Ιεχωβά, ο Μέγας Επίσκοπος και Ποιμήν του Λαού Του
«Υπήρχετε ως πρόβατα πλανώμενα· αλλά τώρα επεστράφητε εις τον ποιμένα και επίσκοπον των ψυχών σας.»—1 Πέτρ. 2:25.
1. Ποιος στο σύμπαν ενδιαφέρεται πολύ για την ευημερία του ανθρώπου, και αυτό παρά ποια κατάστασι του ανθρώπου;
ΓΝΩΡΙΖΕΤΕ ότι υπάρχει κάποιος, ο οποίος ενδιαφέρεται ζωτικά για την ευημερία του ανθρωπίνου γένους και ότι αυτός ο κάποιος δεν είναι ένα συνηθισμένο πρόσωπο, αλλά είναι, πράγματι, ο Δημιουργός του σύμπαντος, ο πάνσοφος και παντοδύναμος εκείνος του οποίου το όνομα είναι Ιεχωβά; Ναι, ως ένας Μεγάλος Ποιμήν του λαού του, ο Δημιουργός Ιεχωβά ενδιαφέρεται για την ευημερία του ανθρωπίνου γένους, και τούτο παρά το γεγονός ότι ο υψηλός θρόνος του στον ουρανό φαίνεται ότι απέχει αμέτρητα εκατομμύρια έτη φωτός απ’ αυτή τη γη. Ο Ιεχωβά ενδιαφέρεται για το ανθρώπινο γένος μολονότι αυτός είναι ένας Θεός δυναμικής ενεργείας, ένας Θεός ο οποίος χρησιμοποιεί πάντοτε αυτή την ενέργεια μ’ ένα οικοδομητικό τρόπο σ’ ένα σύμπαν τόσο απέραντο ώστε όλα τα έθνη αυτής της γηίνης σφαίρας είναι γι’ αυτόν ως η λεπτή σκόνη της πλάστιγγος. (Ησ. 40:15) Παρά το γεγονός ότι το ανθρώπινο γένος έχει γεννηθή στην αμαρτία και συλληφθή εν ανομία, εν τούτοις ο Ιεχωβά Θεός, ο Δημιουργός του σύμπαντος, πράγματι ενδιαφέρεται για το ανθρώπινο γένος.
2. Πόσο μεγάλο είναι το ενδιαφέρον του Θεού για τον άνθρωπο, και με τι παρομοιάζει ο Ησαΐας τον Ιεχωβά;
2 Αυτό το ενδιαφέρον εκ μέρους του Ιεχωβά είναι περισσότερο από απλώς ένα εφήμερο ή συμπτωματικό πράγμα. Αντιθέτως, είναι ένα έντονο ενδιαφέρον. Ο Ησαΐας, ομιλώντας για τον Ιεχωβά, λέγει: «Θέλει βοσκήσει το ποίμνιον αυτού ως ποιμήν· θέλει συνάξει τα αρνία δια του βραχίονος αυτού, και βαστάσει εν τω κόλπω αυτού· και θέλει οδηγεί τα θηλάζοντα.» (Ησ. 40:11) Μπορούμε να εννοήσωμε καλά γιατί ο Βασιλεύς Δαβίδ έλεγε με τόση πεποίθησι: «Ο Ιεχωβά είναι ο Ποιμήν μου· δεν θέλω στερηθή ουδενός.»—Ψαλμ. 23:1, ΜΝΚ.
3. Πώς έδειξε ο Ιεχωβά ότι προτίθεται να δώση μεγάλη προσοχή στην επίβλεψι του ανθρώπου;
3 Πόσο πολύ αληθεύει το ότι το ανθρώπινο γένος δεν στερείται πράγματι ουδενός όταν το Πρώτιστο Πρόσωπο στο σύμπαν ενδιαφέρεται γι’ αυτό. Και, για να εξασφαλίση ότι το ανθρώπινο γένος τυγχάνει της καταλλήλου φροντίδος, ο Ιεχωβά έχει διορίσει ένα καλόν ποιμένα, ο οποίος θα επιβλέπη στενά στην προστασία και καθοδήγησι του ανθρωπίνου γένους. Ο ίδιος ο Ιησούς είπε: «Εγώ είμαι ο ποιμήν ο καλός· ο ποιμήν ο καλός την ψυχήν αυτού βάλλει υπέρ των προβάτων. Εγώ είμαι ο ποιμήν ο καλός, και γνωρίζω τα εμά, και γνωρίζομαι υπό των εμών.» (Ιωάν. 10:11, 14) Με τέτοια φροντίδα από υψηλά το ανθρώπινο γένος είναι, πράγματι, ευνοημένο. Απλώς φαντασθήτε! Είναι δυνατόν να γνωρίση ένας τον Ιεχωβά Θεό και τον Υιό του Χριστό Ιησού και να γνωρισθή απ’ αυτούς.
4. Τι έχει κάμει η πλειονότης του ανθρωπίνου γένους για να δείξη ότι δεν ενδιαφέρεται όσον αφορά την φροντίδα του Ιεχωβά γι’ αυτήν;
4 Εν τούτοις, ένα πρόβλημα εγείρεται με το ανθρώπινο γένος με το ότι οι καρδιές και οι διάνοιες της μεγάλης πλειονότητος έχουν απομακρυνθή από τον Ιεχωβά και τον Υιόν του, Χριστόν Ιησού. Αυτή η μεγάλη πλειονότης κατέληξε στο συμπέρασμα ότι μπορεί να ζήση όπως θέλει χωρίς την ανάγκη καθοδηγήσεως και φροντίδος εκ μέρους του Ιεχωβά Θεού. Αυτή η απομάκρυνσις από την φροντίδα και το ενδιαφέρον του Ιεχωβά άρχισε πολύ ενωρίς στην ιστορία του ανθρώπου. Ο Αδάμ και η Εύα με την πορεία των ενεργείας έδειξαν ότι δεν ήθελαν να φροντίζη ο Ιεχωβά γι’ αυτούς, αλλά, μάλλον, ότι ήθελαν να ενεργούν ανεξάρτητα και να μη είναι υπόλογοι σε κανένα σχετικά με την διαγωγή των. Από τον Αδάμ και την Εύα προήλθε ολόκληρη η ανθρωπίνη φυλή· και, επειδή ήσαν προικισμένοι με ελευθέρα ηθική βούλησι, δηλαδή, ελευθερία να εκλέγουν να πράττουν το ορθό ή να πράττουν το εσφαλμένο, το ανθρώπινο γένος στη διάρκεια των έξη χιλιάδων περίπου ετών της υπάρξεώς του στη γη εξέλεγε αν θα έλθη κάτω από την διεύθυνσι και φροντίδα του Μεγάλου Ποιμένος ή θα κατευθύνη τη ζωή του ανεξάρτητα χωρίς την επίβλεψι του Δημιουργού του σύμπαντος.
5. Μολονότι η πλειονότης του ανθρωπίνου γένους εγκατέλειψαν τη στοργική φροντίδα του Ιεχωβά, πώς αντέδρασε ο Ιεχωβά;
5 Μολονότι η μεγάλη πλειονότης του ανθρωπίνου γένους έχει στρέψει τα νώτα στον Ιεχωβά και στο στοργικό του ενδιαφέρον για την ευημερία του ανθρώπου, εν τούτοις ο Ιεχωβά, ως ο Μέγας Ποιμήν, ανέχθηκε υπομονητικά τον άνθρωπο κι έκρινε σκόπιμο να εξακολουθή να φροντίζη και ν’ αγαπά εκείνους μέσ’ από το ανθρώπινο γένος που στρέφονται σ’ αυτόν για βοήθεια και οι οποίοι επιθυμούν να τον έχουν ως Ποιμένα των. Το Βιβλικό υπόμνημα δείχνει ότι, μολονότι ο Αδάμ και η Εύα επιθυμούσαν να ενεργούν ανεξάρτητα από τον Ιεχωβά, ένα από τα πρώτα τέκνα των, ο Άβελ, επιθυμούσε να γνωρίση τον Ιεχωβά και να τον υπηρετή και να κατευθύνεται απ’ αυτόν. Το Γραφικό βιβλίο προς Εβραίους ομιλεί γι’ αυτόν ως ένα ‘δίκαιον’ άνδρα. (Εβρ. 11:4) Εν τούτοις, η πρώτη ιστορία του ανθρώπου από την εποχή του Αδάμ και της Εύας ως την εποχή ακριβώς πριν από τον κατακλυσμό των ημερών του Νώε δείχνει ότι δεν υπήρξαν πολλοί οι οποίοι επιθυμούσαν να βρίσκωνται κάτω από την προστατευτική φροντίδα του Ιεχωβά.
6. Πώς ήσαν οι συνθήκες λίγο πριν από τον κατακλυσμό της εποχής του Νώε;
6 Ως τον καιρό που έλαβε χώρα το πλημμύρισμα της γης μας από ένα παγγήινο κατακλυσμό (περίπου το 2370 π.Χ., ή 1.656 περίπου χρόνια μετά την τοποθέτησι του ανδρός και της γυναικός στον Κήπο της Εδέμ), οκτώ μόνο άτομα (η οικογένεια του Νώε) ζούσαν επάνω στη γη που επιθυμούσαν να βρίσκωνται κάτω από τη στοργική φροντίδα του Μεγάλου Ποιμένος Ιεχωβά Θεού. Πράγματι, το υπόμνημα της Γραφής μάς λέγει: «Είδεν ο Ιεχωβά ότι επληθύνετο η κακία του ανθρώπου επί της γης, και πάντες οι σκοποί των διαλογισμών της καρδίας αυτού ήσαν μόνον κακία πάσας τας ημέρας.»—Γεν. 6:5, ΜΝΚ.
7. Τι άρχισε ν’ αναπτύσσεται λίγο μετά τον κατακλυσμό της εποχής του Νώε;
7 Επειδή ο Νώε και η οικογένειά του αγαπούσαν τον Ιεχωβά, διεφυλάχθησαν μέσ’ από τον κατακλυσμό που επέφερε ο Θεός στη γη και κατέστρεψε τους πονηρούς. Απ’ αυτούς που επέζησαν από τον κατακλυσμό είχε γι’ άλλη μια φορά ένα ξεκίνημα το ανθρώπινο γένος καθώς επολλαπλασιάζοντο και άρχιζαν να γεμίζουν τη γη. Μόλις εκατό περίπου χρόνια μετά τον κατακλυσμό, ο Νεβρώδ, ο ισχυρός κυνηγός σ’ εναντίωσι προς τον Ιεχωβά, εθεμελίωσε την πόλιν Βαβέλ. Ο Νεβρώδ και οι ακόλουθοι του δεν ήθελαν να έχουν καμμιά σχέσι με την ηγεσία και τη φροντίδα που προσέφερε ο Ιεχωβά στο ανθρώπινο γένος. Ήθελαν να ζουν ανεξάρτητα από τον Δημιουργό, Ιεχωβά Θεό. Ο Νεβρώδ εθεμελίωσε τη δική του θρησκεία και παρουσίασε ιδέες διαφορετικές από την ορθή λατρεία του Ιεχωβά. Όπως δείχνει η ιστορία, η μεγάλη πλειονότης του ανθρωπίνου γένους επροτίμησαν τη θρησκεία της Βαβυλώνας από την ορθή λατρεία του Ιεχωβά.
8, 9. Πώς έκαμε ο Ιεχωβά έναρξι προς την κατεύθυνσι του να έχη τελικά ένα έθνος ανθρώπων που θα εποίμαινε με δικαιοσύνη;
8 Δύο χιλιάδες περίπου χρόνια μετά τη δημιουργία του ανθρώπου στην Εδέμ γεννήθηκε ένα παιδί στην κοιλάδα της Μεσοποταμίας, το μέρος που είναι σήμερα γνωστό ως Ιράκ. Ελέγετο Άβραμ (Αβραάμ). Καθώς αυτό το παιδί ανεπτύσσετο σε ανδρική ηλικία έδειχνε ότι επιθυμούσε να βρίσκεται κάτω από την καθοδήγησι του Μεγάλου Ποιμένος Ιεχωβά Θεού. Επειδή παρουσίαζε καλή κατάστασι καρδιάς προς τον Ιεχωβά, ο Ιεχωβά είπε στον Άβραμ τα εξής: «Έξελθε εκ της γης σου, και εκ της συγγενείας σου, και εκ του οίκου του πατρός σου, εις την γην την οποίαν θέλω σοι δείξει· και θέλω σε κάμει εις έθνος μέγα· και θέλω σε ευλογήσει, και θέλω μεγαλύνει το όνομά σου· και θέλεις είσθαι εις ευλογίαν.» (Γέν. 12:1, 2) Μ’ αυτή την αναγγελία άρχισε ο Ιεχωβά να οικοδομή εκείνο που στον ωρισμένο καιρό θα εθεωρείτο ένα έθνος που θα ευρίσκετο κάτω από την ηγεσία και τη φροντίδα του. Ο Ισαάκ, το παιδί του Αβραάμ, και ο Ιακώβ, το παιδί του Ισαάκ, ήσαν επίσης άνδρες οι οποίοι προθύμως ετέθησαν κάτω από τη διεύθυνσι του Ιεχωβά. Με τον καιρό τα παιδιά των δώδεκα γυιών του Ιακώβ διεμόρφωσαν τις δώδεκα φυλές που απετέλεσαν το έθνος Ισραήλ.
9 Αυτές οι φυλές έκαμαν την έναρξί των ως ανεξάρτητο έθνος όταν απελευθερώθησαν από την Αίγυπτο κάτω από την ηγεσία του Μωυσέως το 1513 π.Χ. Κάτω από την κατεύθυνσι ταυ Θεού ο Μωυσής τούς ωδήγησε έξω από την Αίγυπτο στο Όρος Σινά στην Αραβία. Εκεί στο Όρος Σινά έδωσε ο Ιεχωβά σ’ αυτό το έθνος τους κανόνας και τα διατάγματα του που επρόκειτο να καθοδηγούν αυτό το έθνος καθώς περιήρχετο κάτω από την προστατευτική του φροντίδα ως του Μεγάλου Ποιμένος.
10. (α) Ποιος έγινε ως ένας ορατός ποιμήν του Ιεχωβά στο έθνος Ισραήλ; (β) Πώς έδειξε ο Μωυσής το μεγάλο τον ενδιαφέρον για τον λαό Ισραήλ;
10 Ο Μωυσής έλαβε στα σοβαρά την ευθύνη του να πολιτευθή με τον λαό Ισραήλ, και να ενεργή ως εκπρόσωπος του Ιεχωβά. Δεν ήταν ένα μικρό καθήκον το να προσέχη αυτό το μεγάλο πλήθος ανθρώπων που αποτελούσαν το έθνος Ισραήλ. Εν τούτοις, ο Μωυσής απεδέχθη τις ευθύνες του, αγωνιζόμενος ν’ ανταποκριθή σ’ αυτές σύμφωνα με την κατεύθυνσι του Ιεχωβά. Εκείνη την εποχή, που εχειρίζετο τα προβλήματα του λαού Ισραήλ στην έρημο, ήλθε να επισκεφθή τον Μωυσή ο πενθερός του Ιοθόρ. Η αφήγησις της Γραφής αναφέρει μερικές από τις ευθύνες του Μωυσέως με τα εξής λόγια: «Και την επαύριον εκάθισεν ο Μωυσής δια να κρίνη τον λαόν· και παρίστατο ο λαός έμπροσθεν του Μωυσέως από πρωίας έως εσπέρας.» (Έξοδ. 18:13) Ως ο αντιπροσωπευτικός επίγειος ποιμήν του Ιεχωβά για τον λαό ο Μωυσής έπραττε πράγματι το καλύτερο που μπορούσε για να φροντίζη για τις ανάγκες του λαού που κυβερνούσε, ή εποίμαινε. Εν τούτοις, ο Ιοθόρ παρετήρησε ότι αυτή η ευθύνη που εβάρυνε τους ώμους του Μωυσέως ήταν πράγματι μεγαλύτερη από αυτήν που μπορούσε να εξακολουθή να βαστάζη μόνος του. Επομένως, η αφήγησις της Γραφής μάς λέγει το εξής: «Και ιδών ο πενθερός του Μωυσέως πάντα όσα έκαμνεν εις τον λαόν, είπε, Τι είναι τούτο το πράγμα, το οποίον κάμνεις εις τον λαόν; δια τι κάθησαι μόνος, άπας δε ο λαός παρίσταται έμπροσθέν σου από πρωίας έως εσπέρας; Και είπεν ο Μωυσής προς τον πενθερόν αυτού, Διότι ο λαός έρχεται προς εμέ δια να ερωτήση τον Θεόν· όταν έχωσιν υπόθεσίν τινα, έρχονται προς εμέ, και εγώ κρίνω μεταξύ του ενός και του άλλου· και δεικνύω εις αυτούς τα προστάγματα του Θεού, και τους νόμους αυτού.»—Έξοδ. 18:14-16.
11, 12. (α) Λόγω τον βαρέως φορτίου εργασίας του Μωυσέως, ποια συμβουλή του έδωσε ο Ιοθόρ; (β) Τι είδους ανθρώπους συνέστησε ο Ιοθόρ στον Μωυσή να εκλέξη, κι επομένως με ποιον θα ήσαν, πράγματι, όμοιοι αυτοί οι άνθρωποι;
11 Ήταν εύκολα καταφανές ότι ο Μωυσής ενδιεφέρετο πράγματι για την ευημερία του λαού Ισραήλ και αντελαμβάνετο ότι είχαν ανάγκη βοηθείας, κατευθύνσεως και στοργικής φροντίδος. Ο Μωυσής ήθελε να κάμη το θέλημα του Θεού για το λαό. Αυτό δεν ήταν ένα μικρό καθήκον, διότι όπως δείχνει το υπόμνημα της Γραφής, ο λαός εστέκετο μπροστά στον Μωυσή από το πρωί έως το βράδυ για ν’ ακούση αυτός τα προβλήματα των και να λάβη αποφάσεις οι οποίες θα τους βοηθούσαν. Ρωτήστε, τον εαυτό σας, Πόσον καιρό θα ήταν δυνατόν να κάθεται μόνος κάθε μέρα ν’ ακούη και να λαμβάνη αποφάσεις για κάθε πρόβλημα που πιθανόν να είχαν εκατοντάδες χιλιάδων άνθρωποι; Είναι καταφανές ότι έτσι το είδε το ζήτημα ο Ιοθόρ, επίσης, διότι είπε στον γαμβρό του, τον Μωυσή: «Δεν είναι καλόν το πράγμα, το οποίον κάμνεις· βεβαίως και συ θέλεις αποκάμει, και ο λαός ούτος, ο μετά σου· διότι το πράγμα είναι πολύ βαρύ δια σε· δεν δύνασαι μόνος να κάμνης τούτο.» (Έξοδ. 18:17, 18) Η συμβουλή αυτή του Ιοθόρ ήταν επίκαιρη και σοφή. Το φορτίο της ευθύνης για κάθε πρόβλημα κάθε Ισραηλίτου ήταν πράγματι ένα πολύ μεγάλο φορτίο για να φροντίζη γι’ αυτό ένας άνθρωπος με τον ορθό τρόπο. Επομένως, ο Ιοθόρ συνέχισε: «Άκουσον λοιπόν την φωνήν μου· θέλω σε συμβουλεύσει, και ο Θεός θέλει είσθαι μετά σου· Συ μεν έσο ενώπιον του Θεού υπέρ του λαού, δια να αναφέρης τας υποθέσεις προς τον Θεόν· και δίδασκε αυτούς τα προστάγματα και τους νόμους, και δείκνυε προς αυτούς την οδόν εις την οποίαν πρέπει να περιπατώσι, και τα έργα τα οποία πρέπει να πράττωσι· πλην έκλεξον εκ παντός του λαού άνδρας αξίους, φοβούμενους τον Θεόν, άνδρας φιλαλήθεις, μισούντας την φιλαργυρίαν· και κατάστησον αυτούς επ’ αυτών, χιλιάρχους, εκατοντάρχους, πεντηκοντάρχους, και δεκάρχους.»—Έξοδ. 18:19-21.
12 Χωρίς αμφιβολία αυτή ήταν μια καλή συμβουλή που θα βοηθούσε τον Μωυσή στο να κυβερνά τον λαό. Είναι άξιο παρατηρήσεως ότι ο Ιοθόρ επρότεινε στον Μωυσή να εκλέξη άνδρας οι οποίοι θα ήσαν ικανοί, άνδρες οι οποίοι θα εφοβούντο τον Θεόν. Αυτοί έπρεπε να είναι αξιόπιστοι άνδρες, όχι του τύπου ανθρώπων που αποβλέπουν σε άδικο κέρδος. Αυτό εσήμαινε ότι τα προσόντα των έπρεπε να είναι όμοια με τα προσόντα του Μωυσέως. Ως βοηθοί ποιμένες στον Μωυσή θα είχαν ιδιότητες όπως του Μεγάλου Ποιμένος ώστε να πολιτεύωνται δικαίως με τον λαό.—Ψαλμ. 19:7-9.
13, 14. Πώς υπέδειξε ο Ιοθόρ στον Μωυσή να κατανείμη το έργο, κι έπραξε ο Μωυσής όπως του υπέδειξε ο Ιοθόρ;
13 Ο Ιοθόρ εξακολούθησε: «Και ας κρίνωσι τον λαόν πάντοτε· και πάσαν δε μεγάλην υπόθεσιν, ας αναφέρωσι προς σε· πάσαν δε μικράν υπόθεσιν, ας κρίνωσιν αυτοί· ούτω θέλεις ανακουφισθή, και θέλουσι βαστάζει το βάρος μετά σου· εάν κάμης τούτο το πράγμα, και ο Θεός σε προστάζη ούτω, θέλεις δυνηθή να ανθέξης, προσέτι πας ο λαός ούτος θέλει φθάσει εις τον τόπον αυτού εν ειρήνη.»—Έξοδ. 18:22, 23.
14 Ο Μωυσής πρόσεξε τη συμβουλή του πενθερού του, και προχώρησε στο να εκλέξη άνδρες, οι οποίοι να ενεργούν μαζί του ως υποποιμένες στη διακυβέρνησι του έθνους Ισραήλ. Ακολούθησε τις οδηγίες να διορίση μερικούς ως χιλιάρχους, εκατοντάρχους και πεντηκοντάρχους και δεκάρχους. Η αφήγησις της Γραφής λέγει ότι, κάθε φορά που παρουσιάζοντο δύσκολες υποθέσεις σ’ αυτούς τους βοηθούς ποιμένας, περιπτώσεις που δεν μπορούσαν να τις χειρισθούν αυτοί, τις έφεραν στον Μωυσή, και ο Μωυσής, με τη σειρά του, τις εχειρίζετο μ’ ένα δίκαιο τρόπο.—Έξοδ. 18:24-26.
ΤΟ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΣΥΝΕΧΙΣΘΗΚΕ
15, 16. Πώς γνωρίζομε ότι το υπόδειγμα που υπέδειξε ο Ιοθόρ ακολουθήθηκε και μετά τον θάνατο του Μωυσέως;
15 Έτσι, ενωρίς στην ιστορία του Ιουδαϊκού έθνους, πολύ πριν εισέλθουν στη γη που υπεσχέθη να δώση στον προπάτορά των Αβραάμ, ο Ιεχωβά ως ο Ποιμήν του λαού του έδωσε το υπόδειγμα για την ποίμανσι των προβάτων του που θα μπορούσε ν’ ακολουθηθή ακόμη ως την εποχή μας.
16 Μετά τον θάνατο του Μωυσέως, ο Ιησούς του Ναυή έγινε ο ορατός ποιμήν του Ισραήλ κάτω από την κατεύθυνσι του Ιεχωβά, και κάτω από την ηγεσία του Ιεχωβά μέσω του Ιησού του Ναυή το έθνος Ισραήλ άρχισε την πορεία του προς τη Γη της Επαγγελίας και προχώρησαν στο να καταλάβουν εκείνο που ο Ιεχωβά τους είχε δώσει ως κληρονομία. Η διευθέτησις για ικανούς άνδρες, που φοβούνται τον Θεό, εντίμους άνδρες που θα εξακολουθούσαν σε θέσεις ευθύνης, εβοήθησε το έθνος να διεξαγάγη την πολεμική του εκστρατεία και να εγκατασταθή στη γη της επαγγελίας. Ακριβώς πριν από τον θάνατο του Ιησού του Ναυή μάς λέγεται το εξής: «Και συνήθροισεν ο Ιησούς πάσας τας φυλάς του Ισραήλ εν Συχέμ, και συνεκάλεσε τους πρεσβυτέρους του Ισραήλ, και τους αρχηγούς αυτών, και τους κριτάς αυτών, και τους άρχοντας αυτών και παρεστάθησαν ενώπιον του Θεού.» (Ιησ. Ναυή 24:1) Τότε ο ίδιος ο Ιησούς του Ναυή υπενθύμισε σ’ αυτούς τους ικανούς άνδρες τις ευθύνες που υπήρχαν επάνω στους ώμους των και σ’ ολόκληρο το έθνος έτσι ώστε να μπορούν να συνεχίσουν να περιπατούν κάτω από την ηγεσία του Μεγάλου Ποιμένος, Ιεχωβά Θεού. Ενεργώντας έτσι θ’ απελάμβαναν μεγάλη ευλογία και μεγάλη εύνοια.
17. (α) Γιατί η περίοδος των κριτών ήταν περίοδος δοκιμασίας για τον Ισραήλ; (β) Τι λέγουν τα εδάφια Κριταί 2:19-22 σχετικά με την απογοήτευσι του Ιεχωβά από τον Ισραήλ;
17 Μετά τον θάνατο του Ιησού του Ναυή το έθνος Ισραήλ εξακολούθησε στις φυλετικές του κληρονομιές επί 300 περίπου χρόνια κάτω από την κατεύθυνσι κριτών οι οποίοι ενεργούσαν με πολλούς τρόπους ως ποιμένες του λαού. Το Γραφικό βιβλίο που φέρει το όνομα Κριταί αφηγείται μερικές από τις πράξεις αυτών των Κριτών και τη διαγωγή του λαού στη διάρκεια αυτής της εποχής της ιστορίας του Ισραηλιτικού έθνους. Ο Ιεχωβά, ως Πρώτιστος Ποιμήν των, ωδηγούσε υπομονητικά και τους ευλογούσε. Αυτή ήταν μια δύσκολη περίοδος για τον Ισραήλ, διότι σε πολλές περιπτώσεις δεν εξέβαλλαν εκ μέσου των τους λάτρεις των ψευδών θεών που υπήρχαν στη χώρα, αλλά τους επέτρεπαν να παραμείνουν, και αυτοί έγιναν παγίδα στον Ισραήλ. Οι ψευδείς θρησκευτικές πράξεις αυτών των ειδωλολατρών κατοίκων επηρέασαν τους Ισραηλίτας, και πολλές φορές, αντί να παραμένουν κάτω από την άγρυπνη φροντίδα του Ιεχωβά ως Ποιμένος των, απεμακρύνοντο μέσα στο εχθρικό στρατόπεδο και συμμετείχαν σε θρησκευτικές ειδωλολατρίες που εξώργιζαν τον Ιεχωβά. Το υπόμνημα της Γραφής δείχνει ότι, όταν απέθνησκε ένας δίκαιος κριτής, ο λαός ήταν ως πρόβατα χωρίς ποιμένα και, αντί ν’ αποβλέπουν στον Ιεχωβά, εστρέφοντο προς εσφαλμένες οδούς. Μια τέτοια περίπτωσις έχει καταγραφή για μας στα εδάφια Κριταί 2:19-22 (ΜΝΚ): «Ότε δε απέθνησκεν ο κριτής, επέστρεφον, και διεφθείροντο χειρότερα παρά τους πατέρας αυτών, υπάγοντες κατόπιν άλλων θεών, δια να λατρεύωσιν αυτούς, και να προσκυνώσιν αυτούς· δεν έπαυον από των πράξεων αυτών, ουδέ από της οδού αυτών της διεστραμμένης. Και εξήφθη ο θυμός του Ιεχωβά κατά του Ισραήλ, και είπεν, Επειδή ο λαός ούτος παρέβη την διαθήκην μου, την οποίαν προσέταξα εις τους πατέρας αυτών, και δεν υπήκουσεν εις την φωνήν μου· και εγώ δεν θέλω εκδιώξει πλέον απ’ έμπροσθεν αυτών ουδέν εκ των εθνών, τα οποία αφήκεν ο Ιησούς ότε ετελεύτησε, δια να δοκιμάσω τον Ισραήλ δια μέσου αυτών, εάν φυλάττωσι την οδόν του Ιεχωβά, περιπατούντες εν αυτή, καθώς εφύλαξαν αυτήν οι πατέρες αυτών, ή ουχί.»
18. (α) Πώς έπρεπε να συμπεριφέρωνται οι βασιλείς του Ισραήλ ως ηγέται και ποιμένες των Ισραηλιτών; (β) Τι απέδειξαν ότι δεν ήσαν πολλοί βασιλείς στον Ισραήλ;
18 Ύστερ’ από την ταραχώδη περίοδο των κριτών, ο Ιεχωβά, κατά παράκλησι του λαού Ισραήλ, τους έδωσε με τον καιρό ένα ανθρώπινο βασιλέα ως άρχοντα. Ο βασιλεύς επρόκειτο να εκπροσωπή τον Ιεχωβά ενώπιον του λαού κι έπρεπε να περιπατή εν δικαιοσύνη ως εκπρόσωπος του Ιεχωβά, όπως ακριβώς είχαν περιπατήσει ο Μωυσής, ο Ιησούς του Ναυή, και οι δίκαιοι κριταί στον Ισραήλ. Αυτοί οι βασιλείς έπρεπε ν’ ακολουθούν προσεκτικά τον γραπτό λόγο του Ιεχωβά. (Δευτ. 17:14-20) Ο Λόγος του Θεού αναφέρει λεπτομερώς πώς η διαγωγή των βασιλέων, ως ποιμένων ή ηγετών του Ισραήλ, κατέληγε είτε στην εύνοια είτε στη δυσμένεια του Ιεχωβά. Οι βασιλείς συχνά επηρεάζοντο από το λαό. Πολλοί βασιλείς απέδειξαν ότι δεν ήσαν άνδρες ικανοί, φοβούμενοι τον Θεόν, αξιόπιστοι και μισούντες το άδικο κέρδος. Οι ιδιοτελείς των τάσεις ωδηγούσαν κατά καιρούς αυτούς και ολόκληρο το έθνος σε μεγάλες δυσκολίες και καταπίεσι. Αντί να ποιμαίνουν τον λαό ως επίγειοι εκπρόσωποι του Ιεχωβά, εγίνοντο άδικοι, σκληροί και οδηγούσαν τον Ισραήλ σ’ εσφαλμένες οδούς.—Ησ. 1:4.
19. (α) Ποιο πράγμα εξακολούθησε ο Ιεχωβά να κάνη μολονότι ο Ισραήλ ήταν άπιστος; (β) Πώς ο Ιεχωβά κατεδίκασε τους ποιμένας του Ισραήλ μέσω του δούλου του Ιερεμία;
19 Επί πολλές εκατοντάδες χρόνια ο Ιεχωβά έδειξε υπομονή και μακροθυμία προς τους ορατούς ποιμένας του Ισραήλ και προς τον λαόν που είχε εκλέξει να ποιμαίνη ως αντιπροσωπευτικά του έθνος στη γη. Η υπομονή και η αγάπη του Ιεχωβά εξακολούθησαν μολονότι ο Ισραήλ απεμακρύνθη απ’ αυτόν για ν’ ακολουθήση τις ψευδείς θρησκευτικές συνήθειες των γύρω εθνών. Τελικά, όμως, η μακροθυμία και η καρτερία του Ιεχωβά έφθασαν σ’ ένα τέλος. Στην εποχή του Ιερεμία, ο Ιεχωβά ωμίλησε στους διωρισμένους ποιμένας οι οποίοι είχαν γίνει υπερβολικά αμελείς, λέγοντας: «Ουαί εις τους ποιμένας, τους φθείροντας και διασκορπίζοντας τα πρόβατα της βοσκής μου! . . . Δια τούτο, ούτω λέγει Ιεχωβά, ο Θεός του Ισραήλ, κατά των ποιμένων, οίτινες ποιμαίνουσι τον λαόν μου· Σεις διεσκορπίσατε τα πρόβατά μου, και απεδιώξατε αυτά, και δεν επεσκέφθητε αυτά· ιδού, εγώ θέλω επισκεφθή εφ’ υμάς την κακίαν των έργων υμών, λέγει Ιεχωβά.»—Ιερεμ. 23:1, 2, ΜΝΚ.
20, 21. Μολονότι τόσο πολλοί στον Ισραήλ απεμακρύνθησαν από τον Ιεχωβά, γιατί ο Ιεχωβά εξακολούθησε να δείχνη αγαθότητα και έλεος, και τι υπεσχέθη;
20 Εξαιτίας του ότι δεν εμιμούντο τις καλές ιδιότητες του Μεγάλου Ποιμένος Ιεχωβά, στο να φροντίζουν γι’ αυτούς τους οποίους εκείνος έδειχνε μεγάλο ενδιαφέρον, ο Ιεχωβά ήταν πράγματι εναντίον αυτών των ποιμένων και προειδοποίησε για την ερχομένη καταστροφή των. Εν τούτοις, ο Ιεχωβά εγνώριζε καλά ότι ακόμη ανάμεσα στο λαό του υπήρχαν εκείνοι οι οποίοι επιθυμούσαν να πράττουν το ορθό και οι οποίοι ήθελαν να εξακολουθούν να παραμένουν κάτω από την άγρυπνη φροντίδα του και να τον υπηρετούν με καθαρή καρδιά. Αυτούς δεν τους ελησμόνησε. Τα λόγια του ήσαν τα εξής: «Και εγώ θέλω συνάξει το υπόλοιπον των προβάτων μου εκ πάντων των τόπων όπου εδίωξα αυτά, και θέλω επιστρέψει αυτά πάλιν εις τας βοσκάς αυτών, και θέλουσι καρποφορήσει και πληθυνθή· και θέλω καταστήσει ποιμένας επ’ αυτά, και θέλουσι ποιμαίνει αυτά· και δεν θέλουσι φοβηθή πλέον, ουδέ τρομάξει, ουδέ εκλείψει, λέγει Ιεχωβά.» (Ιερεμ. 23:3, 4, ΜΝΚ) Κατόπιν, ο Ιεχωβά, αποβλέποντας σ’ ένα καιρό του μακρινού μέλλοντος, είπε: «Και θέλω ανεγείρει εις τον Δαβίδ βλαστόν δίκαιον, και βασιλεύς θέλει βασιλεύσει, και ευημερήσει, και εκτελέσει κρίσιν και δικαιοσύνην επί της γης.»—Ιερεμ. 23:5.
21 Μολονότι το εκλεκτό έθνος του Ιεχωβά, ο Ισραήλ, είχε καταστρεπτικό τέλος το 607 π.Χ., διότι δεν ακολούθησε τη συμβουλή του Μεγάλου Ποιμένος, εν τούτοις ο Ιεχωβά ενεθυμήθη τους δικαίους που υπήρχαν ανάμεσα στο λαό. Έδωσε την υπόσχεσι ότι θα είχαν κάποτε επί κεφαλής των ένα δίκαιο ποιμένα, ένα ποιμένα ο οποίος θα επολιτεύετο μαζί των όπως αυτός ο ίδιος επολιτεύετο μαζί των με δικαιοσύνη.
22, 23. Ποιον εξέλεξε ο Ιεχωβά ως καλόν ποιμένα του, και πώς ο καλός ποιμήν εφρόντισε ώστε τα πρόβατα του Ιεχωβά να τυγχάνουν καταλλήλου φροντίδος;
22 Η Γραφή δείχνει σαφώς ότι με την έλευσι του Κυρίου Ιησού ως Μεσσίου, ο Ιεχωβά είχε τους διωρισμένους ποιμένας των προβάτων του προς όφελος του λαού του. Ο Ιησούς είπε για τον εαυτό του, «Εγώ είμαι ο ποιμήν ο καλός.» Στη διάρκεια των τριών και ημίσεως ετών επιγείου διακονίας του ο Ιησούς ανέλαβε να δείξη πόσο καλά εξηρτισμένος ήταν για να είναι ο καλός ποιμήν του Ιεχωβά, και πώς, έτσι, ήταν σε θέσι να εκλέξη ανάμεσα από το ανθρώπινο γένος εκείνους οι οποίοι θ’ απεδείκνυαν ότι είναι ικανοί άνδρες, φοβούμενοι τον Θεόν, φιλαλήθεις, μισούντες την φιλαργυρία. Οι πρώτοι από αυτούς ήσαν οι απόστολοι τους οποίους εξέλεξε ο Ιησούς ανάμεσα από τους μαθητάς του για να είναι οι θεμέλιοι λίθοι της Χριστιανικής εκκλησίας. Πράγματι εκείνοι τους οποίους εξέλεξε ο Ιησούς απεδείχθησαν καλοί υποποιμένες, εργαζόμενοι σε πλήρη αρμονία με τον Κύριο Ιησού, τον καλόν ποιμένα, και τον Πατέρα του, Ιεχωβά, τον Πρώτιστο ή Μεγάλο Ποιμένα των προβάτων.
23 Για να εκτιμήσωμε τη μεγάλη ευθύνη που αυτοί οι απόστολοι εγνώριζαν ότι είχε έναποτεθή στους ώμους των, ως ποιμένων των προβάτων, θ’ αφήσωμε στο επόμενο άρθρο να το αφηγηθή.
[Εικόνα στη σελίδα 592]
Ο Μωυσής άκουσε τη συμβουλή του πενθερού του κι εξέλεξε ικανούς άνδρες για τα ενεργούν ως υποποιμένες μαζί του για ν’ ακούουν προβλήματα και να λαμβάνουν αποφάσεις