Δανεισμός Χρημάτων και Χριστιανική Αγάπη
ΠΡΙΝ από λίγο καιρό, η κόρη ενός γεωργού αρρώστησε βαριά. Χρειαζόταν επειγόντως θεραπεία, αλλά ο γεωργός ήταν φτωχός και δεν είχε τα οικονομικά μέσα για να πάρει γιατρό. Στη μικρή πόλη που ζούσαν—όπως στις περισσότερες πόλεις της επαρχίας—υπήρχε ένας δανειστής που δάνειζε χρήματα με τόκο είκοσι τα εκατό το μήνα. Δανείζεσαι πέντε χιλιάδες δραχμές και τον άλλο μήνα πληρώνεις έξι χιλιάδες. Αυτός ο δανειστής προμήθευσε πρόθυμα τα χρήματα που χρειαζόταν ο γεωργός, αλλά, βέβαια, τον επόμενο μήνα έπρεπε ο γεωργός ν’ αρχίσει να πληρώνει τον τόκο.
Πώς βλέπετε σεις αυτή τη διευθέτηση; Είναι κατάλληλο να δανείζει ένας Χριστιανός χρήματα με τόκο κάτω από τέτοιες περιστάσεις;
Ο απόστολος Ιωάννης είπε στους συγχριστιανούς του ότι δεν πρέπει ‘να κλείνουν τα σπλάγχνα τους’ στις ανάγκες των αδελφών τους. (1 Ιωάννου 3:17) Και ο νόμος που έδωσε ο Θεός στους Ισραηλίτες έλεγε συγκεκριμένα: «Δεν θέλεις σκληρύνει την καρδίαν σου ουδέ θέλεις κλείσει την χείρα σου από του πτωχού αδελφού σου· αλλ’ εξάπαντος θέλεις ανοίξει την χείρα σου προς αυτόν, και εξάπαντος θέλεις δανείσει εις αυτόν ικανά δια την χρείαν αυτού, εις ό,τι χρειάζεται.»—Δευτερονόμιον 15:7, 8.
Έτσι, ο δανειστής έκανε πολύ καλά που βρήκε τα χρήματα για τη θεραπεία του άρρωστου κοριτσιού. Τουλάχιστον της έγινε η θεραπεία που χρειαζόταν. Υπήρχε όμως και ένα άλλο χαρακτηριστικό του νόμου που δόθηκε στον Ισραήλ. Έλεγε: «Εάν δανείσης αργύριον εις τον πτωχόν γείτονά σου μεταξύ του λαού μου, δεν θέλεις φερθή προς αυτόν ως τοκιστής, δεν θέλεις επιβάλει επ’ αυτόν τόκον.» (Έξοδος 22:25) Γιατί δεν μπορούσαν οι Ιουδαίοι να δανείζουν ο ένας τον άλλον με τόκο;
Θυμηθείτε ότι αρχικά οι περισσότεροι Ιουδαίοι ήταν γεωργοί, όχι επιχειρηματίες. Αν ένας γεωργός που καλλιεργούσε τα πατρικά του χωράφια ζητούσε δάνειο, το πιο φυσικό ήταν ότι είχε μεγάλη ανάγκη. Ο νόμος το έπαιρνε σαν δεδομένο ότι αυτός που δανειζόταν θα ήταν «πτωχός (βασανισμένος, ΜΝΚ).» Ίσως να του είχε συμβεί κάποιο ατύχημα, να καταστράφηκε η σοδειά του, ή για κάποιο λόγο να χρειαζόταν τα χρήματα για να περάσει ως την επόμενη συγκομιδή. Η απαίτηση τόκου κάτω απ’ αυτές τις περιστάσεις θα ήταν να κερδίσεις εκμεταλλευόμενος τη δυστυχία του αδελφού σου. Δεν θα έδειχνε αγάπη, και στους Ισραηλίτες είχε δοθεί η εντολή: «Θέλεις αγαπά τον πλησίον σου ως σεαυτόν.»—Λευϊτικόν 19:18.
Μολονότι οι Χριστιανοί σήμερα δεν είναι κάτω από τον αρχαίο αυτό νόμο, εντούτοις είναι υποχρεωμένοι να αγαπούν ο ένας τον άλλο. Ο Ιησούς είπε: «Θέλεις αγαπά τον πλησίον σου ως σεαυτόν.» (Ματθαίος 22:39) Έτσι, κι’ ένας Χριστιανός, δεν πρέπει να θέλει να κερδίζει από τις ατυχίες του αδελφού του απαιτώντας τόκο αν ο αδελφός του βρίσκεται σε ανάγκη και ζητάει κάποιο δάνειο.
Το γεγονός είναι ότι, σε καιρούς δυσκολιών οι Χριστιανοί βοηθούν ο ένας τον άλλον με κάτι περισσότερο από δάνεια. Δίνουν δώρα. Τον πρώτο αιώνα ανατέθηκε στον Παύλο και στον Βαρνάβα να μεταφέρουν δωρεές από τους Χριστιανούς της Μικράς Ασίας στους αδελφούς τους στην Ιουδαία που υπέφεραν λόγω πείνας. (Πράξεις 11:29, 30) Έτσι και σήμερα, όταν κάποια συμφορά πλήξει τους αδελφούς τους, οι Χριστιανοί στέλνουν δώρα για να τους βοηθήσουν.
Με το ίδιο πνεύμα, ο Ιησούς προέτρεψε: «Τον θέλοντα να δανεισθή από σου μη αποστραφής.» (Ματθαίος 5:42) Έτσι ο Χριστιανός βλέπει τις προσωρινές δυσκολίες του αδελφού του σαν μια ευκαιρία να εκδηλώσει αγάπη. Πρέπει να δώσει όση βοήθεια μπορεί, δίνοντας ακόμη και δώρα ή δάνεια χωρίς τόκο. Χωρίς αμφιβολία, αν ο δανειστής που αναφέραμε προηγουμένως εφάρμοζε τις Χριστιανικές αρχές, θα έκανε κι’ αυτός το ίδιο.
Επιστροφή Δανεικών
Αυτό δεν σημαίνει ότι αυτός που δανείζεται δεν έχει υποχρέωση. Ο Παύλος προέτρεψε τους Χριστιανούς: «Εις μηδένα μη οφείλετε μηδέν ειμή το να αγαπάτε αλλήλους.» (Ρωμαίους 13:8) Γι’ αυτό, ο δανειζόμενος πρέπει να έχει συναίσθηση της υποχρεώσεώς του να πληρώσει το χρέος του όσο μπορεί γρηγορότερα. Δεν πρέπει να σκέπτεται ότι, επειδή αυτός που του δάνεισε τα χρήματα είναι πιο πλούσιος από τον ίδιο, δεν υπάρχει ανάγκη να τον ξεπληρώσει. Με τον ίδιο τρόπο δεν πρέπει να περιμένει ότι ένας συγχριστιανός, όπως ένας γιατρός ή ένας δικηγόρος, πρέπει να προσφέρει προσωπικές υπηρεσίες χωρίς πληρωμή.
Ο Ιησούς είπε: «Ας ήναι ο λόγος σας Ναι ναι, Ου ου.» (Ματθαίος 5:37) Με άλλα λόγια, ένας Χριστιανός πρέπει να τηρεί το λόγο του. Αν δανείζεται χρήματα και υπόσχεται να τα ξεπληρώσει, με κάποιο άλλο τρόπο μπαίνει σε χρέος, τότε πρέπει να κάνει το καλύτερο που μπορεί για να ξεπληρώσει το χρέος του. Για να βοηθηθεί να το κάνει αυτό, και για να είναι βέβαιο ότι δεν υπάρχει παρεξήγηση από καμιά πλευρά, είναι συνετό να γίνεται μια γραπτή συμφωνία, που να δείχνει το ποσόν, πώς πρόκειται να ξεπληρωθεί, και άλλα.
Δανεισμός με Τόκο
Δείχνει πάντοτε έλλειψη αγάπης να ζητάει κανείς τόκο; Όχι κατ’ ανάγκη. Είναι αξιοσημείωτο ότι, μολονότι οι Ιουδαίοι δεν έπρεπε να ζητούν τόκο από τους πατριώτες τους Ισραηλίτες, το πράγμα διέφερε με τους ξένους. «Εις τον ξένον δύνασαι να τοκίζης», έλεγε ο νόμος. (Δευτερονόμιον 23:20) Γιατί αυτή η διαφορά; Γιατί ένας ξένος στον Ισραήλ συνήθως ήταν επιχειρηματίας, και το δάνειο που έπαιρνε συνήθως ήταν για εμπορικούς σκοπούς. Γι’ αυτό, ήταν πολύ λογικό αυτός που δάνειζε τα χρήματα να συμμετέχει στα κέρδη που θα έφερναν, και μπορούσε να το κάνει αυτό ζητώντας τόκο.
Ο Ιησούς δεν είχε αντίρρηση για την αρχή να δανείζει κανείς χρήματα με τόκο. Το έδειξε αυτό σε μια απ’ τις παραβολές του. Μίλησε για έναν άνθρωπο ευγενικής καταγωγής που πήγε μακριά για ένα διάστημα και άφησε χρήματα στους δούλους του. Όταν γύρισε τους κάλεσε να δώσουν λογαριασμό, και βρήκε ότι οι περισσότεροι δούλοι είχαν επενδύσει τα χρήματα και είχαν κερδίσει. Αυτούς τους επαίνεσε. Ένας δούλος, όμως, δεν είχε επενδύσει τα χρήματα· έτσι δεν είχε να δείξει κάποιο κέρδος. Δεν τα είχε βάλει ούτε στην τράπεζα—που στην πραγματικότητα θα ήταν δανεισμός στην τράπεζα για εμπορική χρήση—και να πάρει κάποιο τόκο. Αυτός ο δούλος επιπλήχτηκε από τον κύριό του.—Λουκάς 19:11-24.
Τι θα πούμε για την εποχή μας; Δυο Χριστιανές γυναίκες έκαναν μια εμπορική συμφωνία. Η μια δάνειζε στην άλλη 20 δολλάρια (ΗΠΑ) κάθε μέρα. Αυτή που τα δανείστηκε θα αγόραζε τρόφιμα που θα πουλούσε στην αγορά. Στο τέλος κάθε μέρας θα είχε γύρω στα 25 δολλάρια, από τα οποία θα έδινε τα 21 πίσω στη δανείστρια, και θα κρατούσε τα τέσσερα δολλάρια για τον εαυτό της. Στη χώρα εκείνη τα τέσσερα δολάρια είναι ένα κανονικό μεροκάματο.
Σ’ ένα άλλο μέρος του κόσμου, ένας Χριστιανός διηύθυνε μια οικογενειακή επιχείρηση. Λόγω της τεχνολογικής προόδου, ήξερε ότι η επιχείρησή του σύντομα θα ήταν απαρχαιωμένη. Αλλά υπήρχε μια ευκαιρία να μεταπηδήσει σ’ έναν άλλο τομέα. Το μόνο πρόβλημα ήταν ότι χρειαζόταν περισσότερα χρήματα. Έτσι δανείστηκε από ένα συγχριστιανό του, και υποσχέθηκε να του πληρώνει κάθε μήνα ένα ορισμένο τόκο για το δάνειο.
Μήπως οποιαδήποτε από τις παραπάνω συμφωνίες ήταν αντίθετη με το πνεύμα του νόμου που είχε δώσει ο Θεός στους Ισραηλίτες ότι δεν έπρεπε να ζητούν τόκο ο ένας από τον άλλο; Διόλου! Όταν ένα άτομο δεν έχει μεγάλη ανάγκη, αλλά θέλει να πάρει δάνειο—ίσως για εμπορικούς λόγους—δεν υπάρχει λόγος να μη ζητήσει ο δανειστής τόκο. Πόσο τόκο; Αυτό εξαρτάται, ανάμεσα σ’ άλλα, και από το είδος του δανείου που γίνεται, τι συμφωνεί το κάθε μέρος, και από το νόμο του κράτους. Στην πρώτη συμφωνία που αναφέραμε, το 5 τα εκατό τόκο τη μέρα μπορεί να φαίνεται πάρα πολύ. Αλλά ο δανειζόμενος στην πραγματικότητα κέρδιζε 25 τα εκατό και ήταν ευχαριστημένος να δώσει κάτι απ’ αυτό στον δανειστή του.
Βέβαια, αν αργότερα δημιουργηθούν προβλήματα, δεν φαίνεται λογικό ότι πρέπει ο χρεώστης να παραπονιέται ότι ο τόκος ήταν πολύ μεγάλος, αν αρχικά ελεύθερα και πρόθυμα συμφώνησε να τον πληρώνει. Κι εδώ, πάλι, είναι συνετό να γράφονται οι όροι του δανείου, για να αποφεύγονται παρεξηγήσεις κατόπιν.
Ευκαιρίες για Εκδήλωση Αγάπης
Όταν αυτές οι συναλλαγές προχωρούν ομαλά, μπορούν να ωφελήσουν όλους. Αλλ’ αυτός είναι ένας αβέβαιος κόσμος, και συχνά τα πράγματα πηγαίνουν στραβά. Για παράδειγμα τι θα γινόταν αν λήστευαν τη γυναίκα που αναφέραμε προηγουμένως και η οποία δανειζόταν 20 δολλάρια κάθε μέρα; Ή τι θα γινόταν αν η εμπορική συμφωνία που έγινε ανάμεσα στους δύο άνδρες δεν πήγαινε καλά όπως έλπιζαν και ο δανειστής δεν μπορούσε να πληρώσει τον υποσχεμένο τόκο;
Η Γραφή δεν δίνει κανόνες για το πώς πρέπει να τακτοποιούνται αυτά τα προβλήματα, αλλά και πάλι ισχύει η υποχρέωση: «Θέλεις αγαπά τον πλησίον σου ως σεαυτόν.» (Ματθαίος 22:39) Αν και τα δυο μέρη δείχνουν γνήσιο ενδιαφέρον ο ένας για τα συμφέροντα του άλλου και επίσης έχουν πνεύμα πρακτικής σοφίας, βλέποντας την κατάσταση ρεαλιστικά και δεχόμενοι λογικές συστάσεις, τότε τα ζητήματα μπορούν να λυθούν συνήθως μ’ ένα καλό τρόπο.
Ασφαλώς, ο απόστολος Παύλος δεν συνέστησε να φέρνουν οι Χριστιανοί τους αδελφούς τους στα δικαστήρια για οικονομικούς λόγους. Είπε: «Τώρα λοιπόν είναι διόλου ελάττωμα εις εσάς, ότι έχετε κρίσεις μεταξύ σας. Δια τι μάλλον δεν αδικείσθε; δια τι μάλλον δεν αποστερείσθε;»—1 Κορινθίους 6:7.
Ο Χριστιανός οφειλέτης, επειδή δεν είναι «αισχροκερδής», πρέπει να θέλει να ξεπληρώσει το χρέος του. (1 Τιμόθεον 3:8) Η Γραφή μάς λέει ότι «δανείζεται ο ασεβής και δεν αποδίδει.» (Ψαλμός 37:21) Μολονότι μπορούν να παρουσιαστούν απροσδόκητες δυσκολίες, και πάλι δεν θέλει να τον κατατάξουν ανάμεσα στους ‘ασεβείς’. Πρέπει να θέλει να είναι άτομο που δεν ‘οφείλει σε κανένα τίποτα’ εκτός από αγάπη. (Ρωμαίους 13:8) Έτσι, πρέπει να ενεργεί έντιμα και να μη ζητάει νομικά παραθυράκια για να ξεφύγει από τις υποχρεώσεις του.
Από την άλλη μεριά, ο δανειστής πρέπει να είναι ρεαλιστής στις προσδοκίες του. Καταλαβαίνει ότι όταν δανείζει αυτό περιλαμβάνει ορισμένο βαθμό κινδύνου. Γι’ αυτό, δεν πρέπει να πιέζει αφόρητα τον οφειλέτη. Ίσως να μην υπάρχουν εκείνη τη στιγμή τα χρήματα για να πληρωθεί. Πολλοί Χριστιανοί σε τέτοιες περιστάσεις έδειξαν ότι δεν είναι ‘φιλάργυροι’, δίνοντας παράταση για να πληρωθεί το χρέος, ή δεχόμενοι μια λογική τακτοποίηση. (1 Τιμόθεον 3:3) Μερικοί ξέγραψαν τελείως την οφειλή.
Η συζήτηση που έγινε για τα προβλήματα που μπορούν να δημιουργηθούν από το δανεισμό χρημάτων φέρνει ένα ακόμη ερώτημα: «Είναι πραγματικά αναγκαίος ο δανεισμός;» Η Βίβλος δεν καταδικάζει το δανεισμό χρημάτων όταν υπάρχει ανάγκη. Αλλά συχνά δεν υπάρχει ανάγκη. Πολλές φορές η «επιθυμία των οφθαλμών» είναι πιο δυνατή από την ικανότητα της τσέπης μας, και οι άνθρωποι δανείζονται χρήματα για να αγοράσουν πολυτελή πράγματα που δεν χρειάζονται πραγματικά. (1 Ιωάννου 2:16) Τελικά όμως ο λογαριασμός πρέπει να πληρωθεί. Γι’ αυτό η Βίβλος καθαρά προειδοποιεί: «Ο δανειζόμενος είναι δούλος του δανείζοντος.»—Παροιμίαι 22:7.
Πάντως, όταν χρειάζεται να γίνει δανεισμός χρημάτων ανάμεσα σε Χριστιανούς, αυτό συχνά δίνει την ευκαιρία να εκδηλωθούν Χριστιανικές ιδιότητες. Για παράδειγμα, μια ειλικρινής επιθυμία να εκπληρώσουμε τις υποχρεώσεις μας, ένα βαθιά ριζωμένο ενδιαφέρον για το καλό των άλλων και η αποφυγή της φιλοχρηματίας θα βοηθήσουν ώστε ο δανεισμός των χρημάτων να γίνει με Χριστιανική αγάπη. Με τον τρόπο αυτό θα υπακούσουμε στη Βιβλική εντολή: «Πάντα τα έργα υμών ας γίνωνται εν αγάπη.»—1 Κορινθίους 16:14.