ΚΑΑΘΙΤΗΣ
(Κααθίτης) [Του (Από τον) Καάθ].
Απόγονος του πατριάρχη Καάθ, ενός από τους τρεις γιους του Λευί. (Γε 46:11· Αρ 26:57) Οι “Κααθίτες” ή «γιοι του Καάθ» διαιρούνταν, όντας απόγονοι των τεσσάρων γιων του Καάθ, σε τέσσερις οικογένειες: τους Αμραμίτες, τους Ισααρίτες, τους Χεβρωνίτες και τους Οζιηλίτες. (Αρ 3:19, 27) Αρχηγός τους όταν ο Ισραήλ στρατοπέδευε στο Όρος Σινά (1513 Π.Κ.Χ.) ήταν ο Ελιζαφάν, ο γιος του Οζιήλ.—Αρ 3:30.
Ο Μωυσής και ο Ααρών ήταν Κααθίτες από την οικογένεια των Αμραμιτών (Εξ 6:18, 20), ο δε στασιαστής Κορέ ήταν Κααθίτης από την οικογένεια των Ισααριτών (Αρ 16:1), όπως και ο πιστός προφήτης Σαμουήλ.—1Σα 1:1, 19, 20· 1Χρ 6:33-38.
Η απογραφή που έγινε στην έρημο του Σινά αποκάλυψε ότι υπήρχαν 8.600 άρρενες ηλικίας ενός μηνός και πάνω οι οποίοι ανήκαν στις οικογένειες των Κααθιτών. (Αρ 3:27, 28) Σύμφωνα με ορισμένα χειρόγραφα της Μετάφρασης των Εβδομήκοντα, υπήρχαν 8.300. Όταν ο μικρότερος αυτός αριθμός προστεθεί στους 7.500 και στους 6.200 των εδαφίων Αριθμοί 3:22, 34, το σύνολο γίνεται 22.000—το ίδιο ακριβώς νούμερο που εμφανίζεται στο εδάφιο Αριθμοί 3:39. Οι άρρενες μεταξύ 30 και 50 χρονών που «έμπαιναν στην ομάδα υπηρεσίας για την υπηρεσία στη σκηνή της συνάντησης» ήταν 2.750.—Αρ 4:34-37.
Κατά την οδοιπορία στην έρημο, οι Κααθίτες είχαν διοριστεί να στρατοπεδεύουν Ν της σκηνής της μαρτυρίας (Αρ 3:29), ανάμεσα σε αυτήν και στο σημείο όπου στρατοπέδευαν οι φυλές του Ρουβήν, του Συμεών και του Γαδ. (Αρ 2:10, 12, 14) Οι Κααθίτες είχαν το προνόμιο και την ευθύνη να μεταφέρουν την κιβωτό της διαθήκης, το τραπέζι του ψωμιού της πρόθεσης, το λυχνοστάτη, τα θυσιαστήρια και τα σκεύη του αγίου τόπου, καθώς και το προπέτασμα που οδηγούσε στα Άγια των Αγίων (Αρ 3:30, 31), αφού πρώτα τα αντικείμενα αυτά είχαν συσκευαστεί και καλυφτεί από τον Ααρών και τους γιους του, οι οποίοι ήταν επίσης Κααθίτες. Άλλοι Κααθίτες, εκτός από τον Ααρών και τους γιους του, δεν επιτρεπόταν να δουν τα σκεύη ούτε για μια στιγμή ούτε επιτρεπόταν να αγγίξουν τον άγιο τόπο, διότι κάτι τέτοιο θα σήμαινε θάνατο. (Αρ 4:4-15, 20) Μολονότι οι Ισραηλίτες εφοδίασαν τους Λευίτες με βόδια και άμαξες για τη μεταφορά του εξοπλισμού της σκηνής της μαρτυρίας, δεν δόθηκε τίποτα στους Κααθίτες. Αναμφίβολα λόγω της ιερότητας των φορτίων τους, αυτοί τα κουβαλούσαν στους ώμους. (Αρ 7:2-9) Ήταν οι τελευταίοι Λευίτες που αναχωρούσαν από έναν τόπο στρατοπέδευσης.—Αρ 10:17-21.
Μετά την κατάκτηση της Χαναάν, όταν παραχωρήθηκαν στους Λευίτες ορισμένες πόλεις, οι Κααθίτες έλαβαν 23 από αυτές: στους «γιους» του Ααρών (δηλαδή στους Κααθίτες) παραχωρήθηκαν 13 πόλεις από τις περιοχές των φυλών του Ιούδα, του Συμεών και του Βενιαμίν, ενώ στους υπόλοιπους Κααθίτες παραχωρήθηκαν 10 άλλες πόλεις από τις περιοχές των φυλών του Εφραΐμ, του Δαν και της μισής φυλής του Μανασσή.—Ιη 21:1-5, 9-26· 1Χρ 6:54-61, 66-70.
Ο Αιμάν, ένας Κααθίτης από την οικογένεια του Ισαάρ, τοποθετήθηκε από τον Δαβίδ σε θέση σχετική με την υμνωδία στο αγιαστήριο του Ιεχωβά. (1Χρ 6:31-38) Εκατόν είκοσι Κααθίτες υπό τον Ουριήλ τον αρχηγό τους ήταν ανάμεσα σε εκείνους τους οποίους ο Δαβίδ διόρισε να φέρουν την κιβωτό του Ιεχωβά από το σπίτι του Ωβήδ-εδώμ στην Ιερουσαλήμ, περίσταση κατά την οποία ο Αιμάν διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο όσον αφορά τη μουσική και την υμνωδία. (1Χρ 15:4, 5, 11-17, 19, 25) Σύμφωνα με το Πρώτο Χρονικών, όταν ο Δαβίδ διαίρεσε τους Λευίτες σε εφημερίες, ή αλλιώς υποδιαιρέσεις, κάποιοι Κααθίτες ήταν υμνωδοί (25:1, 4-6) και πυλωροί (26:1-9), άλλοι ήταν υπεύθυνοι για τις αποθήκες και τα καθαγιασμένα πράγματα (26:23-28), ενώ κάποιοι άλλοι ήταν επόπτες, κριτές και διοικητές. (26:29-32) Ορισμένοι Κααθίτες φρόντιζαν για όσα ψήνονταν καθώς και για την προετοιμασία του ψωμιού που τοποθετούνταν σε στοίβες το Σάββατο.—1Χρ 9:31, 32.
Οι Κααθίτες αίνεσαν τον Ιεχωβά μόλις έμαθαν ότι θα έδινε στον Ιούδα, υπό την ηγεσία του Ιωσαφάτ, τη νίκη επί των συνδυασμένων δυνάμεων του Αμμών, του Μωάβ και του Σηείρ. (2Χρ 20:14-19) Κααθίτες Λευίτες συμμετείχαν στον καθαρισμό του οίκου του Ιεχωβά την εποχή του Βασιλιά Εζεκία. (2Χρ 29:12-17) Επίσης, οι Κααθίτες Ζαχαρίας και Μεσουλλάμ ήταν δύο από τους επιβλέποντες όταν ο Βασιλιάς Ιωσίας επισκεύαζε το ναό.—2Χρ 34:8-13.