ΠΕΝΘΟΣ
Το πένθος στους λαούς της Ανατολής συνοδευόταν συνήθως από έντονη εξωτερίκευση της λύπης, κάτι που αντανακλάται στις Βιβλικές αφηγήσεις σχετικά με περιόδους πένθους. Ένα ολόκληρο βιβλίο της Γραφής, οι Θρήνοι, αποτελεί έκφραση πένθους για την κατάληξη της Ιερουσαλήμ.
Αιτίες Πένθους. Οι άνθρωποι πενθούσαν για να εκδηλώσουν μετάνοια (Νε 9:1, 2· Ιων 3:5-9) ή εξαιτίας επαπειλούμενης συμφοράς (Εσθ 4:3· Ιερ 6:26· Αμ 5:16, 17) ή κάποιας υφιστάμενης ολέθριας κατάστασης (Ιωλ 1:5-14). Η κοινότερη αιτία πένθους ήταν, βεβαίως, ο θάνατος. Ο θάνατος ενός μέλους της άμεσης οικογένειας έδινε το έναυσμα για περίοδο πένθους (Γε 23:2· 27:41· 37:33-35), ενώ ο θάνατος του γονέα ή του μοναχογιού περιγράφεται ως κατάσταση που προκαλούσε βαθύτατη λύπη. (Ψλ 35:14· Αμ 8:10· Ζαχ 12:10) Ο θάνατος ενός εθνικού ηγέτη σηματοδοτούσε περιόδους πένθους διάρκειας 7 ως 30 ημερών. (Αρ 20:29· Δευ 34:8· 1Σα 31:8, 12, 13) Οι Αιγύπτιοι έκλαιγαν για το θάνατο του πατέρα του Ιωσήφ, του Ιακώβ, 70 ημέρες, ενώ ακολούθησε επιπρόσθετη 7ήμερη περίοδος τελετών πένθους στη Χαναάν.—Γε 50:3-11.
Εκδηλώσεις Λύπης. Οι άνθρωποι εκδήλωναν το πένθος τους με φωνές και κλάματα, καθώς επίσης με παραμόρφωση της εμφάνισης, με νηστείες ή άλλου είδους αποχή από τις φυσιολογικές δραστηριότητες. Εκτός του ότι έκλαιγαν, μπορεί επίσης να θρηνούσαν ή να έβγαζαν δυνατές και πικρές κραυγές (2Σα 1:11, 12· Εσθ 4:1), να χτυπούσαν το στήθος τους (Ησ 32:11, 12· Να 2:7· Λου 8:52), πολλές φορές να έσκιζαν τα ενδύματά τους (Κρ 11:35· 2Βα 22:11, 19), να έριχναν χώμα ή στάχτες πάνω στο κεφάλι τους και να φορούσαν σάκο (2Σα 13:19· 2Βα 6:30· Ιωβ 2:11, 12), να έβγαζαν τα σανδάλια τους και να κάλυπταν το κεφάλι ή το πρόσωπό τους (2Σα 15:30· 19:4), να ξερίζωναν ή να έκοβαν τα μαλλιά τους και να ξύριζαν τη γενειάδα τους (Ιωβ 1:20· Εσδ 9:3· Ιερ 41:5), ενώ ορισμένοι, ακολουθώντας ειδωλολατρικά έθιμα, έκαναν τομές στο σώμα τους (Ιερ 16:6· 47:5). Παράλληλα με τη νηστεία, μπορεί κάποιος να μην αλειβόταν με λάδι ή να μην έπλενε τα ενδύματά του (2Σα 14:2· 19:24· Δα 10:2, 3), και μερικές φορές μπορεί να καθόταν στο έδαφος ή μέσα σε στάχτες.—2Σα 13:31· Ιωβ 2:8· Ησ 3:26.
Ενίοτε συνέθεταν μελαγχολικές ελεγείες ως πένθιμα τραγούδια. (2Σα 1:17-27· 3:33, 34· 2Χρ 35:25) Ένα συγκεκριμένο είδος τραγουδιού ήταν το σιγκαγιών, εβραϊκός όρος που εμφανίζεται στην επιγραφή του 7ου Ψαλμού, ενώ ένας συγγενικός τύπος του συναντάται στο εδάφιο Αββακούμ 3:1. Επρόκειτο για σύνθεση υπό τη μορφή θρηνωδίας, η δε λέξη φαίνεται να υποδηλώνει ένα άκρως αισθαντικό τραγούδι με γρήγορες εναλλαγές ρυθμού. Ας σημειωθεί ότι και στις δύο αυτές αναφορές (Ψλ 7· Αββ 3:2-19) συνυπάρχουν το στοιχείο του κινδύνου, έντονες εκκλήσεις ή συναισθηματικά ξεσπάσματα και ακολούθως η χαρά σε σχέση με τον Ιεχωβά.
Μερικές φορές, προσλαμβάνονταν στις κηδείες επαγγελματίες θρηνωδοί, ενώ μουσικοί έπαιζαν πένθιμους σκοπούς. (Ιερ 9:17, 18· Ματ 9:23) Τα μικρά παιδιά που έπαιζαν στις αγορές τον καιρό της επίγειας διακονίας του Ιησού μιμούνταν αυτά τα άτομα. (Ματ 11:16, 17) Η φλογέρα ή ο αυλός ήταν το όργανο που προτιμούσαν για τις θρηνωδίες.—Ιερ 48:36· Ματ 9:23· βλέπε το σύγγραμμα του Ιώσηπου Ο Ιουδαϊκός Πόλεμος, Γ΄, 437 (ix, 5).
Ύστερα από την ταφή, οι γυναίκες είχαν τη συνήθεια να επισκέπτονται τον τάφο για να κλάψουν και να πενθήσουν. (Ιωα 11:31) Φαίνεται ότι κατά την περίοδο του πένθους παρέθεταν επικήδειο γεύμα, το οποίο ενίοτε ίσως έπαιρνε τη μορφή ειδικού συμποσίου.—Ωσ 9:4· Ιερ 16:5, 7.
Απαγορεύσεις Όσον Αφορά το Πένθος. Σε κάποιες περιπτώσεις ο λαός του Θεού, είτε σε συλλογική είτε σε ατομική βάση, έλαβε την οδηγία να μην πενθήσει για το θάνατο ορισμένων ατόμων, λόγου χάρη κάποιων που είχαν καταδικαστεί για αδικοπραγία. (Λευ 10:1, 2, 6) Ο προφήτης Ιεζεκιήλ διατάχθηκε να αποφύγει οποιαδήποτε σημεία πένθους για την εκλιπούσα σύζυγό του, προμηνύοντας έτσι ότι οι Ισραηλίτες που ήταν μαζί του στη Βαβυλώνα θα έμεναν τόσο κατάπληκτοι ώστε δεν θα πενθούσαν για τη θεϊκή εκτέλεση κρίσης εναντίον της Ιερουσαλήμ λόγω της απιστίας της. (Ιεζ 24:15-24) Ο Ιερεμίας έλαβε και αυτός κάπως παρόμοιες οδηγίες.—Ιερ 16:5-13.
Ορισμένα έθιμα πένθους ήταν απαγορευμένα υπό το Μωσαϊκό Νόμο, όπως η δημιουργία τομών στη σάρκα ή η πρόκληση “φαλακρότητας στα μέτωπα” (Λευ 19:28· Δευ 14:1) και η εσφαλμένη χρήση των δεκάτων σε σχέση με τους νεκρούς. (Δευ 26:12-14) Οι ιερείς μπορούσαν να πενθήσουν φανερά για ορισμένα μέλη της άμεσης οικογένειάς τους, πράγμα που όμως δεν επιτρεπόταν να κάνει ο αρχιερέας.—Λευ 21:1-6, 10-12.
Καιρός για Πένθος. Τα εδάφια Εκκλησιαστής 3:1, 4 δηλώνουν ότι υπάρχει «καιρός να κλαίει κανείς και καιρός να γελάει· καιρός να θρηνεί και καιρός να χοροπηδάει». Δεδομένης της θνήσκουσας κατάστασης όλης της ανθρωπότητας, αναφέρεται ότι η καρδιά των σοφών βρίσκεται «σε σπίτι πένθους» και όχι σε σπίτι συμποσίου. (Εκ 7:2, 4· παράβαλε Παρ 14:13.) Επομένως, ο σοφός αξιοποιεί την ευκαιρία που του δίνεται για να εκδηλώσει συμπόνια και να προσφέρει παρηγοριά και δεν αγνοεί μια τέτοια περίσταση προτιμώντας να αναζητάει απολαύσεις. Αυτό τον βοηθάει να θυμάται ότι και ο ίδιος είναι θνητός, καθώς επίσης να διατηρεί την κατάλληλη διάθεση καρδιάς απέναντι στον Δημιουργό του.
Στις Γραφές παρουσιάζονται καταστάσεις που δικαιολογημένα προκαλούν πένθος. Εκτός από το θάνατο αγαπημένων προσώπων (Γε 42:38· 44:31), οι απεχθείς και ατιμωτικές για τον Θεό συνήθειες της ψεύτικης θρησκείας αποτελούν αιτία για στεναγμούς και βογκητά (Ιεζ 9:4· παράβαλε 1Κο 5:2), είναι δε κατάλληλο να εκδηλώνει κανείς λύπη για τα σφάλματά του. (Ψλ 38:4, 6-10) Ο Ιεχωβά παροτρύνει όσους έχουν απομακρυνθεί από αυτόν: «Επιστρέψτε σε εμένα με όλη σας την καρδιά και με νηστεία και με κλάμα και με θρήνο. Και σκίστε την καρδιά σας και όχι τα ενδύματά σας». (Ιωλ 2:12, 13· παράβαλε Ιακ 4:8, 9.) Και αλλού επίσης δίνεται έμφαση, όχι στις εξωτερικές εκδηλώσεις θλίψης ή πένθους, αλλά στα εσωτερικά σκιρτήματα και στον πόνο της καρδιάς, που είναι χαρακτηριστικά γνωρίσματα της γνήσιας λύπης.—Ψλ 31:9, 10· Παρ 14:10· 15:13· Μαρ 14:72· Ιωα 16:6.
Ακόμη και ο Ιεχωβά λέει ότι νιώθει «λύπη στην καρδιά του». (Γε 6:6· παράβαλε Ησ 63:9.) Το άγιο πνεύμα του Θεού επίσης μπορεί να “λυπηθεί”. (Εφ 4:30) Εφόσον αυτό το πνεύμα επενεργεί στους υπηρέτες του Θεού ώστε να παράγουν καρπούς δικαιοσύνης (Γα 5:22-24), όσοι δεν εκτιμούν αυτή τη θεϊκή προμήθεια, όσοι αντιστέκονται στην επενέργεια του πνεύματος και όσοι πηγαίνουν αντίθετα προς την καθοδήγησή του στην πραγματικότητα το “λυπούν”.—Παράβαλε Ησ 63:10· 1Θε 5:19.
Ισορροπημένη Άποψη για το Πένθος. Τον καιρό της επίγειας διακονίας του Ιησού, οι άνθρωποι εξακολουθούσαν να πενθούν εξωτερικεύοντας έντονα τα συναισθήματά τους, και μάλιστα με θορυβώδη τρόπο. (Μαρ 5:38, 39) Μολονότι ο Ιησούς “στέναξε μέσα του” και έκλαψε σε αρκετές περιπτώσεις (Ιωα 11:33-35, 38· Λου 19:41· Μαρ 14:33, 34· Εβρ 5:7), πουθενά δεν αναφέρεται ότι εξωτερίκευσε τα συναισθήματά του με τους προαναφερθέντες κραυγαλέους τρόπους. (Παράβαλε Λου 23:27, 28.) Και οι μαθητές του εξωτερίκευαν τη λύπη και το πένθος τους. (Ματ 9:15· Ιωα 16:20-22· Πρ 8:2· 9:39· 20:37, 38· Φλπ 2:27) Ο Παύλος είπε ότι είχε «μεγάλη λύπη και ακατάπαυστο πόνο στην καρδιά» του για τους συγγενείς του κατά σάρκα που δεν είχαν γίνει πιστοί. (Ρω 9:2, 3) Φοβόταν ότι ίσως αναγκαζόταν να πενθήσει για κάποια μέλη της εκκλησίας της Κορίνθου που είχαν αμαρτήσει και δεν είχαν μετανοήσει ακόμη (2Κο 12:21), ανέφερε δε «κλαίγοντας» όσους είχαν παρεκκλίνει ώστε να περπατούν «ως εχθροί του ξύλου βασανισμού του Χριστού». (Φλπ 3:17-19) Έχοντας βαθιά και εγκάρδια ανησυχία για τη Χριστιανική εκκλησία (2Κο 2:1-4), ήταν στην κατάλληλη θέση να επισημαίνει σε άλλους την ανάγκη που υπήρχε να εκδηλώνουν κατανόηση και συμπόνια, “να κλαίνε με όσους κλαίνε”.—Ρω 12:15.
Ωστόσο, επειδή το πένθος και η λύπη οδηγούν σε εξάντληση (Ψλ 6:6, 7· Λου 22:45· Πρ 21:13· 2Κο 2:6, 7), η θλίψη των Χριστιανών εμφανίζεται πάντοτε να είναι μετριασμένη, ισορροπημένη, ακόμη δε και να επισκιάζεται από την ελπίδα και την ενισχυτική χαρά. (Ματ 5:4· 1Κο 7:29, 30· 2Κο 6:10· παράβαλε Νε 8:9-12.) Ακόμη και ο Βασιλιάς Δαβίδ, στη δική του εποχή, επέδειξε αναφορικά με το πένθος ισορροπημένη, λογική στάση, βασισμένη σε αρχές, και έτσι ενόσω το παιδί που συνελήφθη μέσω της μοιχικής σχέσης του με τη Βηθ-σαβεέ ήταν άρρωστο, εκείνος νήστευε και ξάπλωνε καταγής, εκζητώντας τον αληθινό Θεό για χάρη του παιδιού. Μόλις, όμως, πληροφορήθηκε το θάνατο του παιδιού, σηκώθηκε, πλύθηκε, αλείφτηκε με λάδι, άλλαξε ρούχα, προσευχήθηκε στον Ιεχωβά και ύστερα ζήτησε τροφή και άρχισε να τρώει. Εξηγώντας τις ενέργειές του στους έκπληκτους υπηρέτες του, δήλωσε: «Τώρα που πέθανε, γιατί να νηστεύω; Μήπως μπορώ να το ξαναφέρω πίσω; Εγώ θα πάω σε αυτό, αλλά αυτό δεν θα επιστρέψει σε εμένα». (2Σα 12:16, 19-23) Μεταγενέστερα, ωστόσο, χρειάστηκε να του μιλήσει ο Ιωάβ χωρίς περιστροφές για να τον βοηθήσει να ξεφύγει από την κατάσταση της βαθιάς λύπης στην οποία είχε περιέλθει λόγω του θανάτου του γιου του, του Αβεσσαλώμ.—2Σα 18:33· 19:1-8.
Μολονότι “όλη η δημιουργία στενάζει”, τα παθήματα του Χριστιανού είναι υποδεέστερα σε σχέση με την ένδοξη ελπίδα που βρίσκεται μπροστά του (Ρω 8:18-22· 1Πε 1:3-7), η δε υπόσχεση της ανάστασης του δίνει τη δύναμη να μη “λυπάται όπως και οι υπόλοιποι οι οποίοι δεν έχουν ελπίδα”.—1Θε 4:13, 14.
Το πένθος και η νηστεία χωρίς υπακοή στο λόγο του Ιεχωβά δεν αποφέρουν κανένα όφελος. (Ζαχ 7:2-7) Εντούτοις, «η λύπη με θεοσεβή τρόπο οδηγεί σε μετάνοια προς σωτηρία». Τέτοιου είδους λύπη προκύπτει όταν κάποιος θεωρεί την αδικοπραγία αμαρτία εναντίον του Θεού. Αυτή η λύπη τον υποκινεί να εκζητήσει τη συγχώρηση του Θεού και να μεταστραφεί από την εσφαλμένη πορεία του. «Η λύπη όμως του κόσμου παράγει θάνατο». Μολονότι κάποιος μπορεί να λυπάται για το ότι φανερώθηκε το σφάλμα του και ο ίδιος ζημιώθηκε, δεν επιθυμεί να λάβει τη συγχώρηση του Θεού. (2Κο 7:10, 11) Για παράδειγμα, τα δάκρυα που έχυσε ιδιοτελώς ο Ησαύ ελπίζοντας να επανακτήσει τα χαμένα του πρωτοτόκια δεν επηρέασαν τον Ισαάκ ή τον Θεό.—Εβρ 12:16, 17.
Μεταφορική και Προφητική Χρήση. Μεταφορικά, ακόμη και η γη παρουσιάζεται να πενθεί εξαιτίας της ερήμωσης που προκαλείται από στρατεύματα εισβολέων ή από κάποια πληγή. (Ιερ 4:27, 28· Ιωλ 1:10-12· αντιπαράβαλε Ψλ 96:11-13.) Όντας ερημωμένη, η γη θα γέμιζε ζιζάνια και θα παρουσίαζε παραμελημένη και αφρόντιστη όψη, όπως κάποιος που δεν έχει περιποιηθεί το πρόσωπο, τα μαλλιά ή τα ρούχα του ενόσω πενθεί. Παρόμοια, η γη που ερημώθηκε επειδή οι καλλιέργειές της καταστράφηκαν από κάποια πληγή αποτελεί πένθιμο θέαμα.
«Το σημείο του Γιου του ανθρώπου» και η αποκάλυψη του Χριστού θα κάνουν όλες τις φυλές της γης να «χτυπούν τον εαυτό τους θρηνώντας», ή αλλιώς «από λύπη». (Ματ 24:30· Απ 1:7) Προλέγεται ότι στη συμβολική “Βαβυλώνα τη Μεγάλη” θα έρθουν πληγές—θάνατος, πένθος και πείνα—«σε μία ημέρα», πράγμα που θα κάνει όσους ωφελούνταν από αυτήν να κλαίνε και να πενθούν. (Απ 18:2, 7-11, 17-19) Απεναντίας, η Νέα Ιερουσαλήμ φέρνει στη γη συνθήκες υπό τις οποίες τα δάκρυα, ο θάνατος, το πένθος, η κραυγή και ο πόνος παρέρχονται για πάντα.—Απ 21:2-4.