Η Ζωή και η Διακονία του Ιησού
Η Ελπίδα της Ανάστασης
Ο ΙΗΣΟΥΣ φτάνει τελικά στα προάστια της Βηθανίας, ενός χωριού που απέχει περίπου 3 χιλιόμετρα από την Ιερουσαλήμ. Έχουν περάσει μόνο λίγες μέρες από το θάνατο και την ταφή του Λάζαρου. Οι αδελφές του, η Μαρία και η Μάρθα, εξακολουθούν να πενθούν και πολλοί έχουν έρθει στο σπίτι τους για να τις παρηγορήσουν.
Ενόσω αυτές πενθούν, κάποιος πληροφορεί τη Μάρθα ότι ο Ιησούς έρχεται. Έτσι, αυτή φεύγει και τρέχει να τον συναντήσει, προφανώς χωρίς να το πει στην αδελφή της. Όταν συναντάει τον Ιησού, η Μάρθα επαναλαμβάνει κάτι που κι εκείνη κι η αδελφή της πρέπει να έχουν πει πολλές φορές τις τελευταίες τέσσερις μέρες: ‘Αν ήσουν εδώ, ο αδελφός μου δεν θα είχε πεθάνει’.
Ωστόσο, η Μάρθα εκφράζει ελπίδα, υπονοώντας ότι, παρ’ όλα αυτά, ίσως ο Ιησούς κάνει κάτι για τον αδελφό της. ‘Ξέρω ότι όσα ζητήσεις από τον Θεό, ο Θεός θα σου τα δώσει’, λέει.
‘Ο αδελφός σου θα αναστηθεί’, υπόσχεται ο Ιησούς.
Η Μάρθα έχει την εντύπωση ότι ο Ιησούς μιλάει για μια μελλοντική επίγεια ανάσταση, την οποία περίμεναν επίσης ο Αβραάμ και άλλοι δούλοι του Θεού. Έτσι απαντάει: ‘Ξέρω ότι θα αναστηθεί στην ανάσταση, την τελευταία μέρα’.
Ωστόσο, ο Ιησούς δίνει ελπίδα για άμεση ανακούφιση απαντώντας: ‘Εγώ είμαι η ανάσταση και η ζωή’. Υπενθυμίζει στη Μάρθα ότι ο Θεός του έχει δώσει εξουσία πάνω στο θάνατο, λέγοντας: ‘Αυτός που ασκεί πίστη σε μένα, ακόμη κι αν πεθάνει, θα ξαναγυρίσει στη ζωή· και καθένας που ζει και ασκεί πίστη σε μένα δεν θα πεθάνει ποτέ’.
Ο Ιησούς δεν υπονοεί στη Μάρθα ότι οι πιστοί που ήταν τότε ζωντανοί δεν θα πεθάνουν ποτέ. Όχι, αλλά το σημείο που τονίζει είναι ότι η άσκηση πίστης σ’ αυτόν μπορεί να οδηγήσει σε αιώνια ζωή. Οι περισσότεροι άνθρωποι θα απολαύσουν τέτοια ζωή ως αποτέλεσμα της ανάστασής τους την τελευταία μέρα. Αλλά άλλοι, που είναι πιστοί, θα επιζήσουν από το τέλος αυτού του συστήματος πραγμάτων στη γη και γι’ αυτούς τα λόγια του Ιησού θα αποδειχτούν αληθινά με μια εντελώς κατά γράμμα έννοια. Αυτοί δεν θα πεθάνουν ποτέ! Μετά απ’ αυτή την αξιοσημείωτη δήλωση, ο Ιησούς ρωτάει τη Μάρθα: ‘Το πιστεύεις αυτό;’
‘Ναι, Κύριε’, του απαντάει εκείνη. ‘Έχω πιστέψει ότι εσύ είσαι ο Χριστός, ο Γιος του Θεού, Αυτός που έρχεται στον κόσμο’.
Κατόπιν η Μάρθα τρέχει να φωνάξει την αδελφή της, λέγοντάς της ιδιαιτέρως: ‘Ο Δάσκαλος είναι εδώ και σε φωνάζει’. Η Μαρία φεύγει αμέσως από το σπίτι. Όταν οι άλλοι τη βλέπουν να φεύγει, την ακολουθούν, υποθέτοντας ότι πηγαίνει στο μνήμα.
Όταν συναντάει τον Ιησού, η Μαρία πέφτει στα πόδια του κλαίγοντας. ‘Κύριε, αν ήσουν εδώ, ο αδελφός μου δεν θα είχε πεθάνει’, λέει. Ο Ιησούς συγκινείται βαθιά όταν βλέπει ότι η Μαρία και τα πλήθη των ανθρώπων που την ακολουθούν κλαίνε. ‘Πού τον έχετε βάλει;’ ρωτάει εκείνος.
‘Κύριε, έλα και δες’, απαντούν αυτοί.
Κι ο Ιησούς επίσης δακρύζει, κάνοντας τους Ιουδαίους να πουν: ‘Κοιτάξτε πόση αγάπη είχε γι’ αυτόν!’
Μερικοί θυμούνται ότι πριν από λίγους μήνες, στη διάρκεια της Γιορτής της Σκηνοπηγίας, ο Ιησούς είχε θεραπεύσει ένα νέο άντρα που είχε γεννηθεί τυφλός, και ρωτούν: ‘Δεν ήταν ικανός αυτός ο άνθρωπος, που άνοιξε τα μάτια του τυφλού, να μην αφήσει αυτόν εδώ να πεθάνει;’ Ιωάννης 5:21· 6:40· 9:1-7· 11:17-37.
◆ Πότε φτάνει τελικά ο Ιησούς κοντά στη Βηθανία, και ποια είναι η κατάσταση εκεί;
◆ Ποια βάση έχει η Μάρθα για πίστη σε μια ανάσταση;
◆ Πώς επηρεάζεται ο Ιησούς από το θάνατο του Λάζαρου;