 43-48) Επειδή αυτές οι ιδιότητες είναι αντίθετες με την αμαρτωλή ανθρώπινη φύσι, οι μαθητές θα έπρεπε να ζητούν τακτικά από τον Θεό να τους βοηθήση για ν’ ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του περί αληθινής λατρείας.
Επομένως, έπρεπε να ‘αιτούν’ την αναγκαία δύναμι και σοφία ώστε να διάγουν μια ευσεβή ζωή. (2 Κορ. 4:7· 2 Πέτρ. 1:3) Έπρεπε να το ‘ζητούν’ αυτό σαν κεκρυμμένο θησαυρό. (Παράβαλε με Ματθαίον 13:44.) Έπρεπε να ‘κρούουν’ για να εξασφαλίσουν πλήρη εισδοχή στις ευλογίες που επιφυλάσσει ο Θεός για κείνους που αποκτούν την επιδοκιμασία του.—Παράβαλε με Λουκάν 13:24, 25.
Εκείνοι που ζωηρά προσεύχονται γι’ αυτές τις ευλογίες και ενεργούν σε αρμονία με τις προσευχές τους, μπορούν να λάβουν ενθάρρυνσι από τα επόμενα λόγια του Ιησού: «Διότι πας ο αιτών λαμβάνει και ο ζητών ευρίσκει και εις τον κρούοντα θέλει ανοιχθή.» (Ματθ. 7:8) Αυτό δεν σημαίνει ότι οι άνθρωποι μπορούν να προσεύχωνται για οτιδήποτε θέλουν και να λάβουν απάντησι. Η κατάλληλη προσευχή πρέπει πάντοτε να εναρμονίζεται με το θέλημα του Θεού. (1 Ιωάν. 5:14) Ωστόσο, οι μαθητές του Ιησού θα μπορούσαν να είναι βέβαιοι ότι ο Θεός θ’ απαντούσε στις προσευχές τους να τους βοηθήση στη διεξαγωγή της αληθινής λατρείας.
Σχετικά μ’ αυτό, ο Υιός του Θεού έδωσε ένα παράδειγμα: «Τις άνθρωπος είναι από σας, όστις εάν ο υιός αυτού ζητήση άρτον, μήπως θέλει δώσει εις αυτόν λίθον; και εάν ζητήση οψάριον, μήπως θέλει δώσει εις αυτόν όφιν;»—Ματθ. 7:9, 10.
Στην Παλαιστίνη, στη διάρκεια του πρώτου αιώνος μ.Χ., το ψωμί που εγίνετο είχε σχήμα επίπεδης πίττας που ωμοίαζε με ωρισμένες πέτρες. Επίσης, μερικά μικρά φίδια έμοιαζαν με τα ψάρια που συχνά ετρώγοντο με ψωμί. (Βλέπε Ιωάννην 6:9.) Αν ένας μικρός ζητούσε από τον πατέρα του ψωμί, ο πατέρας του δεν θα τον εξαπατούσε και δεν θα εξώργιζε τον γιο του δίνοντας του μια πέτρα. Αν ο γιος ζητούσε ένα ψάρι να φάη με το ψωμί, ο πατέρας του δεν θα του έδινε φίδι. Η φυσική στοργή που υπάρχει μεταξύ πατρός και υιού θα απέκλειε κάτι τέτοιο.
«Εάν λοιπόν σεις,» συνέχισε ο Ιησούς, «πονηροί όντες, εξεύρητε να δίδητε καλάς δόσεις εις τα τέκνα σας, πόσω μάλλον ο Πατήρ σας ο εν τοις ουρανοίς θέλει δώσει αγαθά εις τους ζητούντας παρ’ αυτού;»—Ματθ. 7:11.
Οι πατέρες εδώ στη γη, μολονότι είναι «πονηροί» λόγω της κληρονομημένης αμαρτίας, δεν δίνουν στα παιδιά τους βλαβερές τροφές που μοιάζουν μόνο με τα πράγματα που ζητούν τα παιδιά. Αντιθέτως, οι ανθρώπινοι γονείς προσπαθούν να δώσουν «καλάς δόσεις» στα παιδιά τους. «Πόσω μάλλον» ο Θεός, του οποίου η αγάπη είναι τέλεια, θ’ απαντήση στις προσευχές των αφοσιωμένων λατρεών του. (1 Ιωάν. 4:8) Θα δώση στους δούλους του «αγαθά,» ιδιαίτερα άγιο πνεύμα, που μπορεί να τους ενισχύση να συνεχίσουν να προσφέρουν ιερή υπηρεσία που ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του Θεού. (Παράβαλε με Λουκάν 11:13.) Ο Ύψιστος θα το κάνη αυτό, όμως, μόνο για κείνους που συνεχίζουν να ‘ζητούν.’
Κατόπιν, ο Ιησούς προσέθεσε ένα κανόνα διαγωγής που έχει αποκτήσει μεγάλη φήμη: «Λοιπόν πάντα όσα αν θέλητε να κάμνωσιν εις εσάς οι άνθρωποι, ούτω και σεις κάμνετε εις αυτούς· διότι ούτος είναι ο νόμος και οι προφήται.»—Ματθ. 7:12.
Ο Θεός επιδεικνύει μια πατρική διάθεσι προς τους δούλους του, απαντώντας στις προσευχές τους. Αυτοί «λοιπόν» με τη σειρά τους, πρέπει να φέρωνται κατάλληλα στους συνανθρώπους των. Μόνο μ’ αυτό τον τρόπο μπορούν ν’ αποδείξουν ότι είναι υιοί του Θεού, δηλαδή, άτομα που μιμούνται τη φιλάγαθη διάθεσι του και στων οποίων τις προσευχές ο ουράνιος Πατέρας απαντά πρόθυμα.—Παράβαλε με Ματθαίον 5:44-48· 1 Πέτρου 3:7.
Σχετικά με τον «χρυσούν κανόνα,» το βιβλίο Πρότυπο Για Ζωή δηλώνει:
«Αντίστοιχα αυτού του Κανόνος μπορούν να ευρεθούν και σε Ιουδαϊκές και σε Εθνικές πηγές, σαν ν’ αποδεικνύουν ότι ο Θεός δεν είχε αφήσει τους ανθρώπους χωρίς γνώσι της υψηλοτέρας ηθικής πριν από την έλευσι του Χριστού. Στον Τωβίτ [ένα βιβλίο από τα Απόκρυφα] 4:15 διαβάζομε: ‘Αυτό που μισείς μη το κάνης σε κανένα.’ Ο Χίλλελ [ένας ραββίνος που έζησε περίπου στον καιρό του Ιησού] είπε: ‘Αυτό που είναι μισητό για σένα μη το κάνης σε κανέναν άλλο.’ Οι Στωικοί είχαν ένα απόφθεγμα: ‘Μη κάνης σε άλλον αυτό που δεν θέλεις να συμβή σ’ εσένα.’ Στον Κομφούκιο βρίσκομε το εξής: ‘Μη κάνης στους άλλους αυτό που δεν θα ήθελες να κάνουν σ’ εσένα.’»
Αυτά τα ρητά, όμως, είναι όλα αρνητικά, και ενθαρρύνουν τους ανθρώπους να μη φέρωνται στους άλλους με τρόπο που δεν θα ήθελαν να φέρωνται σ’ αυτούς.
Εκείνοι που ακολουθούν τις συμβουλές του Υιού του Θεού, όμως, πρέπει να προχωρήσουν πέρα από την απλή αποφυγή κακομεταχειρίσεως των άλλων. Πρέπει να παίρνουν την πρωτοβουλία να κάνουν καλά πράγματα στους συνανθρώπους των, στην πραγματικότητα, ‘όσα αν θέλουν να κάμνωσιν εις αυτούς οι άνθρωποι.’ Ο Α. Β. Μπρους, παραβάλλοντας αυτή τη συμβουλή με τις όμοιες δηλώσεις αρνητικού τύπου που βρίσκονται στα μη Βιβλικά συγγράμματα, παρατηρεί στο βιβλίο Οι Σχολιασταί της Ελληνικής Διαθήκης:
«Η αρνητική άποψις μας περιορίζει στον τομέα της δικαιοσύνης· η θετική μας μεταφέρει στον τομέα της γενναιοδωρίας ή χάριτος, και έτσι περιλαμβάνει και τον νόμο και τους προφήτας. Επιθυμούμε πολλά περισσότερα απ’ αυτά που μπορούμε ν’ απαιτήσουμε—να λαμβάνωμε βοήθεια σε καιρό ανάγκης, ενθάρρυνσι στους αγώνες μας, υποστήριξι όταν μας κακοπαριστάνουν και φιλία όταν τα νώτα μας βρίσκωνται στον τοίχο. Ο Χριστός θέλει να τα πράττωμε όλα αυτά μ’ ένα γενναιόδωρο, καλοκάγαθο τρόπο· να μην είμαστε απλώς [δίκαιοι] αλλά [αγαθοί].»—Βλέπε Ρωμαίους 5:7.
Η φράσις «ο Νόμος και οι Προφήται» προσδιορίζουν τις ζωτικές θεόπνευστες Εβραϊκές Γραφές. Όταν οι άνθρωποι φέρωνται στους άλλους με τον τρόπο που θα ήθελαν να φέρωνται και σ’ αυτούς, ενεργούν σε αρμονία με το πραγματικό πνεύμα που βρίσκεται πίσω από τον νόμο του Θεού. «Εις μηδένα μη οφείλετε μηδέν,» γράφει ο απόστολος Παύλος, «ειμή το να αγαπάτε αλλήλους· διότι ο αγαπών τον άλλον εκπληροί τον νόμον. Επειδή το, Μη μοιχεύσης, Μη φονεύσης, Μη κλέψης, Μη ψευδομαρτυρήσης και πάσα άλλη εντολή, εν τούτω τω λόγω συμπεριλαμβάνεται, εν τω, ‘Θέλεις αγαπά τον πλησίον σου ως σεαυτόν.’ Η αγάπη κακόν δεν κάμνει εις τον πλησίον· είναι λοιπόν εκπλήρωσις του νόμου η αγάπη.»—Ρωμ. 13:8-10· παράβαλε με Ματθαίον 22:37-40.
[Υποσημειώσεις]
a Τα λόγια του Ιησού, όπως αναγράφονται στα εδάφια Ματθαίος 7:7-11, εμφανίζονται επίσης και στον Λουκά 11:9-13, σ’ ένα σκηνικό που έλαβε χώρα στην Ιουδαία περίπου ενάμισυ έτος μετά την επί του Όρους Ομιλία. Προφανώς, ο Ιησούς θεώρησε κατάλληλο να επαναλάβη τη συμβουλή αυτή.