ΦΟΙΝΙΚΗ
(Φοινίκη) [πιθανώς παράγωγο του φοίνιξ (του φοινικόδεντρου)].
Η λωρίδα γης κατά μήκος της ανατολικής ακτής της Μεσογείου ανάμεσα στη Συρία και στο Ισραήλ η οποία είχε ως ανατολικό όριό της τα όρη του Λιβάνου. Σε γενικές γραμμές αντιστοιχούσε με την περιοχή του σημερινού κράτους του Λιβάνου. Επί πολλά χρόνια η κυριότερη πόλη της αρχαίας Φοινίκης ήταν η Σιδώνα, αλλά αργότερα την επισκίασε η Τύρος η οποία ήταν αποικία της Σιδώνας.—Βλέπε ΣΙΔΩΝ(Α), ΣΙΔΩΝΙΟΙ· ΤΥΡΟΣ.
Γεωγραφικά Χαρακτηριστικά. Οι παράκτιες πεδιάδες αυτής της επιμήκους χώρας διακόπτονταν σε μερικά σημεία από τους πρόποδες των βουνών που έφταναν μέχρι τη θάλασσα. Οι πεδιάδες ποτίζονταν καλά χάρη σε αρκετά ποτάμια που πήγαζαν από την οροσειρά η οποία αποτελούσε το φυσικό όριο κατά μήκος του ανατολικού συνόρου. Πολλές από τις κορυφές αυτής της οροσειράς είχαν ύψος πάνω από 3.000 μ.—η ψηλότερη ξεπερνούσε τα 3.350 μ.—και για αρκετούς μήνες του χρόνου ήταν σκεπασμένες με χιόνι. Στο παρελθόν, εκτεταμένα δάση και οπωρώνες διαφόρων ειδών κάλυπταν μεγάλο μέρος της χώρας—κέδροι και πεύκα, καθώς και δρύες, οξιές, μουριές, συκιές, ελιές και φοίνικες.
Προέλευση και Όνομα. Η ιστορία των Φοινίκων αρχίζει μετά τον Κατακλυσμό με τον εγγονό του Νώε τον Χαναάν, ο οποίος ήταν γιος του Χαμ. Ο Χαναάν έγινε ο προγεννήτορας 11 φυλών—μία από αυτές ήταν οι Σιδώνιοι, απόγονοι του πρωτότοκου γιου του Χαναάν, του Σιδώνα. (Γε 10:15-18· 1Χρ 1:13-16) Οι Σιδώνιοι, λοιπόν, ήταν Χαναναίοι. (Ιη 13:4-6· Κρ 10:12) Τόσο οι ίδιοι όσο και άλλοι ονόμαζαν τη γη τους Χαναάν. Σε ένα νόμισμα από την εποχή του Αντίοχου του Επιφανούς η συροφοινικική Λαοδίκεια περιγράφεται ως «μητρόπολη της Χαναάν».
Με τον καιρό, όμως, οι Έλληνες προτίμησαν την ονομασία Φοίνικες για αυτούς τους Σιδώνιους Χαναναίους. Έτσι λοιπόν, τα ονόματα Χαναναίοι, Σιδώνιοι και Φοίνικες χρησιμοποιούνται μερικές φορές εναλλακτικά για να προσδιορίσουν τον ίδιο λαό. Για παράδειγμα, στην προφητεία του Ησαΐα η Φοινίκη αποκαλείται «Χαναάν».—Ησ 23:11· JP· RS· ΜΝΚ, υποσ.· ΒΑΜ· ΛΧ· ΜΠΚ.
Γη Θαλασσοπόρων Εμπόρων. Οι Φοίνικες συγκαταλέγονται στους σημαντικούς θαλασσοπόρους λαούς του αρχαίου κόσμου. Τα πλοία τους ήταν εξαιρετικά αξιόπλοα για το μέγεθός τους. Ήταν ψηλά τόσο στην πλώρη όσο και στην πρύμνη, είχαν μεγάλο πλάτος και κινούνταν και με πανιά και με κουπιά. (Ιεζ 27:3-7) Τα φοινικικά σκάφη έκαναν μεγάλο μέρος των εμπορικών διακινήσεων στη Μεσόγειο. Τον 11ο αιώνα Π.Κ.Χ., ο Σολομών χρησιμοποίησε Φοίνικες «υπηρέτες του Χιράμ» για να συνοδεύσουν τα πλοία του τα οποία πήγαιναν στη Θαρσείς (Ισπανία). (2Χρ 9:21) Φοίνικες ναύτες χρησιμοποιήθηκαν επίσης για την επάνδρωση του στόλου του Σολομώντα ο οποίος πήγαινε από την Εσιών-γεβέρ στο Οφείρ. (1Βα 9:26-28· 10:11) Τον έβδομο αιώνα Π.Κ.Χ., φοινικικά σκάφη εξακολουθούσαν να πηγαίνουν στη Θαρσείς φέρνοντας από εκεί ασήμι, σίδερο, κασσίτερο και μόλυβδο.—Ιεζ 27:12.
Τέχνες και Χειροτεχνία. Οι Φοίνικες μεταλλουργοί ήταν επιδέξιοι στη χύτευση, στη σφυρηλάτηση και στο σκάλισμα χρυσών και ασημένιων αντικειμένων. Άλλοι χειροτέχνες ειδικεύονταν στην ξυλογλυπτική και στην ελεφαντουργία, στην υαλοτεχνία, στην ύφανση μάλλινων και λινών ενδυμάτων και στη βαφή υφασμάτων. Η Φοινίκη ήταν ιδιαίτερα γνωστή για τη βαφική βιοτεχνία πορφύρας που διέθετε. Η βασιλική πορφύρα ή πορφύρα της Τύρου πουλιόταν σε πολύ υψηλές τιμές, διότι για μερικά μέτρα υφάσματος χρειάζονταν πολλές χιλιάδες μύρηκες—όστρακα, καθένα από τα οποία παρείχε μία μόνο σταγόνα βαφής. Η απόχρωση της βαφής ποίκιλλε, ανάλογα με το σημείο των μεσογειακών ακτών στο οποίο έβρισκαν τα όστρακα, και αυτό το γεγονός, σε συνδυασμό με τις ειδικές τεχνικές που χρησιμοποιούσαν οι Φοίνικες βαφείς οι οποίοι συχνά έκαναν διπλές ή και τριπλές βαφές, είχε ως αποτέλεσμα πολλές ποικιλίες ακριβών υφασμάτων τα οποία αγόραζαν αξιωματούχοι και ευγενείς.—Ιεζ 27:2, 7, 24.
Την εποχή του Δαβίδ και του Σολομώντα, οι Φοίνικες ήταν ξακουστοί λιθοτόμοι δομικών λίθων και υλοτόμοι, επιδέξιοι στην κοπή των μεγαλόπρεπων δέντρων που υπήρχαν στα δάση τους.—2Σα 5:11· 1Βα 5:1, 6-10, 18· 9:11· 1Χρ 14:1.
Θρησκεία. Όντας Χαναναίοι, οι Φοίνικες ασκούσαν μια εξαχρειωτική θρησκεία που είχε ως επίκεντρο τον Βάαλ, το θεό της γονιμότητας, και περιλάμβανε σοδομία, κτηνοβασία, τελετουργική πορνεία, καθώς και ειδεχθείς τελετές με θυσίες παιδιών. (Βλέπε ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 1, σ. 739· ΧΑΝΑΑΝ, ΧΑΝΑΝΑΙΟΙ Αρ. 2 [Η Κατάκτηση της Χαναάν από τον Ισραήλ].) Η φοινικική πόλη Μπααλμπέκ (περ. 65 χλμ. ΒΑ της Βηρυτού) έγινε ένα από τα σημαντικά κέντρα πολυθεϊστικής λατρείας του αρχαίου κόσμου. Κατά τη ρωμαϊκή εποχή είχαν ανεγερθεί εκεί μεγάλοι ναοί για διάφορους θεούς και θεές, τα ερείπια των οποίων βλέπουμε και σήμερα.
Την άνοιξη του 31 Κ.Χ., ορισμένοι κάτοικοι της Φοινίκης επέδειξαν πίστη ταξιδεύοντας προς την ενδοχώρα στη Γαλιλαία για να ακούσουν τον Ιησού και να θεραπευτούν από τις παθήσεις τους. (Μαρ 3:7-10· Λου 6:17) Περίπου έναν χρόνο αργότερα, ο Ιησούς επισκέφτηκε τις παράκτιες πεδιάδες της Φοινίκης και εντυπωσιάστηκε τόσο πολύ από την πίστη μιας Συροφοίνισσας που ζούσε εκεί, ώστε θεράπευσε θαυματουργικά τη δαιμονισμένη κόρη της.—Ματ 15:21-28· Μαρ 7:24-31.
Όταν ξέσπασε διωγμός στην Ιουδαία μετά το μαρτυρικό θάνατο του Στεφάνου, μερικοί Χριστιανοί κατέφυγαν στη Φοινίκη. Εκεί για λίγο καιρό διακήρυτταν τα καλά νέα μόνο στους Ιουδαίους. Αλλά έπειτα από τη μεταστροφή του Κορνήλιου, εκκλησίες που αποτελούνταν από Ιουδαίους και μη Ιουδαίους άρχισαν να ξεφυτρώνουν κατά μήκος της φοινικικής ακτής, καθώς και σε άλλες περιοχές της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ο απόστολος Παύλος επισκέφτηκε μερικές από αυτές τις εκκλησίες της Φοινίκης στη διάρκεια των ταξιδιών του. Η τελευταία καταγραμμένη επίσκεψή του σε πιστούς εκείνης της περιοχής ήταν στη Σιδώνα, ενώ βρισκόταν καθ’ οδόν προς τη Ρώμη ως φυλακισμένος γύρω στο 58 Κ.Χ.—Πρ 11:19· 15:3· 21:1-7· 27:1-3.