ΒΑΛΤΑΣΑΡ
(Βαλτάσαρ) [ακκαδικής προέλευσης· σημαίνει «Προστάτευε τη Ζωή Του»· ή πιθανώς, «[Είθε] ο Βηλ [να] Προστατεύει τον Βασιλιά»].
Ο πρωτότοκος γιος και συμβασιλιάς του Ναβονίδη κατά τα τελευταία χρόνια της Βαβυλωνιακής Αυτοκρατορίας. Μνημονεύεται στο Βιβλικό υπόμνημα μόνο από τον προφήτη Δανιήλ, και επί πολύ καιρό η θέση του ως «βασιλιά της Βαβυλώνας» δεν ήταν αποδεκτή από τους κριτικούς της Αγίας Γραφής. (Δα 5:1, 9· 7:1· 8:1) Στο μεταξύ, όμως, αρχαιολογικά στοιχεία υπό μορφή αρχαίων κειμένων έχουν καταδείξει την ιστορικότητα του Βιβλικού υπομνήματος.
Στα εδάφια Δανιήλ 5:2, 11, 18, 22, ο Ναβουχοδονόσορ παρουσιάζεται ως ο «πατέρας» του Βαλτάσαρ και ο Βαλτάσαρ ως «γιος» του Ναβουχοδονόσορα. Το βιβλίο Ναβονίδης και Βαλτάσαρ (Nabonidus and Belshazzar) (του Ρ. Φ. Ντόχερτι, 1929) εκφράζει την άποψη ότι μητέρα του Βαλτάσαρ κατά πάσα πιθανότητα ήταν η Νίτωκρις και ότι αυτή ήταν κόρη του Ναβουχοδονόσορα (Β΄). Αν ισχύει αυτό, τότε ο Ναβουχοδονόσορ ήταν ο παππούς του Βαλτάσαρ. (Βλέπε Γε 28:10, 13 για ανάλογη χρήση της λέξης «πατέρας».) Ωστόσο, δεν θεωρούν όλοι οι λόγιοι απολύτως ικανοποιητικά τα στοιχεία που συνηγορούν υπέρ αυτής της συγγένειας. Ο Ναβουχοδονόσορ μπορεί να ήταν απλώς «πατέρας» του Βαλτάσαρ ως προς το θρόνο, δηλαδή να ήταν προκάτοχός του ως βασιλιάς. Παρόμοια, οι Ασσύριοι χρησιμοποιούσαν την έκφραση «γιος του Αμρί» για να υποδηλώσουν κάποιον διάδοχο του Αμρί.—Βλέπε ΑΜΡΙ Αρ. 3.
Επιβεβαιώνει η ιστορία το ρόλο του Βαλτάσαρ ως κυβερνήτη της Βαβυλώνας;
Μια πινακίδα σφηνοειδούς γραφής που φέρει ως χρονολογία το έτος ανάρρησης του Νηριγλίσαρου, ο οποίος διαδέχθηκε τον Αβίλ-Μαρντούκ (Εβίλ-μερωδάχ) στο θρόνο της Βαβυλώνας, μνημονεύει αναφορικά με μια χρηματική συναλλαγή κάποιον «Βαλτάσαρ, τον ανώτατο αξιωματούχο του βασιλιά». Είναι πιθανό, αν και δεν έχει αποδειχτεί, ότι αυτή η πινακίδα αναφέρεται στον Βαλτάσαρ της Αγίας Γραφής. Το 1924 δημοσιεύτηκε η αποκρυπτογράφηση ενός αρχαίου κειμένου σφηνοειδούς γραφής, γνωστού ως «Η Κατά Στίχους Αφήγηση Περί Ναβονίδη», από το οποίο ήρθαν στο φως πολύτιμες πληροφορίες που επιβεβαιώνουν σαφώς τη θέση του Βαλτάσαρ ως βασιλιά στη Βαβυλώνα και εξηγούν με ποιον τρόπο έγινε συμβασιλιάς με τον Ναβονίδη. Αναφορικά με την κατάκτηση της Θεμά από τον Ναβονίδη κατά το τρίτο έτος της βασιλείας του, ένα τμήμα του κειμένου λέει: «Ανέθεσε το “Στρατόπεδο” στο μεγαλύτερό του (γιο), τον πρωτότοκο [Βαλτάσαρ], πρόσταξε τα στρατεύματα όλης της χώρας να είναι υπό τις (διαταγές) του. Άφησε (τα πάντα), ανέθεσε τη βασιλεία σε αυτόν, και ο ίδιος [ο Ναβονίδης] ξεκίνησε μακρύ ταξίδι, έχοντας τις (στρατιωτικές) δυνάμεις της Ακκάδ στο πλευρό του· στράφηκε προς τη Θεμά (στα βάθη) της δύσης». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή [Ancient Near Eastern Texts], επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 313) Άρα, ο Βαλτάσαρ ασκούσε σαφώς καθήκοντα βασιλιά από το τρίτο έτος της βασιλείας του Ναβονίδη και έπειτα, και αυτό το γεγονός πιθανότατα αντιστοιχεί με την αναφορά του Δανιήλ στο «πρώτο έτος του Βαλτάσαρ, του βασιλιά της Βαβυλώνας».—Δα 7:1.
Σε ένα άλλο έγγραφο, το Χρονικό του Ναβονίδη, υπάρχει μια δήλωση σχετικά με το έβδομο, το ένατο, το δέκατο και το ενδέκατο βασιλικό έτος του Ναβονίδη η οποία λέει τα εξής: «Ο βασιλιάς (βρισκόταν) στη Θεμά (ενώ) ο πρίγκιπας, οι αξιωματούχοι και ο στρατός του (βρίσκονταν) στην Ακκάδ [Βαβυλωνία]». (Ασσυριακά και Βαβυλωνιακά Χρονικά [Assyrian and Babylonian Chronicles], του Α. Κ. Γκρέισον, 1975, σ. 108) Προφανώς, ο Ναβονίδης πέρασε μεγάλο μέρος της βασιλείας του μακριά από τη Βαβυλώνα, και παρότι δεν αποποιήθηκε το αξίωμα του ανώτατου άρχοντα, ανέθεσε διοικητική εξουσία στο γιο του τον Βαλτάσαρ ώστε να τον αντικαθιστά κατά την απουσία του. Αυτό είναι προφανές από αρκετά κείμενα τα οποία διασώθηκαν στα αρχαία γραπτά μνημεία και τα οποία αποδεικνύουν ότι ο Βαλτάσαρ εκτελούσε χρέη βασιλιά, ότι εξέδιδε διαταγές και εντολές. Οι υποθέσεις που χειρίζεται ο Βαλτάσαρ σε κάποια έγγραφα και διατάγματα ήταν τέτοιες που κανονικά θα υπάγονταν στη δικαιοδοσία του Ναβονίδη, του ανώτατου άρχοντα, αν εκείνος ήταν παρών. Ωστόσο, ο Βαλτάσαρ παρέμενε απλώς δεύτερος άρχοντας της αυτοκρατορίας, και γι’ αυτό μπορούσε να προσφέρει στον Δανιήλ μόνο τη θέση του “τρίτου άρχοντα του βασιλείου”.—Δα 5:16.
Είναι αλήθεια ότι οι επίσημες επιγραφές δίνουν στον Βαλτάσαρ τον τίτλο του «διαδόχου του θρόνου» ενώ το βιβλίο του Δανιήλ του αποδίδει τον τίτλο του «βασιλιά». (Δα 5:1-30) Μια αρχαιολογική ανακάλυψη στη βόρεια Συρία μπορεί ίσως να δώσει μια εξήγηση ως προς αυτό. Το 1979 ανασκάφηκε το άγαλμα ενός ηγεμόνα της αρχαίας Γωζάν σε φυσικό μέγεθος. Το κάτω μέρος του ενδύματός του έφερε δύο επιγραφές, μία στην ασσυριακή και άλλη μία στην αραμαϊκή—τη γλώσσα στην οποία έχει γραφτεί η αφήγηση του βιβλίου του Δανιήλ για τον Βαλτάσαρ. Οι δύο σχεδόν πανομοιότυπες επιγραφές είχαν μία αξιοπρόσεκτη διαφορά. Το κείμενο που ήταν γραμμένο στην αυτοκρατορική ασσυριακή γλώσσα έλεγε ότι το άγαλμα ήταν του «κυβερνήτη της Γωζάν». Το κείμενο στην αραμαϊκή, τη γλώσσα των ντόπιων, τον περιγράφει ως «βασιλιά».
Έτσι λοιπόν, ο αρχαιολόγος και γλωσσολόγος Άλαν Μίλαρντ γράφει: «Όπως φαίνεται από τις βαβυλωνιακές πηγές και τις νέες αυτές επιγραφές που φέρει το άγαλμα, μπορεί να θεωρούνταν απόλυτα φυσιολογικός ο χαρακτηρισμός του Βαλτάσαρ ως “βασιλιά” σε ένα τέτοιο ανεπίσημο υπόμνημα όπως το Βιβλίο του Δανιήλ. Αυτός εκτελούσε χρέη βασιλιά εκπροσωπώντας τον πατέρα του, αν και από νομικής πλευράς μπορεί να μην ήταν βασιλιάς. Ο ακριβής διαχωρισμός θα ήταν άτοπος και αποπροσανατολιστικός στην ιστορία αυτή, όπως την αφηγείται ο Δανιήλ».—Επιθεώρηση Βιβλικής Αρχαιολογίας [Biblical Archaeology Review], Μάιος/Ιούνιος 1985, σ. 77.
Οι ανώτατοι άρχοντες της Βαβυλωνίας αναμενόταν να είναι υποδείγματα ευλάβειας απέναντι στους θεούς. Υπάρχουν έξι κείμενα σφηνοειδούς γραφής που αφορούν γεγονότα από το 5ο μέχρι το 13ο έτος της βασιλείας του Ναβονίδη και τα οποία καταδεικνύουν την αφοσίωση του Βαλτάσαρ στις βαβυλωνιακές θεότητες. Δεδομένου ότι ο Βαλτάσαρ εκτελούσε χρέη βασιλιά κατά την απουσία του Ναβονίδη, τα έγγραφα τον παρουσιάζουν να προσφέρει χρυσάφι, ασήμι και ζώα στους ναούς των πόλεων Ερέχ και Σιπάρ, ενεργώντας όπως άρμοζε στο βασιλικό του αξίωμα.
Το Τέλος της Διακυβέρνησης του Βαλτάσαρ. Τη νύχτα της 5ης Οκτωβρίου του 539 Π.Κ.Χ. (κατά το Γρηγοριανό ημερολόγιο, ή 11ης Οκτωβρίου κατά το Ιουλιανό ημερολόγιο), ο Βαλτάσαρ παρέθεσε ένα μεγάλο συμπόσιο σε χίλιους μεγιστάνες του, όπως μας εξιστορεί το 5ο κεφάλαιο του βιβλίου του Δανιήλ. (Δα 5:1) Η Βαβυλώνα απειλούνταν τότε από τις δυνάμεις του Κύρου του Πέρση και του συμμάχου του, του Δαρείου του Μήδου, οι οποίες την πολιορκούσαν. Σύμφωνα με τον Ιουδαίο ιστορικό Ιώσηπο (ο οποίος με τη σειρά του παραθέτει από τον Βαβυλώνιο Βηρωσσό), ο Ναβονίδης, μετά την ήττα που υπέστη πολεμώντας τις μηδοπερσικές δυνάμεις, είχε καταφύγει στη Βορσίππα. (Κατ’ Απίωνος, Α΄, 150-152 [20]) Αν ισχύει αυτό, τότε χρέη βασιλιά στη Βαβυλώνα εκτελούσε ο Βαλτάσαρ. Το γεγονός ότι έκαναν συμπόσιο τη στιγμή που η πόλη ήταν υπό πολιορκία δεν είναι και τόσο παράδοξο αν θυμηθούμε ότι οι Βαβυλώνιοι είχαν την πεποίθηση πως τα τείχη της πόλης τους ήταν απόρθητα. Οι ιστορικοί Ηρόδοτος και Ξενοφών αναφέρουν επίσης ότι η πόλη είχε άφθονα αποθέματα απαραίτητων ειδών και δεν υπήρχε ανησυχία για τυχόν ελλείψεις. Σύμφωνα με την περιγραφή του Ηρόδοτου, εκείνη τη νύχτα επικρατούσε στην πόλη εορταστική ατμόσφαιρα με χορούς και γλέντια.
Στη διάρκεια της γιορτής και ενώ βρισκόταν υπό την επήρεια του κρασιού, ο Βαλτάσαρ ζήτησε να φέρουν τα σκεύη του ναού της Ιερουσαλήμ, ώστε να πιει ο ίδιος, οι καλεσμένοι του, οι σύζυγοί του και οι παλλακίδες του αινώντας τους βαβυλωνιακούς θεούς. Είναι φανερό ότι η κίνησή του αυτή δεν οφειλόταν σε έλλειψη σκευών, αλλά αποτελούσε ηθελημένη πράξη περιφρόνησης από μέρους αυτού του ειδωλολάτρη βασιλιά προς ονειδισμό του Θεού των Ισραηλιτών, του Ιεχωβά. (Δα 5:2-4) Με αυτόν τον τρόπο έδειξε ότι αψηφούσε τον Ιεχωβά ο οποίος είχε εμπνεύσει τις προφητείες που προέλεγαν την πτώση της Βαβυλώνας. Παρ’ όλο που ο Βαλτάσαρ δεν φαινόταν να προβληματίζεται από την πολιορκία των εχθρικών δυνάμεων, κλονίστηκε σοβαρά όταν εμφανίστηκε ξαφνικά ένα χέρι το οποίο άρχισε να γράφει πάνω στον τοίχο του ανακτόρου. Με τρεμάμενα γόνατα κάλεσε όλους τους σοφούς του για να του ερμηνεύσουν το γραπτό μήνυμα, αλλά μάταια. Το υπόμνημα δείχνει ότι η βασίλισσα τον συμβούλεψε τότε με σύνεση, υποδεικνύοντας τον Δανιήλ ως ικανό να δώσει την ερμηνεία. (Δα 5:5-12) Ορισμένοι λόγιοι θεωρούν ότι «η βασίλισσα» δεν ήταν σύζυγος του Βαλτάσαρ, αλλά η μητέρα του, για την οποία πιστεύεται ότι ήταν η κόρη του Ναβουχοδονόσορα η Νίτωκρις. Ο Δανιήλ, υπό θεϊκή έμπνευση, αποκάλυψε τη σημασία του θαυματουργικού μηνύματος, προλέγοντας την πτώση της Βαβυλώνας στους Μήδους και στους Πέρσες. Παρ’ όλο που ο ηλικιωμένος προφήτης καταδίκασε τη βλάσφημη ενέργεια του Βαλτάσαρ να χρησιμοποιήσει τα σκεύη της λατρείας του Ιεχωβά για την απόδοση αίνου σε θεούς που δεν βλέπουν, δεν ακούν και δεν γνωρίζουν τίποτα, ο Βαλτάσαρ δεν απέσυρε την προσφορά του και έδωσε στον Δανιήλ το αξίωμα του τρίτου άρχοντα στο καταδικασμένο βασίλειο.—Δα 5:17-29.
Αυτή ήταν η τελευταία νύχτα του Βαλτάσαρ, ο οποίος θανατώθηκε κατά την άλωση της πόλης τη νύχτα της 5ης Οκτωβρίου του 539 Π.Κ.Χ., όταν, σύμφωνα με το Χρονικό του Ναβονίδη, «τα στρατεύματα του Κύρου (Β΄) εισέβαλαν στη Βαβυλώνα αμαχητί». (Ασσυριακά και Βαβυλωνιακά Χρονικά, σ. 109, 110· βλέπε επίσης Δα 5:30.) Εφόσον ο Βαλτάσαρ πέθανε και ο Ναβονίδης, όπως φαίνεται, παραδόθηκε στον Κύρο, η Νεοβαβυλωνιακή Αυτοκρατορία έφτασε στο τέλος της.—Βλέπε ΚΥΡΟΣ· ΝΑΒΟΝΙΔΗΣ.
[Εικόνα στη σελίδα 446]
Κύλινδρος από βαβυλωνιακό ναό που κατονομάζει τον Βασιλιά Ναβονίδη και το γιο του τον Βαλτάσαρ