-
ΑγιασμόςΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
Αγιασμός Τόπων. Ο τόπος όπου κατοικεί ο Ιεχωβά, ή οποιοσδήποτε τόπος όπου κατοικεί αυτός αντιπροσωπευτικά, είναι καθαγιασμένος ή άγιος τόπος, αγιαστήριο. Η σκηνή της μαρτυρίας στην έρημο και οι ναοί που χτίστηκαν αργότερα από τον Σολομώντα και τον Ζοροβάβελ (ο τελευταίος ανοικοδομήθηκε και επεκτάθηκε από τον Ηρώδη τον Μέγα) προσδιορίζονταν ως μικντάς ή κόδες, “ξεχωρισμένοι” ή “άγιοι” τόποι. Καθώς βρίσκονταν ανάμεσα σε έναν αμαρτωλό λαό, αυτοί οι τόποι έπρεπε κατά καιρούς να εξαγνίζονται (με τυπικό, δηλαδή εξεικονιστικό, τρόπο) από μολύσματα μέσω ραντίσματος με το αίμα ζώων που προσφέρονταν ως θυσία.—Λευ 16:16.
Ιερουσαλήμ. Παρόμοια η Ιερουσαλήμ, η πόλη του Μεγάλου Βασιλιά (Ψλ 48:1, 2· 135:21), καθώς και η τοποθεσία όπου ήταν χτισμένη θεωρούνταν αγιασμένες. (Ησ 48:1, 2· 52:1· Νε 11:1· Δα 9:24) Αντίστοιχα και η Νέα Ιερουσαλήμ, η ουράνια πόλη, αποτελεί αγιαστήριο στο οποίο επιτρέπεται να εισέλθουν μόνο αγιασμένα άτομα, όχι όσοι επιδίδονται σε οποιαδήποτε μορφή ακαθαρσίας (όπως πνευματισμό, πορνεία, φόνο, ειδωλολατρία και ψέμα).—Απ 21:2· 22:14, 15, 19.
Ο κήπος της Εδέμ—αγιαστήριο. Στον κήπο της Εδέμ ο Ιεχωβά συνομίλησε με τον Αδάμ και την Εύα και τους έδωσε οδηγίες. Εκείνος ο τόπος ήταν καθαρός, χωρίς αμαρτία, τέλειος, ένας τόπος όπου ο άνθρωπος απολάμβανε ειρήνη με τον Θεό. (Γε 1:28· 2:8, 9· 3:8, 9· Δευ 32:4) Γι’ αυτό, ο Αδάμ και η Εύα εκδιώχθηκαν από εκεί όταν στασίασαν. Εκείνος ο παράδεισος ήταν τόπος τον οποίο ξεχώρισε ή αγίασε ο Θεός για να κατοικείται από καθαρά, δίκαια άτομα. Εφόσον ο Αδάμ και η Εύα ήταν πια αμαρτωλοί, εκδιώχθηκαν για να μην μπορούν να φάνε από το δέντρο της ζωής και ως εκ τούτου, παρότι ήταν αμαρτωλοί, να ζήσουν για πάντα.—Γε 3:22-24.
-
-
ΑγιαστήριοΕνόραση στις Γραφές, Τόμος 1
-
-
ΑΓΙΑΣΤΗΡΙΟ
Τόπος ξεχωρισμένος για τη λατρεία του Θεού ή άλλων θεών, άγιος τόπος, θεϊκό κατοικητήριο. (1Χρ 22:19· Ησ 16:12· Ιεζ 28:18· Αμ 7:9, 13) Το «αγιαστήριο» δεν είναι κατ’ ανάγκην κάποιο ιδιαίτερο κτίριο, διότι εκείνο που βρισκόταν στη Συχέμ, σύμφωνα με τα εδάφια Ιησούς του Ναυή 24:25, 26, μπορεί απλώς να ήταν η τοποθεσία όπου ο Αβραάμ είχε ανεγείρει ένα θυσιαστήριο πριν από αιώνες. (Γε 12:6, 7) Ωστόσο, η λέξη «αγιαστήριο» προσδιορίζει συχνά είτε τη σκηνή της μαρτυρίας (Εξ 25:8, 9) είτε το ναό της Ιερουσαλήμ. (1Χρ 28:10· 2Χρ 36:17· Ιεζ 24:21) Η συγκεκριμένη λέξη, όπως εφαρμόζεται στη σκηνή της μαρτυρίας, μπορεί να σημαίνει ολόκληρη τη σκηνή και την αυλή της (Εξ 25:8, 9· Λευ 21:12, 23), τον εξοπλισμό και τα σκεύη του αγιαστηρίου (Αρ 10:21· παράβαλε Αρ 3:30, 31) ή μπορεί να αναφέρεται στα Άγια των Αγίων (Λευ 16:16, 17, 20, 33).
Εφόσον ήταν άγιος τόπος, το αγιαστήριο του Θεού έπρεπε να διατηρείται αμόλυντο. (Αρ 19:20· Ιεζ 5:11) Συνεπώς, οι Ισραηλίτες έπρεπε να “νιώθουν δέος” για τον ιδιαίτερο αυτό χώρο όπου κατοικούσε αντιπροσωπευτικά ο Θεός. (Λευ 19:30· 26:2) Όταν εξορίστηκαν από την Υποσχεμένη Γη, δεν είχαν πλέον κάποιο υλικό αγιαστήριο. Ο Ιεχωβά, όμως, υποσχέθηκε ότι ο ίδιος θα γινόταν, σαν να λέμε, «αγιαστήριο» για αυτούς.—Ιεζ 11:16.
Η λέξη ναός του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου χρησιμοποιείται με ευρεία έννοια αναφερόμενη σε ολόκληρο το κτιριακό συγκρότημα του ναού (Ιωα 2:20) ή στο κεντρικό κτίριο, του οποίου τα δύο τμήματα, τα Άγια και τα Άγια των Αγίων, χωρίζονταν με μια κουρτίνα. (Ματ 27:51) Για παράδειγμα, όταν ο Ζαχαρίας πήγε μέσα «στο αγιαστήριο» να προσφέρει θυμίαμα, μπήκε στα «Άγια», επειδή εκεί βρισκόταν το θυσιαστήριο του θυμιάματος.—Λου 1:9-11.
Το κατοικητήριο του Θεού στους ουρανούς είναι αγιαστήριο, δηλαδή άγιος τόπος. Σε αυτό το ουράνιο αγιαστήριο είδε ο απόστολος Ιωάννης σε όραμα την κιβωτό της διαθήκης μετά το σάλπισμα της “έβδομης σάλπιγγας”. (Απ 11:15, 19) Κατόπιν είδε αγγέλους να προβάλλουν από αυτό το αγιαστήριο και άκουσε μια «δυνατή φωνή» που έβγαινε από εκεί όταν άδειασαν οι «εφτά κούπες» του θυμού του Θεού.—Απ 14:15, 17· 15:5, 6, 8· 16:1, 17.
Αναφορικά με την επίγεια αυλή του μεγάλου πνευματικού ναού του Θεού, ειπώθηκε στον απόστολο Ιωάννη σε όραμα: «Σήκω και μέτρησε το αγιαστήριο του ναού του Θεού και το θυσιαστήριο και εκείνους που προσφέρουν λατρεία μέσα σε αυτό. Την αυλή, όμως, που είναι έξω από το αγιαστήριο του ναού, άφησέ την εντελώς έξω και μην τη μετρήσεις, επειδή έχει δοθεί στα έθνη, και αυτά θα καταπατήσουν την άγια πόλη σαράντα δύο μήνες». (Απ 11:1, 2) Ο ναός που αναφέρεται εδώ δεν μπορεί να είναι της Ιερουσαλήμ, διότι εκείνο το οικοδόμημα είχε καταστραφεί πριν από τρεις σχεδόν δεκαετίες. Εφόσον τα έθνη ήταν επίγεια, δεν θα μπορούσε παρά να τους «δοθεί» αυλή που βρισκόταν επίσης στη γη. Επομένως, αυτή η αυλή πρέπει να συμβολίζει μια κατάσταση την οποία απολαμβάνουν οι χρισμένοι ακόλουθοι του Ιησού όσο είναι εδώ στη γη. Αν και θα ήταν αδύνατον να καταπατήσουν τα έθνη έναν ουράνιο τόπο, θα μπορούσαν όμως να μεταχειριστούν με εξευτελιστικό τρόπο όσους είχαν γεννηθεί από το πνεύμα του Θεού για να είναι γιοι του και επρόκειτο να λάβουν ουράνια κληρονομιά μαζί με τον Χριστό. (Απ 3:12) Παρόμοια, οι προφητείες του Δανιήλ σχετικά με το ότι «ο σταθερός τόπος του αγιαστηρίου του» θα ριχνόταν κάτω (Δα 8:11) και το αγιαστήριο θα βεβηλωνόταν (Δα 11:31) φαίνεται να αναφέρονται σε γεγονότα που σχετίζονται με όσους υπηρετούν ως υφιερείς στο μεγάλο πνευματικό ναό του Θεού.
Τα μέλη της Χριστιανικής εκκλησίας, του σώματος του Χριστού, αποτελούν έναν ναό, ή αλλιώς αγιαστήριο, όπου ο Θεός κατοικεί μέσω πνεύματος.—1Κο 3:17· Εφ 2:21, 22· 1Πε 2:5, 9· βλέπε ΝΑΟΣ (Χρισμένοι Χριστιανοί—Ένας Πνευματικός Ναός).
-