ΑΘΑΝΑΣΙΑ
Η λέξη ἀθανασία του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου προέρχεται από τη λέξη ἀθάνατος η οποία σχηματίζεται από το στερητικό μόριο α και τη λέξη θάνατος, αναφέρεται δε στο είδος της συγκεκριμένης ζωής, στο ότι είναι ατελεύτητη και ακατάστρεπτη. (1Κο 15:53, 54· 1Τι 6:16) Η λέξη ἀφθαρσία του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου χαρακτηρίζει κάτι που δεν υπόκειται σε αλλοίωση, φθορά ή αφανισμό.—Ρω 2:7· 1Κο 15:42, 50, 53· Εφ 6:24· 2Τι 1:10.
Οι Εβραϊκές Γραφές δεν περιέχουν μεν τις λέξεις «αθάνατος» ή «αθανασία» αλλά παρ’ όλα αυτά δείχνουν ότι ο Ιεχωβά Θεός, ως η Πηγή κάθε ζωής, δεν υπόκειται στο θάνατο και συνεπώς είναι αθάνατος. (Ψλ 36:7, 9· 90:1, 2· Αββ 1:12) Αυτό το γεγονός υπογραμμίζεται και από τον Χριστιανό απόστολο Παύλο ο οποίος αναφέρεται στον Θεό ως τον «Βασιλιά . . . της αιωνιότητας, τον άφθαρτο».—1Τι 1:17.
Όπως δείχνει το λήμμα ΨΥΧΗ, οι Εβραϊκές Γραφές καθιστούν επίσης σαφές ότι ο άνθρωπος δεν είναι εγγενώς αθάνατος. Τα εδάφια που αναφέρουν ότι η ανθρώπινη ψυχή (εβρ., νέφες) πεθαίνει, οδεύει προς τον τάφο και εξολοθρεύεται είναι πολυάριθμα. (Γε 17:14· Ιη 10:32· Ιωβ 33:22· Ψλ 22:29· 78:50· Ιεζ 18:4, 20) Όπως είναι φυσικό, οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές απηχούν την ίδια αντίληψη για τη λέξη ψυχή του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, και αντίστοιχα περιέχουν αναφορές στο θάνατο της ψυχής. (Ματ 26:38· Μαρ 3:4· Πρ 3:23· Ιακ 5:20· Απ 8:9· 16:3) Συνεπώς, οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές δεν αμφισβητούν ούτε αλλοιώνουν τη θεόπνευστη διδασκαλία των Εβραϊκών Γραφών ότι ο άνθρωπος—η ανθρώπινη ψυχή—είναι θνητός, υποκείμενος στο θάνατο. Παρ’ όλα αυτά, οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές αποκαλύπτουν ότι ο Θεός έχει σκοπό να χορηγήσει αθανασία σε ορισμένους υπηρέτες του.
Με ποια έννοια είναι ο Ιησούς «ο μόνος που έχει αθανασία»;
Ο πρώτος που σύμφωνα με την Αγία Γραφή ανταμείφθηκε με το δώρο της αθανασίας είναι ο Ιησούς Χριστός. Το ότι αυτός δεν κατείχε αθανασία προτού τον αναστήσει ο Θεός φαίνεται από τα θεόπνευστα λόγια του αποστόλου Παύλου στο εδάφιο Ρωμαίους 6:9: «Ο Χριστός, τώρα που έχει εγερθεί από τους νεκρούς, δεν πεθαίνει πια· ο θάνατος δεν τον εξουσιάζει πια». (Παράβαλε Απ 1:17, 18.) Γι’ αυτό και τα εδάφια 1 Τιμόθεο 6:15, 16, τα οποία τον περιγράφουν ως “τον Βασιλιά εκείνων που κυβερνούν ως βασιλιάδες και Κύριο εκείνων που κυβερνούν ως κύριοι”, δείχνουν ότι ο Ιησούς διαφέρει από όλους τους άλλους βασιλιάδες και κυρίους ως προς το ότι αυτός είναι «ο μόνος που έχει αθανασία». Οι άλλοι βασιλιάδες και κύριοι, εφόσον είναι θνητοί, πεθαίνουν, όπως επίσης πέθαιναν και οι αρχιερείς του Ισραήλ. Εντούτοις, ο δοξασμένος Ιησούς, ο διορισμένος από τον Θεό Αρχιερέας κατά την τάξη του Μελχισεδέκ, έχει “ακατάστρεπτη ζωή”.—Εβρ 7:15-17, 23-25.
Η λέξη “ακατάστρεπτη” αποδίδει εδώ τη λέξη ἀκατάλυτος του πρωτότυπου ελληνικού κειμένου, που σημαίνει κατά κυριολεξία «αδιάλυτος» (Εβρ 7:16), και είναι σύνθετη λέξη, αποτελούμενη από το στερητικό μόριο α και το ρήμα καταλύω, το οποίο σημαίνει «διαλύω», έννοια που συναντάμε στη δήλωση του Ιησού ότι οι πέτρες του ναού στην Ιερουσαλήμ θα γκρεμίζονταν (Ματ 24:1, 2· καταλυθήσεται, Κείμενο), καθώς και στα λόγια του Παύλου αναφορικά με τη διάλυση της επίγειας “σκηνής” των Χριστιανών, δηλαδή της επίγειας ζωής που βίωναν σε ανθρώπινα σώματα. (2Κο 5:1· καταλυθῇ, Κείμενο) Έτσι λοιπόν, η αθάνατη ζωή που χορηγήθηκε στον Ιησού με την ανάστασή του δεν είναι απλώς ατελεύτητη, αλλά είναι υπεράνω αλλοίωσης ή διάλυσης και υπεράνω καταστροφής.
Χορήγηση Αθανασίας στους Κληρονόμους της Βασιλείας. Στους χρισμένους Χριστιανούς που καλούνται να βασιλέψουν μαζί με τον Χριστό στους ουρανούς (1Πε 1:3, 4) δίνεται η υπόσχεση ότι θα έχουν ανάσταση όμοια με αυτήν του Χριστού. (Ρω 6:5) Επομένως, τα χρισμένα μέλη της Χριστιανικής εκκλησίας που πεθαίνουν πιστά ανασταίνονται σε αθάνατη πνευματική ζωή, σαν τον Κύριό τους και Κεφαλή τους, με αποτέλεσμα “αυτό που είναι θνητό να ντύνεται αθανασία”. (1Κο 15:50-54) Όπως στην περίπτωση του Ιησού, έτσι και στη δική τους περίπτωση, αθανασία δεν σημαίνει απλώς αιώνια ζωή ή απαλλαγή από το θάνατο. Το ότι χορηγείται η «δύναμη μιας ακατάστρεπτης ζωής» και σε αυτούς επίσης, ως συγκληρονόμους με τον Χριστό, φαίνεται από τη συσχέτιση που κάνει ο απόστολος Παύλος ανάμεσα στην αφθαρσία και στην αθανασία που αυτοί αποκτούν. (1Κο 15:42-49) Σε αυτούς «ο δεύτερος θάνατος δεν έχει εξουσία».—Απ 20:6· βλέπε ΑΦΘΑΡΣΙΑ.
Η χορήγηση αθανασίας στους κληρονόμους της Βασιλείας καθίσταται ιδιαίτερα αξιοσημείωτη λόγω του γεγονότος ότι ακόμη και οι άγγελοι του Θεού παρουσιάζονται ως θνητοί, αν και κατέχουν πνευματικά και όχι σάρκινα σώματα. Η θνητότητα των αγγέλων είναι προφανής, δεδομένης της καταδίκης σε θάνατο που απαγγέλθηκε εναντίον του πνευματικού γιου ο οποίος έγινε ο Αντίδικος του Θεού, ή Σατανάς, καθώς και εναντίον των αγγέλων που ακολούθησαν την ίδια σατανική πορεία και «δεν κράτησαν την αρχική τους θέση αλλά εγκατέλειψαν την κατοικία που τους άρμοζε». (Ιου 6· Ματ 25:41· Απ 20:10, 14) Επομένως, η χορήγηση «ακατάστρεπτης ζωής» (Εβρ 7:16) ή ακατάλυτης ζωής σε όσους Χριστιανούς αποκτούν το προνόμιο να βασιλέψουν με τον Γιο του Θεού στην ουράνια Βασιλεία καταδεικνύει έξοχα την εμπιστοσύνη που έχει ο Θεός σε αυτούς.—Βλέπε ΖΩΗ· ΟΥΡΑΝΟΣ (Η οδός για την ουράνια ζωή).