Τελειότης—Τι Σημαίνει Πράγματι;
Η ΓΡΑΦΗ λέγει για τον Θεό: «Τα έργα αυτού είναι τέλεια.»—Δευτ. 32:4.
Ως έργον των χειρών του Θεού, ο πλανήτης Γη πρέπει να ήταν τέλειος. Γιατί, λοιπόν, είπε ο Θεός στον Αδάμ και στην Εύα να ‘κυριεύσουν την γην’;—Γέν. 1:28.
Ομοίως το προϊόν της ενεργείας του Θεού, το πρώτο ανθρώπινο ζεύγος ήσαν επίσης τέλειοι. Πώς, λοιπόν, ήταν δυνατόν ν’ αμαρτήσουν;
Πώς θ’ απαντούσατε σ’ αυτές τις ερωτήσεις; Τι σημαίνει πράγματι «τελειότης»; Γνωρίζετε ποια είναι η διδασκαλία της Γραφής σ’ αυτό το ζήτημα; Σας φαίνεται ελκυστικό το να ζήτε με τελειότητα επάνω σ’ αυτή τη γη; Ή μήπως νομίζετε ότι η τελειότης θ’ αφαιρέση κάθε ενδιαφέρον από τη ζωή και θα την κάμη μηχανικά κανονική, μονότονή;
ΓΝΩΣΙΣ ΤΗΣ ΑΚΡΙΒΟΥΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ
Πράγματι, πολλά άτομα έχουν μια ατελή κατανόησι όσον αφορά τη σημασία της λέξεως «τελειότης.» Παραδείγματος χάριν, μπορεί κανείς να δη να διαφημίζωνται πουκάμισα στην Αμερική για «$2.99,»με την σημείωσι παραπλεύρως ότι θα εστοίχιζαν «$5.99 αν ήσαν τέλεια.» Είναι αυτή η κατάλληλη χρήσις της λέξεως «τέλειο»;
Μερικοί θα πουν Όχι. Ίσως πουν, «Δεν υπάρχει πουκάμισο ‘τέλειο’.» Γιατί; Ίσως σκεφθούν ότι ένα «τέλειο» πουκάμισο θα έπρεπε να έχη εκπληκτικές ιδιότητες, ίσως να μη σχετίζεται ποτέ, και να διαρκή αιωνίως. Αλλ’ αν το πουκάμισο ήταν κατασκευασμένο από ύφασμα που δεν θα κατεστρέφετο ποτέ, πώς το ύφασμα αυτό θα μπορούσε να κοπή κατ’ αρχήν; Αν μπορούσε να κοπή, τότε θα εφθείρετο. Και αν δεν μπορουσε να κοπή, τότε σημαίνει ότι θα ήταν πιο σκληρό ακόμη και από διαμάντι. Πώς θα μπορούσατε να αισθάνεσθε επάνω στο σώμα σας ένα τέτοιο πουκάμισο;
Ναι, η χρήσις της λέξεως «τέλειο» από τη διαφήμισι ήταν ορθή. Τα λεξικά λέγουν ότι η λέξις «τέλειος» σημαίνει μεταξύ άλλων, «ο συγκεντρώνων όλα τα προσόντα, εντελής, ακέραιος, άρτιος, άνευ ελαττώματος, πλήρης.»
Ώστε, κάτι που είναι «τέλειο» είναι εκείνο που έχει ‘τελειωθή, έχει γίνει άρτιο, ακέραιο, δεν του λείπει κανένα μέρος, δεν είναι ελαττωματικό.’ Είναι επίσης κάτι που ‘ανταποκρίνεται σε όλες τις απαιτήσεις και φθάνει τους κανόνες αρτιότητος που έχουν τεθή.’
Το ερώτημα, λοιπόν, είναι: Ποιος αποφασίζει τι είναι ουσιώδες, και ποιος θέτει τις απαιτήσεις και τους κανόνες της αρτιότητος; Στην περίπτωσι ενός υποκαμίσου, είναι ο παραγωγός, ο κατασκευαστής, ο οποίος έχει ωρισμένες απαιτήσεις και κανόνες. Όταν το προϊόν ανταποκρίνεται σ’ αυτά, τότε το υποκάμισο είναι «τέλειο.» Φυσικά, αν το υποκάμισο είναι ένα υποκάμισο σπορ και ο αγοραστής επιθυμεί ένα υποκάμισο για επίσημο ένδυμα, τότε, από την άποψί του, το υποκάμισο δεν είναι «τέλειο» για την χρήσι που το θέλει, για τον σκοπό που είχε υπ’ όψι του.
Πραγματικά, λοιπόν, το άτομο που έχει αντίρρησι όσον αφορά τη χρήσι της λέξεως «τέλειος» σχετικά με το υποκάμισο ή όμοιο πράγμα σκέπτεται απλώς με το δικό του «ιδεώδες.» Ένα «ιδεώδες» είναι η ιδέα ενός ανθρώπου ή η αντίληψίς του για την αρτιότητα ή τελειότητα, το τι νομίζει κανείς ότι έπρεπε να είναι ένα πράγμα. Αλλά τα ιδεώδη διαφέρουν από άτομο σε άτομο, δεν είναι έτσι; Ποιο θα λέγατε ότι είναι το «τέλειο» ύψος για τον άνδρα, το»τέλειο» σχήμα του γυναικείου προσώπου, ή ακόμη το «τέλειο» άρωμα για μια μηλόπιττα; Η απάντησίς σας, ασφαλώς, θ’ αντιπροσωπεύη μόνο τις δικές σας προτιμήσεις, το δικός σας ιδεώδες.
Ποια σχέσι έχει αυτό με την Αγία Γραφή ή με τη ζωή επάνω στη γη σε τελειότητα; Μεγάλη. Επειδή μολονότι αυτά τα σημεία φαίνονται απλά, το να τα έχωμε υπ’ όψιν μας βοηθούν να κατανοήσωμε πολλά πράγματα από τον Λόγο του Θεού, περιλαμβανομένων και των ερωτήσεων που έχουν τεθή στην αρχή αυτής της συζητήσεως. Αυτό συμβαίνει διότι η Εβραϊκή και η Ελληνική λέξις που έχουν χρησιμοποιήσει οι συγγραφείς της Βίβλου για να εκφράσουν την τελειότητα έχουν πολύ όμοια σημασία. Αποδίδουν τη σκέψι κάποιου πράγματος που είναι «πλήρες,» «τελειωμένο,» «πλήρως ανεπτυγμένο,» «που έχει φθάσει πλήρως στον προσδιωρισμένο αντικειμενικό σκοπό.» Ας δούμε, λοιπόν, πώς όλα αυτά μας βοηθούν να κατανοήσωμε τις Γραφές και την υπόσχεσί των ζωής σε τελειότητα.
Ο ΤΕΛΙΚΟΣ ΔΙΑΙΤΗΤΗΣ ΤΗΣ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΟΣ
Όλη η κτίσις οφείλει την ύπαρξί της στον Θεό. Αυτό σημαίνει ότι Αυτός είναι ο τελικός Κριτής όσον αφορά το αν ένα πράγμα είναι τέλειο ή όχι. Αν αυτό ανταποκρίνεται στους ιδικούς του κανόνες που τον ικανοποιούν, αν εξυπηρετή τον σκοπό του με τον τρόπο που αυτός επιθυμεί, τότε είναι τέλειο. Γι’ αυτό μπορούμε να πούμε κατάλληλα ότι η τελειότης οποιουδήποτε τμήματος της Δημιουργίας του Θεού είναι σχετική, όχι απόλυτη. Δηλαδή, όλα σχετίζονται με τον σκοπό του Θεού γι’ αυτό, και μόνο γνωρίζωμε αν ένα πράγμα είναι τέλειο στα όμματά του ή όχι.
Παραδείγματος χάριν, ο Θεός ετοίμασε τον πλανήτη Γη για κατοικία του ανθρώπου, και τον γέμισε με βλάστησι, πουλιά, ζώα και ψάρια, και τελικά έθεσε τον άνθρωπο επάνω σ’ αυτόν. Επισκοπώντας το έργο του, ο Θεός ανεκήρυξε το τελικό αποτέλεσμα ‘καλό λίαν’. (Γέν. 1:31) Ανταπεκρίνετο στους τελείους κανόνας του. Αλλά σημειώστε ότι ο Θεός έδωσε ακόμη οδηγίες στο ανθρώπινο ζεύγος να ‘κυριεύσουν την γην,’ και ήταν προφανές ότι αυτό εσήμαινε ότι έπρεπε να την καλλιεργούν και να κάμουν ολόκληρο τον πλανήτη, και όχι μόνον την Εδέμ ένα κήπο του Θεού. (Γέν. 1:28· 2:8) Αυτό θα μπορούσαμε να το συγκρίνωμε με έναν οικοδόμο ο οποίος αναλαμβάνει να κτίση ένα καλό σπίτι για μια οικογένεια και κατόπιν να τους το παραδώση για να κάμουν αυτοί τους ελαιοχρωματισμούς, την διακόσμησι και την επίπλωσι. Όταν παραδίδη το σπίτι στην οικογένεια, το έργο του οικοδόμου είναι πλήρες, περατωμένο, εξόχου ποιότητος. Μήπως είναι «ατελές» επειδή άλλα πράγματα παραμένουν να γίνουν; Όχι, διότι αυτή ήταν η διευθέτησις που είχε αποφασισθή προηγουμένως.
Κατόπιν, επίσης, ο Θεός έδωσε εντολή στους Ισραηλίτας να οικοδομήσουν τη σκηνή του μαρτυρίου για λατρεία στην έρημο, και έδωσε σ’ αυτούς τις προδιαγραφές για να την κατασκευάσουν. Το έργο ήταν εξόχου ποιότητος και είχε γίνει «κατά πάντα όσα προσέταξε ο Ιεχωβά.» (Έξοδ. 36:1, 2· 39:32, 42, 43, ΜΝΚ) Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ήταν τέλειο; Ασφαλώς, διότι, όταν συνεπληρώθη, ο Θεός το επεδοκίμασε και έκαμε καταφανή την παρουσία του εκεί. (Έξοδ. 40:16, 33-38) Ωστόσο στον ωρισμένο καιρό έκαμε εκείνη την φορητή σκηνή ν’ αντικατασταθή μ’ ένα σταθερό ναό στην Ιερουσαλήμ και αργότερα έκαμε να καταστραφή κι αυτός ο ναός. Γιατί; Διότι αυτές οι οικοδομές ήσαν για να εξυπηρετούν μόνο τύπους ή μια μικρά κλίμακα προφητικών παραστάσεων «μεγαλυτέρας και τελειοτέρας σκηνής,» της ουρανίας διευθετήσεως του Ιεχωβά στην οποία ο αναστημένος Χριστός Ιησούς ενεργεί ως Αρχιερεύς. (Εβρ. 9:11-14, 23, 24) Η επίγειος σκηνή ήταν τελεία διότι ικανοποιούσε όλες τις απαιτήσεις του Θεού. Και εξυπηρέτησε τον καθωρισμένο σκοπό της. Εξ άλλου, η τελειότης εκείνου που αυτή εκπροσωπούσε τον τελικό σκοπό του Θεού ν’ απομακρύνη τελείως την αμαρτία. Έτσι μ’ αυτή την έννοια εκείνο που εκπροσωπούσε η επίγεια σκηνή ήταν «μεγαλύτερο και τελειότερο.»
Δεν μπορούμε, λοιπόν, να προχωρούμε απλώς με τις δικές μας ιδέες σ’ αυτά τα ζητήματα, διαφορετικά προσπαθούμε να κάνωμε τον εαυτό μας θεό, και μάλιστα να θέτωμε τον δικό μας τρόπο σκέψεως επάνω από την σκέψι του Δημιουργού μας. Εφόσον αυτός είναι ο Πλάστης, ο Παραγωγός, αυτός γνωρίζει τι επιθυμεί και έχει πλήρες δικαίωμα ν’ αποφασίζη ποιοι θα είναι οι κανόνες της αρτιότητος και τελειότητος στις ενέργειές του και στη δημιουργία του.
ΤΕΛΕΙΟΤΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ
Όταν στραφούμε τώρα στο πρώτο ανθρώπινο ζεύγος, βλέπομε ότι ο Αδάμ και η Εύα είχαν δημιουργηθή τέλειοι—σωματικώς και διανοητικώς. Ο Θεός τους είχε ακόμη δώσει και ένα τέλειο ηθικό ξεκίνημα, διότι έβαλε μέσα στον άνθρωπο συνείδησι. Γι’ αυτό ο απόστολος Παύλος μπορούσε να πη κατάλληλα ότι ο νόμος του Θεού είναι ‘γεγραμμένος εν ταις καρδίαις αυτών.’ (Ρωμ. 2:15) Μπορούσε ν’ αμαρτήση εκείνο το τέλειο ανθρώπινο ζεύγος; Ή, με το να είναι τέλειοι, θα έπρεπε να είναι αδύνατο ν’ αμαρτήσουν, να είναι καμωμένοι με τρόπο που να μπορούν μόνο να υπακούουν, μόνον να βαδίζουν με τον ορθό τρόπο, να μη παρεκκλίνουν ποτέ από την πορεία που είχε χαραχθή γι’ αυτούς; Αν είχατε κατασκευάσει μια μηχανή, ας πούμε ένα αυτοκίνητο, θα το είχατε κάμει έτσι ώστε πάντα να πηγαίνη στην κατεύθυνσι που έχετε στρέψει το βολάν του τιμονιού, δεν είναι έτσι; Ώστε, λοιπόν, δεν έπρεπε και το πρώτο ανθρώπινο ζεύγος να είναι έτσι για να είναι τέλειο;
Όχι. Γιατί όχι; Διότι δεν είχαν γίνει για να είναι μηχανές, να εργάζωνται σαν μηχανές. Ο Θεός, ο Πλάστης, είχε σκοπό να ενεργούν αυτοί ως ελεύθεροι ηθικοί παράγοντες, δηλαδή, να μπορούν να λαμβάνουν προσωπικές ηθικές αποφάσεις, να εκλέγουν μεταξύ ορθού και εσφαλμένου, μεταξύ υπακοής και ανυπακοής. Να θυμάστε ότι ο Πλάστης ορίζει τους κανόνες και τις απαιτήσεις, το δικό του θέλημα διέπει τα πράγματα. Επομένως, αν το ανθρώπινο ζεύγος δεν είχε αυτή την ικανότητα να εκλέγη, δεν θα ήσαν στην πραγματικότητα πλήρεις, θα ήσαν ατελείς σύμφωνα με τους κανόνας του Θεού.—Παράβαλε Γένεσις 2:15-17· 3:2, 3· Δευτερονόμιον 30:19, 20· Ιησούς του Ναυή 24:15.
Αλλά υποθέστε ότι κάποιος λέγει, «Ναι, αλλά εάν ήσαν τέλειοι τότε θα έπρεπε να έχουν εκλέξει μόνον το ορθό.» Αυτό είναι το ίδιο σαν να έλεγε κανείς ότι δεν είχαν δικαίωμα εκλογής, διότι εάν μπορήτε να «εκλέξετε» ένα μόνο πράγμα, τότε δεν κάνετε καθόλου εκλογή. Έτσι, το να πη κανείς αυτό σημαίνει να υποκαταστήση τους κανόνας του Θεού με την προσωπική του ιδέα. Αυτοί οι κανόνες απαιτούσαν να μπορή το ανθρώπινο γένος να εκλέγη είτε καλό είτε κακό. Γιατί; Διότι μόνον τότε θα μπορούσε η αγάπη να έλθη επί σκηνής. Αν υπήκουαν επειδή δεν μπορούσαν να κάμουν τίποτε άλλο παρά να υπακούουν, τότε η υπηρεσία των θα ήταν αυτόματη. Αλλ’ ο Θεός τους χάρισε την ικανότητα να εκλέγουν, για να μπορούν να υπηρετούν από αγάπη που είχαν στην καρδιά των. Ή θα μπορούσαν αν δείξουν ανυπακοή, διότι η καρδιά των είχε γίνει ιδιοτελής. Πώς μπορούσε να συμβή αυτό;
Αυτό θα εξυρτάτο από τον τρόπο με τον οποίο τροφοδοτούσαν την καρδιά των, από την οποία προήλθε η ώθησις. Όπως ακριβώς το σώμα των, μολονότι τέλειο, απαιτούσε το ορθό είδος τροφής για να λειτουργή καλά, έτσι επίσης έπρεπε να τρέφουν τις καρδιές των με ορθές σκέψεις και ορθούς συλλογισμούς. Ο τέλειος Αδάμ δεν μπορούσε να τρώγη χώμα, άμμο ή ξύλο και να εξακολουθή ν’ απολαμβάνη τελεία σωματική υγεία· αν δοκίμαζε ν’ αναπνεύση νερό αντί για αέρα θα επνίγετο. Η τελειότης του ήταν σχετική, περιωρισμένη στην ανθρώπινη σφαίρα ζωής. Με τον ίδιο τρόπο αν εξέλεγε ν’ αφήση να διατρέφεται η διάνοια και η καρδιά του με εσφαλμένες σκέψεις, αυτό θα ωδηγούσε στο να καλλιεργή μέσα του εσφαλμένες επιθυμίες και τελικά αυτό θα παρήγε αμαρτία και θάνατο. Αυτό ακριβώς συνέβη, και με την ανυπακοή του ο Αδάμ, από δική του εκλογή, έγινε ατελής.—Ιακ. 1:14, 15· παράβαλε Γένεσις 1:29· Ματθαίος 4:4.
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΥ ΓΕΝΟΥΣ ΣΕ ΤΕΛΕΙΟΤΗΤΑ ΣΤΗ ΓΗ
Για ν’ απαντήση στην προσευχή, «Ελθέτω η βασιλεία σου, γενηθήτω το θέλημά σου, ως εν ουρανώ και επί της γης,» ο Ιεχωβά Θεός πρόκειται ν’ απομακρύνη από τη γη κάθετι που δεν ανταποκρίνεται στους κανόνας του, και τον δίκαιο σκοπό του. Η υπόσχεσίς του είναι να μη υπάρχουν, ως αποτέλεσμα τούτου ‘ούτε δάκρυα, ούτε θάνατος, ούτε πένθος, ούτε κραυγή, ούτε πόνος πλέον.’ (Ματθ. 6:10· Αποκάλ. 21:3-5) Στη διάρκεια της χιλιετούς διακυβερνήσεως της ουρανίας βασιλείας του Υιού του επάνω στους κατοίκους της γης, τα ευπειθή άτομα θ’ αποκτήσουν σωματική και διανοητική τελειότητα, στο αντίστοιχο του πρώτου ανθρωπίνου ζεύγους πριν αμαρτήση.—1 Κορ. 15:25, 26· Αποκάλ. 20:4-6.
Μήπως αυτό ‘θ’ αφαιρέση κάθε ενδιαφέρον από τη ζωή,’ θα κάμη τη ζωή ‘μηχανικά κανονική και μονότονη’; Ακριβώς το αντίθετο. Ο λόγος για τον οποίο μερικοί έχουν αυτή την αντίρρησι είναι ότι φαντάζονται ότι ένας τέλειος άνθρωπος θα μπορή να κάνη περίπου όλα τα πράγματα που αυτός ή αυτή θα επιθυμούσαν ουσιαστικώς χωρίς καμμιά προσπάθεια. Υποθέστε ότι θ’ αποφασίζατε να παίξετε βιολί. Θα παίρνατε απλώς ένα βιολί και χωρίς να έχετε ποτέ πιάσει στα χέρια σας βιολί τώρα θα παίζατε ένα κομμάτι, όπως τις «Τσιγγάνικες μελωδίες» του Σαραζάτ, χωρίς κανένα λάθος! Έτσι νομίζουν μερικοί. Αλλ’ αυτή είναι μια φαντασιώδης ιδέα μόνον. Η Γραφή δεν παρέχει καμμιά τέτοια σκέψι.
Ο Ιησούς Χριστός είχε γεννηθή ένας τέλειος άνθρωπος. Εν τούτοις, έπρεπε να μάθη να τρώγη στερεά τροφή, να βαδίζη και να ομιλή όπως όλα τα άλλα βρέφη. Αν, όπως φαίνεται, εργαζόταν ως ξυλουργός μαζί με τον θετό πατέρα του Ιωσήφ, ασφαλώς έπρεπε να μάθη να χειρίζεται με δεξιοτεχνία τα εργαλεία του ξυλουργού. Δεν θα μάθαινε αυτομάτως επειδή ήταν τέλειος. Ούτε θ’ αποκτούσε άλλη γνώσι, ούτε ακόμη και την γνώσι του Λόγου και του σκοπού του Πατρός του. Το εδάφιο Λουκάς 2:52 γράφει γι’ αυτόν ότι από ηλικία δώδεκα ετών και έπειτα: «Ο Ιησούς προέκοπτεν εις σοφίαν, ηλικίαν και χάριν παρά Θεώ και ανθρώποις.»—Λουκ. 2:42-52.
Η τελειότης, λοιπόν, δεν θ’ απομακρύνη το ενδιαφέρον για τη ζωή. Κάθε εργασία θα έχη τα δικά της προβλήματα τα οποία πρέπει να λυθούν. Θα εξακολουθή ν’ απαιτήται προσπάθεια, σκέψις, προγραμματισμός. Αλλ’ η τελειότης θα απομακρύνη τη διάψευσι των ελπίδων, την απογοήτευσι, τη ματαιότητα που η ζωή σ’ ένα ατελή και οδηγούμενο από την αμαρτία κόσμο μας φέρνει τώρα, οπότε ακόμη και οι ποιο καλές προσπάθειές μας ανατρέπονται πολύ συχνά από εμπόδια ή από την συντομία του μήκους της ζωής, ή από αποτυχία που οφείλεται σε αδυναμίες της αμαρτωλής φύσεώς μας.
Η προοπτική της αιωνίου ζωής αυτή καθ’ εαυτήν θα παρουσιάζη ενδιαφέρον σ’ εκείνους που θα ζουν στη νέα τάξι του Θεού να μαθαίνουν ολοένα περισσότερα, να μαθαίνουν για τη θαυμασία γη επάνω στην οποία θα ζουν και για την απέραντη ποικιλία πραγμάτων που έχει κάμει ο Θεός. Θα προκαλή την παραγωγικότητα του καθενός, την πρωτοβουλία του, την εφευρετικότητα και το θάρρος, την ιδιοφυία και την πρωτοτυπία. Εκείνο που θα παράγη κάθε άνθρωπος σε κατοικίες, κήπους, φορέματα, έργα χειροτεχνίας και έργα τέχνης θ’ αντανακλούν τις προσωπικές του προτιμήσεις και σκοπούς, μολονότι όλα θα είναι σε αρμονία με το θέλημα του Θεού. Αυτό θα εξασφαλίζη ατελείωτη ποικιλία σε όλη τη γη, χωρίς ποτέ να υπάρχη ομοιομορφία και μονοτονία.
Αντιλαμβανόμεθα, λοιπόν, ότι τώρα πρέπει να μάθωμε ότι μπορούμε από την Πηγή της πραγματικά αξιόλογης γνώσεως. Αναγνωρίστε ότι, «του Θεού, η οδός είναι άμωμος· ο λόγος του Ιεχωβά είναι δεδοκιμασμένος.» Εμπιστευθήτε στον Λόγο του, αφήστε τον να επηρεάζη τη ζωή σας τώρα και με το να εμπιστευέσθε στις υποσχέσεις του για το μέλλον, κάμετέ τον καταφύγιόν σας και πηγή δυνάμεως. Τότε μπορείτε να λέτε μαζί με τον ψαλμωδό: «Ο Θεός είναι ο περιζωνύων με δύναμιν, και καθιστών άμωμον (τελείαν, ΜΝΚ) την οδόν μου.»—Ψαλμ. 18:30-32.