Υποτασσόμενοι εις «Πάσαν Ανθρωπίνην Διάταξιν»
1. Ποιοι είναι οι πιο ελεύθεροι άνθρωποι σήμερα, αλλά πώς θα μπορούσαν να χάσουν την ελευθερία των;
ΟΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ άνθρωποι πρέπει να προσέχουν να μην κάνουν κατάχρησι των ελευθεριών των ούτε να τις χρησιμοποιούν ως πρόσχημα για ιδιοτελείς, άνομες πράξεις. Οι πιο ελεύθεροι άνθρωποι σήμερα είναι εκείνοι που ελευθερώθησαν από τη δουλεία των στον ‘άρχοντα του κόσμου τούτου’, τον Σατανά ή Διάβολον, ο οποίος είναι ο «θεός του αιώνος τούτου», ο κυριότερος εχθρός του Ιεχωβά Θεού. (Ιωάν. 12:31· 2 Κορ. 4:4, Κείμενον) Αυτοί ελευθερώθησαν από τη δουλεία στην πλάνη, στην άγνοια και στις δεισιδαιμονίες. «Εάν σεις μείνητε εν τω λόγω τω εμώ, είσθε αληθώς μαθηταί μου· και θέλετε γνωρίσει την αλήθειαν, και η αλήθεια θέλει σας ελευθερώσει», είπε ο Ιησούς Χριστός, προσθέτοντας ότι «πας όστις πράττει την αμαρτίαν, δούλος είναι της αμαρτίας. Ο δε δούλος δεν μένει πάντοτε εν τη οικία· ο υιός μένει πάντοτε. Εάν λοιπόν ο Υιός σας ελευθερώση, όντως ελεύθεροι θέλετε είσθαι.» (Ιωάν. 8:31, 32, 34-36) Οι μαθηταί αυτοί είναι ελεύθεροι από τις ψευδείς ανθρώπινες παραδόσεις και φιλοσοφίες του κόσμου τούτου που υποδουλώνουν τους ανθρώπους και τους κρατούν σφικτά σε μια μάταιη πορεία. Δεν είναι όπως οι δούλοι της αμαρτίας οι οποίοι δεν είναι ελεύθεροι να πράττουν το ορθόν. Αλλ’ αν έκαναν κατάχρησι της ελευθερίας των γινόμενοι ατίθασσοι και κατόπιν χρησιμοποιούσαν την ελευθερία των ως κάλυμμα για ιδιοτελή ανομία, θα έχαναν την ελευθερία των. Θα εγίνοντο δούλοι της αμαρτίας, δούλοι του κακού.
2. Πώς διαφέρουν ως προς τη χρήσι της ελευθερίας οι αληθινοί και οι κατ’ απομίμησιν Χριστιανοί;
2 Οι κατ’ απομίμησιν Χριστιανοί καταχρώνται των ελευθεριών που έχουν. Οι αληθινοί μαθηταί του Χριστού δεν καταχρώνται της ελευθερίας των, διότι καθοδηγούνται από τον λόγον του Θεού. Είναι σοφοί. Γνωρίζουν ότι το να κάμη κανείς κατάχρησι της ελευθερίας του οδηγεί σε ανωμαλίες και δυσχέρειες με τους υπάρχοντας ανθρωπίνους θεσμούς.
3. Πότε και σε ποιους ο Πέτρος απηύθυνε την πρώτη του επιστολή, και πώς τους προσεφώνησε;
3 Οι Χριστιανοί ακολουθούν τον λόγον του Θεού, όπως εκφράζεται δια του αποστόλου Πέτρου στην πρώτη του επιστολή προς τους Χριστιανούς. Κατά το έτος 62-64, δηλαδή περίπου στον ίδιον καιρό που έγραψε κι ο απόστολος Παύλος την επιστολή του προς Τίτον, ο Πέτρος έγραψε την επιστολή προς τους Χριστιανούς της Μικράς Ασίας, η οποία ήταν τότε μέρος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, αλλά τώρα ανήκει στην Τουρκία. Ο Πέτρος απηυθύνθη σ’ αυτούς, όχι ως μονίμους κατοίκους του τόπου όπου ζούσαν τότε, όχι ως ένα μέρος της συνθέσεως της τοπικής κοινότητος, αλλ’ ως «παρεπιδήμους . . . διεσπαρμένους εις Πόντον, Γαλατίαν, Καππαδοκίαν, Ασίαν και Βιθυνίαν.»—1 Πέτρ. 1:1.
4, 5. (α) Το ότι ήσαν απλώς παρεπίδημοι αποτελούσε κατά μεγαλύτερο λόγο αιτία για τους Χριστιανούς να πράττουν τι; (β) Επειδή ήσαν ξένοι και παρεπίδημοι, τι ο Πέτρος τους έγραψε να πράττουν;
4 Επειδή ήσαν απλώς «παρεπίδημοι», είχαν ακόμη περισσοτέρους λόγους ν’ απέχουν από κατάχρησι της Χριστιανικής των ελευθερίας. Αλλιώς, θα μπορούσαν να μην εύρουν ορθή κατανόησι ή μεταχείρισι από την κοινότητα, της οποίας δεν ήσαν πραγματικό μέρος, εφόσον δεν είναι μέρος του κόσμου τούτου, μολονότι είναι μέσα στον κόσμο. (Ιωάν. 17:14-16) Οι αληθινοί Χριστιανοί σήμερα, όπως είναι οι αφιερωμένοι, βαπτισμένοι μάρτυρες του Ιεχωβά, είναι παρεπίδημοι στην Τουρκία και σε όλα τα άλλα μέρη του κόσμου τούτου, διότι αναμένουν μια νέα διάταξι που θα δημιουργήση ο Θεός. (2 Πέτρ. 3:13) Προσέχουν τα λόγια που έγραψε ο Πέτρος για να προφυλάξη τους αληθινούς Χριστιανούς από το να κάμουν υπερβολική χρήσι της ελευθερίας των εν Χριστώ, δηλαδή:
5 «Αγαπητοί, σας παρακαλώ ως ξένους και παρεπιδήμους, να απέχητε από των σαρκικών επιθυμιών, αίτινες στρατεύονται κατά της ψυχής· να έχητε καλήν την διαγωγήν σας μεταξύ των εθνών, ίνα, ενώ σας καταλαλούσιν ως κακοποιούς, εκ των καλών έργων, όταν ίδωσιν αυτά, δοξάσωσι τον Θεόν εν τη ημέρα της επισκέψεως. Υποτάχθητε λοιπόν εις πάσαν ανθρωπίνην διάταξιν δια τον Κύριον· είτε εις βασιλέα, ως υπερέχοντα, είτε εις ηγεμόνας, ως δι’ αυτού πεμπομένους εις εκδίκησιν μεν κακοποιών, έπαινον δε αγαθοποιών· διότι ούτως είναι το θέλημα του Θεού, αγαθοποιούντες να αποστομόνητε την αγνωσίαν των αφρόνων ανθρώπων· ως ελεύθεροι, και μη ως έχοντες την ελευθερίαν επικάλυμμα της κακίας, αλλ’ ως δούλοι του Θεού. Πάντας τιμήσατε· την αδελφότητα αγαπάτε· τον Θεόν φοβείσθε· τον βασιλέα τιμάτε.»—1 Πέτρ. 2:11-17.
6. Γιατί δεν υπάρχει πραγματικός λόγος να νομίζωμε ότι με το «βασιλέα, ως υπερέχοντα» εννοείται ο Ιησούς Χριστός;
6 Ποιος είναι αυτός ο βασιλεύς; Ποιοι οι ηγεμόνες που στέλλονται απ’ αυτόν τον βασιλέα; Επειδή ο Πέτρος έγραψε την επιστολή του στις Χριστιανικές εκκλησίες, μήπως η έκφρασις του Πέτρου «εις βασιλέα, ως υπερέχοντα» σημαίνει την Κεφαλή της Χριστιανικής εκκλησίας, τον Ιησούν Χριστόν; Δεν υπάρχει πραγματικός λόγος για τέτοια σκέψι. Στην πρώτη του επιστολή ο Πέτρος ποτέ δεν μνημονεύει απ’ ευθείας τη βασιλεία του Θεού, η δε πλησιέστερη δήλωσις περί τούτου γίνεται όταν ο Πέτρος λέγη ότι οι Χριστιανοί που ηγιάσθησαν με το πνεύμα του Θεού είναι ένα «βασίλειον ιεράτευμα, έθνος άγιον», πράγμα που σημαίνει ότι αυτοί είναι βασιλείς και ιερείς. (1 Πέτρ. 1:2· 2:9) Αλλ’ ο Πέτρος δεν ομιλεί για τον Ιησού Χριστό ως βασιλέα. Ο Πέτρος πάντοτε ομιλεί γι’ αυτόν ως Κύριον. Το ίδιο γίνεται και στην επιστολή 2 Πέτρ. 1:11, όπου διαβάζομε: «Διότι ούτω θέλει σας δοθή πλουσίως η είσοδος εις την αιώνιον βασιλείαν του Κυρίου ημών και Σωτήρος Ιησού Χριστού».a
7. Πώς δείχνει ο Πέτρος αν αυτό εφαρμόζεται σ’ ένα βασιλέα μέσα ή έξω από τη Χριστιανική εκκλησία;
7 Ποιος, λοιπόν, είναι ο «βασιλεύς», που μνημονεύεται στην επιστολή 1 Πέτρ. 2:13, 17; Δεν είναι ο Κύριος Ιησούς Χριστός, ούτε είναι ο Ιεχωβά Θεός, «ο Βασιλεύς της Αιωνιότητος». Ο Πέτρος θέτει τον Θεό σε αντιδιαστολή προς «τον βασιλέα», λέγοντας: «Τον Θεόν φοβείσθε· τον βασιλέα τιμάτε». Όταν ο Πέτρος δίνη τις εντολές του στους Χριστιανούς εν σχέσει με αυτόν τον βασιλέα, πού τοποθετεί τους Χριστιανούς στους οποίους γράφει; Μέσα στη Χριστιανική εκκλησία; Ή μήπως έξω στον κόσμο με τον Ρωμαίο του αυτοκράτορα και τους υπ’ αυτόν βασιλείς και ηγεμόνας; Μήπως ο Πέτρος ομιλεί στους Χριστιανούς για τη διαγωγή τους μέσα στην εκκλησία, ή για τη διαγωγή τους έξω ανάμεσα στους ανθρώπους του κόσμου τούτου; Στην πρώτη πρότασι ο Πέτρος απευθύνεται σ’ αυτούς ως «παρεπιδήμους», όχι μέσα στη Χριστιανική εκκλησία, αλλά στις Ρωμαϊκές επαρχίες της Μικράς Ασίας. Κατόπιν, λίγο πριν μιλήση για τον ανώτερο βασιλέα και τους ηγεμόνας του, ο Πέτρος τους υπενθυμίζει την κατάστασί των ως ξένων και παρεπιδήμων και τους λέγει επομένως να τηρούν τη διαγωγή των καλή «μεταξύ των εθνών», όπου καταλαλούνται ως κακοποιοί.
8, 9. Γιατί, λοιπόν, ήταν ανάγκη να πη ο Πέτρος στους Χριστιανούς πώς να συμπεριφέρωνται, και γιατί αυτό ήταν ιδιαιτέρως κατάλληλο στον καιρό που έγραφε την επιστολή του;
8 Αυτά είναι έξω από τη Χριστιανική εκκλησία. Αναντίρρητα, λοιπόν, ο Πέτρος τοποθετεί τους Χριστιανούς, στους οποίους γράφει, έξω στον κόσμο, του οποίου αυτοί δεν αποτελούν μέρος. Γι’ αυτό, ο Πέτρος εχρειάσθη να τους πη πώς να συμπεριφέρωνται εκεί έξω σε στενή επαφή με τους πολιτικούς, θρησκευτικούς και κοινωνικούς θεσμούς του κόσμου τούτου. Από όσα είπε στην επιστολή του είναι σαφές ότι οι Χριστιανοί υφίσταντο διωγμό, είτε από τους ειδωλολάτρας είτε από τους Ιουδαίους που δεν είχαν προσηλυτισθή σε όλη τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Οι Χριστιανοί, λοιπόν, έπρεπε να προσέχουν. Αν ο Πέτρος έγραψε την επιστολή του κατά το έτος 62-64 μ.Χ., αυτό έγινε λίγο πριν από την Ιουδαϊκή επανάστασι που εξερράγη εναντίον της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στην Ιερουσαλήμ, στο έτος 66. Οι Χριστιανοί έλαβαν τη θρησκεία των μέσω των Ιουδαίων, το δε κέντρον των Χριστιανών ήταν τότε στην Ιερουσαλήμ. Γι’ αυτό, το πολύ κοινόν συνέχεε τους Χριστιανούς με τους μη προσηλύτους φυσικούς Ιουδαίους. Οι Χριστιανοί, αν εξεδήλωναν κακή διαγωγή έναντι των Ρωμαϊκών εξουσιών ακριβώς εκείνο τον καιρό, θα έδιναν περισσότερη αφορμή στους ειδωλολάτρας να τους ταυτίσουν με τους στασιαστικών φρονημάτων Ιουδαίους.
9 Επί πλέον, η πόλις της Ρώμης επρόκειτο να υποστή τους τρόμους και την ερήμωσι μιας μεγάλης πυρκαϊάς, στο έτος 64 μ.Χ,, ο δε Αυτοκράτωρ Νέρων ήθελε τη μομφή για τη συμπτωματική αυτή πυρκαϊά να την αποσείση από τον εαυτό του και να την επιρρίψη στους γενικά μισουμένους και παρεξηγημένους Χριστιανούς. Μήπως οι Χριστιανοί, που ήσαν μέσα στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, θα καθιστούσαν με ανάρμοστη διαγωγή τους εαυτούς των υπόπτους ως εμπρηστάς, υπευθύνους για την πυρπόλησι της Ρώμης; Κατά Θείαν έμπνευσιν, στον κατάλληλο καιρό και πολύ προνοητικά ο Θεόπνευστος Πέτρος υπέδειξε στους Χριστιανούς πώς να συμπεριφέρονται στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία κάτω από τις πολιτικές κυβερνήσεις.
10, 11. (α) Πού είναι η ‘ανθρωπίνη διάταξις’ στην οποίαν οι Χριστιανοί πρέπει να υποτάσσωνται; (β) Πώς ή από ποιόν έλαβε υπόστασι ‘πάσα ανθρωπίνη διάταξις’;
10 Σύμφωνα μ’ αυτά, στην επιστολή 1 Πέτρ. 2:13-17 η προσοχή μας στρέφεται, όχι μέσα στην εκκλησία με τους αποστόλους της, τους επισκόπους και τους διακονικούς βοηθούς, αλλά έξω από την εκκλησία σε ανθρώπους του ορατού, πραγματικού κόσμου. Γι’ αυτό ο Πέτρος μάς λέγει: «Υποτάχθητε λοιπόν εις πάσαν ανθρωπίνην διάταξιν [κτίσιν, Κείμενον] δια τον Κύριον». (1 Πέτρ. 2:13) Εδώ ο Πέτρος δεν λέγει σε κάθε «πνευματική» ή «θεία» διάταξι, η οποία θα ήταν μια διάταξις μέσα στην οργάνωσι του Θεού, όπως είναι η πνευματική διάταξις ή κτίσις που μνημονεύεται στις επιστολές 2 Κορινθίους 5:17· Γαλάτας 6:15· Εφεσίους 2:10· 4:24· και Κολοσσαείς 3:20. «Ανθρωπίνη διάταξις» είναι εκείνη που ιδρύεται ή διευθετείται ή παράγεται από ένα ανθρώπινο άτομο ή ομάδα, όπως είναι ένας φιλόδοξος άνθρωπος ή ένα νομοθετικό σώμα όπως μια γερουσία ή μια συνέλευσις. Ο πρώτος ανθρώπινος βασιλεύς ήταν ο θεμελιωτής της πόλεως Βαβέλ ή Βαβυλώνος. Αυτός ήταν ο Νεβρώδ, ο «ισχυρός κυνηγός εναντίον του Ιεχωβά». (Γέν. 10:8-10, ΜΝΚ) Ο Νεβρώδ, βέβαια, δεν εδημιούργησε τον εαυτό του ως ανθρώπινο πλάσμα. Αυτός εδημιούργησε ή ίδρυσε το αξίωμα του βασιλέως.
11 Μια νομοθετική συνέλευσις ή μια κρατική επιτροπή δεν δημιουργεί το άτομον που πληροί ωρισμένη κρατική θέσι. Η συνέλευσις αυτή ή επιτροπή δημιουργεί απλώς το αξίωμα ή την κρατική θέσι που πρόκειται να καταληφθή. Δεν δημιουργεί τον άνθρωπο που καταλαμβάνει αργότερα αυτή τη θέσι. Όταν ένας άνθρωπος καταλάβη αυτό το αξίωμα ή τη θέσι και λάβη τον τίτλο που ανήκει σ’ αυτή τη θέσι, τότε, ως τοιούτος, καθίσταται η δημιουργία ή κτίσις της ανθρωπίνης εκείνης συνελεύσεως ή επιτροπής· καθίσταται μια «ανθρωπίνη διάταξις». Έτσι ο Νεβρώδ, εξ αφορμής της ιδίας του ενεργείας και βοηθούμενος από τους ακολούθους του, ήταν μια «ανθρωπίνη διάταξις» ως ο πρώτος επίγειος βασιλεύς. Ομοίως και οι βασιλείς άλλων κοσμικών εθνών είναι ανθρώπινες διατάξεις λόγω της ανθρωπίνης προελεύσεως των αξιωμάτων των και του διορισμού των. Οι ηγεμόνες που στέλλονται από τέτοιους βασιλείς είναι επίσης ανθρώπινες διατάξεις.
ΕΙΤΕ ΣΕ ΒΑΣΙΛΕΑ ΕΙΤΕ ΣΕ ΗΓΕΜΟΝΑΣ
12. Χάριν τίνος υποτάσσονται, και πώς χάριν αυτού;
12 Ο Πέτρος κατονομάζει ή απαριθμεί εκείνους που εννοεί με την έκφρασι «πάσαν ανθρωπίνην διάταξιν» λέγοντας περαιτέρω: «Είτε εις βασιλέα, ως υπερέχοντα, είτε εις ηγεμόνας». Τέτοιος βασιλεύς δεν σημαίνει τον Κύριον Ιησούν Χριστόν, διότι ο Πέτρος ανεφέρθη ακριβώς σ’ αυτόν λέγοντας: «Υποτάχθητε . . . δια τον Κύριον». Έτσι, οι Χριστιανοί δεν κάνουν κάτι απ’ ευθείας στον Υιόν του Θεού, τον Κύριον Ιησούν Χριστόν, αλλά χάριν αυτού υποσάσσονται «εις πάσαν ανθρωπίνην διάταξιν». Πώς όμως προς χάριν του; Διότι δεν θέλουν να επιφέρουν μομφή στον Κύριον Ιησούν Χριστόν. Δεν θέλουν ν’ αποδοθή μομφή στην ιδιότητα των ως ακολούθων του Χριστού με το να είναι άτακτοι και κοσμικού πνεύματος μεταξύ των εθνών. Επιθυμούν να τιμήσουν τον Κύριόν των με το να είναι νομοταγείς κάτοικοι, αποδίδοντας στον Καίσαρα τα του Καίσαρος.—Λουκ. 20:25.
13, 14. (α) Ποιόν νομίζουν μερικοί ότι σημαίνει η έκφρασις ‘βασιλεύς’; (β) Πού μια τέτοια ‘ανθρωπίνη διάταξις’ όπως ένας ‘βασιλεύς’ είναι ‘υπερέχουσα’, και σε ποιους;
13 Ο βασιλεύς, τον οποίον ο Πέτρος ανέφερε εδώ στους Χριστιανούς που ήσαν μέσα στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, θεωρείται από μερικούς ότι σημαίνει τον Ρωμαίο αυτοκράτορα, τον Νέρωνα σ’ εκείνο τον καιρό. Πραγματικά, μερικές σύγχρονες μεταφράσεις της Βίβλου, όπως είναι του Μόφφατ και Μία Αμερικανική Μετάφρασις, λέγουν: «τον αυτοκράτορα ως υπέρτατον»· και Η Νέα Αγγλική Γραφή (Καινή Διαθήκη): «τον κυρίαρχον ως υπέρτατον».
14 Οπωσδήποτε, ο Ηρώδης Αγρίππας Α΄ της Παλαιστίνης κι ο γυιός του Ηρώδης Αγρίππας Β΄, κι ο Αρέτας των Ναβαταίων, αναφέρονται ως βασιλείς. (Πράξ. 12:1· 25:13, 24· 26:1, 2· 2 Κορ. 11:32) Μια τέτοια «ανθρωπίνη διάταξις», όπως ένας βασιλεύς ή αυτοκράτωρ, δεν είναι υπερέχουσα ή υπέρτατη μέσα στη Χριστιανική εκκλησία. Εκεί ένας τέτοιος βασιλεύς δεν είναι υπέρτερος του Ιεχωβά Θεού, ο οποίος είναι ο Ύψιστος, ή του Ιησού Χριστού, ο οποίος είναι ο Κύριος και κεφαλή της εκκλησίας που είναι το σώμα του. Αλλ’ έξω στην οργάνωσι του Διαβόλου ο βασιλεύς είναι υπέρτατος τοπικώς ή ο αυτοκράτωρ είναι υπέρτατος στην αυτοκρατορία. Ενόσω, λοιπόν, οι Χριστιανοί είναι στον κόσμο, του οποίου ο Σατανάς ή Διάβολος είναι ο άρχων και θεός, πρέπει να είναι ρεαλισταί και ν’ αναγνωρίζουν αυτό το γεγονός και να ενεργούν ανάλογα. Ο βασιλεύς ή ο αυτοκράτωρ είναι ανώτερος από τους ηγεμόνας, τους οποίους αποστέλλει (Ιωάν. 13:16), αλλ’ ειδικά από τον λαόν ως υπηκόους του. Γι’ αυτό, η τιμή, που αποδίδεται στον βασιλέα ή στον αυτοκράτορα, είναι ανωτέρα από εκείνη που αποδίδεται σε ηγεμόνας.
15. Όταν τιμούμε ένα βασιλέα, ποιους πρέπει επίσης να τιμούμε, και ποιος είναι ο σκοπός του για τον οποίο τους αποστέλλει, σύμφωνα με τον Πέτρο;
15 Φυσικά, αν τιμούμε τον βασιλέα ή τον αυτοκράτορα, πρέπει να το δείξωμε αυτό τιμώντας, επίσης, τους εκπροσώπους του, τους «ηγεμόνας, ως δι’ αυτού πεμπομένους». Τώρα, όταν ο βασιλεύς αποστέλλη αυτούς τους ανθρώπους, τους ηγεμόνας αυτούς, μήπως σκοπεύει να προαγάγη το κακό, την αταξία, τη σύγχυση την ηθική παρεκτροπή, την ερήμωση και τη στασιμότητα της εργασίας; Μήπως οι ηγεμόνες στέλλονται από τον βασιλέα για ένα επιβλαβή, μοχθηρό σκόπο; Όχι! απαντά ο Πέτρος, ο οποίος λέγει: «Πεμπομένους εις εκδίκησιν μεν κακοποιών, έπαινον δε αγαθοποιών». Σύμφωνα με τους εθνικούς των νόμους ή τα ανατεθειμένα σ’ αυτούς καθήκοντα, ο Πέτρος λέγει ότι αυτός είναι ο σκοπός της αποστολής και τοποθετήσεως ηγεμόνων στον Πόντο, στην Καππαδοκία, στη Γαλατία, στην Επαρχία της Ασίας, στη Βιθυνία και αλλού.
16. Ποια ήταν η αποστολή ή το υπούργημα των κυβερνητών στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία εν σχέσει με τους Χριστιανούς;
16 Αυτή η αποστολή ηγεμόνων αλήθευε ειδικά εν σχέσει με τις αυτοκρατορικές αποικίες σε απομακρυσμένα μέρη της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Αλλιώς, αυτοί οι ηγεμόνες θα υποκινούσαν απλώς επανάστασι στις αποικίες. Απεστέλλοντο για να διατηρούν τον νόμο και την τάξι. Δεν απεστέλλοντο ειδικά για να καταδιώξουν τους αληθινούς Χριστιανούς ή να δράσουν εναντίον των. Βεβαίως, όμως, αν οι Χριστιανοί δεν παρήγαν τους καρπούς του αγίου πνεύματος του Θεού, αλλ’ εστρέφοντο στο να παράγουν «έργα της σαρκός» κι έκαναν έτσι τα ίδια κακά που έκαναν και οι κοσμικοί, τότε οι ηγεμόνες θα τιμωρούσαν αυτούς τους Χριστιανούς, όχι διότι είναι Χριστιανοί, αλλά διότι έγιναν κακοποιοί και άπιστα παραδείγματα Χριστιανοσύνης. Οι ηγεμόνες δεν έστρεφαν την προσοχή των αποκλειστικά στους Χριστιανούς. Επέβαλλαν ποινές σε κακοποιούς γενικά, περιλαμβανομένων και των Χριστιανών που παρήκουαν στην οδηγία του Πέτρου και εγίνοντο κακοποιοί. Φυσικά, οι ηγεμόνες ήσαν υποχρεωμένοι να δίνουν στους Χριστιανούς το ευεργέτημα μιας δίκης, όταν αυτοί εσυκοφαντούντο από εχθρούς. Η άδικη τιμωρία Χριστιανών δεν αποτελούσε τον ειδικό ή αποκλειστικό σκοπό που οι ηγεμόνες απεστέλλοντο να εξυπηρετήσουν. Οι ηγεμόνες θα μπορούσαν και να προστατεύουν ακόμη τους Χριστιανούς.
17. (α) Ήταν η αποστολή των κυβερνητών να επαινούν τη Χριστιανοσύνη; (β) Ποια είναι, λοιπόν, η ιδέα των Χριστιανών όταν ζητούν να κερδίσουν έπαινο ευνοϊκό για τη θρησκεία των;
17 Βέβαια, οι ηγεμόνες δεν απεστέλλοντο από τον βασιλέα ή από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα για να επαινέσουν τη Χριστιανοσύνη, διότι αυτοί είχαν τους δικούς των θεούς. Αλλά τα μεμονωμένα άτομα, είτε Χριστιανοί είτε όχι, ήταν δυνατόν να τύχουν επαίνου ή επιδοκιμασίας από τον ηγεμόνα για την ευταξία των, τη νομιμοφροσύνη και την ωφελιμότητα των στην κοινότητα. Η καλή διαγωγή του Χριστιανού θ’ αντανακλούσε ευνοϊκά στη θρησκεία που εξασκούσε—στη Χριστιανοσύνη. Εκφράζοντας, λοιπόν, ο ηγεμών έπαινο στον νομοταγή Χριστιανό, θα επαινούσε εμμέσως τη Χριστιανοσύνη, τη θρησκεία αυτών των «ξένων και παρεπιδήμων» στις Ρωμαϊκές επαρχίες. Οι Χριστιανοί έχουν την ορθή ιδέα, όταν επιζητούν να λάβουν έπαινον υπέρ της θρησκείας των μάλλον παρά να τους επιβληθή ποινή λόγω αδικοπραγίας. Εκείνο, που θέλουν για τους εν αγνοία καταφερομένους, είναι, όπως «εκ των καλών έργων, όταν ίδωσιν αυτά, δοξάσωσι τον Θεόν εν τη ημέρα της επισκέψεως». (1 Πέτρ. 2:12) Επειδή οι Χριστιανοί παρεξηγούνται για τη θρησκεία τους, μπορεί να κατηγορηθούν ως κακοποιοί, παρά τα «καλά έργα» των. Αλλ’ αυτή η κακολογία των εχθρών δεν προξενεί κατ’ ανάγκην ή αναπόφευκτα την επιβολή ποινής στους πιστούς Χριστιανούς από τους ηγεμόνας του βασιλέως.
«ΟΥΤΩΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ»
18. (α) Γιατί, σύμφωνα με τον τρόπο που ο Πέτρος τοποθετεί το ζήτημα, δεν θα μπορούσε να είναι επικίνδυνο για μας το να υποτασσώμεθα έτσι στους κοσμικόφρονας;
18 Αλλά δεν προχωρούμε άρα γε πάνω σε μια επικίνδυνη βάσι, αν πούμε ότι ο Πέτρος μιλούσε για πολιτικούς βασιλείς και ηγεμόνας του παλαιού αυτού κόσμου; Πώς θα μπορούσε ένας Χριστιανός απόστολος να λέγη στους Χριστιανούς να υποτάσσονται σε κοσμικούς; Δεν είναι αυτό κινδυνώδες στη Χριστιανική πίστι και πράξι; Δεν θα ηνάγκαζε αυτό τους Χριστιανούς να υπακούουν στον βασιλέα και στους ηγεμόνας του μάλλον παρά να υπακούουν στον Θεό; Διόλου· διότι ο Πέτρος λέγει ότι αυτή η υποταγή μας είναι θέλημα του Θεού για τους Χριστιανούς, οι οποίοι πνευματικώς είναι «ξένοι και παρεπίδημοι» σ’ αυτόν τον κόσμο των βασιλέων και ηγεμόνων. Η υποταγή αυτή έχει ένα σκοπό. Ποιόν; «Διότι ούτως είναι το θέλημα του Θεού, αγαθοποιούντες να αποστομόνητε την αγνωσίαν των αφρόνων ανθρώπων». (1 Πέτρ. 2:15) Δεν θα ήταν θέλημα του Θεού να υπακούουν οι Χριστιανοί σε βασιλείς και ηγεμόνας μάλλον παρά στον Θεό. Οι Χριστιανοί δεν θα μπορούσαν να είναι «αγαθοποιούντες» και συγχρόνως να υπακούουν στον βασιλέα και στους ηγεμόνας του ως το σημείο του να παρακούουν στον Θεό και ν’ αμαρτάνουν κατά του Θεού. Ο Πέτρος δεν εννοούσε ότι οι Χριστιανοί, που υποτάσσονται σε βασιλείς και ηγεμόνας, πρέπει να παραβαίνουν τους νόμους του Θεού. Η παρακοή στον Θεό με την παράβασι των εντολών του δεν αποστομώνει την αγνωσία των αφρόνων ανθρώπων, που δεν θέλουν να εννοήσουν τη Χριστιανοσύνη.
19. (α) Ποιο είναι το ‘αγαθόν’, που αν το πράττουν οι Χριστιανοί κερδίζουν έπαινο; (β) Χάριν τίνος το πράττουν, και είναι η υποταγή των μια αναγκαστική υποταγή;
19 Το «καλό», λοιπόν, για το οποίον οι αγαθοεργοί λαμβάνουν έπαινον από τους ηγεμόνας, σημαίνει εκείνο που οι ηγεμόνες θεωρούν καλό και το οποίον, όμως, είναι σε αρμονία με τον νόμο του Θεού και δεν είναι εναντίον των Χριστιανικών αρχών. Τέτοιου είδους καλό, μολονότι δεν καθορίζεται αμέσως από τον λόγου του Θεού, οι Χριστιανοί μπορούν ακίνδυνα να το πράττουν. Πνευματικώς, ως λαός του Θεού είναι ένας ελεύθερος λαός. Το ότι είναι δούλοι του Θεού τούς ελευθερώνει από δουλεία σε ανθρώπους. Αλλά «δια τον Κύριον» και χάριν των αγαθών νέων της βασιλείας του Θεού πρέπει να κάνουν όπως έκανε κι ο απόστολος Παύλος, να γίνωνται δούλοι σε κάθε είδους ανθρώπους ή κτίσεις για να κερδίσουν τους Εθνικούς και τους Ιουδαίους με το μέρος της βασιλείας του Θεού. (1 Κορ. 9:19-23) Συνεπώς, όταν υποτάσσωνται στις ανθρώπινες διατάξεις, τις οποίες αναγνωρίζουν και στις οποίες υπακούουν οι άνθρωποι του κόσμου τούτου, οι Χριστιανοί κάνουν, επίσης, όπως είπε ο Πέτρος: «Ως ελεύθεροι, και μη ως έχοντες την ελευθερίαν επικάλυμμα της κακίας, αλλ’ ως δούλοι του Θεού». (1 Πέτρ. 2:16) Οι Χριστιανοί υποτάσσονται ελεύθερα, εκούσια, και δεν τους βλάπτει αυτό. Υποβοηθεί στο να διάγουν ησύχως.
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ ΤΙΜΗ
20. Τι η Χριστιανική μας ελευθερία δεν μας δίνει το δικαίωμα να πράττωμε, και, αν το επράτταμε, τι θα ήσαν οι κυβερνήται υποχρεωμένοι να κάμουν;
20 Η σκέψις του Πέτρου πρέπει να μας είναι σαφής. Η Χριστιανική μας ελευθερία δεν μας παρέχει το δικαίωμα ν’ αγνοούμε τις πολιτικές κυβερνήσεις ή να προσπαθούμε να ζούμε σαν να μην υπήρχαν αυτές, και έτσι να τις χλευάζωμε και να τις προκαλούμε ακόμη και σε πράγματα που δεν αντιτίθενται στο θέλημα και στον νόμον του Θεού. Μια τέτοια ανευλαβής διαγωγή μόνον ανωμαλίες θα μας έφερνε, διότι είμεθα ακόμη σ’ αυτόν τον παλαιό κόσμο, όχι στον Θείο νέο κόσμο της δικαιοσύνης. Είναι πολύ ορθό ν’ απέχωμε από την ηθική κακία. Ακόμη κι οι πολιτικοί ηγεμόνες δεν θα μας θεωρούσαν ελευθέρους να πράξωμε κάτι ηθικώς κακό, αλλά δίκαια θα μας τιμωρούσαν ως κακοποιούς εκπληρώνοντας τα υπηρεσιακά των καθήκοντα. Πρέπει λοιπόν να μην κάνωμε κατάχρησι της εν Χριστώ ελευθερίας μας.
21. Επομένως, ποιο και μόνο πράγμα μπορούσε ο Πέτρος να εννοή αναφορικά με τη Χριστιανική υποταγή σε ανθρώπινες διατάξεις;
21 Όταν ο Πέτρος λέγη ότι η υποταγή μας είναι θέλημα του Θεού για μας και ότι αυτό θα το επράτταμε ως «δούλοι Θεού», ένα μόνο πράγμα θα μπορούσε να εννοή. Ποιό; Ότι η υποταγή μας στις ανθρώπινες διατάξεις, όπως είναι οι βασιλείς και οι ηγεμόνες του κόσμου τούτου, δεν είναι ολική, δεν είναι απεριόριστη, αλλ’ απλώς σχετική. Δεν μας καθιστά ταπεινωμένους δούλους των. Παραμένομε δούλοι του Θεού, υπακούοντας σ’ Αυτόν ως τον μόνον Διδάσκαλόν μας και μένομε έτσι απηλλαγμένοι από άλλους διδασκάλους. Μολονότι υποτασσόμεθα, ποτέ δεν λησμονούμε ότι δουλεύομε στον Θεό, όχι στους πολιτικούς βασιλείς, αυτοκράτορας ή ηγεμόνας.
22. Η υποταγή μας πρέπει να μη γίνεται με ποια διάθεσι προς τις ανθρώπινες διατάξεις;
22 Όταν υποτασσώμεθα έτσι εθελουσίως και σωφρόνως, δεν πρέπει να το πράττωμε αυτό με καταφρόνησι στις διατάξεις απλώς διότι είναι ανθρώπινες και είναι μέρος ενός καταδικασμένου κόσμου. Ο Πέτρος μάς λέγει την κατάλληλη στάσι, που πρέπει να λάβωμε απέναντι των, λέγοντας: «Πάντας τιμήσατε· την αδελφότητα αγαπάτε· τον Θεόν φοβείσθε· τον βασιλέα τιμάτε».—1 Πέτρ. 2:17.
23, 24. (α) Τι κάνει την τιμή που οι Χριστιανοί αποδίδουν σε μέλη της εκκλησίας διαφορετική από εκείνη που αποδίδεται εις «πάντας» τους έξω; (β) Γιατί πρέπει να τιμούμε «πάντας» τους έξω, και σε ποιο βαθμό;
23 Η τιμή, που αποδίδουν οι Χριστιανοί σε όλα τα άτομα μέσα στην εκκλησία, είναι, φυσικά, διαφορετική από εκείνη που αποδίδεται σε όλους τους έξω ανθρώπους. Παρόμοια, ακριβώς, πρέπει ν’ αποδίδωμε τιμή σε όλους τους ανθρώπους που είναι σε υπεύθυνες πολιτικές θέσεις έξω από την εκκλησία. Είναι τυπική τιμή. Αλλά για την ‘αγάπη της αδελφότητος’, οι Χριστιανοί πρέπει ν’ αποδίδουν περισσότερο από απλή τυπική τιμή· πρέπει να έχουν αγάπη, την αδελφική αγάπη που αποδεικνύει ότι είναι μαθηταί του Χριστού. (Ιωάν. 13:34, 35) Ως προς την απόδοσι τιμής, το εδάφιο Ρωμαίους 12:10 λέγει στην εκκλησία: «Γίνεσθε προς αλλήλους φιλόστοργοι δια της φιλαδελφίας, προλαμβάνοντες να τιμάτε αλλήλους», μη επιζητώντας έτσι τιμές από τους αδελφούς μας.
24 Εν τούτοις, δεν μπορούμε ν’ αγνοούμε τους κοσμικούς ανθρώπους που είναι σε υψηλές θέσεις έξω από την εκκλησία. Πρέπει δεόντως να τους τιμούμε ανάλογα με τη θέσι που κατέχουν ως εκπρόσωποι των υπηκόων των, των λαών των. Δεν πρέπει, βέβαια, να τους «επευφημούμε» ή να τους ειδωλοποιούμε, να τους κάνωμε θεούς. Η τιμή που τους αποδίδομε είναι μόνο σχετική· την αποδίδομε ενώ κάνομε ταυτόχρονα όπως λέγει ο Πέτρος: «Τον Θεόν φοβείσθε», τον αληθινό Θεό Ιεχωβά. Η τωρινή υποχρέωσίς μας είναι τεταγμένη κάτω από τον φόβον μας προς τον Θεό: «Τον βασιλέα τιμάτε», κι επομένως και τους ηγεμόνας που στέλλονται απ’ αυτόν για να κυβερνούν καλά.
ΔΟΥΛΟΙ ΚΑΙ ΣΥΖΥΓΟΙ
25, 26. (α) Πώς γίνεται σαφέστερο ότι ο Πέτρος εννοεί σχετική υποταγή στις ανθρώπινες διατάξεις; (β) Τι λέγει ο Πέτρος για τους οικιακούς υπηρέτας;
25 Καθόσον προχωρούμε στην ανάγνωσι της πρώτης επιστολής του Πέτρου, καθίσταται ολοένα σαφέστερον ότι η υποταγή των Χριστιανών «εις πάσαν ανθρωπίνην διάταξιν» πρέπει να είναι μόνο σχετική, περιωρισμένη σε ορισμένη σφαίρα. Πώς αυτό; Διότι ο Πέτρος ομιλεί και για άλλες περιπτώσεις, επίσης, που οι Χριστιανοί μπορεί να οφείλουν να είναι υποτεταγμένοι σε άλλους. Σε ποιες περιπτώσεις; Σε περιπτώσεις δούλων και γυναικών συζύγων. Δεν μπορούμε παρά να γεννηθούμε κάτω από διάφορες μορφές πολιτικών κυβερνήσεων του κόσμου τούτου, αλλά το να είμεθα δούλοι και σύζυγοι μπορεί κατά πολύ να εξαρτάται από ό,τι εμείς οι ίδιοι αποφασίζομε να πράξωμε. Ο Πέτρος λέγει:
26 «Οι οικέται, υποτάσσεσθε εν παντί φόβω εις τους κυρίους σας, ου μόνον εις τους αγαθούς και επιεικείς, αλλά και εις τους διεστραμμένους· διότι τούτο είναι χάρις [σε ποιόν;], το να υποφέρη τις λύπας δια την εις τον Θεόν συνείδησιν, πάσχων αδίκως. Διότι ποία δόξα είναι, εάν αμαρτάνοντες και ραπιζόμενοι υπομένητε; εάν όμως αγαθοποιούντες και πάσχοντες υπομένητε, τούτο είναι χάρις παρά τω Θεώ.»—1 Πέτρ. 2:18-20.
27. (α) Πώς αυτό δείχνει ότι η υποταγή των υπηρετών είναι μόνο σχετική; (β) Τα παθήματα που επέρχονται στους υπηρέτας πρέπει να είναι μόνο εξαιτίας τίνος, και πώς πρέπει να τα υποφέρουν οι Χριστιανοί υπηρέται;
27 Επειδή οι οικιακοί υπηρέται ή δούλοι εξακολουθούν να κατευθύνονται από τις Χριστιανικές συνειδήσεις των, η υποταγή των στους ιδιοκτήτας των δεν μπορεί να είναι περισσότερο από σχετική υποταγή. Αυτό πρέπει να γίνεται ειδικά σε μη Χριστιανούς ιδιοκτήτας, που δεν είναι καλοί ή λογικοί, αλλά είναι διεστραμμένοι. Οι Χριστιανοί υπηρέται ή δούλοι, παρ’ ότι κάνουν το καλύτερο που μπορούν σύμφωνα με τη συνείδησί τους, μπορεί να τυγχάνουν κακής μεταχειρίσεως από τέτοιου είδους ιδιοκτήτας. Επίσης, επειδή οι Χριστιανικές των συνειδήσεις μπορεί να μην τους επιτρέπουν να πράττουν τα ηθικώς κακά ή άνομα πράγματα, που δυνατόν ν’ απαιτούν αυτοί οι ιδιοκτήται, οι υπηρέται ή δούλοι μπορεί να υφίστανται άδικη τιμωρία. Αλλ’ αυτά είναι παθήματα «δια την εις τον Θεόν συνείδησιν». Μολονότι τα παθήματα είναι άδικα, ο Χριστιανός υπηρέτης ή δούλος πρέπει να τα δεχθή. Δεν πρέπει να δραπετεύση ή ν’ ανταγωνισθή στασιάζοντας. Πρέπει να τα υπομείνη με κατάλληλη υποταγή του εαυτού του στον ιδιοκτήτη του. Όταν κάνη έτσι, «είναι χάρις παρά τω Θεώ». Δεν αντανακλά δυσμενώς στη Χριστιανοσύνη στην οποίαν εμμένει ο δούλος.
28, 29. (α) Ανάμεσα σε τέτοια παθήματα τι έχει ένας Χριστιανός υπηρέτης για παρηγοριά και καθοδηγία του; (β) Πώς περιγράφει ο Πέτρος αυτή την παραδειγματική διαγωγή;
28 Μέσα σ’ αυτή την άδικη κακοπάθεια στα χέρια διεστραμμένων ιδιοκτητών, ο Χριστιανός υπηρέτης ή δούλος έχει ν’ ακολουθήση ένα υπόδειγμα. Απ’ αυτό το υπόδειγμα μπορεί ν’ αποκομίση μεγάλη παρηγοριά. Είναι ένα υπόδειγμα που παρέχεται από κάποιον μεγαλύτερον από τον εαυτό του, ναι, από τον Κύριον και Διδάσκαλόν του, τον Ιησού Χριστό. Παρατηρήστε πώς ο Πέτρος παρηγορεί τους δεινοπαθούντας Χριστιανούς δούλους, αναφερόμενος σ’ αυτό το τέλειο υπόδειγμα, όπως λέγει ο Πέτρος:
29 «Διότι εις τούτο προσεκλήθητε, επειδή και ο Χριστός έπαθεν υπέρ υμών, αφίνων παράδειγμα εις υμάς, δια να ακολουθήσητε τα ίχνη αυτού· όστις “αμαρτίαν δεν έκαμεν, ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού.” Όστις λοιδορούμενος δεν αντελοιδόρει, πάσχων δεν ηπείλει, αλλά παρέδιδεν εαυτόν εις τον κρίνοντα δικαίως· όστις τας αμαρτίας ημών αυτός εβάστασεν εν τω σώματι αυτού επί του ξύλου, δια να ζήσωμεν εν τη δικαιοσύνη αποθανόντες κατά τας αμαρτίας. “Με του οποίου την πληγήν ιατρεύθητε.” Διότι υπήρχετε ως πρόβατα πλανώμενα· αλλά τώρα επεστράφητε εις τον ποιμένα και επίσκοπον των ψυχών σας».—1 Πέτρ. 2:21-25.
30. Σχετικά με αυτά το παράδειγμα, ποιο είναι το κύριο σημείο που πρέπει να επισημάνωμε, και γιατί αυτό είναι σπουδαίο;
30 Εφόσον ο Αρχηγός της Χριστιανοσύνης υπέφερε έτσι άδικα, οι μαθηταί του δεν θα μπορούσαν να ελπίζουν ότι θα διέφευγαν τέτοια άδικα παθήματα. Αλλά το κύριο σημείο που πρέπει να σημειωθή είναι ότι ο Αρχηγός μας τα υπέφερε αυτά χωρίς παράπονα. Για να τον μιμηθούμε, πρέπει κι εμείς να κάμωμε το ίδιο, είτε ως δούλοι είτε όχι. Όπως και στην περίπτωσι του Ιησού Χριστού, αυτά τα άδικα παθήματα χωρίς παράπονα, απειλές ή λοιδορίες συντελούν προς το καλό, και για τους άλλους ακόμη. Μόνο το να υπομένωμε στα άδικα, χωρίς αίτια παθήματα «είναι χάρις παρά τω Θεώ».
31, 32. (α) Σε ποιες έπειτα ο Πέτρος στρέφεται με συμβουλή, και γιατί; (β) Τι ο Πέτρος τις συμβουλεύει να κάμουν;
31 Ο Πέτρος, αφού ενθαρρύνει και παρηγορεί τους Χριστιανούς δούλους που υποφέρουν άδικα «δια την εις τον Θεόν συνείδησιν», στρέφεται κατόπιν σε άλλους, που έπρεπε να υποτάσσονται ακόμη και σε περιπτώσεις αδίκου κακομεταχειρίσεως. Πρόκειται για τις Χριστιανές συζύγους που ενυμφεύθησαν μη Χριστιανούς συζύγους, οι οποίοι δεν υπήκουαν στον λόγον του Θεού. Κατά κάποιον τρόπον, όμοια με τους δούλους, οι γυναίκες σύζυγοι είναι ιδιοκτησία κυρίων, δηλαδή, των συζύγων των, τους οποίους οι Ιουδαίοι και σήμερα ακόμη αποκαλούν «Βααλείμ» ή Κυρίους. (Ωσηέ 2:16· Έξοδ. 21:22· Δευτ. 22:22, 24· Παροιμ. 31:11, 23, 28) Ο απόστολος Πέτρος, αντί να συμβουλεύση τις Χριστιανές συζύγους να χωρισθούν ή διαζευχθούν τους απίστους, μη αφιερωμένους συζύγους, ανατρέχει στην περίπτωσι των δούλων και λέγει:
32 «Ομοίως αι γυναίκες, υποτάσσεσθε εις τους άνδρας υμών, ίνα και εάν τίνες απειθώσιν εις τον λόγον, κερδηθώσιν άνευ του λόγου δια της διαγωγής των γυναικών, αφού ίδωσι την μετά φόβου καθαράν διαγωγήν σας. Των οποίων ο στολισμός ας ήναι ουχί ο εξωτερικός, ο του πλέγματος των τριχών και της περιθέσεως των χρυσίων, ή της ενδύσεως των ιματίων, αλλ’ ο κρυπτός άνθρωπος της καρδίας κεκοσμημένος με την αφθαρσίαν του πράου και ησυχίου πνεύματος, το οποίον ενώπιον του Θεού είναι πολύτιμον. Διότι ούτω ποτέ και αι άγιαι γυναίκες, αι ελπίζουσαι επί τον Θεόν, εστόλιζον εαυτάς υποτασσόμεναι εις τους άνδρας αυτών. Καθώς η Σάρρα υπήκουσεν εις τον Αβραάμ, καλούσα αυτόν κύριον· της οποίας σεις εγεννήθητε τέκνα, αγαθοποιούσαι και μη φοβούμεναι μηδεμίαν πτόησιν.»—1 Πέτρ. 3:1-6.
33, 34. (α) Τι είδους είναι αυτή η συζυγική υποταγή, και ποιο καλό αποτέλεσμα είναι δυνατό απ’ αυτήν; (β) Ποιες γυναίκες υποδεικνύει ο Πέτρος ως παραδείγματα για τις Χριστιανές συζύγους, και σαν ποια ιδιαιτέρως πρέπει αυτές να στολίζωνται;
33 Όπως στην περίπτωσι των Χριστιανών δούλων, και οι Χριστιανές σύζυγοι δεν αποδίδουν πλήρη υποταγή στους κυρίους των, ανεξάρτητα από τον Θεό ή τη Χριστιανική συνείδησι. Η υποταγή της συζύγου, επίσης, είναι απλώς σχετική και πρέπει να σταθμίζεται με φόβον Θεού και μ’ ευσυνείδητο σεβασμό για τον λόγον του Θεού. Αν αυτή άφηνε τον άπιστο σύζυγό της και δεν υπετάσσετο σ’ αυτόν με τέτοιον τρόπο ώστε να ευαρεστή τον Θεό, πώς θα μπορούσε ως σύζυγος να κερδίση τον σύζυγό της προς τη Χριστιανοσύνη χωρίς κανένα προφορικό λόγο παρά με την πιστή Χριστιανική διαγωγή της; Δεν θα μπορούσε να το κάμη αυτό. Ως παραδείγματα συζυγικής υποταγής ο Πέτρος υποδεικνύει, όχι τις χωρισμένες ή τις κοσμικές γυναίκες που απαιτούν «δικαιώματα γυναικών» και ισότητα με τους άνδρες, αλλά τις ‘άγιες γυναίκες’ των αρχαίων χρόνων που ήλπιζαν στον Θεό.
34 Ο Πέτρος είπε στις συζύγους να ενεργούν ως τέκνα της Σάρρας, διδαγμένες από τη Σάρρα το πώς να ενεργούν ως σύζυγοι. Η Σάρρα ανεγνώριζε τον Αβραάμ ως τον συζυγικόν της κύριον. Υπήκουσε σ’ αυτόν ακόμη και όταν της εζήτησε να του προστατεύση τη ζωή με κίνδυνο της δικής της ελευθερίας και ασφαλείας. (Γεν. 12:14-20· 20:1-14) Υποτασσόμενη έτσι στον σύζυγο της η Σάρρα αντημείφθη με το να παίξη ένα σπουδαίο ρόλο για την αιώνια σωτηρία του εαυτού της και της υπολοίπου ανθρωπίνης οικογενείας. Έγινε μητέρα του Ισαάκ, κι έτσι μια πρόγονος του Κυρίου Ιησού Χριστού. Ομοίως μια Χριστιανή σύζυγος μπορεί να υποτάσσεται στον σύζυγό της και να το πράττη αυτό μ’ ελπίδα στον Θεό, στου οποίου τα όμματα στολίζεται με το ‘πράον και ησύχιον πνεύμα’ προς τον σύζυγό της. Αυτό μπορεί να συντελέση όχι μόνο στη δική της σωτηρία, αλλά και του συζύγου της και άλλων.
35, 36. Στη διάρκεια της υπάρξεως αυτού του κόσμου, σε τι είμεθα όλοι υποχρεωμένοι να υποτασσώμεθα, και σε ποιο βαθμό; (β) Πώς αυτό είναι προστασία και πλεονέκτημα;
35 Εμείς, που είμεθα Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά, δεν είμεθα όλοι ανθρώπινοι δούλοι ή γυναίκες σύζυγοι, δεσμευμένοι έτσι ν’ αποδίδωμε υποταγή σ’ αυτές τις σφαίρες. Ενόσω, όμως, είμεθα σ’ αυτόν τον παλαιό κόσμο κατ’ ανοχήν του Θεού, βρισκόμαστε κάτω από πολιτικές κυβερνήσεις. Εφόσον ο Θεός αφήνει αυτές τις εξουσίες να εξακολουθούν να υπάρχουν, είμεθα υποχρεωμένοι «δια τον Κύριον» και σύμφωνα με το «θέλημα του Θεού», να υποτάσσωμεθα «εις πάσαν ανθρωπίνην διάταξιν». Ούτε ο Πέτρος ούτε ο Παύλος μάς αφήνουν σε καμμιά αμφιβολία για το ότι η υποταγή μας αυτή σ’ αυτούς τους παρόντας κοσμικούς πολιτικούς θεσμούς είναι σχετική μόνο, υποκείμενη πάντοτε σε μια Χριστιανική συνείδησι εκπαιδευμένη με τον λόγον του Θεού. Όταν αποδίδωμε αυτή τη σχετική υποταγή, αποφεύγομε το να διεγείρωμε σε αγανάκτησι τους ανθρώπους, που υπόκεινται στους βασιλείς, αυτοκράτορας και ηγεμόνας, λόγω παραλείψεώς μας να δείξωμε την οφειλόμενη τιμή στους άρχοντας των.
36 Όχι μόνο θα ευαρεστήση αυτούς τους ανθρώπους η σχετική μας υποταγή, αλλ’ ειδικά θα ευαρεστήση τον Θεό. Θ’ αποτελέση μια προφύλαξι για μας από το να μετέχωμε σε πολιτικές συνωμοσίες ή στασιασμούς εναντίον των αρμοδίων αρχών, ακόμη και όταν διωκώμεθα επειδή είμεθα Χριστιανοί μάρτυρες του Ιεχωβά. Αυτό θ’ αφοπλίση και τους εχθρούς της βασιλείας του Θεού που μας κατηγορούν επειδή κηρύττομε, διότι δεν θα έχουν διαπιστώσει κάποιο πραγματικό σφάλμα ή οποιαδήποτε απόδειξι εναντίον μας, εκτός από ό,τι αφορά τον νόμον του Θεού μας.
37. Τι, λοιπόν, θα βρεθούμε όλοι να πράττωμε τώρα παντού, και πού η υποταγή μας σε κυβέρνησι θα είναι ολική σε όλη τη γη;
37 Οπουδήποτε και αν ζούμε, κάτω από οποιαδήποτε μορφή ανθρωπίνης κυβερνήσεως και αν ζούμε, πάντοτε θα βρισκώμαστε να πράττωμε το καλό και να δοξάζωμε τον Θεό. Στον νέο του κόσμο της δικαιοσύνης μετά τον παγκόσμιο πόλεμο της μεγάλης ημέρας του Θεού, θα έχομε τη τιμή και τη χαρά να υποτάσσωμεθα ολοκληρωτικά στη μόνη κυβέρνησι που θ’ ασκή τότε πλήρη έλεγχο επάνω στη γη, στην κυβέρνησι της βασιλείας του Θεού δια του Κυρίου μας και Σωτήρος Ιησού Χριστού.
[Υποσημειώσεις]
a Βλέπε, επίσης, Πράξ. 2:14, 34, 36· 10:34, 36· 11:2, 16,17· 15:7, 11· 1 Πέτρ. 1:3· 2:13· 3:15· 2 Πέτρ. 1:1, 2, 8, 14, 16· 2:20· 3:2, 18.